Φλύαρη ανακεφαλαίωση εκσυγχρονιστικών προταγμάτων της τελευταίας τριακονταετίας οι κυβερνητικές εξαγγελίες
Η συγκυρία ανάγνωσης των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης από τον πρωθυπουργό τη Δευτέρα ήταν χαρακτηριστική. Είχαν προηγηθεί κατά περίπου μία ώρα οι «προγραμματικές» του Eurogroup, το οποίο ενέκρινε το ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα νομοθέτησης και εφαρμογής 48 προαπαιτούμενων της δόσης των 2 δισ. ευρώ σε μόλις 10-15 μέρες. Και είχε επίσης προηγηθεί η κατάθεση ενός προσχεδίου προϋπολογισμού για το 2016 που αναμασούσε τις βασικές εκτιμήσεις των δανειστών και του τρίτου μνημονίου. Η πιο χαρακτηριστική από αυτές «βλέπει» ύφεση 2,3% φέτος και 1,6% το 2016. Ωστόσο, στις προγραμματικές δηλώσεις ο Α. Τσίπρας εξέφραζε αισιοδοξία για επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το πρώτο εξάμηνο του έτους. Ποια από τις δυο εκτιμήσεις ενστερνίζεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποτελεί μυστήριο. Εκτός αν το προσχέδιο προϋπολογισμού εκφράζει την απαισιοδοξία της σκέψης και οι προγραμματικές την αισιοδοξία της βούλησης…
Μικρή και μόνο σημειολογική αξία έχει αυτό. Έτσι κι αλλιώς και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, στις προγραμματικές δηλώσεις του, όρισε ως απόλυτη προτεραιότητα της κυβέρνησης να υλοποιηθεί η βούληση των δανειστών: «Πρέπει να προχωρήσουμε χωρίς χρονοτριβή στην πρώτη αξιολόγηση. Η επιτυχής ολοκλήρωσή της είναι το κλειδί που θα ανοίξει την πόρτα της απομείωσης του χρέους και της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Είναι ο πιο κρίσιμος κάβος για την αρχή της ανάπτυξης», είπε. Αλλά η αξιολόγηση είναι ένα «κλειστό» πρόγραμμα περικοπών, νέων γενναίων δόσεων λιτότητας ύψους 6,5 δισ. και μεταρρυθμίσεων-απορρυθμίσεων, το οποίο οι δανειστές το διαχειρίζονται ως κάτοχοι και του μαχαιριού και του πεπονιού. Μόνο που με το μαχαίρι κόβουν λιγότερο το πεπόνι και περισσότερο τα δάχτυλα όποιου θέλει κομμάτι. Το μέγεθος του οποίου, μάλιστα, μένει απροσδιόριστο όσο το ΔΝΤ δεν ξεκαθαρίζει αν και πόσο από το δάνειο των 86 δισ., δηλαδή από το «ορφανό» τμήμα των 36 δισ. ευρώ, προτίθεται να αναλάβει.
Αυτή η βασανιστική αβεβαιότητα του τρίτου μνημονίου καθόρισε σε μεγάλο βαθμό ακόμη και τα υφολογικά στοιχεία των προγραμματικών δηλώσεων που ανέγνωσε ο Αλέξης Τσίπρας στις 5/10. Οι οποίες δεν περιελάμβαναν «δεσμεύσεις», «εγγυήσεις», «εξαγγελίες» συγκεκριμένων κυβερνητικών πολιτικών ως είθισται, αλλά «στόχους», υποσχέσεις ότι θα δοθούν «μάχες», περιγραφές «μετώπων», «δοκιμασιών» και «στοιχημάτων». Η μόνη συγκεκριμένη δέσμευση που ακούστηκε ήταν η αναστολή του ΦΠΑ 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση. Κι αυτή διάρκειας μόλις ενός μήνα, αφού μέχρι τότε θα πρέπει να βρεθεί ένα απροσδιόριστο «ισοδύναμο», πάντα υπό την έγκριση των δανειστών.
Νεοφιλελεύθερες κοινοτοπίες
Οι προγραμματικές της κυβέρνησης περιγράφηκαν ως «μια μεγάλη πορεία τομών, ρήξεων και μεταρρυθμίσεων». Παρουσιάστηκαν μάλιστα ως αντίπαλο δέος στην αποτυχημένη νεοφιλελεύθερη συνταγή. Ωστόσο, ακόμη και από μια επιπόλαιη ακρόαση ή ανάγνωσή τους προκύπτει η κραυγαλέα απαλοιφή κάθε ριζοσπαστικής ακίδας, και η εξίσου κραυγαλέα προσχώρηση σε νεοφιλελεύθερες κοινοτοπίες, όπως αυτές της «ανταγωνιστικότητας», της λατρείας των ιδιωτικών επενδύσεων, του δήθεν «γραφειοκρατικού και διεφθαρμένου Δημοσίου που εμποδίζει την επιχειρηματικότητα». Από μιαν άποψη, οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης αποτελούν μια ανακεφαλαίωση όλων των αποτυχημένων προταγμάτων και εγχειρημάτων εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού του εγχωρίου καπιταλισμού της τελευταίας τριακονταετίας, όπως διατυπώθηκαν από τις δυνάμεις του πάλαι ποτέ σοσιαλφιλελεύθερου δικομματισμού. Μόνο που αυτή τη φορά τα προτάγματα ανασυσκευάζονται στο πλαίσιο ενός μνημονίου και στη ρητορική ενός κόμματος που μέσα σε ελάχιστους μήνες έκανε άλμα από τον αντιμνημονιακό ριζοσπαστισμό, στη μνημονιακή μονοκαλλιέργεια.
Όλα για τις ιδιωτικές επενδύσεις
Πέραν της ρητορικής των προγραμματικών, αξίζει να επισημάνουμε μερικά σημεία ουσίας:
• Ορίζεται ως ύψιστη προτεραιότητα η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, μέσα από τη συγκρότηση Ειδικού Φορέα. Ο στόχος συμπληρώνεται με τη δημιουργία δημόσιας (;) Αναπτυξιακής Τράπεζας. Για τις τράπεζες ορίζεται ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση με χρήματα του ελληνικού Δημοσίου πρέπει να έχουν και το αντίστοιχο μάνατζμεντ. Το «αντίστοιχο» δεν σημαίνει και δημόσιο, αφού αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση η «ανεξαρτησία» της διοίκησής τους, υπό την εποπτεία ESM, SSM, ΤΧΣ. Για το νέο Ταμείο Αξιοποίησης Δημόσιας Περιουσίας, αφενός δεν αμφισβητούνται οι «υποχρεωτικές ιδιωτικοποιήσεις» του τρίτου μνημονίου, αφετέρου μένει διάπλατη η πόρτα και για μελλοντικές, «με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος» (σ.σ. όλες οι ιδιωτικοποιήσεις, σε όλο τον κόσμο, κι οι πιο κραυγαλέα ληστρικές, μ’ αυτό τον «γνώμονα» γίνονται). Απουσιάζει οποιαδήποτε νύξη για γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, έστω ως μελλοντική, μεταμνημονιακή φιλοδοξία.
• Για την «απομείωση» του χρέους αναφέρεται ότι η ελληνική πλευρά «θα προσέλθει στη συζήτηση αυτή (σ.σ. είναι βέβαιο ότι θα κληθεί στη συζήτηση μεταξύ των δανειστών;) με προτάσεις για επιμήκυνση πληρωμών, μείωση επιτοκίων και μετατροπή τους σε σταθερά, ρήτρα ανάπτυξης και μια μακρά περίοδο χάριτος». Όμως ακόμη και το ΔΝΤ έχει πιο ριζοσπαστικές απαιτήσεις για το ελληνικό χρέος, ακόμη και για διαγραφή μέρους του.
• Μια σειρά εξαγγελίες διατυπώνονται απλώς για να αποκρύψουν τη λύση που ήδη περιέχεται στο μνημόνιο και δεν τελεί υπό διαπραγμάτευση. Π.χ.: Η κυβέρνηση εμφανίζεται να επιδιώκει την προστασία της πρώτης κατοικίας, ενώ το μόνο δεδομένο είναι ότι λήγει η πλήρης προστασία που ίσχυσε τα τελευταία χρόνια. Προβάλλει ως μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης τις μνημονιακές εμμονές για αξιολόγηση φορέων και προσωπικού και κινητικότητα. Βαφτίζει εξορθολογισμό του ασφαλιστικού συστήματος περικοπές 1,7 δισ. μόνο για φέτος και το 2016. Εξαγγέλλει 50.000 θέσεις στην αγροτική παραγωγή, αλλά αποκρύπτει πόσες θα χαθούν μέσα από τον «επανακαθορισμό της έννοιας αγρότης κατά κύριο επάγγελμα», βάσει του οποίου χιλιάδες θα αποκλειστούν από τις επιδοτήσεις. Προαναγγέλλει «δίκαιο, σταθερό και απλό φορολογικό σύστημα», αποσιωπώντας τις δεσμεύσεις για διαρκή αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης υπέρ των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ποιο «παράλληλο πρόγραμμα»;
Η περιπτωσιολογία, ωστόσο, αδικεί τον αληθινό χαρακτήρα των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης ως επιχείρησης εξωραϊσμού του τρίτου μνημονίου. Θα περίμενε κανείς ότι ο πρωθυπουργός θα αξιοποιούσε το προπαγανδιστικό βήμα της Βουλής για να διατυπώσει έστω κάποια ψήγματα του περιβόητου «παράλληλου προγράμματος», ως παρηγοριά στους βουλευτές που θα υποχρεωθούν τις επόμενες εβδομάδες να ψηφίσουν ένα βουνό εφαρμοστικών νόμων του μνημονίου. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Κι όσο προχωρά ο καιρός και το μνημόνιο θα γίνεται η μόνη σταθερά στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας, από τον εξωραϊσμό του θα περνάμε στην επιθετική υπεράσπισή του. Δεν θα αργήσει κι η στιγμή που κάποιο κυβερνητικό στέλεχος θα επαναλάβει την ατάκα του Αδώνιδος: «Ακόμη κι αν δεν υπήρχε το μνημόνιο, θα έπρεπε να το εφεύρουμε».