Η ειρηνευτική διάσκεψη στην Ελβετία στα µέσα Ιούνη αποδείχθηκε πολύ πιο υποβαθµισµένη από την «διαφήµιση» που της είχαν κάνει οι διοργανωτές της.
Η Σύνοδος δεν παρουσίασε κανένα «οδικό χάρτη» προς τον τερµατισµό του πολέµου. Το ίδιο το κοινό ανακοινωθέν χαµήλωνε τον πήχη του περιεχοµένου µιας συµφωνίας, επιλέγοντας να επικεντρώσει σε κάποια άµεσα ζητήµατα (πυρηνική ασφάλεια, ανεµπόδιστη µεταφορά σιτηρών, απελευθέρωση όλων των αιχµαλώτων πολέµου και επιστροφή των απαχθέντων παιδιών στην Ουκρανία), πέρα από µια αναφορά γενικώς στην προσήλωση στις αρχές της εδαφικής ακεραιότητας και ανεξαρτησίας των κρατών. Παρόλα αυτά, ακόµα κι αυτό το σκόπιµα «χαµηλωµένο» κοινό ανακοινωθέν δεν το υπέγραψαν σηµαντικές δυνάµεις που ήταν παρούσες (Σαουδική Αραβία, Ινδία, Βραζιλία κ.ά.), επικαλούµενες την απουσία της ρωσικής πλευράς. Αλλά το κύριο πλήγµα στην αίγλη, το κύρος και την αποτελεσµατικότητα της Συνόδου είχε δοθεί από πριν, όταν ανακοινώθηκε τελικά η άρνηση του Πεκίνου να συµµετέχει.
Έτσι, µια πρωτοβουλία που ισχυριζόταν ότι θα πατήσει στην εµπειρία των προηγούµενων αντίστοιχων διεθνών διασκέψεων για να προχωρήσει ένα βήµα παραπέρα από αυτές, κατέληξε πολύ πιο αδύναµη και πολύ πιο «στενή» (εκπροσωπώντας κυρίως φιλο-ουκρανικές δυνάµεις) από τις προηγούµενες: Πέρσι, στη Σαουδική Αραβία, η Κίνα συµµετείχε κανονικά ενώ η απουσία της ρωσικής πλευράς δεν είχε αντιµετωπιστεί ως µείζων πρόβληµα από τα φιλικά προς τη Μόσχα ή τα ενδιάµεσα κράτη.
Φέτος το κλίµα διέφερε. Θα µπορούσε να αποδοθεί σε νίκη της ρωσικής διπλωµατίας, που εξαρχής αντιµετώπισε αδιάφορα ως και εχθρικά την ελβετική πρωτοβουλία και εργάστηκε για την απονοµιµοποίησή της (ζητώντας από τον Ξι να µην παραστεί κ.ο.κ.). Στη µάχη της διπλωµατίας, ο Ζελένσκι επιχειρεί να συγκροτήσει ένα διεθνές «ενιαίο µέτωπο» που ως τέτοιο θα καλέσει τη Μόσχα να προσέλθει σε διαπραγµατεύσεις. Ο Πούτιν εργάζεται για την αποτροπή µιας τέτοιας εξέλιξης που θα τον φέρει σε θέση αδυναµίας στο «τραπέζι».
Αλλά µπορεί και να αντανακλά µια γενικότερη διεύρυνση του χάσµατος µεταξύ των διάφορων κρατικών ηγεσιών. Στο πλευρό των προσπαθειών του Ζελένσκι, στέκονται οι ΗΠΑ, που επιδιώκουν να διευρύνουν γενικότερα την επιρροή και τις συµµαχίες του ευρωατλαντικού µπλοκ απέναντι στους ανταγωνιστές του. Στο πλευρό των προσπαθειών του Πούτιν, στέκεται η Κίνα, που επιχειρεί να διευρύνει τη δική της επιρροή και να παρουσιαστεί ως εναλλακτική ηγεσία (ήδη το Πεκίνο διαρρέει ότι εργάζεται για µια δική του ειρηνευτική πρωτοβουλία). Αν στις διµερείς διαπραγµατεύσεις υπάρχει η τεράστια δυσπιστία ανάµεσα στα εµπόλεµα µέρη, στις διεθνείς διαπραγµατεύσεις προκύπτει η τεράστια δυσπιστία ανάµεσα στις δύο Μεγάλες Δυνάµεις. Όπως το έθεσε ένας πρώην Ταϊλανδός πρωθυπουργός: «Εξαιτίας αυτού, είναι δύσκολο να δούµε πώς οποιαδήποτε πλευρά µπορεί να διεκδικήσει τη νοµιµοποίηση για να εκκινήσει κάποιου είδους σύνοδο ειρήνης… Η άλλη πλευρά απλώς δεν πρόκειται να το δεχτεί».
Στα πεδία των µαχών, η πρωτοβουλία κινήσεων παραµένει στη ρωσική πλευρά που καταγράφει εδαφικές προόδους, αλλά δεν έχει ανατραπεί θεαµατικά η γνώριµη µορφή ενός πολέµου που εξελίσσεται µε βασανιστικά αργές κινήσεις.
Μετά την αρχική αιφνιδιαστική ορµή, η ρωσική επίθεση στην περιφέρεια του Χαρκόβου (για πρώτη φορά µετά την άνοιξη του 2022), επιβραδύνθηκε αισθητά και κατέληξε σε «πόλεµο χαρακωµάτων». Η ένταση των ρωσικών επιχειρήσεων αυξήθηκε στο Ντονιέτσκ, τόσο στην προσπάθεια να προσεγγιστεί η Τσάσιβ Γιαρ (που εδώ και καιρό προαναγγέλεται η επόµενη κρίσιµη µάχη), όσο και σε άλλα τµήµατα του µετώπου σε αυτήν την ανατολική επαρχία.
Αυτή η εξέλιξη έδειχνε να δικαιώνει όσους εκτιµούσαν ότι οι ρωσικές επιχειρήσεις στο Χάρκοβο δεν είχαν στόχο την κατάληψή του (τουλάχιστον ως άµεση απόπειρα), αλλά να αυξήσουν την πίεση σε διάφορα σηµεία του µετώπου για να δηµιουργήσουν δυσκολίες στην ουκρανική στρατιωτική ηγεσία που πασχίζει να κατανείµει τις (ανεπαρκείς) δυνάµεις της, ώστε να βελτιωθούν έτσι οι προοπτικές της ρωσικής επίθεσης στο Ντονιέτσκ.
Σε κάθε περίπτωση, καθώς φτάναµε στα τέλη Ιούνη, η αργή πρόοδος των ρωσικών επιθέσεων δηµιουργούσε το ερώτηµα αν η περίφηµη «θερινή επίθεση» της Μόσχας δεν έχει ξεκινήσει ακόµα ή αν έχει ήδη ξεκινήσει αλλά αποδεικνύεται κατώτερη των θεαµατικών εκτιµήσεων. Μέσα στο καλοκαίρι θα φανεί αν ο ρωσικός στρατός είναι σε θέση να εκµεταλλευτεί την εξάντληση της ουκρανικής άµυνας, ή αν συνεχίζεται η κατάσταση αµοιβαίας αδυναµίας να προκληθεί ένα «σηµείο καµπής» στον πόλεµο.
Ο ρωσικός στρατός συνεχίζει να στοχοποιεί συστηµατικά τις ενεργειακές υποδοµές της Ουκρανίας, βυθίζοντας συχνά περιοχές της χώρας στο σκοτάδι, ενώ η ουκρανική πλευρά απαντά µε επιθέσεις drones σε ρωσικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και µε αξιοποίηση των αµερικανικών πυραύλων για να πλήττει την Κριµαία. Αυτά παίζουν σηµαντικό ρόλο στον «Μαραθώνιο Αντοχής», αλλά δεν αλλάζουν άµεσα την εικόνα «στο έδαφος».
Η τελευταία πρόταση του Πούτιν, παραµονές της ελβετικής συνόδου, επαναλάµβανε τις άµεσες βλέψεις της Ρωσίας, δηλώνοντας ότι η απόσυρση του ουκρανικού στρατού από Λουγκάνσκ, Ντονιέτσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα είναι το προαπαιτούµενο για έναρξη διαπραγµατεύσεων. Είναι στόχοι που απορρίπτει ο Ζελένσκι ως «τελεσίγραφο» και στόχοι από τους οποίους η Μόσχα δεν κάνει πίσω και θα συνεχίσει να διεκδικεί µε στρατιωτικά µέσα. Ενώ θα υπονοεί ότι όσο δεν γίνονται δεκτοί, θα αυξάνεται το τίµηµα (Μεντβέντεφ: «ήταν η τελευταία ευκαιρία των Ουκρανών να κρατήσουν έστω το Χάρκοβο και την Οδησσό… ίσως η αποστρατιωτικοποιηµένη ζώνη να χρειαστεί να φτάσει στα σύνορα µε την Πολωνία»). Στις δυτικές πρωτεύουσες, οι τελευταίες εβδοµάδες χαρακτηρίστηκαν από διάθεση αποφασιστικής επιβεβαίωσης ότι θα συνεχίσουν να επενδύουν στην πολεµική προσπάθεια της Ουκρανίας: αναζήτηση πυραύλων Patriot, ετοιµασίες για αεροσκάφη F-16, «πράσινο φως» για -υπό όρους- χτυπήµατα σε ρωσικό έδαφος, αξιοποίηση των τόκων/κερδών των παγωµένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για δανεισµό της Ουκρανίας.
Τίποτα δεν δείχνει ότι υπάρχουν σκέψεις τερµατισµού των εχθροπραξιών στο ορατό µέλλον. Και τίποτα δεν αποκλείει τη διολίσθηση σε µια γενίκευση των συγκρούσεων. Η ΕΕ επανεξοπλίζεται και δηλώνει ανοιχτά ότι «πρέπει να είµαστε έτοιµοι για πόλεµο τα επόµενα χρόνια». Ο διορισµός ενός οικονοµολόγου τεχνοκράτη στο ρωσικό υπουργείο Άµυνας δείχνει διάθεση µεθοδικότερης (κι άρα µεσοπρόθεσµης) οργάνωσης της «πολεµικής οικονοµίας» στη Ρωσία, όπως και το πρόσφατο σύµφωνο του Πούτιν µε τη Β. Κορέα.
Σε παλιότερο άρθρο του, ο Μπόρις Καγκαρλίτσκι (κρατούµενος πλέον στα κελιά του Πούτιν), υπενθύµιζε µια άποψη που αποδίδεται (σωστά ή λάθος) στον Τσέχοφ: Αν στην πρώτη σκηνή ενός έργου κρέµεται ένα όπλο στον τοίχο, είναι θεµιτή η πρόβλεψη ότι για να βρέθηκε εκεί, σε επόµενες σκηνές θα χρησιµοποιηθεί. Ο πραγµατικός -γεµάτος αντιφάσεις κι ανατροπές- κόσµος ασφαλώς δεν έχει τέτοιες «νοµοτέλειες», αλλά η προειδοποίηση έχει την αξία της…
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά