Παρά τη σημασία που έχει η οργάνωση με την ευρεία έννοια, τα ζητήματα είναι πρώτα πολιτικά και μετά οργανωτικά. Όταν μια πολιτική γραμμή δεν περπατάει καλά στην κοινωνία, βεβαίως πρέπει να ξαναδούμε και τον τρόπο που την επικοινωνούμε και τον τρόπο που την προσλαμβάνει η κοινωνία, αλλά το κυριότερο είναι να εντοπίσουμε πού έχουμε κάνει λάθος, αν δεν θέλουμε να βρεθούμε στις ατραπούς του βολονταρισμού με όλα τα παρεπόμενα.

Και σίγουρα έχουμε κάνει κάπου λάθος, δεδομένου ότι αναγκαστήκαμε σε μια σειρά εν θερμώ αποφάσεις και δεν είχαμε καν τον χρόνο να ολοκληρώσουμε τη συζήτηση της αποτίμησης του ΣΥΡΙΖΑ, στα θετικά και στα αρνητικά του. Χωρίς αυτή την αποτίμηση είναι λογικό να μην μπορούμε να κάνουμε ολοκληρωμένη αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος της Λαϊκής Ενότητας, που αποτέλεσε αναγκαία συνέχεια της μάχης που δώσαμε μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συζήτηση αυτή δεν έχει ανοίξει ακόμη, με την έννοια ότι υπάρχουν πολλές τοποθετήσεις αλλά όχι πάνω σε μια οργανωμένη συζήτηση. Το σημαντικό αυτή τη στιγμή είναι να οργανώσουμε τη συζήτηση, να βάλουμε μια τάξη στο χάος, που να μας επιτρέψει να πάρουμε αποφάσεις περισσότερο στρατηγικού χαρακτήρα, να ανεβούμε δηλαδή λίγο στο ύψωμα που θα μας επιτρέψει πιο ολοκληρωμένη θέαση του πεδίου μάχης, γιατί η μετατροπή της τακτικής σε στρατηγική στην οποία εξαναγκαστήκαμε το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ενώ ήταν η μοναδική οδός και ενώ είναι δείγμα αποφασιστικότητας και υγείας, δεν μπορεί να οδηγήσει στη νίκη παρά μόνο σε ηρωικές ήττες.

Θα πρότεινα να δούμε τα εξής κύρια ζητήματα, που συμπυκνώνουν θεωρητικές προσπάθειες και πολιτικές εμπειρίες της αριστεράς τις τελευταίες δεκαετίες, μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Σκιαγραφώ πολύ πρόχειρα.

1.Μαζικά κόμματα και αριστερός λαϊκισμός

Τα μαζικά κόμματα με αναφορά στον αριστερό λαϊκισμό κατάφεραν σημαντικές νίκες στις χώρες τις Λατινικής Αμερικής. Εκουαδόρ, Ουρουγουάη, Βολιβία και Βενεζουέλα, Αργεντινή, και δευτερευόντως στη Βραζιλία, όπου είχαμε μια σοσιαλφιλελεύθερη εκδοχή του λαϊκισμού. Η μεταφορά αυτής της εμπειρίας στην Ευρώπη επιχειρήθηκε λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά αλλά με διαφορετικά αποτελέσματα. Η ελληνική εμπειρία ταιριάζει περισσότερο με την εμπειρία της Βραζιλίας. Παρά τις τεράστιες διαφορές, έχουμε και στις δύο περιπτώσεις μαζικά κόμματα αριστερών καταβολών που μεταλλάχθηκαν σε σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα. Αυτή η εξέλιξη είναι μια αποτυχία από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργασίας και της κοινωνίας γενικότερα. Στην Ισπανία, το Ποδέμος φαίνεται να καταρρέει μετά τις αρχικές επιτυχίες. Στην Πορτογαλία και το Μπλόκο και το ΚΚ παραμένουν σε μια λογική συνεργασίας με το σοσιαλιστικό κόμμα, που δεν προμηνύει τίποτε καλό αν αναλογιστούμε την ιστορική εμπειρία του ευρωκομμουνισμού σε Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία. Στην Ιταλία είχαμε την πρώτη εμπειρία μαζικού κόμματος της Αριστεράς, και δεν είχε καλύτερη κατάληξη από τις υπόλοιπες. Στη Γαλλία έγιναν διαφορετικές επιλογές, και θέλει περισσότερη συζήτηση αν μπορεί να χωρέσει στο ίδιο σχήμα, με αποτέλεσμα πάντως η ριζοσπαστική αριστερά να μην καταφέρει να βγει από το περιθώριο.

Όλες αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να τις μελετήσουμε ειδικά και δεν θα προφασιστώ ότι είναι απλή και δεδομένη η ένταξή τους σε ένα κοινό σχήμα. Νομίζω ωστόσο ότι, έστω και με τίμημα σημαντικές πτυχές της πραγματικότητας, αξίζει να κάνουμε την προσπάθεια να θέσουμε το ερώτημα, γιατί αυτό που επιχειρήθηκε στη Λατινική Αμερική δεν έχει την ίδια επιτυχία στην Ευρώπη, αν αξίζει να επιμείνουμε στο γενικότερο σχήμα, αν υπάρχει εναλλακτική, τί χρειάζεται να γίνει για να προσαρμοστεί το μοντέλο του αριστερού, μαζικού, λαϊκίστικου κόμματος στις ευρωπαϊκές συνθήκες, αν δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί συλλήβδην.

Θα πρότεινα δύο κατευθύνσεις στη διερεύνηση της απάντησης, χωρίς να θέλω να περιορίσω τη συζήτηση. Το πρώτο ζήτημα είναι η κατάσταση της «κοινωνίας των πολιτών», κατά την γκραμσιανή έννοια, στην Ευρώπη. Αυτό θα μπορούσε να συνοψίσει και τα αίτια της πιο περιορισμένης απήχησης του λαϊκισμού αλλά και τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει μια «κυβέρνηση της Αριστεράς». Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με τη λενινιστική θεωρία της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας.

2.Η ιμπεριαλιστική αλυσίδα και ο χαμένος κρίκος

Η μεταφορά της θεωρίας και της εμπειρίας των κομμάτων της Λατινικής Αμερικής στην ΕΕ δεν λαμβάνει υπόψη της την ανάγκη προσαρμογής στην πραγματικότητα μιας ομοσπονδίας, η οποία δεν υπήρχε στην εποχή του Λένιν. Στην περίπτωση αυτή τίθεται διαφορετικά το ζήτημα του «κρίκου», είναι πιο περίπλοκο και ασαφές. Επιπλέον, είναι συχνά υπερβολικά χονδροειδής η μεταφορά του σχήματος, αφού η ιμπεριαλιστική αλυσίδα –ήδη απλουστευτική ως εικόνα- σπάει με τον σοσιαλισμό και όχι με την έξοδο από το κοινό νόμισμα. Σε επίπεδο συμπτωμάτων και αντιδράσεων, αναφέρω ενδεικτικά δύο ζητήματα που πρέπει να μας απασχολήσουν κάτω από τον γενικό τίτλο.

Το πρώτο ζήτημα είναι ότι στην «ιμπεριαλιστική επιβολή» αναφέρονται τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ όσο και η ΛΑ.Ε και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.  Τα πρώτα δύο μένουν στην «απαισιοδοξία της νόησης», ότι δηλαδή δεν μπορεί να γίνει τίποτα αριστερό, και επιλέγουν το μεν να πάψει να είναι αριστερό και το δε να μην προτείνει καμία λύση. Τα άλλα δύο κόμματα δραπετεύουν στην «αισιοδοξία της βούλησης», θέτουν δηλαδή τον στόχο της αποδέσμευσης άμεσα παρά την αναγνώριση της συντριπτικής υπεροχής του αντιπάλου. Και οι δύο θέσεις είναι εξίσου αδιέξοδες. Όποιος επιθυμεί να κατηγορήσει τον ελληνικό λαό που δεν επιλέγει τη μετωπική σύγκρουση με τον διεθνή ιμπεριαλισμό, με ό,τι αυτή συνεπάγεται σε «δάκρυα και αίμα», μπορεί να το κάνει ελεύθερα, αλλά δεν πρόκειται να πείσει. Δοκιμάσαμε ήδη αυτή  την  επιλογή, δεν έπεισε και δεν είναι τυχαίο. Οι ήρωες –ευτυχώς ή δυστυχώς- είναι πάντα λίγοι.

Το δεύτερο ζήτημα είναι ότι η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική αριστερά έχει μπει σε μια συζήτηση για τη φύση της ΕΕ και για την ανάληψη πρωτοβουλιών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Οι πρωτοβουλίες αυτές είναι καθοριστικής σημασίας και είναι αυτό που λείπει μέχρι στιγμής από την όλη μας προσπάθεια. Χρειαζόμαστε μια κοινή στρατηγική αν όχι ένα κοινό ευρωπαϊκό μεταβατικό πρόγραμμα. Αν σκεφτούμε τις χώρες της ΕΕ ως κρίκους που σχηματίζουν έναν κρίκο, δεμένες και μεταξύ τους και με την αλυσίδα, αν σκεφτούμε ένα σχήμα τουλάχιστον τρισδιάστατο και πιο σύνθετο αν όχι παλλόμενο και ζωντανό, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι το σπάσιμο ενός κρίκου σπάει όλη την αλυσίδα. Μπορεί να σπάει μόνο τον κρίκο. Το γεγονός ότι η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται από εθνική σκοπιά, δεν σημαίνει ότι δεν μεταρρυθμίζεται κάτω από την πίεση ενός πανευρωπαϊκού εργατικού και δημοκρατικού κινήματος. Το γεγονός ότι βρεθήκαμε στην ανάγκη να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο κακά δεν σημαίνει ότι η Ιστορία δεν μπορεί να επιτρέψει την αναδιατύπωση των ερωτημάτων. Ας λάβουμε κιόλας υπόψη μας ότι οι επόμενες εκλογές είναι μάλλον οι ευρωεκλογές.

3.Θεωρία της Ηγεμονίας και Λαϊκή Ενότητα

Η κατά Λακλάου και Μουφ θεωρία της ηγεμονίας την αντιλαμβάνεται ως την αλύσωση επιμέρους ισότιμων συμφερόντων κάτω από πιο αφηρημένες σημασίες. Είναι πολύ σημαντικό να δούμε ότι δεν μπορούμε να νικήσουμε διαφορετικά. Η θετική αποτίμηση της εμπειρίας των μαζικών κομμάτων συμπεριλαμβάνει την εμπειρική επιβεβαίωση αυτής της θέσης. Αυτό θα πρέπει να κρατήσουμε και εμείς από την εμπειρία ΣΥΡΙΖΑ.

Αντιστρόφως, η αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος της ΛΑ.Ε σχετίζεται μάλλον άμεσα με το γεγονός ότι η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και την εθνική ανάπτυξη είναι ένα πολύ στενό και βαρύ σημαίνον που συντρίβει τα επιμέρους. Καμία αριστερή πολιτική γραμμή δεν μπορεί να γίνει ηγεμονική αν δεν συμπεριλαμβάνει ισότιμα, μη ιεραρχικά, τον αντισεξισμό, τον οικολογικό μετασχηματισμό, τον αντιρατσισμό και τον διεθνισμό, όλες τις ταυτότητες και τα κοινωνικά κινήματα. Εάν το Αριστερό Ρεύμα, λόγω πολιτικής παράδοσης και καταβολών, αδυνατεί να κατανοήσει αυτό το κομβικό σημείο, ο μοναδικός τρόπος να διασώσουμε τον αναγκαίο πλουραλισμό και άρα την ηγεμονική δυνατότητα του εγχειρήματος της Λαϊκής Ενότητας είναι να προχωρήσουμε με τη μορφή μετώπου ή εκλογικής συμμαχίας και όχι κόμματος. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η επιλογή διάλυσης της ΛΑ.Ε θα ήταν μάλλον καταστροφική για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Μια διάσπαση μετά τη διάσπαση, πολύ δύσκολα και καθυστερημένα μπορεί να οδηγήσει στην αναγκαία συσπείρωση δυνάμεων.

Στο πλαίσιο αυτής της λογικής θα πρέπει να σκεφτούμε και τα κοινωνικά κινήματα. Όσο κι αν είναι αναγκαία η πολιτική έκφραση, ένα πολιτικό υποκείμενο με στενή αντίληψη και συγκεντρωτικά χαρακτηριστικά μπορεί να έχει εντελώς αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη των κινημάτων είτε με την ανάπτυξη της νοοτροπίας ανάθεσης είτε με την προσπάθεια χειραγώγησής τους. Ένα άλλο κομμάτι της αποτίμησης της μάχης που δώσαμε στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι, σε τελική ανάλυση, χάσαμε τη μάχη στο κόμμα γιατί χάσαμε τη μάχη στην κοινωνία, δεν είχαμε τους συσχετισμούς στο κόμμα γιατί δεν είχαμε τους συσχετισμούς στην κοινωνία. Η ανάπτυξη αυτόνομων κοινωνικών κινημάτων είναι το αναγκαίο οξυγόνο, η αναγκαία προϋπόθεση του όποιου πολιτικού αγώνα και δεν μπορεί να επιχειρούμε να λύσουμε ένα πρόβλημα δημιουργώντας ένα άλλο. Οι πολιτικές θέσεις και η κομματική δομή θα πρέπει να είναι προσανατολισμένα στην όσμωση με τα κοινωνικά κινήματα, να στηρίζουν, να επιδιώκουν και να εκφράζουν την ηγεμονία των κοινωνικών κινημάτων και όχι επί των κοινωνικών κινημάτων.

Ένα τελευταίο σημείο που οφείλουμε να συζητήσουμε οπωσδήποτε κάτω από αυτόν τον τίτλο είναι ο ρόλος και η μορφή του «ηγέτη». Ενώ ο «ηγέτης» επιτυγχάνει πράγματι μια επικοινωνία με τον «λαό», η οποία οδηγεί πράγματι σε εκλογικές νίκες,  η τακτική αυτή είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη –όπως είδαμε και στην περίπτωση ΣΥΡΙΖΑ- αφού ο «ηγέτης» αυτονομείται εξ ορισμού. Είναι μάλλον αυταπάτη να πιστεύουμε ότι μπορούμε να έχουμε έναν «ηγέτη» που να περιορίζεται σε διακοσμητικό ρόλο, είναι μια παραλλαγή του «πεφωτισμένου ηγεμόνα».  Συνεπώς, σε επίπεδο κομματικής δομής με ηγεμονική στόχευση, εάν μας ενδιαφέρει ο κοινωνικός μετασχηματισμός και όχι μόνο η εκλογική νίκη, θα πρέπει να κινηθούμε σε μορφές συλλογικής και δημοκρατικά ελεγχόμενης ηγεσίας, ακόμη κι αν αυτό γίνεται με εκλογικό κόστος. Αυτό θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο στη συγκρότηση της ΛΑ.Ε και αποτελεί ήδη πάνδημο αίτημα.

Συμπερασματικά

Βρισκόμαστε σε έναν πραγματικό λαβύρινθο φτιαγμένο από τις κατασκευές και τα συντρίμμια των τελευταίων 25 περίπου ετών, που για κάποιους από εμάς είναι ολόκληρη η ενήλικη ζωή μας. Επείγει η αποσαφήνιση των εμπειριών της αριστεράς, από την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού και ύστερα, και η αποτίμηση της εμπειρίας ΣΥΡΙΖΑ στο φως της διεθνούς εμπειρίας. Οι λέξεις κλειδιά είναι μαζικό κόμμα και λαϊκισμός, ιμπεριαλιστική αλυσίδα και Ευρωπαϊκή Ένωση, ηγεμονία και ηγέτης. Ο μίτος της Αριάδνης είναι μάλλον τα δύο «Δ», Δημοκρατία και Διεθνισμός.