Τη φετινή, 16η, Σύνοδο των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική) στις 20-24 Οκτώβρη στο Καζάν της Ρωσίας, παρακολούθησαν οι ηγέτες 30 χωρών.

Η διεύρυνσή τους είναι εντυπωσιακή. Αλλά πέρα από τις εντυπώσεις, η διεύρυνση έχει και άλλες επιπτώσεις: «Η ιδέα ότι όλοι αυτοί μπορούν να συμφωνήσουν σε κάτι σημαντικό είναι απολύτως τρελή» υπογράμμισε σε πρόσφατο άρθρο του ο «νονός» των BRICS, Τζιμ Ο’ Νιλ. 

Το συμπέρασμα είναι βάσιμο. Στον ιδρυτικό πυρήνα των BRICS οι ανταγωνισμοί και οι αντιθέσεις ήταν κάθε άλλο παρά δευτερεύοντες παράγοντες. Μεταξύ της Κίνας και της Ινδίας οι «τριβές» είναι σχεδόν πολεμικές, με αντικείμενο την ηγεμονία στη στρατηγικής σημασίας χερσόνησο της Ινδοκίνας και τα θαλάσσια «περάσματα» της Νοτιοανατολικής Ασίας. Όμως και μεταξύ Ρωσίας και Κίνας υπάρχουν πολλά και «εκρηκτικά» ζητήματα (η κυριαρχία στην ανατολική Σιβηρία, η πρόσβαση στο βόρειο ναυτικό διάδρομο που δημιουργεί η υποχώρηση των πάγων, και κυρίως η ηγεμονία στην Κεντρική Ασία). Αυτά τα αρχικά προβλήματα, η διεύρυνση τα έχει οδηγήσει σε παροξυσμό: είναι γνωστό ότι πχ η Αίγυπτος και η Αιθιοπία, ή η Σαουδική Αραβία και το Ιράν, πολύ δύσκολα μπορούν να σταθούν ειρηνικά σε ένα κοινό τραπέζι. 

Οι αρχιτέκτονες του εγχειρήματος έχουν συνείδηση για την εγγενή χαλαρότητά του. Γράφει ο Αντρέι Κορτούνοφ, διευθυντής του Ρωσικού Συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων, στις 23/10: «Οι BRICS δεν μπορούν να γίνουν ένα εγχείρημα οικονομικής ολοκλήρωσης. Το συνολικό εμπόριο στο χώρο των “παλαιών” BRICS είναι σημαντικά μικρότερο απ’ ό,τι για παράδειγμα το εμπόριο ανάμεσα στην Κίνα και την ομάδα ASEAN ή ανάμεσα στην Κίνα και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ίδιο ισχύει για τις αμοιβαίες επενδύσεις, ή για την πολυμερή εντός των BRICS έρευνα και ανάπτυξη και τις αλυσίδες παραγωγής. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ακόμα και μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου σε όλη την έκταση των BRICS -οι ανησυχίες για τη συντριπτική οικονομική ισχύ της Κίνας είναι έντονες εντός των BRICS» («Τι είναι και τι δεν είναι οι BRICS»,  «Δρόμος της Αριστεράς»). 

Σε αυτήν τη βάση, πού οφείλεται η αίγλη που έχουν οι BRICS μέσα σε ένα τμήμα της Αριστεράς; Η απάντηση βρίσκεται σε μια «νοσταλγία» για το παλιό «Κίνημα» των Αδεσμεύτων του παγκόσμιου Νότου, στις δεκαετίες του 1960 και του ’70, που υπόσχονταν ένα διεθνή «συντονισμό» μέσα στην προσπάθεια αντιπαράθεσης με το δυτικό ιμπεριαλισμό. Αυτή η νοσταλγία αναδεικνύει την προβληματική κατανόηση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού στον 21ο αιώνα. 

Στη Σύνοδο του Καζάν είχε προσκληθεί να συμμετάσχει η… Αργεντινή! Ο παρανοϊκός υπερ-νεοφιλελεύθερος Μιλέι απέρριψε την πρόσκληση, αλλά αυτό δεν απαλλάσσει τους διοργανωτές της Συνόδου από την κατηγορία ότι αδιαφορούν πλήρως για την οικονομική-κοινωνική πολιτική των συνδαιτημόνων τους, σε βάρος των εργατικών και λαϊκών μαζών στο εσωτερικό των χωρών τους. Η προσήλωση κυρίαρχου τμήματος των BRICS στο νεοφιλελευθερισμό επιβεβαιώνεται, άλλωστε, σε κορυφαίο επίπεδο. Η Κίνα δήλωσε στο Καζάν ότι στόχος της είναι «μια πιο αρμονική-ελεύθερη παγκοσμιοποίηση», στόχο τον οποίο μοιράζεται με ισχυρές μερίδες του δυτικού παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Από την εποχή όπου μια αντιδυτική-αντιιμπεριαλιστική ρητορική στις αναπτυσσόμενες χώρες συνδυαζόταν με την υπόσχεση για βελτίωση της θέσης της εργατικής τάξης και των αγροτών στο εσωτερικό τους, έχει κυλήσει πολύ νερό στα αυλάκια. 

Το ίδιο ισχύει και για το κρίσιμο ζήτημα των δημοκρατικών ελευθεριών. Στο Καζάν δίπλα στον Πούτιν, στον Σι και στον υπερ-εθνικιστή ινδουϊστή Μόντι, παρακάθησαν οι αντιδραστικές μοναρχίες της Σαουδικής Αραβίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και ο δικτάτορας της Αιγύπτου Σίσι. Από μια τέτοια μάζωξη δεν μπορεί να περιμένει κανείς μια σοβαρή πρωτοβουλία για αναδιοργάνωση των διεθνών σχέσεων σε δημοκρατική βάση. 

Όμως, σε τελική ανάλυση, μήπως οι BRICS μπορούν να θεωρηθούν, έστω, ως ένας συνεκτικός «αντιδυτικός πόλος»; Η απάντηση είναι, με σκληρούς όρους, αρνητική. Στη Νοτιοανατολική Ασία το βασικό στήριγμα του ευρωατλαντισμού είναι πλέον η ινδική κυβέρνηση του Μόντι, που έχει υπογράψει το διπλωματικό-στρατιωτικό «άξονα» με το ΝΑΤΟ, την Αυστραλία και την Ιαπωνία, με στόχο να περιοριστεί η κίνηση της κινεζικής επιρροής προς τα δυτικά. Στη Μέση Ανατολή, το πιο φιλοαμερικανικό καθεστώς είναι σήμερα η δικτατορία του Σίσι στην Αίγυπτο. Όπως προειδοποιεί ο Κορτούνοφ: «Οι BRICS δεν θα εξελιχθούν σε μια πολυμερή συμμαχία, πολιτική ή με σκοπό την ασφάλεια, αντιδυτικής φύσης… δεν θα γίνουν μια αντιδυτική συμμαχία». 

Όμως, παρά τα προβλήματα στην πολιτική και στη στρατηγική τους, μήπως αρκεί ότι οι διευρυμένοι BRICS «έχουν δύναμη» και έτσι μπορούν να διασφαλίσουν «μια μετάβαση προς έναν πολυπολικό κόσμο»; Εδώ η απάντηση είναι πιο περίπλοκη. 

Στο Καζάν παραβρέθηκαν κυβερνήσεις που «αντιστοιχούν» στο 45% του παγκόσμιου πληθυσμού και στο 36% σε αξία του ετήσια παραγόμενου ΑΕΠ (κατ’ άλλους αναλυτές στο 28%). Οι αντιθέσεις ανάμεσα στις κυβερνήσεις/καθεστώτα των BRICS υπονομεύουν την εικόνα ότι «συσπειρώνεται» το 45% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στα οικονομικά στοιχεία οι συγκρίσεις γίνονται πολύ πιο δύσκολες. Είναι γνωστό ότι ο όγκος της παραγωγής, ακόμα και η συνολική αξία της παραγωγής δεν μας λέει όλη την αλήθεια. Γιατί είναι άλλο να παράγεις πχ υφάσματα, ψυγεία και αυτοκίνητα και άλλο να παράγεις πχ όπλα και εργαλειομηχανές που παράγουν μηχανές για τα υφάσματα, τα ψυγεία και τα αυτοκίνητα. 

Ο «Ριζοσπάστης» πρόσφατα, με ένα εξαιρετικό ρεπορτάζ, έδωσε την εικόνα για την εκρηκτική ανάπτυξη στην παγκόσμια πολεμική βιομηχανία. Στη λίστα με τις 100 μεγαλύτερες διεθνείς βιομηχανίες όπλων, οι 46 έχουν έδρα στις ΗΠΑ (μεταξύ τους οι 5 κορυφαίες του καταλόγου), 17 στην Ευρωζώνη, 11 στην Κίνα και 1 στη Ρωσία. Αυτήν την εικόνα υπεροχής, οι αποφάσεις της ΕΕ μετά την «έκθεση Ντράγκι» που καλεί σε υπερ-επενδύσεις στον τομέα των όπλων, αποσκοπούν να μετατρέψουν σε κυριαρχία. Αν συνυπολογιστεί η (διόλου ευκαταφρόνητη) πολεμική βιομηχανία του Καναδά, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας, η εικόνα που προκύπτει είναι ότι ο δυτικός ιμπεριαλισμός είναι κάθε άλλο παρά ένας «χάρτινος τίγρης». 

Δυστυχώς ή ευτυχώς, το βασικό πρόβλημα με το συλλογισμό που βλέπει κάποιο προοδευτικό περιεχόμενο στη «μετάβαση προς τον πολυπολικό κόσμο» είναι κυρίως πολιτικό. Στον 21ο αιώνα, η Κίνα, η 2η σε όγκο δύναμη του διεθνούς καπιταλισμού, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζεται ως ιμπεριαλιστική. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τη Ρωσία και τη σύγχρονη (τη μόνη γρήγορα αναπτυσσόμενη) Ινδία. Δίπλα τους μια σειρά από «ενδιάμεσες» χώρες που όμως από καιρό έχουν φτάσει στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, είναι πεινασμένοι υπο-ιμπεριαλισμοί που εναλλάσσουν τις διεθνείς συμμαχίες τους, με στόχο την επίτευξη των δικών τους στόχων κυριαρχίας σε συγκεκριμένες περιοχές του πλανήτη. 

Μετά την κρίση του 2008, και τις ήττες στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, η αμερικανική ηγεμονία υποχώρησε. Η δημιουργία και η διεύρυνση των BRICS αντανακλά τη συνειδητοποίηση από τη μεριά πολλών κυρίαρχων τάξεων για τις ευκαιρίες που μπορεί να δημιουργηθούν μέσα από τα «κενά» της κρίσης της αμερικανικής ηγεσίας στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση. 

Απέναντι σε όλες αυτές τις δυνάμεις, το εργατικό κίνημα και η Αριστερά οφείλουν να διατηρήσουν την απόλυτη ανεξαρτησία, την απόλυτη πολιτική αυτονομία, μπροστά σε κάθε σύγκρουση μεταξύ «πεινασμένων» και «χορτάτων» ιμπεριαλιστών. Γιατί, όπως προειδοποιούν οι ιστορικοί, ο κόσμος έχει περάσει ξανά από περίοδο «πολυπολικής» ανταγωνιστικής ισορροπίας. Ήταν η περίοδος πριν το 1914, όπου διαμορφώθηκαν οι όροι για τις δύο γενικευμένες ανθρωποσφαγές που ακολούθησαν. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες