Τα βάσανα του ιρλανδικού λαού και οι αγώνες του ενάντια στην καταπίεση και το στέμμα έχουν πολλές μεγάλες στιγμές, που έχουν εμπνεύσει σπουδαία τραγούδια και ποιήματα, αλλά έχουν επίσης και ξεχωριστή πολιτική σημασία.
Διόλου τυχαία οι Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς μελέτησαν σε βάθος αυτήν τη συγκλονιστική ιστορία, ταυτίστηκαν στην εποχή τους με τους «Φένιανς» (Ιρλανδοί επαναστάτες) και το αίτημα για αυτοδιάθεση των Ιρλανδών, αγωνίστηκαν ενεργά υπέρ των Ιρλανδών πολιτικών κρατουμένων και ενάντια στις ρατσιστικές προκαταλήψεις ενάντια στους Ιρλανδούς εργάτες (στις οποίες ο Μαρξ απέδωσε σε μια αποστροφή του «το μυστικό της ανικανότητας της αγγλικής εργατικής τάξης»).
Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την κορυφαία στιγμή αυτής της πλούσιας ιστορίας, την «Εξέγερση του Πάσχα» το 1916 στο Δουβλίνο. Τα ίδια τα γεγονότα του Απρίλη του 1916 δείχνουν «ταπεινά»: μια μειοψηφική ένοπλη εξέγερση που συνετρίβη μέσα σε 6 μέρες. Κι όμως αυτό το «μικρό» γεγονός, υποτιμημένο γενικά στην Αριστερά, είναι μία από τις κορυφαίες στιγμές του 20ού αιώνα, όχι μόνο για την Ιρλανδία αλλά και διεθνώς.
Το χρονικό
Στις 24 Απρίλη 1916, περίπου 1500 ένοπλοι κατέλαβαν μια σειρά κρίσιμες θέσεις στο κέντρο του Δουβλίνου. Το κατειλημμένο Γενικό Ταχυδρομικό Γραφείο έγινε η «έδρα» της εξέγερσης, και έξω από αυτό ο εθνικιστής ηγέτης Πάτρικ Πιρς ανακοίνωσε την ίδρυση της Ιρλανδικής Δημοκρατίας. Στη δράση συμμετείχαν μέλη των Ιρλανδών Εθελοντών (εθνικιστές) και ο Στρατός των Πολιτών (επαναστάτες σοσιαλιστές). Λιγότερο γνωστή είναι η ενεργή συμμετοχή στην ένοπλη εξέγερση του Συμβουλίου των Ιρλανδών Γυναικών (φεμινιστική, εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση). Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως στη βραχύβια Ιρλανδική Δημοκρατία οι γυναίκες είχαν δικαίωμα ψήφου, σε μια εποχή που αυτό το δικαίωμα δεν υπάρχει σχεδόν σε καμία αστική δημοκρατία παγκοσμίως. Άλλωστε ο στρατιωτικός επικεφαλής της εξέγερσης, ο σοσιαλιστής Τζέιμς Κόνολι, είναι αυτός που έχει πει πως «ο εργάτης είναι σκλάβος της καπιταλιστικής κοινωνίας, και η γυναίκα εργάτρια είναι η σκλάβα του σκλάβου».
Τις επόμενες μέρες προστίθενται εκατοντάδες εθελοντές, φτάνοντας τον αριθμό των ενόπλων περίπου στις 2500. Στις εργατογειτονιές οι ένοπλοι γίνονται δεκτοί ως απελευθερωτές, σε αντίθεση με τα πιο πιο πλούσια προάστια όπου συναντούν ανοιχτή εχθρότητα. Ωστόσο, ο σχεδιασμός για πυροδότηση γενικευμένου ξεσηκωμού αποτυγχάνει. Η υπόλοιπη Ιρλανδία δεν ανταποκρίνεται στο κάλεσμα, ενώ και η στήριξη στο Δουβλίνο παραμένει παθητική. Αφενός έγιναν λίγες προσπάθειες για μαζική απεύθυνση. Αφετέρου, το μεγαλύτερο ένοπλο σώμα, οι Ιρλανδοί Εθελοντές, ήταν από καιρό διαιρεμένοι σε «αριστερή» και «δεξιά» πτέρυγα. Παρά τις εκκλήσεις του Πιρς (στελέχους της Ιρλανδικής Ρεπουμπλικανικής Αδελφότητας, που εκφράζει τη ριζοσπαστική πτέρυγα), η επίσημη ηγεσία δίνει εντολή «ουδετερότητας» και μέσα στη σύγχυση που ακολουθεί, η μεγάλη μάζα των Ιρλανδών Εθελοντών μένει αδρανής. Ένα γερμανικό πλοίο που θα μετέφερε όπλα στους εξεγερμένους εντοπίζεται από το Αυτοκρατορικό Ναυτικό και δεν φτάνει ποτέ. Ό,τι μπορούσε να πάει στραβά πήγε. Κι όμως, η Βρετανική Αυτοκρατορία υποχρεώνεται να επιστρατεύσει 20.000 στρατιώτες και να χτυπήσει ανελέητα την πόλη, και με πυροβολικό, και από τη θάλασσα. Παρ’ όλα αυτά, ακολουθούν 6 μέρες άγριων, ηρωικών οδομαχιών μέχρι να αποδεχτούν οι Ιρλανδοί αγωνιστές την ήττα τους. Το Δουβλίνο θυμίζει την Παρισινή Κομούνα: Από τότε έχει να ζήσει ευρωπαϊκή πρωτεύουσα τόσο σκληρές οδομαχίες ανάμεσα σε έναν οργανωμένο πανίσχυρο τακτικό στρατό και τους αφοσιωμένους υπερασπιστές των οδοφραγμάτων τους.
Ακολουθεί το εκδικητικό μίσος του στέμματος. Μεγάλο μέρος του Δουβλίνου ισοπεδώνεται από τα κανόνια και από το Βασιλικό Ναυτικό που βομβαρδίζει επί μέρες ανηλεώς. Φυλακίζονται πάνω από 3500 άνθρωποι μετά την ήττα της εξέγερσης. Ο Πιρς, ο Κόνελι και άλλοι 13 ηγέτες της εξέγερσης, εκείνοι που υπέγραψαν την Ανακήρυξη της Ιρλανδικής Δημοκρατίας, καταδικάζονται σε θάνατο. Οι εκτελέσεις δεν γίνονται μονομιάς αλλά μία μία, σε διάστημα δύο εβδομάδων. Ο Κόνολι, βαριά τραυματισμένος κι ετοιμοθάνατος ήδη, δένεται σε καρέκλα (γιατί δεν μπορεί καν να σταθεί όρθιος) πριν τον πυροβολήσουν. Επιβάλλεται στρατιωτικός νόμος.
Ο αντίκτυπος στην Ιρλανδία
Το Λονδίνο υπολόγιζε να σπείρει τον τρόμο. Εκτίμησε σωστά ότι δεν είχε να κάνει με «μια χούφτα μαχητές», αλλά με ένα σημείο καμπής στην Ιρλανδία: το μέχρι πρότινος πανίσχυρο Ιρλανδικό Κοινοβουλευτικό Κόμμα του Ρέντμοντ (που πάλευε για περιορισμένη αυτοδιοίκηση και στήριξε τη Βρετανία στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ελπίζοντας η Ιρλανδία να γίνει ευνοημένο «κομμάτι της Βρετανικής Αυτοκρατορίας») έμπαινε σε κρίση, καθώς ο ιρλανδικός πληθυσμός ριζοσπαστικοποιούνταν. Η Εξέγερση του Πάσχα, αν και μειοψηφική, ήταν καταλύτης και εκφραστής αυτής της ιστορικής αλλαγής.
Αυτό που το Λονδίνο εκτίμησε λάθος ήταν ότι η τρομοκρατία θα απέδιδε. Είχε τα αντίθετα αποτελέσματα: Οι νεκροί έγιναν ήρωες. Το Ιρλανδικό Κοινοβουλευτικό Κόμμα κατέρρευσε και το ρεπουμπλικανικό Σιν Φέιν σάρωσε στις εκλογές του 1918. Η Ιρλανδική Ρεπουμπλικανική Αδελφότητα έδωσε τη θέση της στον IRA, στις γραμμές του οποίου έσπευσαν 100.000 μαχητές. Ακολούθησε η ιρλανδική επανάσταση, με τις συγκρούσεις αγροτών με τους μπράβους των γαιοκτημόνων και τις καταλήψεις κτημάτων, τη γενική απεργία ενάντια στην υποχρεωτική κατάταξη στον βρετανικό στρατό, το βραχύβιο σοβιέτ του Λίμερικ, την άρνηση των εργαζομένων στις μεταφορές να μεταφέρουν Βρετανούς φαντάρους, το μαζικό μποϊκοτάζ στις βρετανικές αρχές, πλάι πλάι με την ένοπλη πάλη.
Αντιιμπεριαλισμός
Αλλά η Εξέγερση του Πάσχα δεν έπαιξε ρόλο μόνο σε ένα νησί στη βορειοδυτική Ευρώπη. Στην Ινδία, την Αφρική, την Καραϊβική, τα νέα του ξεσηκωμού στην καρδιά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας συγκλόνισαν, και έπαιξαν το ρόλο τους στην άνοδο των αντιαποικιακών κινημάτων.
Στην Ευρώπη, την ίδια περίοδο, εξελισσόταν στις γραμμές της μαρξιστικής Αριστεράς μια διαμάχη για τη στάση απέναντι στους αποικιοκρατούμενους λαούς. Μια διαμάχη που πήγαινε πολλά χρόνια πίσω, και αφορούσε τόσο τη Δυτική Ευρώπη (και την τάση υποτίμησης ή και ανοιχτής αντιπαλότητας απέναντι στα αντιαποικιοκρατικά κινήματα) όσο και την τσαρική Ρωσία (και τη στάση των επαναστατών απέναντι στις καταπιεσμένες εθνότητες στο εσωτερικό της). Πέρα από τις παλιές διαμάχες, ο αντιιμπεριαλισμός και η υπεράσπιση των καταπιεσμένων εθνών δεν ήταν καθόλου αυτονόητα, ακόμα και μέσα στην αντιπολεμική Αριστερά του Τσίμερβαλντ. Η Εξέγερση του Πάσχα αντιμετωπίστηκε εχθρικά τόσο εκ δεξιών (με τον Πλεχάνοφ να υπερασπίζεται την «τάξη») όσο και εξ αριστερών (με τον Ράντεκ να τη θεωρεί «μικροαστικό πραξικόπημα»). Την ίδια εποχή, ο Λένιν έγραφε τη θεωρία του για τον ιμπεριαλισμό και την εθνική αυτοδιάθεση. Ανέδειξε τα γεγονότα στην Ιρλανδία ως βασική επιβεβαίωση της άποψής του και υπερασπίστηκε την Εξέγερση του Πάσχα. Σε αυτήν τη διαμάχη οφείλουμε και μια διατύπωση του Ρώσου επαναστάτη με γενικότερη, διαχρονική αξία: «Ένας στρατός παρατάσσεται και λέει “Είμαστε με το σοσιαλισμό” και ένας άλλος παρατάσσεται απέναντι και λέει “Είμαστε με τον ιμπεριαλισμό” και αυτό θα είναι η κοινωνική επανάσταση... Όποιος περιμένει μια τέτοια “καθαρή” κοινωνική επανάσταση δεν θα ζήσει για να τη δει...».
Με τη νίκη των μπολσεβίκων, η Εξέγερση του Πάσχα έγινε σημείο αναφοράς στην εσωκομματική συζήτηση που καθόρισε τελικά την πολιτική του κόμματος απέναντι στα καταπιεσμένα από τον τσαρισμό έθνη, υπέρ της αυτοδιάθεσής τους και τη δημιουργία της ΕΣΣΔ.
Ρήγμα στην Ευρώπη του πολέμου
Η Εξέγερση του Πάσχα, εκτός από αντιιμπεριαλιστική, ήταν και βαθιά διεθνιστική. Οι Ιρλανδοί σοσιαλιστές (μαζί με τους Ρώσους και τους Σέρβους) ανήκαν στην τιμητική μειοψηφία στην καταγγελία του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Ο Τζέιμς Κόνολι έγραψε χαρακτηριστικά την επομένη της προδοσίας: «Τι απέγιναν οι αποφάσεις μας, οι εκκλήσεις μας για αδελφοσύνη, οι απειλές μας για γενικές απεργίες... όλες οι ελπίδες μας για το μέλλον; Ακόμα και μια ανεπιτυχής απόπειρα για κοινωνική επανάσταση με τα όπλα θα ήταν λιγότερο καταστροφική για το σκοπό του σοσιαλισμού από το να επιτρέπουν οι σοσιαλιστές να χρησιμοποιούνται για τη σφαγή των αδερφών τους...».
Με αυτό το σκεπτικό προχώρησε στην «τρέλα» της ένοπλης εξέγερσης στο Δουβλίνο. Τα γεγονότα έσπασαν τον πάγο που είχε επικρατήσει με την προδοσία του 1914. Το σύνθημα των εξεγερμένων «Δεν υπακούμε ούτε το βασιλιά ούτε τον κάιζερ, αλλά την Ιρλανδία», η πρώτη απόπειρα εξέγερσης των καταπιεσμένων μετά το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και ανυπακοής στο δόγμα «υπομονή να τελειώσει ο πόλεμος», ήταν κομβικής σημασίας. Γι’ αυτό και έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τον Λένιν. Έγραψε σχετικά: «Το δράμα των Ιρλανδών είναι πως ξεσηκώθηκαν πρόωρα, όταν η εξέγερση του ευρωπαϊκού προλεταριάτου δεν είχε ωριμάσει. Ο καπιταλισμός δεν είναι τόσο αρμονικά χτισμένος ώστε οι διάφορες ανθήσεις της εξέγερσης να ενώνονται σε μία κοινή προσπάθεια χωρίς υποχωρήσεις και ήττες».
Αυτό ήταν πράγματι το δράμα των Ιρλανδών αγωνιστών. Ο Κόνολι και οι σύντροφοί του δεν μπορούσαν να ξέρουν τι θα ακολουθούσε το 1917. Αλλά η δράση τους ήταν το «πρελούδιο» των μεγάλων γεγονότων που θα συγκλόνιζαν την Ιρλανδία, τη Βρετανία, την Ευρώπη, τα επόμενα χρόνια.
Όταν φάνηκε ότι η Εξέγερση του Πάσχα ήταν καταδικασμένη σε ήττα, προτίμησαν να θυσιαστούν για να ανοίξουν το δρόμο παρά να υποχωρήσουν. Όταν ο Κόνολι βάδισε προς τη μάχη εκείνο το μοιραίο πρωινό, ψιθύρισε σε έναν σύντροφό του: «Θα μας σφάξουν». Όταν τον ρώτησε εκείνος «δεν υπάρχει περίπτωση να νικήσουμε;», του απάντησε «καμία απολύτως».
Η εξέγερση που σχεδίασε ο Κόνολι ηττήθηκε. Αλλά, κατόπιν εορτής, το όραμά του νίκησε. Πράγματι, ο σπόρος έπεσε στην Ευρώπη. Και άνθισε αργότερα, πρώτα στη Ρωσία, μετά και αλλού.
Ο Κόνολι και η «διαρκής επανάσταση»
Στην ίδια την Ιρλανδία φούντωσε ο αγώνας. Αλλά στην ηγεσία του βρέθηκαν οι εθνικιστές. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό μάθημα του ιρλανδικού αγώνα και του Τζέιμς Κόνολι. Μια βδομάδα πριν από την Εξέγερση έλεγε στους στρατιώτες του: «Οι πιθανότητες είναι εναντίον μας 1000 προς 1. Αλλά αν νικήσουμε, κρατήστε τα όπλα σας γιατί οι Εθελοντές ίσως έχουν άλλους στόχους. Να θυμάστε, δεν διεκδικούμε μόνο πολιτική ελευθερία, αλλά και οικονομική ελευθερία». Ο Κόνολι, με μικρή μόρφωση, εργάτης από τα 10 του, Ιρλανδός μεγαλωμένος στη Σκοτία, αυτοδίδακτος μαρξιστής, απομονωμένος από τις διεθνείς συζητήσεις και τους άλλους «μεγάλους» της εποχής του, μέσα από την πολιτική και συνδικαλιστική του δράση στη Σκοτία, τις ΗΠΑ, την Ιρλανδία, είχε αναπτύξει τα δικά του κριτήρια. Είχε συγκρουστεί με τους Ιρλανδούς εργοδότες στον «ταξικό πόλεμο του Δουβλίνου» το 1913, μια πολύμηνη απεργία ενάντια σε εργοδοτικό λοκ-άουτ, στη διάρκεια της οποίας γεννήθηκε ο Στρατός των Πολιτών (που θα πρωταγωνιστούσε στην Εξέγερση του Πάσχα), ως εργατική, σοσιαλιστική πολιτοφυλακή. Πιθανότατα δεν γνώριζε καν τη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του Τρότσκι, αλλά είχε καταλήξει σε ανάλογα συμπεράσματα. Ενώ συμμετείχε ολόψυχα και πρωταγωνιστικά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, προειδοποιούσε:
«Αν αύριο διώξετε τον αγγλικό στρατό και υψώσετε την πράσινη σημαία πάνω από το Κάστρο του Δουβλίνου, αλλά δεν οργανώσετε τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία, οι προσπάθειές σας θα είναι μάταιες. Η Αγγλία θα συνεχίσει να σας εξουσιάζει. Με τους καπιταλιστές της, τους γαιοκτήμονές της, τους τραπεζίτες της, όλο το φάσμα των εμπορικών θεσμών που θέσπισε σε αυτήν τη χώρα και πότισε με τα δάκρυα των μανάδων μας και το αίμα των μαρτύρων μας».
Η ιρλανδική κοινωνική επανάσταση ηττήθηκε, άσχετα αν έφερε την εθνική απελευθέρωση (κι ακόμα κι αυτή στη βάση του διχασμού της Ιρλανδίας, που προκάλεσε τα επόμενα χρόνια, όπως προέβλεπε ο Κόνολι, «το πανηγύρι της αντίδρασης, σε Βορρά και Νότο»).
Και οι προβλέψεις του Κόνολι αποδεικνύονται προφητικές για όσα συνέβησαν τις μέρες της «απελευθέρωσης». «Όταν η Ιρλανδία ελευθερωθεί, λέει ο πατριώτης που δεν αγγίζει καν το σοσιαλισμό, θα προστατέψουμε όλες τις τάξεις, κι αν δεν πληρώνεις το νοίκι σου θα γίνεται έξωση, όπως και τώρα. Αλλά το κόμμα που θα κάνει τις εξώσεις θα φορά πράσινες στολές και θα έχει σήμα την Άρπα χωρίς το Στέμμα, και το ένταλμα που θα σε στέλνει στο δρόμο θα έχει τη σφραγίδα της Ιρλανδικής Δημοκρατίας»...
Σήμερα ο Κόνολι είτε εξαφανίζεται από την ιστορική μνήμη είτε παρουσιάζεται ως «πατριώτης». Ήταν πολύ περισσότερα. Χάραξε δρόμους στο συνδυασμό του διεθνισμού και του αντιιμπεριαλισμού, υπήρξε πρωτοπόρος στο πώς τα «εθνικά» ζητήματα χρειάζονται ταξική, σοσιαλιστική απάντηση. Ο Λένιν τον χαρακτήρισε κάποτε «κορυφαίο των συγχρόνων του» και η κληρονομιά του είναι τεράστια. Και η Εξέγερση του Πάσχα είναι μια κορυφαία στιγμή της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, της πάλης για τη σοσιαλιστική απελευθέρωση.