Σε κάθε χώρο εργασίας είναι σκόπιμο να εκλεγεί Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου ή Εποπτικό Συμβούλιο, καθώς επίσης Εσωτερικές Επιτροπές ανά τμήμα, με περιορισμένη θητεία και με τη συμμετοχή όλων των εργαζομένων, που θα ελέγχουν τα πάντα (τα οικονομικά, τις δαπάνες, τους ρυθμούς εργασίας, το περιβάλλον εργασίας, τις ειδικότητες, τις συμβάσεις, τους μισθούς κλπ.).
1. Ο ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΩΣ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Σε μεταβατικές περιόδους, όπως η σημερινή, όπου το διακύβευμα είναι είτε η παγίωση του οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού μετασχηματισμού που συντελείται σε συντηρητική κατεύθυνση είτε η μετάβαση σε μορφές κοινωνικής οργάνωσης σε αντικαπιταλιστική προοπτική, απαραίτητη είναι και η μετάβαση των υποκειμένων που διαμορφώνουν την ιστορία στην κατεύθυνση της υλοποίησης των συμφερόντων τους. Για να συμβεί αυτό είναι αναγκαίο αφενός το ξεπέρασμα των μέχρι σήμερα δεδομένων και πρακτικών, αφετέρου η ωρίμανση της συνείδησης των δυνάμεων της εργασίας.
Κατά συνέπεια, στις μεταβατικές εποχές χρειάζονται και μεταβατικά αιτήματα. Ένα από αυτά, όπως είναι το αίτημα του Εργατικού Ελέγχου, αναδεικνύεται σε απαραίτητο εργαλείο, ώστε να μη βρεθεί το εργατικό κίνημα αφοπλισμένο απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου. Διατυπώνεται και πραγματοποιείται, συνήθως, σε περιόδους όπου ο καπιταλισμός είναι σε κρίση. Είναι ένα αίτημα και μία πρακτική που εξασφαλίζει την επιβίωση και την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης. Δεν αποτελεί αίτημα προς το κεφάλαιο, αλλά είναι μια κατάσταση που επιβάλλεται και ταυτόχρονα βοηθά στην αλλαγή του συσχετισμού δύναμης υπέρ των δυνάμεων της εργασίας, στο πλαίσιο της στρατηγικής μετάβασης στον σοσιαλισμό.
Η εφαρμογή του Εργατικού Ελέγχου, ως μεταβατικής κατάστασης, δεν είναι ένα σταθερό καθεστώς, το οποίο μπορεί να διαιωνίζεται. Επειδή είναι μορφή δυαδικής εξουσίας είτε θα τείνει σε μορφές κοινωνικοποίησης και αυτοδιαχείρισης της παραγωγής από τους εργαζόμενους είτε θα εκτονωθεί και θα αφομοιωθεί από το αστικό σύστημα. Ο ρόλος του ολοκληρώνεται όταν όσοι συμμετείχαν στην υλοποίησή του περάσουν στην επόμενη φάση, η οποία είναι η αυτοδιαχείριση.
Τέλος, η επεξήγηση του όρου «εργατικός έλεγχος» είναι απαραίτητη επειδή παρατηρείται, πολλές φορές, μια σύγχυση ή και ταύτιση με τις έννοιες της «συνδιοίκησης» ή της «συμμετοχής». Η εμπλοκή όλων των εργαζομένων στις διαδικασίες εργατικού ελέγχου δεν αφήνει κανένα περιθώριο σε αντιλήψεις περί «συμμετοχής», «συνδιαχείρισης», «συνδιοίκησης» ή «συνευθύνης», όπου θα συμμετέχει, μόνο, μια μερίδα συνδικαλιστικών εκπροσώπων στα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεων. Διότι, τέτοιες πρακτικές ουσιαστικά μετατρέπουν τα συνδικάτα σε άλλοθι των πολιτικών του κεφαλαίου και, τελικά, καταλήγει να αποδέχονται οι εργαζόμενοι υποχωρήσεις και θυσίες που υπονομεύουν την ενότητα και την αλληλεγγύη τους (π.χ. από την αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας μέχρι τη μείωση των μισθών και απολύσεις).
2. Ο ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ-ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Ο νεοφιλελευθερισμός και γενικά ο καπιταλισμός αποδείχτηκε καταστροφικός για την οικονομία και την κοινωνία. Η αναγκαιότητα για έναν έλεγχο στην οικονομία αρχίζει να αναγνωρίζεται από όλα, σχεδόν, τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα.
Οι εργαζόμενοι και γενικότερα η κοινωνία έχουν δικαίωμα να ξέρουν τι γίνεται τόσο στην οικονομία της χώρας όσο και σε κάθε επιχείρηση ξεχωριστά. Κατά συνέπεια, μια κυβέρνηση της Αριστεράς είναι αναγκαίο να θεσμοθετήσει τον Εργατικό-Διαχειριστικό Έλεγχο σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας και σε όλες τις επιχειρήσεις είτε του δημόσιου είτε του ιδιωτικού τομέα. Οι Επιτροπές Εργατικού Ελέγχου, μέσα από κλαδικές και περιφερειακές συνδιασκέψεις, θα εκλέξουν μια Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου.
Τα βασικά καθήκοντα του εργατικού-διαχειριστικού ελέγχου είναι να ξεκαθαρίσει ποια είναι τα εισοδήματα και ποιες οι δαπάνες της κοινωνίας, ξεκινώντας από την κάθε επιχείρηση ξεχωριστά. Να αποκαλύψει τις λαθροχειρίες και τον αθέμιτο πλουτισμό. Να καταργήσει το επιχειρηματικό απόρρητο. Να παρουσιάσει μπροστά σε ολόκληρη την κοινωνία τη χωρίς όρια σπατάλη πλούτου και ανθρώπινης εργασίας που είναι το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης για το κέρδος. Στον έλεγχο αυτό, σημαντική θα είναι η συμβολή επιστημόνων, λογιστών, μηχανικών, στατιστικολόγων κλπ. Την ίδια στιγμή, ο εργατικός έλεγχος θα αποτελέσει το ζωντανό σχολείο μέσω του οποίου οι εργαζόμενοι και η κοινωνία θα αποκτήσουν την εμπειρία να διευθύνουν τις επιχειρήσεις όταν αυτές θα κοινωνικοποιηθούν, συμβάλλοντας στον σχεδιασμένο δημοκρατικό προγραμματισμό.
Όλο και πιο συχνά συμβαίνει οι εργαζόμενοι να διαθέτουν περισσότερες γνώσεις από τους διευθυντές, τους προϊσταμένους και τους ιδιοκτήτες μιας επιχείρησης, επειδή ακριβώς είναι εκείνοι που έχουν εμπειρία στην άμεση διαδικασία παραγωγής. Στο επιχείρημα ότι οι εργαζόμενοι «δεν ξέρουν», απαντάμε ότι σε μια κοινωνία όπου οι εργαζόμενοι περνούν το 1/3 της ζωής τους στους χώρους εργασίας, είναι οι μόνοι που πραγματικά έχουν γνώση των προβλημάτων της οργάνωσης της εργασίας και των προβλημάτων που προκύπτουν από αυτή.
Έχοντας αυτά ως βάση, μια κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να θεσπίσει, σε όλες τις επιχειρήσεις, τον εργατικό-κοινωνικό έλεγχο με προοπτική την αυτοδιαχείρισή τους από τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Σε κάθε χώρο εργασίας είναι σκόπιμο να εκλεγεί Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου ή Εποπτικό Συμβούλιο, καθώς επίσης Εσωτερικές Επιτροπές ανά τμήμα, με περιορισμένη θητεία και με τη συμμετοχή όλων των εργαζομένων, που θα ελέγχουν τα πάντα (τα οικονομικά, τις δαπάνες, τους ρυθμούς εργασίας, το περιβάλλον εργασίας, τις ειδικότητες, τις συμβάσεις, τους μισθούς κλπ.). Οι αρμοδιότητες αυτών των επιτροπών θα είναι οι εξής:
1)Να ασκούν έλεγχο στα λογιστικά βιβλία της επιχείρησης (ισολογισμοί, περιουσιακά στοιχεία, τιμολόγια, έσοδα-έξοδα κλπ.), επειδή οι εργαζόμενοι, ως παραγωγοί του πλούτου, έχουν κάθε δικαίωμα να ξέρουν πού πάνε τα χρήματα που βγαίνουν από τον δικό τους κόπο.
2)Να ασκούν έλεγχο στο πού πάνε τα κέρδη, τα δάνεια και οι επιδοτήσεις, να επιβλέπουν αν γίνονται οι επενδύσεις που προγραμματίζονται, να έχουν δικαίωμα άρνησης κάποιων επενδύσεων, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα κριτήρια όπως την προστασία του περιβάλλοντος.
3)Να κάνουν έλεγχο στην παραγωγή, στις προμήθειες, στην ποιότητα και στη διακίνηση του προϊόντος.
4)Να ασκούν έλεγχο στην οργάνωση και στην ποιότητα της εργασίας στους χώρους δουλειάς. Ο εργατικός έλεγχος στην οργάνωση της εργασίας έχει ως στόχο: α) την έγκαιρη ενημέρωση των εργαζομένων για όλες τις εργασιακές μεταβολές, β) το δικαίωμα άρνησης και γ) την αντικατάσταση των προϊσταμένων και των διευθυντών από εκλεγμένους και ανακλητούς από όλους τους εργαζόμενους εκπροσώπους, οι οποίοι θα λογοδοτούν σε αυτούς που τους εξέλεξαν και θα έχουν περιορισμένες θητείες.
5)Να ασκούν βέτο στις απολύσεις ή στο κλείσιμο της επιχείρησης. Ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης και υψηλής ανεργίας είναι ιδιαίτερα σημαντικό όσες επιχειρήσεις κλείνουν να επαναλειτουργούν από τους εργαζόμενους, με τη βοήθεια του κράτους, και με δήμευση των περιουσιών των ιδιοκτητών ως αντάλλαγμα των επιδοτήσεων και δανείων που είχαν πάρει από το κράτος, των ατασθαλιών για προσωπικό πλουτισμό σε βάρος της επιχείρησης και τόσα άλλα που θα αποκαλυφθούν μέσα από τον εργατικό έλεγχο.
6)Να αρνούνται να μπουν στη διαδικασία διαλόγου για πάγωμα ή μείωση μισθών χωρίς να ελέγξουν τα οικονομικά πεπραγμένα και τα λογιστικά βιβλία.
Επιπρόσθετα, ο εργατικός-διαχειριστικός έλεγχος βοηθά στην κατανόηση της δύναμης των εργαζομένων και τους εκπαιδεύει στην Αυτοδιαχείριση, δηλαδή στη διοίκηση της παραγωγής μέσα από τα δικά τους εκλεγμένα όργανα, επειδή οι εργαζόμενοι μαθαίνουν, πρωτίστως, μέσα από την πράξη και την εμπειρία τους. Ο εργατικός έλεγχος δεν είναι το ίδιο με την αυτοδιαχείριση ή με τα εργατικά συμβούλια ούτε είναι αντιπαραθετικός με αυτά. Ο εργατικός έλεγχος είναι το απαραίτητο αίτημα και πρακτική στην κατεύθυνση υλοποίησης της αυτοδιαχείρισης.
Τέλος, τόσο η παραγωγική ανασυγκρότηση όσο και η διαγραφή του χρέους είναι αναγκαίο να γίνουν με εργατικό έλεγχο, όπου η διαδικασία θα είναι δημόσια και ανοιχτή.
3. ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ και ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Η Αριστερά από την ιδρυτική πράξη γέννησής της τονίζει ότι η ιδιοκτησία δεν είναι απλώς ένα πράγμα. Για παράδειγμα, τα μέσα παραγωγής στον καπιταλισμό δεν είναι απλά ένα αντικείμενο-εργαλείο, αλλά παρέχουν την οικονομική δύναμη-εξουσία μέσω της οποίας καθορίζεται και η πολιτική δύναμη-εξουσία.
Η αρχή του καπιταλιστικού συστήματος είναι ότι υπάρχει μια μικρή μειοψηφία που καταπιέζει και εκμεταλλεύεται την πλειονότητα του εργαζόμενου λαού. Κατά συνέπεια, η ρύθμιση της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, στο χρηματοδοτικό σύστημα, το μεγάλο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο, στην ενέργεια, στις μαζικές μεταφορές και συγκοινωνίες, στις επικοινωνίες, στον ορυκτό πλούτο, στα ναυπηγεία, στην υγεία, στη φαρμακοβιομηχανία και στην εθνική άμυνα, δεν είναι μόνο νομικό ζήτημα, αλλά πρωτίστως πολιτικό, επειδή αφορά την οικονομική, την κοινωνική και την πολιτική δομή μιας χώρας.
Γι’ αυτό η Αριστερά προτάσσει ως αίτημα και λύση την Κοινωνικοποίηση των βασικών τομέων της οικονομίας. Διότι, σκοπός της Κοινωνικοποίησης είναι ακριβώς να αλλάξει η κοινωνική δομή, να αφαιρέσει τα μέσα από αυτούς, τους λίγους, που κατέχουν την οικονομική και πολιτική εξουσία και να την αποδώσει στους πολίτες, προωθώντας την ισότητα. Ταυτόχρονα, είναι τα πρώτα άμεσα μέτρα προστασίας μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, δηλαδή η απόδοση της εξουσίας στον λαό, στους πολίτες, ώστε να αντιμετωπίσει την αντίδραση του κατεστημένου που θα υπάρξει τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και από τον διεθνή παράγοντα, και που θα επιχειρήσουν να χρησιμοποιήσουν ή να συντρίψουν μια κυβέρνηση της Αριστεράς.
Η έμφαση στη δημιουργία εναλλακτικών οικονομικών ερεισμάτων, όπως είναι ο εργατικός-διαχειριστικός έλεγχος, η Κοινωνικοποίηση και η προώθηση μορφών εναλλακτικής και αλληλέγγυας οικονομίας είναι οι βασικές εγγυήσεις για την επιτυχία και το ξεπέρασμα της δύσκολης πρώτης φάσης.
Κοινωνικοποίηση δεν σημαίνει κρατικοποίηση των επιχειρήσεων. Κοινωνικοποίηση σημαίνει να αποδοθεί η διαχείριση των επιχειρήσεων τόσο στους εργαζόμενους που δουλεύουν σε αυτές, οι οποίοι θα συμμετέχουν με αποφασιστικές αρμοδιότητες στα διοικητικά συμβούλια των επιχειρήσεων, όσο και στην κοινωνία (στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην περιφέρεια, στην κοινότητα, στους μαζικούς φορείς κλπ.), μέσα από μορφές Εργατικού Ελέγχου και Αυτοδιαχείρισης, αντί του εξαναγκασμού που επιβάλλει ο καπιταλισμός.
Η αυτοδιαχείριση εγγυάται την κατάργηση της εκμετάλλευσης και τη συμμετοχή των εργαζομένων και γενικότερα της κοινωνίας στη διαμόρφωση της στρατηγικής των επιχειρήσεων, στο πλαίσιο ενός σχεδιασμένου και αποκεντρωμένου δημοκρατικού προγραμματισμού, ενώ αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την αύξηση της παραγωγικότητας. Οι δύο βασικοί παράγοντες που συντελούν στην αύξηση της παραγωγικότητας είναι τόσο το ηθικό όσο και το υλικό ενδιαφέρον των εργαζομένων. Αυτό, με τη σειρά του, συμβάλλει στην ενεργή συμμετοχή των εμπλεκόμενων φορέων σε όλες τις αποφάσεις, ενώ ταυτόχρονα πολεμά την αλλοτρίωση και την καταπίεση, προάγοντας την απελευθέρωση και την υπευθυνότητα, εφόσον όλοι αποκτούν τη γνώση ότι εργάζονται και προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.
Κατά συνέπεια, βασική προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί ο επιθυμητός ρυθμός λειτουργίας της οικονομίας και η αναπτυξιακή προοπτική είναι η θέσπιση του εργατικού-κοινωνικού ελέγχου στην παραγωγή και η βαθμιαία Κοινωνικοποίηση βασικών τομέων της οικονομίας, καθώς επίσης η ένταξη όλων των επιχειρήσεων κατά κλάδο παραγωγής. Αυτά τα μέτρα θα δώσουν μια νέα ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη.
Τα κριτήρια μέσω των οποίων θα κοινωνικοποιηθεί μια επιχείρηση είναι:
α) η στρατηγική σημασία της επιχείρησης στην οικονομική ανάπτυξη και στην πολιτική δομή της χώρας, και
β) η δύναμή της στον κλάδο που υπάγεται.
Στα όργανα διοίκησης της κοινωνικοποιημένης επιχείρησης θα συμμετέχουν:
α) εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζομένων στην επιχείρηση κατά 1/3,
β) εκπρόσωποι από μαζικούς φορείς (περιφέρεια, τοπική αυτοδιοίκηση, συνεταιρισμοί, επαγγελματικές οργανώσεις, συνδικάτα κλπ.) κατά 1/3, και
γ) εκπρόσωποι του κράτους, πάλι κατά το 1/3.
Οι εκπρόσωποι αυτών των φορέων θα έχουν ετήσια ή διετή θητεία, θα είναι εκλεγμένοι και άμεσα ανακλητοί, θα έχουν περιορισμένες θητείες και δεν θα αμείβονται περισσότερο από τον μισθό ενός ειδικευμένου εργαζόμενου, ούτως ώστε να αποφεύγονται οι υλικοί όροι δημιουργίας μιας κάστας γραφειοκρατών αποκομμένων από το σύνολο των εργαζομένων.
4. Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ
Στο πλαίσιο ενός αποκεντρωμένου δημοκρατικού προγραμματισμού, σημαντικό ρόλο θα παίζουν οι αναπτυξιακές οργανώσεις βάσης, οι οποίες θα εξασφαλίζουν σε κάθε κοινότητα, πόλη και περιοχή την έκφραση του λαού, ενώ θα αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα στην πραγματοποίηση των δομικών αλλαγών και στην εξασφάλιση του κοινωνικού ελέγχου πάνω στις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις. Οι εργαζόμενοι εντός των επιχειρήσεων και οι κοινότητες γύρω από τις επιχειρήσεις θα διαμορφώνουν συλλογικά και δημοκρατικά το πώς οργανώνεται η δουλειά, τι παράγεται, για ποιους και πώς χρησιμοποιούμε τους καρπούς των συλλογικών μας προσπαθειών.[1]
Η δομή και τα λειτουργικά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου συστήματος σχεδιασμένου και αποκεντρωμένου δημοκρατικού προγραμματισμού, σκιαγραφούνται παρακάτω:
Α) Βασικός πυρήνας του όλου εγχειρήματος είναι οι αναπτυξιακές οργανώσεις βάσης (Α.Ο.Β.), οι οποίες αποτελούνται από εκλεγμένους αντιπροσώπους των τοπικών συνδικαλιστικών και επαγγελματικών οργανώσεων και από εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η θητεία τους δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ενώ επιβάλλεται ανά τακτά διαστήματα η υποχρεωτική εναλλαγή. Στις μεγάλες πόλεις, οι Α.Ο.Β. συγκροτούνται κατά συνοικίες, μέσα από εκλεγμένα Συνοικιακά Συμβούλια.
Οι βασικές λειτουργίες των Α.Ο.Β. είναι η καταγραφή των αναγκών και των προβλημάτων, η ιεράρχησή τους, οι υποδείξεις για συγκεκριμένα έργα και σχέδια, η επίβλεψη και ο έλεγχος των αναπτυξιακών σχεδίων, η οργάνωση δημοσίων συζητήσεων, μέσα από λαϊκές συνελεύσεις, πάνω σε όλα τα ζητήματα που αφορούν τις εκάστοτε περιοχές, καθώς και σε θέματα που αφορούν στόχους και προγραμματισμούς σε εθνικό επίπεδο.
Με το σύστημα των Α.Ο.Β. θα ενεργοποιηθεί ένα τεράστιο ανθρώπινο δυναμικό, όπου μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και τη θέσπιση μορφών κοινωνικού ελέγχου θα γίνουν οι απαραίτητοι κοινωνικοί μετασχηματισμοί, εξυψώνοντας τις δυνάμεις της εργασίας σε μοναδικό ρυθμιστή της τύχης τους.
Β) Σε δευτεροβάθμιο επίπεδο θα εκλεγούν Περιφερειακά, Νομαρχιακά και Κλαδικά Γραφεία Προγραμματισμού, που θα συντονίζουν τη διαδικασία κατά γεωγραφικό διαμέρισμα, νομούς και περιφέρειες, και θα επικοινωνούν οριζόντια μεταξύ τους.
Γ) Σε τριτοβάθμιο επίπεδο θα είναι το Κεντρικό Γραφείο Προγραμματισμού, όπου θα αποτελείται: α) από την κυβέρνηση, β) από εκλεγμένους εκπροσώπους από τα περιφερειακά, νομαρχιακά και τοπικά γραφεία προγραμματισμού, και γ) από την Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου. Το εν λόγω όργανο έχει την ευθύνη να συντονίζει την όλη διαδικασία από κάτω μέχρι επάνω, να παίρνει αποφάσεις πάνω σε όλα τα θέματα, να φέρνει στο Κοινοβούλιο προς συζήτηση και έγκριση τον εκάστοτε προγραμματισμό και να ελέγχει την πορεία εφαρμογής του προγράμματος, ώστε αν χρειαστεί να γίνουν και οι απαραίτητες διορθώσεις ή αναθεωρήσεις.
Έτσι, μέσα από την επεξεργασία σε όλα τα επίπεδα των διαφόρων φάσεων προγραμματισμού, εξασφαλίζεται η συμμετοχή και ο κοινωνικός έλεγχος και εφαρμόζεται ο σχεδιασμένος και αποκεντρωμένος δημοκρατικός προγραμματισμός.
Η εφαρμογή μιας τέτοιας διαδικασίας θα εξαλείψει και τη διαφθορά, εφόσον θα υπάρξει εκδημοκρατισμός τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η αναδιοργάνωση των επιχειρήσεων, με τη θέσπιση του εργατικού-κοινωνικού ελέγχου με προοπτική να τις διευθύνουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι (αυτοδιαχείριση) θα καθιστούσε όλες τις πλευρές των σχέσεων πιο διαφανείς. Η μεταφορά του ελέγχου από τις μικρές ομάδες των μεγαλομετόχων και των διοικήσεων των επιχειρήσεων προς τους εργαζόμενους θα εξάλειφε τα κίνητρα (την επιδίωξη του κέρδους και την εκμετάλλευση) αυτών των ομάδων να διαφθείρουν κυβερνητικούς ή τοπικούς αξιωματούχους προς όφελός τους. Απεναντίας, οι αποφάσεις των αυτοδιευθυνόμενων επιχειρήσεων θα απαιτούσε τη συναίνεση των εκπροσώπων από τα περιφερειακά γραφεία προγραμματισμού, την τοπική αυτοδιοίκηση και τις πρωτοβάθμιες οργανώσεις βάσης,[2] ενώ ένα μέρος των κερδών τους θα χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση άλλων δημόσιων υπηρεσιών και κοινωνικών προγραμμάτων και όχι στην ικανοποίηση των μετόχων όπως γίνεται με τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
[1] Για περισσότερα δες Ρ. Γουλφ, «Τέλος στα άλλοθι του καπιταλισμού», Η Εποχή, 16-10-2011.
[2] Για περισσότερα δες Ρ. Γουλφ, «Η δομή του καπιταλισμού προάγει τη διαφθορά», Η Εφημερίδα των Συντακτών, 18-1-2014.