Η σπουδαία 7η Οκτώβρη: μια ευκαιρία αντεπίθεσης

Η ναζιστική εγκληματική οργάνωση ήταν ένας μηχανισμός εθνοκάθαρσης, αντιεξέγερσης, επιχειρησιακής στήριξης της αστυνομίας – και, από το 2010, ένας μηχανισμός εκτροπής των αντιστάσεων στην υπερ-λιτότητα των μνημονίων. Ακριβώς για όσα υπήρξε, η καταδίκη της –και οι θαυμάσιες συγκεντρώσεις που απαίτησαν «Οι Ναζί στη Φυλακή», στην Αθήνα, πανελλαδικά και διεθνώς– έχει πολιτική εμβέλεια που ξεπερνά κατά πολύ την τύχη των χρυσαυγιτών. Η καταδίκη δείχνει μια ευκαιρία: να αναβαθμιστεί η αντιπαράθεση με την ισχυροποιούμενη τάση εκφασισμού μέσα στο κράτος και την ελληνική κοινωνία. Η ισχυροποίηση του αντιφασιστικού κινήματος, πέρα από ανάσα καθόλου αυτονόητη, είναι ευκαιρία αντεπίθεσης για τις ομάδες-στόχους της Χρυσής Αυγής: για τον κόσμο της εργασίας (που, όπως οι συνδικαλιστές της Ζώνης και οι μετανάστες αλιεργάτες, υπέστησαν τη ναζιστική βία)· για τη νεολαία, τα κινήματα αντίστασης και τους χώρους αλληλεγγύης (που βρήκαν επανειλημμένα μπροστά τους τους ναζί)· για την Αριστερά και τον αντιεξουσιαστικό χώρο (που, με λόγο και με πράξη, ήταν οι συνεπέστεροι αντίπαλοί τους). Το έγραψε ωραία ο Τάσος Κωστόπουλος: «Μετά το τσάκισμα των εγχώριων χιτλερίσκων, [είναι] απαραίτητη η επαγρύπνηση και για τους επίδοξους νέους Μεταξάδες» (Εφ. Συντακτών, 8.10.2020). Η επαγρύπνιση αυτή είναι μέρος του αγώνα για την ισότητα και την ελευθερία – του αγώνα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο.

«Τείχος της δημοκρατίας»;

Στο κυβερνητικό στρατόπεδο γνωρίζουν καλά τις δυνατότητες αυτές – και δρουν αναλόγως: Ήδη από το πολυσυζητημένο αφιέρωμα της Εφ. Συντακτών (3.10.2020), ο πρωθυπουργός νεκρανάστησε τη θεωρία της κρατικής συγκάλυψης του νεοναζισμού, τη θεωρία των άκρων, συνδέοντας προκλητικά τους χρυσαυγίτες εγκληματίες με τις αντιμνημονιακές πλατείες των Αγανακτισμένων – κι ας υπήρξαν αυτές απόλυτα εχθρικές για τη Χρυσή Αυγή. Οι αστικές εφημερίδες της 4.10.2020 είτε αγνόησαν τη δίκη, είτε την «κάλυψαν» τόσο όσο να βγει η υποχρέωση: η εμβληματική καμπάνια «Δεν Είναι Αθώοι» είχε ξεπεράσει, ήδη από μέρες, κάθε πρόβλεψή τους. Η αντιφασιστική συγκέντρωση της 7ης Οκτωβρίου αντιμετωπίστηκε από την ΕΛ.ΑΣ με νέφη χημικών και αύρες – αλλά και με παραληρηματικά ψεύδη από τον προϊστάμενό της, Μ. Χρυσοχοΐδη. Ως οιονεί γραφείο Τύπου της ΝΔ, το Πρώτο Θέμα βεβαίωσε τη δυσανεξία της Δεξιάς μπροστά στην ποινική μεταχείριση των άλλοτε συνομιλητών του Μπαλτάκου («Στη φυλακή η πάνω πλατεία», 11.10.2020). Η Χρυσή Αυγή μπορεί να τελείωσε. Όμως η θεωρία των άκρων παραμένει η σημαία ενός εμπόλεμου καπιταλιστικού κράτους: χάρη στην κυβερνώσα Δεξιά, ο χρυσαυγιτισμός παγιώνεται στις νοοτροπίες και τις πρακτικές εξουσιαστών, δημοσιολόγων και ενός τμήματος της ελληνικής κοινωνίας που (τουλάχιστον δημοσκοπικά) σήμερα ξεπερνά το 20%. 

Καπιταλιστικό κράτος, φασισμός, κρίση

Αν, όπως έλεγε ο Γκράμσι, ο φασισμός είναι μέρος ενός αναδιπλασιασμένου τιμωρητικού μηχανισμού (κρατικός μηχανισμός και φασίστες μαζί), το κρατικό σκέλος του τιμωρητικού αυτού μηχανισμού επικυρώνει, μετά και τη δικαστική απόφαση, την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ο κρατικός μηχανισμός δεν αποτελεί μέρος κανενός «τείχους της Δημοκρατίας», όπως ευγενώς αλλά αφελώς διακηρύχθηκε. Το καπιταλιστικό κράτος δεν αποτυπώνει στατικά σχέσεις εξουσίας: παραμένει ο κεντρικός οργανωτής της αστικής ταξικής πάλης: ιδιαίτερα σήμερα, ο οργανωτής μιας νέας επίθεσης-προληπτικής αντιεξέγερσης, στο σημείο όπου τέμνονται κρίσεις (καπιταλιστική, υγειονομική, κλιματική, γεωπολιτική). Πρόκειται για εποχή δηλαδή κάθε άλλο παρά «ομαλότητας». Έξω από το πλαίσιό της –σε τελική ανάλυση: έξω από το φόβο του αστικού κόσμου ότι μπορεί να ξανατεθεί, στην Ελλάδα και διεθνώς, το ζήτημα του «ποιος-ποιον»: το ζήτημα της αμφισβήτησης της καπιταλιστικής εξουσίας–, είναι αδύνατο να κατανοηθεί γιατί η ΝΔ, ενώ διεκδικεί μερίδιο στην ιστορική αντιφασιστική νίκη της 7ης Οκτωβρίου, την ίδια στιγμή «επανασαμαροποιείται» ταχύτατα: ψεύδεται απροσχημάτιστα, καταστέλλει δυσανάλογα, συκοφαντεί χυδαία και τις πιο νομιμοποιημένες κοινωνικές αντιστάσεις. Δεν σχεδιάζουν με βάση αποκλειστικά τη «στιγμή»: η κλιμάκωση απέναντι σε έναν συναινετικά αντιπολιτευόμενο ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που ο τελευταίος σπαράσσεται εσωτερικά και συντρίβεται δημοσκοπικά, φαίνεται ακατανόητη. Με όρους εποχής –και όχι στιγμής–, ωστόσο, η Δεξιά είναι απολύτως κατανοητή. Οι νοσηρές μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις διαμορφώνουν, στην πολιτική και στην κοινωνία, ένα κλίμα μηδενικής ανοχής: ένα εχθρικό έδαφος για τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό – μια συνθήκη προληπτικής αποτροπής της πολιτικής συγκρότησης και έκφρασης του ριζοσπαστισμού αυτού. 

Κι εμείς; «4» και Συνάντηση

Για την αντικαπιταλιστική Αριστερά, που μας ενδιαφέρει περισσότερο, η συγκρότηση αυτή αποδεικνύεται δύσκολη, όχι μόνο για αντικειμενικούς, αλλά και για υποκειμενικούς λόγους. Γνωρίζαμε ότι, εν μέσω κινηματικής ύφεσης και μαζικής αποστράτευσης, εγχειρήματα ανασύνθεσης, όπως το φιλόδοξο των «4» (Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, ΔΕΑ, Συνάντηση), κινδύνευαν να καταρτίζουν σχέδια επί χάρτου. Πέρα από τις κοινές κινηματικές πρωτοβουλίες, και μια από κοινού εκτίμηση της συγκυρίας, φανταζόμασταν τις δυσκολίες να ανασυντεθούν οργανώσεις με ολοκληρωμένες θεωρητικά πολιτικές και ιδεολογικές παραδόσεις (ιδίως, μάλιστα, στην καμπή της ελληνοτουρκικής κρίσης…): οι δυσκολίες αυτές δεν θα ξεπερνιούνταν με τεχνικές/διαδικαστικές διευθετήσεις, του τύπου «ένα μέλος, μία ψήφος». Ξέραμε, τέλος, ότι εδραιωμένες αντιλήψεις περί πολιτικών μετώπων και αυτόκεντρης οργανωτικής συγκρότησης θα περιόριζαν τη συζήτηση (για άμεσες πολιτικές πρωτοβουλίες, αλλά και για την αντικαπιταλιστική στρατηγική), σε διαδικασίες μεταξύ εκπροσώπων/«κορυφών». 

Ελπίζαμε, ωστόσο, ότι η πολυετής (κοινή ή παράλληλη) διαδρομή κάποιων, η ελπιδοφόρα συνάντηση άλλων (στα κινήματα μετά το 2015, σε δημοτικά, φοιτητικά και συνδικαλιστικά σχήματα), και βεβαίως η συνειδητοποίηση του εύρους της ήττας και του επείγοντος της ανάταξης, θα βοηθούσαν τουλάχιστον να κάνουμε περισσότερα απ’ όσα διακηρύσσουμε. Παρά τις μικρές αναλαμπές, η ελπίδα αυτή δεν επιβεβαιώθηκε. Στην πρόσφατη πανελλαδική συνδιάσκεψή της, η Συνάντηση αποφάσισε ομόφωνα ότι ανασυνθετικές διαδικασίες στο άμεσο ορατό μέλλον μπορούν να ξεκινήσουν μόνο με την Αναμέτρηση.

Όλα συνεχίζονται

Όπως ωραία το λέει κάπου ο Φαζαρντί, ωστόσο, «τίποτα δεν είναι εντελώς δραματικό, τίποτα δεν είναι τελεσίδικο». Όσες και όσοι ενδιαφερόμαστε για τον διεθνιστικό, ελευθεριακό ορίζοντα της Αριστεράς, όσες και όσοι συνδεόμαστε με δεσμούς συντροφικότητας και αλληλεγγύης δεκαετιών, όσες και όσοι μοιραζόμαστε εμπειρίες από πλημμυρίδες και αμπώτιδες, χρειάζεται – και μπορούμε– να βρούμε «τρόπους». Τρόπους συμπεριληπτικούς, όπως η θαυμάσια καμπάνια «Δεν Είναι Αθώοι». Τρόπους για την εκπαίδευση και την κινητοποίηση «μετέωρων» αγωνιστών, που θεωρούν τον σοσιαλφιλελεύθερο ΣΥΡΙΖΑ και το μετα-αριστερό ΜΕΡΑ25, λύσεις ανάγκης. Τρόπους για να υπερβούμε τον πρωτοπορισμό, τον ηγεμονισμό και τον απομονωτισμό μιας παρακμάζουσας εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που, όσο δεξιότερα πάει ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο περισσότερο συρρικνώνεται η ίδια. Τα ελληνοτουρκικά (ιδίως ο επικίνδυνος και εξωφρενικά δαπανηρός μιλιταρισμός), το προσφυγικό (ιδίως το αίσχος των επαναπροωθήσεων), και η υγειονομική κρίση (ιδίως η ατζέντα της ιδιωτικοποίησης της υγείας, που ξεδιπλώνεται μέσα στο δεύτερο κύμα της πανδημίας), είναι μερικά από τα κρίσιμα πεδία για να συγκεντρωθούν δυνάμεις. Είμαστε σε περίοδο άμυνας. Στις περιόδους αυτές, η μεν ευρύτητα στις συμμαχίες είναι όρος διεύρυνσης των χώρων ελευθερίας – η δε αυστηρότητα στην ιδεολογική αντιπαράθεση, προϋπόθεση για την ανθεκτικότητα όσων οικοδομούμε. Υπ’ αυτό το διπλό πρίσμα έχει νόημα να λέμε ότι όλα συνεχίζονται.

*Μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα

**Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες