Στις 12-6-2017, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση-συζήτηση του ΜΕΤΑ (Μέτωπο Ταξικής Ανατροπής), με θέμα: «Οι εργασιακές σχέσεις και τα εργατικά δικαιώματα μετά το 4ο Μνημόνιο», με εισηγητή τον Επιστημονικό Συνεργάτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, Απόστολο Καψάλη.
Τα βασικά συμπεράσματα από την εν λόγω συζήτηση δείχνουν μια διαφορετική και δυσοίωνη εικόνα για το παρόν και το μέλλον των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα, τα οποία σε γενικές γραμμές είναι τα εξής:
1) Απελευθερώνεται πλήρως η κυριακάτικη εργασία για έξη μήνες κάθε έτος σε γεωγραφικές περιοχές, όπου, ειδικά την τουριστική περίοδο (Μάης-Οκτώβρης), απασχολείται η πλειονότητα των εμποροϋπαλλήλων της χώρας (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη). Η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας εντάσσεται στην προσπάθεια καθιέρωσης ενός μοντέλου εργασίας, όπου οι εργοδότες θα έχουν εργαζόμενους, οι οποίοι θα δουλεύουν όποτε τους χρειάζονται, για όσο χρόνο τους χρειάζονται, οποιαδήποτε ημέρα και ώρα της εβδομάδας, διαλύοντας ταυτόχρονα με αυτό τον τρόπο την προσωπική ζωή των ανθρώπων. Επιπλέον, η κατάργηση της κυριακάτικης αργίας εντάσσεται στο πλαίσιο της βίαιης αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, προκειμένου το κεφάλαιο να διατηρήσει υψηλή την κερδοφορία του.
2) Διευκολύνονται οι ομαδικές απολύσεις, εφόσον καταργείται η διοικητική έγκριση (βέτο) του Υπουργού Εργασίας, ενώ παράλληλα καταργείται και η αντίστοιχη αρμοδιότητα των Περιφερειαρχών. Επίσης, λόγω κατάργησης του βέτο του Υπουργού, έχουν απαλειφθεί από τη νέα ρύθμιση τα τρία κριτήρια που συνεκτιμούσε ο Υπουργός, προκειμένου να παρατείνει τις διαβουλεύσεις ή να μην εγκρίνει (μερικά ή ολικά) τις ομαδικές απολύσεις: α) τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, β) την κατάσταση της επιχείρησης, γ) το συμφέρον της Εθνικής Οικονομίας. Αντίθετα, το ζήτημα παραπέμπεται σε ειδικό τμήμα του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), το λεγόμενο «Τμήμα Ελέγχου Ομαδικών Απολύσεων», στο οποίο η εργατική πλευρά είναι μειοψηφία, εφόσον στην τριμερή σύνθεσή του εκπροσωπούνται ισομερώς κράτος, εργαζόμενοι και εργοδότες. Το ΑΣΕ, μέσω αυτού του Τμήματος, ως μόνη αρμοδιότητα έχει να ελέγχει αποκλειστικά την τυπική διαδικασία, δηλαδή αν τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις του εργοδότη για ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, καθώς και η υποχρέωση κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων. Όσον αφορά την εκπόνηση εναλλακτικού κοινωνικού πλάνου προστασίας των απολυμένων είναι προαιρετική και αφηρημένη. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν ο εργοδότης δεν τηρήσει έστω κι αυτές τις προαιρετικές υποχρεώσεις, οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται κανονικά.
3) Επεκτείνονται οι λόγοι νόμιμης απόλυσης προστατευόμενων συνδικαλιστικών στελεχών και προστίθενται οι εξής περιπτώσεις: α) τέλεσης κλοπής ή υπεξαίρεσης σε βάρος του εργοδότη ή του εκπροσώπου του, και β) αδικαιολόγητης αποχής από την εργασία για διάστημα μεγαλύτερο των τριών ημερών. Συνδικαλιστές έχουν πικρή εμπειρία για το πώς στοιχειοθετούνταν ψευδείς κατηγορίες από την εργοδοσία σε βάρος τους, ώστε να έχει το πρόσχημα να τους απολύσει.
4) Ο νόμος 1264/82 έδωσε τη δυνατότητα, ώστε τα συνδικαλιστικά στελέχη να μπορούν να λαμβάνουν κάποιες άδειες, προκειμένου να ασκήσουν τα καθήκοντα τους πιο αποτελεσματικά, λόγω του μεγάλου χρόνου που απαιτεί η συνδικαλιστική δραστηριότητα, και αυτό από μόνο του δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό. Όμως, με το άρθρο 19 του καινούριου Σχεδίου Νόμου, μειώνεται ο αριθμός των ημερών αμειβόμενης συνδικαλιστικής άδειας για κάποιες περιπτώσεις συνδικαλιστών σε μη αντιπροσωπευτικές οργανώσεις, κυρίως του ιδιωτικού τομέα, εμποδίζοντας έτσι τη δράση σε χώρους που επικρατεί εργασιακό γκούλακ και στους οποίους η συνδικαλιστική δράση και κάλυψη είναι αναγκαία προκειμένου να αντιμετωπισθεί η εργοδοτική αυθαιρεσία.
5) Νομιμοποιείται ρητά η έμμεση ανταπεργία από μεριάς του εργοδότη και μάλιστα η πλέον σκληρή εκδοχή της, το μισθολογικό lock-out, δηλαδή η δυνατότητα μη καταβολής μισθού σε αυτούς που δεν απεργούν, ωθώντας τους έτσι σε φαινόμενα «κοινωνικού αυτοματισμού» με βίαιες αντιπαραθέσεις με τους απεργούς για να σπάσει η απεργία. Το επόμενο βήμα είναι η δημιουργία εργοδοτικών στρατών, όπου το ένα κομμάτι των εργαζομένων θα στρέφεται απέναντι στο άλλο, σε μια λογική ανθρωποφαγίας.
6) Επεκτείνεται, έπειτα και από την τροπολογία της 9-6-2017, επ’ αόριστον η αναστολή της ισχύος της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, εφόσον η αναβίωσή τους εξαρτάται άμεσα από την επίτευξη των οικονομικών στόχων του Μνημονίου.
Τέλος, ο Απόστολος Καψάλης, υπενθύμισε ότι εξακολουθεί να ισχύει το κείμενο του 3ου Μνημονίου, που υπογράφτηκε τον Αύγουστο του 2015, στο οποίο η ελληνική πλευρά δεσμεύτηκε ρητά να απόσχει από οποιαδήποτε βελτιωτική παρέμβαση στην αγορά εργασίας, από την οποία θα μπορούσε να προέλθει η επαναφορά της εργατικής νομοθεσίας στα προ-μνημονιακά επίπεδα. Επιπρόσθετα, από τις τροπολογίες της 9-6-2017, στο πλαίσιο των προαπαιτουμένων για την εκταμίευση της σχετικής δόσης, συμπεραίνεται ότι, εφόσον με οποιαδήποτε μνημονιακή αφορμή υποχρεωθεί ο νομοθέτης να παρέμβει σε θέματα εργατικής νομοθεσίας, οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν αρνητικό πρόσημο και σε καμία περίπτωση δεν θα αποκαθιστούν στο ελάχιστο τη μεγάλη καταστροφή που έχει τελεστεί τα τελευταία επτά χρόνια.
Προκύπτει, λοιπόν, ότι η πολυπόθητη ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού θα γίνεται μόνο στη βάση της συνεχούς υποβάθμισης του κόσμου της εργασίας, ανακυκλώνοντας την στασιμότητα και την ύφεση. «Η εργασιακή ζούγκλα ήρθε για να παραμείνει υποθηκεύοντας το εργασιακό μέλλον και των επόμενων γενεών της μισθωτής εργασίας», είπε ο εισηγητής.
Από τα προαναφερθέντα είναι δυνατό να συμπεράνουμε ότι είναι ιστορικά τα καθήκοντα για τα συνδικάτα. Η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, καθώς επίσης η αναβάθμιση του περιεχομένου της συνδικαλιστικής παρέμβασης και διεκδίκησης, τίθενται με επιτακτικό τρόπο και γι’ αυτό είναι αναγκαίο να ανιχνευτούν και νέες μορφές οργάνωσης του κόσμου της εργασίας.
Υπό αυτή την έννοια, είναι πλέον αναγκαίο τα συνδικάτα να ανοίξουν τη συζήτηση, μεταρρυθμίζοντας την ατζέντα και τις θεσμικές τους πρακτικές, με τους δικούς τους όρους, ώστε να μην επιβάλλει το κράτος, κάθε φορά, το δικό του πλαίσιο συζήτησης.
*ερευνητής ΙΝΕ-ΓΣΕΕ