Πέντε χρόνια μετά, η δίκη της Χρυσής Αυγής φτάνει στο τέλος της. Ο συνήγορος πολιτικής αγωγής, Κώστας Παπαδάκης, μίλησε στο Rproject και την Εργατική Αριστερά για τη σημασία της καταδίκης των νεοναζί αλλά και για όλη τη δικαστική και πολιτική μάχη που δόθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Τη συνέντευξη πήρε ο Νικόλας Κολυτάς.

Στις 7 Οκτωβρίου ολοκληρώνεται η πορεία μιας μακροχρόνιας δίκης που είχε τόσο δικαστικό όσο και πολιτικό ενδιαφέρον. Ένα πρώτο απολογιστικό σχόλιο αυτής της διαδικασίας;

Η διεξαγωγή της δίκης ξεκίνησε 20 του Απριλίου 2015 και η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 2020 έχοντας πραγματοποιήσει 453 συνεδριάσεις. Και όπως γνωρίζετε στις 7 Οκτωβρίου θα βγει η απόφαση. Ήταν μία δίκη που δε θα γινόταν ποτέ εάν το αντιφασιστικό κίνημα αμέσως μετά τη δολοφονία του Φύσσα δεν είχε επιβάλλει τη δίωξη της Χρυσής Αυγής με την παρουσία του στους δρόμους. Έχω πει και άλλες φορές ότι η ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής, αντίθετα με όσα υποστηρίζει η ίδια, όχι μόνο δεν ήταν αυστηρή και άδικη αλλά ήταν σκανδαλώδης υπέρ τους. Δε συμπεριέλαβε ούτε την κατηγορία περί τρομοκρατικής οργάνωσης, η οποία αποδίδεται αποκλειστικά και μόνο σε αντιεξουσιαστές, Τούρκους και Κούρδους, ούτε τις επιβαρυντικές περιστάσεις των τρομοκρατικών πράξεων, ούτε τις ηθικές αυτουργίες στα στελέχη της για διάφορα κακουργήματα.

Η διεξαγωγή της δίκης είχε το χαρακτηριστικό ότι οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής πετύχαμε να συνεκδικαστούν όχι μόνο οι τρεις μεγάλες υποθέσεις δολοφονίας Φύσσα, απόπειρας κατά των Αιγυπτίων και απόπειρας κατά του ΠΑΜΕ, αλλά και άλλες δεκάδες εγκληματικών ενεργειών που διαπράχθηκαν από μέλη της Χρυσής Αυγής διότι μόνο με αυτό τον τρόπο θα ήταν δυνατή η αναζήτηση κοινών συνδετικών στοιχείων ανάμεσα στα διάφορα αυτά αδικήματα. Αντίθετα η γραμμή της Χρυσής Αυγής, ήθελε και επεδίωκε τη χωριστή εκδίκαση των υποθέσεων, που θα διευκόλυνε την αποκλειστική διερεύνηση και απόδοση ευθυνών στα εκτελεστικά όργανα και όχι στο μηχανισμό, την εγκληματική οργάνωση και την ηγεσία της. Αυτή η συνεκδίκαση των πολλών υποθέσεων διαμόρφωσε εξ αντικειμένου ένα μεγάλο όγκο δικογραφίας, μεγάλο αριθμό διαδίκων και συνηγόρων που πράγματι χρειαζόταν μεγάλο χρονικό διάστημα για να έρθει σε πέρας.

Παρόλα αυτά και το έχουμε καταγγείλει επανειλημμένα, η δίκη ξεκίνησε με πολύ αραιές δικασίμους, με πολύ μεγάλη υποβάθμιση στον Κορυδαλλό, χωρίς οι δικαστές να έχουν απαλλαγεί από τα υπόλοιπα καθήκοντά τους ώστε να μπορούν να διεξάγουν αποκλειστικά τη δίκη, χωρίς τη διάθεση της αίθουσας του Εφετείου ώστε να μπορούμε να πηγαίνουμε καθημερινά χωρίς να εξοντωνόμαστε και να είναι εύκολο και στον κόσμο και στους δημοσιογράφους να πηγαίνουν. Αυτά όλα τα αυτονόητα τα πετύχαμε μόνο από τον Οκτώβριο του 2018 και μετά. Απότοκο όλων αυτών είναι ότι η δίκη δεν είχε τη δημοσιότητα που της αναλογούσε για την ιστορική της βαρύτητα. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διατήρησε το νομικό καθεστώς εκείνο το οποίο δυσχεραίνει, σχεδόν απαγορεύει τη ραδιοτηλεοπτική κάλυψη των δικών και το οποίο δεν επιβάλλει σε σοβαρές ποινικές δίκες τη φωνοληπτική τήρηση των πρακτικών, που σημαίνει ότι με την καθημερινή απομαγνητοφώνηση θα εκπληρωνόταν η δυνατότητα της δημοσιότητας.

Εντύπωση έχει προκαλέσει η απαλλακτική για τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής εισαγγελική πρόταση. Πώς ερμηνεύεις τη στάση της εισαγγελέως;

Ένας σημαντικός μηχανισμός σε αυτό που ονομάζουμε βαθύ κράτος αισθάνεται πάντοτε τους φασίστες σαν μια συστημική εφεδρεία, αισθάνεται ως αντιπάλους το λεγόμενο «άλλο άκρο», δηλαδή την Αριστερά και τους αντιεξουσιαστές, και συνεχίζει μία παράδοση κρατικής ατιμωρησίας στη ναζιστική εγκληματική βία, η οποία διαρκεί από τη δεκαετία του 1930 στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα. Έκφραση αυτού είναι η εισαγγελέας για την οποία έχω συμπεριλάβει στην αγόρευσή μου τη στάση της στη δίκη Θεοφίλου που ήταν εισαγγελέας έδρας στον πρώτο βαθμό, όπου αντίθετα ήταν λάβρα ενεργή, συστηματική παραγωγός αποδεικτικού υλικού εναντίον του.

Δεν είναι μόνο βεβαίως η εισαγγελέας. Πρέπει να πω ότι και οι δικαστές της προδικασίας, εκτός του ότι παρέπεμψαν τη Χρυσή Αυγή με ελλιπείς κατηγορίες όπως προανέφερα, ο ένας από τους τρεις δικαστές που συμμετείχαν στη σύνθεση του συμβουλίου εφετών, που εξέδωσε το παραπεμπτικό βούλευμα, μειοψήφησε εναντίον της παραπομπής της Χρυσής Αυγής, η οποία παραπέμφθηκε σε δίκη με ψήφους 2 προς 1. Ο άνθρωπος αυτός, για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια ισχύος του άρθρου 187, θεώρησε ότι έπρεπε να μη γίνει παραπομπή, διότι δεν υπήρχε οικονομικό κίνητρο στο έγκλημα, χωρίς να υπάρχει τέτοια ερμηνεία του νόμου άλλοτε ποτέ. Είναι ένας δικαστής ο οποίος πρόσφατα επιχείρησε για πολλοστή φορά να εκλεγεί μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, αλλά καταποντίστηκε στις εκλογές που έγιναν 6 και 13 Σεπτεμβρίου, πράγμα το οποίο ίσως κάτι δείχνει.

Κλείνοντας στο ερώτημα, θέλω να πω ότι η εισαγγελική πρόταση εκφράζει σαφέστατα ένα τμήμα του βαθέως κράτους, δεν είναι όμως δεσμευτική για το δικαστήριο και θεωρώ ότι δε συνοδεύεται από το κύρος εκείνο που θα μπορούσε να ασκήσει μία σοβαρή επιρροή, με δεδομένο ότι η στάση της εισαγγελέως σε όλη τη διάρκεια της δίκης ήταν υποτονική έως ανύπαρκτη. Δε συνεισέφερε αποδεικτικό υλικό, δεν επεξεργάστηκε αποδεικτικό υλικό, δεν πρότεινε μάρτυρες, δεν έδωσε νομικές μάχες, αναμασούσε τα επιχειρήματα των χρυσαυγιτών στις ελάχιστες ερωτήσεις που απασχολούσε τους μάρτυρες. Για μένα προσωπικά ήταν αναμενόμενη η πρότασή της.

Η πίεση της δίκης αναμφισβήτητα οδήγησε στην αποσάθρωση της Χρυσής Αυγής. Αυτό πιστεύεις είναι δείγμα της ενοχής της;

Αναμφισβήτητα η ποινική δίωξη και στη συνέχεια η δίκη της Χρυσής Αυγής είχε εντυπωσιακά πολιτικά αποτελέσματα. Πρώτα από όλα, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η δράση των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής ελαχιστοποιήθηκε από τη στιγμή που τους ασκήθηκε ποινική δίωξη. Αυτό είναι μια φυσιολογική συμπεριφορά παρακρατικών, οι οποίοι όταν αισθάνονται ότι χάνουν έστω και προσωρινά την κρατική ασυλία, μαζεύονται και παύουν να τραμπουκίζουν. Το δεύτερο είναι ότι η Χρυσή Αυγή δεν μπόρεσε, παρά τα όσα έλεγε στο δικαστήριο, να βγει δημόσια, μαζικά, να υποστηρίξει πολιτικά την υπεράσπισή της, να αναπτύξει το αφήγημα της πολιτικής της δίωξης από το σύνολο του κατεστημένου.

Αυτά λέει στο δικαστήριο, ότι από τη Νέα Δημοκρατία μέχρι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνωμότησαν όλοι εναντίον της, και ουσιαστικά παρέλυσε κάθε πολιτική της δράση. Εάν η δημοσιότητα της δίκης ειδικά τα τρία πρώτα χρόνια ήτανε μεγαλύτερη, το αποτέλεσμα της πολιτικής της αποσύνθεσης θα ήταν ακόμη περισσότερο ταχύ. Στη διάρκεια της δίκης, και αυτό έγινε αισθητό, προσπάθησαν να φορτώσουν τις ευθύνες στα διάφορα εκτελεστικά όργανα, απαξιώνοντάς τα, διαχωρίζοντάς τα, προσπαθώντας να αποδείξουν ότι δεν είναι στη Χρυσή Αυγή, ότι δεν εκφράζουν τον κανόνα της συμπεριφοράς του κόμματος, αλλά τις εξαιρέσεις. Έγιναν αισθητά αυτά τα πράγματα, προσπάθησαν κάποιοι να σώσουν τον εαυτό τους και μόνο. Και βέβαια, μετά τις εκλογές, οι οποίες τους εκπαραθύρωσαν από τη βουλή και τους αφαίρεσαν και ένα σημαντικό επιχείρημα ότι ο λαός τους στηρίζει, παρά τις διώξεις που υφίστανται από τον κατατρεγμό του συστήματος, άρχισαν φυσικά οι γκρίνιες και οι διασπάσεις.

Οι διασπάσεις φυσικά είναι τεχνητές πολιτικά από την άποψη ότι ο Λαγός και ο Κασιδιάρης δεν έχουν καμία ουσιαστική πολιτική διαφορά με τη Χρυσή Αυγή. Θέλουν μόνο να διαφοροποιηθούν για να σώσουν το τομάρι τους και βεβαίως θέλουν και την καρέκλα του αρχηγού, αντί του Μιχαλολιάκου, ο οποίος στάθηκε ανεπαρκής στο να μπορέσει να ηγηθεί με αξιώσεις απέναντι στην πεντάχρονη αυτή δίωξη.

Είναι, κατά τη γνώμη μου, ανεπίστρεπτες οι εξελίξεις στη Χρυσή Αυγή, είναι ένα καμένο χαρτί πια για το σύστημα, δεν αποτελεί ούτε εφεδρεία, ούτε απειλή. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν αποτελεί έναν κίνδυνο για το κίνημα, έναν κίνδυνο για το λαό και για τις ελευθερίες, όχι μόνο η ίδια Χρυσή Αυγή και τα πρόσωπα που ανήκουν σε αυτήν, αλλά η δυναμική που μπορεί να αναπτύξει, ιδίως αν νομιμοποιηθεί με μία αθωωτική απόφαση η ακροδεξιά και ρατσιστική βία στην Ελλάδα, για την οποία όπως γνωρίζετε έχουμε δείγματα τη χρονιά αυτή στα νησιά με το προσφυγικό, στον Έβρο και αλλού. 

Όλα αυτά τα χρόνια αναπτύχθηκε γύρω από τη δίκη ένα τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης. Ποια η σημασία αυτής της συμπαράστασης;

Η δίκη διεξήχθη χωρίς δημοσιότητα. Αν δεν υπήρχε η πρωτοβουλία του Golden Dawn Watch, η οποία καθημερινά μετέδιδε σε άμεσο χρόνο τα συμβάντα στη δίκη, το βιντεοχρονολόγιο του Οmnia tv, κάποιοι σταθμοί και εφημερίδες της Αριστεράς, οι οποίοι κάλυπταν τη δίκη και βεβαίως οι φορείς του αντιφασιστικού κινήματος, δε θα μπορούσαμε να τη φέρουμε σε πέρας. Σε αντίθεση με τη Χρυσή Αυγή για την οποία δεν εκφράστηκε ούτε μία φωνή συμπαράστασης πουθενά, εμείς είχαμε την τύχη και την τιμή να έχουμε μία ευρύτατη συμπαράσταση από ένα πανελλαδικό αντιφασιστικό ακροατήριο. Θα πω ότι εγώ προσωπικά μόνο, από τότε που άρχισε η δίκη μέχρι σήμερα, έχω συμμετάσχει σε 130 περίπου εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα, σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, ακόμη και εκτός Ελλάδας, οργανωμένες από αντιφασιστικές κινήσεις, συνδικάτα και πολιτικές οργανώσεις, όπου υπήρχε μία αμφίδρομη σχέση. Αφενός ενημέρωσης από την πλευρά τη δική μας για τη δίκη, γιατί ο κόσμος δεν τα ήξερε αλλά είχε τεράστιο ενδιαφέρον, αφετέρου μια διάχυτη εκδήλωση καθολικής συμπαράστασης, η οποία αποτέλεσε τη σημαντικότερη ηθική ανταμοιβή μας στον αγώνα αυτόν, γιατί άλλη αμοιβή δεν υπήρξε άλλωστε, και η οποία μας έδωσε τη δύναμη να μπορέσουμε να αντέξουμε μέχρι το τέλος.

Να πω ακόμη ότι οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής μετράμε δύο σπασμένα κεφάλια, της Ευγενίας Κουνιάκη από τραμπούκους χρυσαυγίτες απέναντι από το Εφετείο το Νοέμβριο του 2017 και της Ελευθερίας Τουμπατζόγλου συνηγόρου της οικογένειας Φύσσα μετά από επιδρομή στο στέκι «Φαβέλα» στον Πειραία το Φλεβάρη του 2018, πέρα από όσες άλλες λεκτικές επιθέσεις και τραμπουκισμούς δεχτήκαμε. Ήμασταν πολύ λιγότεροι από τους συνηγόρους υπεράσπισης που είχαν δηλωθεί περίπου 130 στην αρχή και τελείωσαν με 45 αγορεύσεις, ενώ συνήγοροι πολιτικής αγωγής ξεκινήσαμε 17 και τελειώσαμε 10 με τις αγορεύσεις. Πιστεύω ότι στη δίκη ήμασταν εμείς οι οποίοι αναδείξαμε το αποδεικτικό υλικό και ιδίως το ψηφιακό αποδεικτικό υλικό που ήταν μία τεράστια μάζα, μία τεράστια ύλη και τη συσχετίσαμε με ένα σωρό πράγματα και περιστατικά.

Δεν είναι τυχαία η ομολογία ακόμη και από συνηγόρους υπεράσπισης ότι αν δεν υπήρχε η πολιτική αγωγή, δε θα υπήρχε η δίκη. Νομίζω, λοιπόν, ότι πήραμε την απόφαση να κάνουμε μία παρέμβαση η οποία διαδραματίζει έναν ιστορικό ρόλο, γιατί αυτή η δίκη είναι από εκείνες που μένουνε στην ιστορία, γράφουν ιστορία και διαμορφώνουν ιστορία. Περιμένουμε το αποτέλεσμα που θα βάζει τέρμα στην ατιμωρησία της φασιστικής βίας όπως είπα, πράγμα το οποίο θα δείξει τη δύναμη του κινήματος και θα το οπλίσει στους επόμενους αγώνες του ενάντια στη ρατσιστική πολιτική, που δεν είναι φυσικά αποκλειστικό προνόμιο της Χρυσής Αυγής αλλά βρίσκει φιλοξενία και σε όμορα ακροδεξιά κόμματα και στη Νέα Δημοκρατία την ίδια και σε ένα μέρος της κοινωνίας.

Τα κυρίαρχα ΜΜΕ κάλυπταν επιλεκτικά τη δίκη. Πότε εμφανίζονταν σε αυτήν;

Τα κυρίαρχα ΜΜΕ έρχονταν στη δίκη όταν έπεφτε ξύλο. Όταν υπήρχε θέμα για να πουλήσουν. Δεν κάλυπταν καθημερινά τη δίκη. Όπως προανέφερα οι εφημερίδες και οι σταθμοί της Αριστεράς, και ιστοσελίδες όπως το Golden Dawn Watch και το Omnia ήταν αυτοί που μας βοήθησαν στη δημοσιότητα της δίκης.

Κλείνοντας, ένα μήνυμα στον κόσμο για τις 7 Οκτώβρη;

Το μήνυμα για τις 7 Οκτωβρίου είναι ότι η φωνή του λαού πρέπει να ακουστεί όσο δυνατότερη μπορεί από ποτέ. Η ώρα των συνηγόρων της πολιτικής αγωγής θεσμικά και δικονομικά έχει τελειώσει από τη στιγμή που αγορεύσαμε. Είμαστε παρατηρητές πια στη δίκη, δεν έχουμε δικαίωμα λόγου, είτε αθωωτική απόφαση υπάρξει, είτε καταδικαστική. Επισημαίνω ότι αν η απόφαση είναι αθωωτική, δεν προσβάλλεται από την πολιτική αγωγή, δεν έχουμε δικαίωμα να ασκήσουμε έφεση. Εκείνοι που θα κληθούν να αποφασίσουν θα πρέπει να νιώθουν έκθετοι απέναντι στο αντιφασιστικό κίνημα και στη συντριπτική πλειοψηφία αυτού του λαού για το τι απόφαση θα βγάλουν. Ο λαός πρέπει να είναι εκεί στις 7 Οκτώβρη, μαζί με εμάς, και να είναι παρών στη νίκη που περιμένουμε να έρθει.

Ετικέτες