Το ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματος απασχόλησε τις προηγούμενες μέρες περισσότερο λόγω των δηλώσεων της κ. Όλγας Γεροβασίλη, τις οποίες διέλυσε ο κ. Παυλόπουλος την επόμενη μέρα, δηλώνοντας ότι η σύνδεση δημοψηφίσματος με την αναθεώρηση του Συντάγματος θα αποτελούσε «παραβίαση και πρωτοφανή ευτελισμό του Συντάγματος».

Η εικόνα που προκύπτει είναι τραγελαφική, όχι τόσο γιατί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τράβηξε το αυτί της Κυβερνητικής Εκπροσώπου, αλλά γιατί κανείς εκ των δύο δεν επέδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία για την τήρηση του Συντάγματος το καλοκαίρι που μας πέρασε. Ωστόσο, η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί.

Ως διαδικασία διασφάλισης της συναίνεσης και επανατοποθέτησης της συνείδησης του ελληνικού λαού, είναι ένα μείζον εργαλείο παγίωσης και παραγωγής νέων υποκειμένων. Είναι εργαλείο επανεθνικοποίησης του κοινωνικού σώματος, που διχάστηκε και διχάζεται από τις ταξικές πολιτικές, γύρω από ένα υπερκείμενο που θέτει τα όρια των κοινωνικών ανταγωνισμών, αναγνωρίζει ή καταδικάζει στη σιωπή ή παρεμβαίνει στην ταυτότητα των υποκειμένων, μέσα από την ίδια την περιγραφή των συνταγματικά και μη κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, πέραν των οποίων παραχωρείται το μονοπώλιο της βίας στον κυρίαρχο.

Υπό την έννοια αυτή, είναι δουλειά της Aριστεράς να ασχοληθεί εγκαίρως, σε βάθος και σε πλάτος με το κείμενο αυτό, να το υπονομεύσει, να το κάνει να εκραγεί κάτω από το βάρος των εσωτερικών του αντιφάσεων και να πριονίσει τον ηγεμονικό του άξονα, που δεν είναι άλλος από την ιστορική συνέχεια και αποστολή ενός ενιαίου αταξικού υποκειμένου, που υποκρύπτει και ιεραρχεί σε δεύτερη θέση κάθε άλλο υποκείμενο. Να αποκαλύψει επίσης την κεντρική φενάκη της αντιπροσώπευσης ως τελετουργικής παραχώρησης της κοινωνικής εξουσίας. Και να αντιπροτείνει, πώς και ποιοι να κυβερνηθούμε, αλλιώς, από τον εαυτό μας, με περισσότερο έλεγχο στις αποφάσεις και λιγότερο έλεγχο στην καθημερινή ζωή, με αποκέντρωση και ανακλητότητα, με μια δημοκρατία που να μη σταματά στην πόρτα της καπιταλιστικής επιχείρησης, με σεβασμό στο περιβάλλον ως κοινό αγαθό και όχι ως οικονομικό πόρο, με σεβασμό σε όλες τις μειονότητες, θρησκευτικές, εθνικές, σεξουαλικές, που είναι οι μειοψηφίες που συγκροτούν κάθε πλειοψηφία. Να καταδείξει επίσης, όχι μόνο τους καθεδρικούς αλλά και τα παρεκκλήσια της εξουσίας, όλες τις μικροεξουσίες που τρέφονται στα διάκενα, στα περιθώρια του μεγάλου κειμένου, τις μορφές γυμνής ζωής που υπενθυμίζουν καθημερινά την απαξία της ζωής, από τους θαλάμους των ψυχιατρείων μέχρι τα προσφυγικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Τούτων λεχθέντων, το μεγάλο κόλπο της συζήτησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι ακριβώς ότι υπονοεί ότι υπάρχει ήδη ένα Σύνταγμα το οποίο τηρείται και μπορεί νόμιμα και ομαλά να αναθεωρηθεί, από ένα σώμα που νομιμοποιείται να το πράξει. Όμως, το παρόν κοινοβουλευτικό σώμα, το οποίο έχει ρητά παραχωρήσει τη λαϊκή κυριαρχία και την καταπατά καθημερινά από την ημέρα του δημοψηφίσματος και πέρα, δεν έχει επαρκή συνταγματική νομιμοποίηση και επιπλέει μόνο και μόνο λόγω της αδυναμίας ενός άοπλου λαού, που άοπλος συγκρούστηκε με τους πάνοπλους μηχανισμούς καταστολής για 7-8 χρόνια. Αυτός είναι ο επικοινωνιακός τουλάχιστον λόγος για τον οποίο γίνεται συζήτηση για το Σύνταγμα και αυτός είναι ο λόγος που η Κυβερνητική Εκπρόσωπος δεν θα απέκλειε και δημοψήφισμα. Όχι όμως για να νομιμοποιήσει το νέο Σύνταγμα, αλλά για νομιμοποιηθεί η προηγούμενη συνταγματική εκτροπή, η βία στα θεμέλια του νέου καθεστώτος -που περιλαμβάνει, από ανθρώπους που αφέθηκαν ανάπηροι, μέχρι βασανιστήρια και εκατοντάδες ή και χιλιάδες διωκόμενους αγωνιστές, που εκκρεμούν οι δίκες, πάνω από 450 μόνο από τις Σκουριές-, και για να ακυρωθεί η σημασία του προηγούμενου δημοψηφίσματος, που αποκάλυψε γυμνή την αστική κυριαρχία.

Έχει σημασία να αμφισβητήσουμε αυτή την «ομαλή» μετάβαση από τη μεταπολίτευση στην «απολίτευση» της νεοφιλελεύθερης μεταδημοκρατίας; Έχει διπλή σημασία. Πρώτον, ως άρνηση της νομιμοποίησης του καθεστώτος να δικάζει και να καταδικάζει όσους αγωνίστηκαν τόσα χρόνια, να δημεύει και να στέλνει φυλακή, να οδηγεί στη μετανάστευση και στην αυτοκτονία. Μιλάμε συχνά για απεχθές χρέος και σεισάχθεια, καμιά φορά ακούγεται και η λέξη πολιτική ανυπακοή. Με την ίδια λογική όμως, θα έπρεπε ίσως να αρχίσουμε να μιλάμε και για αμνηστία. Δεύτερον, η αμφισβήτηση της ομαλής μετάβασης στην ανωμαλία έχει απόλυτη αξία ως ελάχιστο σημείο διατήρησης της αξιοπρέπειας και της όποιας ελπίδας για το μέλλον.

Να αναθεωρηθεί λοιπόν το Σύνταγμα, να αναθεωρηθεί όμως αφού τηρηθεί, από την αγωνιζόμενη κοινωνία, τη μόνη που νομιμοποιείται να το πράξει. 

Ετικέτες