Με αφορμή ένα άρθρο του σ. Αντρέα Ζαφείρη.
Σε άρθρο του στην Iskra ο Αντρέας Ζαφείρης επιχειρεί μια κριτική προσέγγιση των γεγονότων του 1956 στην Ουγγαρία, κάνοντας και τις απαραίτητες συνδέσεις με το σήμερα, με στόχο, φανταζόμαστε, να βοηθήσει στο ξεκαθάρισμα των σωστών και των λάθος απόψεων μέσα στην Αριστερά. Με το κείμενό του αυτό, ο Αντρέας Ζαφείρης «διαλέγει στρατόπεδο» (όπως ο ίδιος κατηγορεί ένα άλλο τμήμα της Αριστεράς), χωρίς όμως να έχει και το σθένος να το δηλώσει ευθέως: το στρατόπεδο του σταλινικού ρεφορμισμού. «Αντικειμενικά» λοιπόν, κι εμείς εξωθούμαστε να υπερασπιστούμε την εργατική επανάσταση και το σοσιαλισμό.
Ο συγγραφέας επιλέγει να είναι αμυντικός στο πρώτο σκέλος του άρθρου: σύνθετο το ζήτημα της Ουγγαρίας του 1956, ανολοκλήρωτες οι απαντήσεις που την αφορούν, άγνωστη η ακριβής φύση των… λαϊκοδημοκρατικών/«ιδιόμορφων» (sic) καθεστώτων, που εν πάση περιπτώσει είχαν και κάποιες καθοριστικές αντιφάσεις και υποχωρήσεις.
Σταλινικά καθεστώτα: «σοσιαλισμός με προβλήματα»;
Όπως το αντιλαμβανόμαστε, εδώ υιοθετείται η γνωστή θέση που έχει η σταλινική Αριστερά πάσης φύσεως ότι η ΕΣΣΔ ήταν «σοσιαλισμός με προβλήματα». Πραγματικά από την ανάλυση γύρω από τη φύση της ΕΣΣΔ πηγάζουν μια σειρά ενδοαριστερές διαφορές σε σχεδόν κάθε θέμα. Μόνο που τα προβλήματα πρέπει να αναζητηθούν σε άλλη κατεύθυνση.
Για τη «παραδοσιακή» μαρξιστική Αριστερά ο σοσιαλισμός νοείτο ως η αυτο-απελευθέρωση της εργατικής τάξης, μέσα από την επαναστατική δράση της ίδιας, μέσα από την απαλλοτρίωση της αστικής τάξης, τη συντριβή του αστικού κράτους και το πέρασμα των μέσων παραγωγής (και άρα και του πλούτου) στα χέρια των εργατών, μέσα από τα συλλογικά όργανα (με τις θέσεις σε αυτά μη προνομιακές, εκλεγμένες και ανά πάσα στιγμή ανακλητές). Για τη μαρξιστική Αριστερά επίσης το όραμα του σοσιαλισμού δεν ξεκινούσε ως «εθνικό όραμα», αλλά αφορούσε το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό του πλανήτη, καθώς θα ερχόταν να αντικαταστήσει το «παλιό», τον καπιταλισμό, επίσης διεθνές σύστημα.
Η μαρξιστική Αριστερά γνώρισε δυο γιγάντια και ανεπανόρθωτα σχίσματα πάνω σε διαμάχες γι’ αυτές τις «αυτονόητες» αλήθειες. Το πρώτο σχίσμα ήρθε μετά το 1914 με τη στοίχιση των σοσιαλδημοκρατικών πλειοψηφιών με τις άρχουσες τάξεις τους, τα «εθνικά συμφέροντα» και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Το δεύτερο σχίσμα ήρθε μετά το 1924, με τη σταλινική αντεπανάσταση και την αστική και ιμπεριαλιστική παλινόρθωση στην ΕΣΣΔ. Και τα δυο σχίσματα, μοιράζονταν ένα κοινό χαρακτηριστικό που τους χώριζε αβυσσαλέα από τον «παραδοσιακό» μαρξισμό: ο σοσιαλισμός πλέον δεν ήταν μια διαδικασία που προέκυπτε από τις εμπειρίες και τη δράση των μαζών «από τα κάτω», αλλά από κάποιον άλλο (τον φωτισμένο ηγέτη, το κόμμα, την ΕΣΣΔ) «που στεκόταν πάνω από τις μάζες», φρόντιζε να αποφασίζει πότε είναι «ώριμες οι συνθήκες» για την κίνηση των εργατών και ήξερε πότε πρέπει να «φρενάρουμε τους εργάτες» προχωρώντας σε ανοιχτές προδοσίες.
Αν η άρνηση για το δεύτερο είδος «σοσιαλισμού» κάνει κάποιον «μανιχαϊστή», τότε γιατί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μανιχαϊστής» όποιος δεν βλέπει κάποιου είδους σοσιαλισμό στον Στάλιν, τον Μάο και τον Χότζα, στον Αντρέα Παπανδρέου, τον ΓΑΠ και τον Αλέξη Τσίπρα, το Μπρέζνιεφ και τον Γκορμπατσόφ, τον Κιμ Γιογκ Ουν ή και τον … Αντώνη Σαμαρά; Ας τελειώνουμε λοιπόν με τους εύκολους χαρακτηρισμούς.
Για τη ΔΕΑ για παράδειγμα, η ΕΣΣΔ από τις αρχές του ’20 έχει πάψει να είναι εργατικό κράτος. Τα όργανα της εργατικής εξουσίας έχουν διαλυθεί, τα πιο πρωτοπόρα τμήματα των εργατών έχουν εξοντωθεί από τον εμφύλιο, την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τη διάλυση της ρωσικής οικονομίας, η δε προσμονή της νίκης της επανάστασης στη Γερμανία και άλλες χώρες δεν δικαιώνεται. Σοσιαλισμός δεν υφίσταται χωρίς την εργατική εξουσία, τα όργανα εργατικού ελέγχου και εργατικής δημοκρατίας. Μέσα από τα συντρίμμια της εργατικής επανάστασης προκύπτει μια νέα άρχουσα τάξη μέσα από τη γραφειοκρατία του κράτους και του κόμματος (που ήδη έχει αλλάξει ολοκληρωτικά σύνθεση, περιλαμβάνοντας δεκάδες χιλιάδες πρώην τσαρικούς στις γραμμές του) κι οικοδομεί κρατικό καπιταλισμό στην ΕΣΣΔ, στο όνομα του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα». Αν η Iskra και ο Α.Ζ. θεωρούν ότι στην ΕΣΣΔ είχαν να κάνουν με «σοσιαλισμό με προβλήματα», να το δηλώσουν ευθέως, περιγράφοντας πώς ακριβώς εννοούν το σοσιαλισμό, ποιες ήταν οι αντιφάσεις και πού «στράβωσε» η δουλειά, αφήνοντας κατά μέρος τον αγνωστικισμό.
Τι ήταν το «’’56’’»;
Εξίσου ευθέως ας μιλήσουν και για το ‘56: ήταν φασιστική αντεπανάσταση υπό την ηγεσία δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (η επίσημη τότε γραμμή των ΚΚ διεθνώς υπό την καθοδήγηση της Μόσχας); Στο δεύτερο κομμάτι του κειμένου του, ο Α.Ζ. που ανεβάζει τους τόνους και περνά στην αντεπίθεση. Λίγο πολύ η άποψη της ΔΕΑ ή του ΣΕΚ για την εργατική επανάσταση στην Ουγγαρία, λέει, ταυτίζεται με το ακροδεξιό ουγγρικό κράτος, με το τμήμα της ουγγρικής αστικής τάξης που έχει πιο στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, το ακροδεξιό Jobbik και τη… ΧΑ. Ακολουθώντας τη μέθοδο που μας διδάσκει ο Α.Ζ., υποθέτουμε θα του αρέσει το επιχείρημα ότι ο ίδιος ο πρόεδρος των ΗΠΑ Αϊζενχάουερ αποκήρυξε την ουγγρική επανάσταση, λέγοντας μάλιστα επί λέξει «δε συνηθίζουμε να συμμαχούμε με εξεγέρσεις ενάντια σε κυβερνήσεις» ή ότι ο σοβιετικός πράκτορας και ένας από τους χασάπηδες της ουγγρικής επανάστασης, ο Γιάνος Καντάρ, υποχρεώνεται να δηλώσει ότι η Ουγγαρία «ζει ένα ένδοξο λαϊκό κίνημα»… Όσο για την ταύτιση με τη ΧΑ, ας συγκρίνει ο τις θέσεις που αποτυπώνονται συχνά-πυκνά από την Iskra για τον «προοδευτικό ρόλο της Ρωσίας» ή ακόμα καλύτερα για ένα εγχώριο θέμα, τα ελληνοτουρκικά: με τη δική του μεθοδολογία, θα δικαιούνταν κάποιος να πει ότι σε τέτοια ζητήματα οι απόψεις πολλών αρθρογράφων της Ίσκρα.. γειτνιάζουν με τις απόψεις της Χ.Α.; Ασφαλώς όχι! Και υποθέτουμε ότι και ο Α.Ζ. δεν θέλει να κάνουμε διάλογο τέτοιου «ύφους και ήθους»…
Το γεγονός ότι διάφοροι φιλοδυτικοί χρησιμοποίησαν έννοιες της Αριστεράς, δεν σημαίνει ότι καθοδηγούσαν το κίνημα ούτε ότι εξέφραζαν το χαρακτήρα του. Το ίδιο ισχύει και για κινήματα όπου βρέθηκαν επικεφαλής σταλινικοί, αλλά και «υβρίδια» όπως ο Τσίπρας σήμερα. Αν η εχθρότητα των σταλινικών απέναντι στην ουγγρική επανάσταση είναι εύλογη, η Δύση εξίσου απαξίωσε την ουγγρική επανάσταση, αποσιωπώντας ιδιαίτερα την κυριότερη πλευρά της: τα όργανα της εργατικής εξουσίας, τα εργατικά συμβούλια. Αυτά ήταν όμως που έδωσαν τη δύναμη στους εργάτες να κοντράρουν στα ίσα τη δεύτερη πολεμική υπερδύναμη στον κόσμο.
Μια εργατική επανάσταση
Για τη ΔΕΑ η απελευθέρωση των εργατών περιλαμβάνει την ίδια τους τη δράση απέναντι στην αστική τάξη και το κράτος της, και δεν έρχεται ούτε με συνθήκες Ρίμπεντροπ-Μολότοφ και Γιάλτας ούτε με τα ρωσικά τανκς (αυτά ήταν τα μέσα για την -ιμπεριαλιστική- επέκταση της ρωσικής επιρροής).
Η Ουγγρική επανάσταση ήταν εργατική επανάσταση… με τα όλα της. Ο σταλινικός μονόλιθος δεν υπέστη πολιτική κρίση τη δεκαετία του ’30, αλλά τη δεκαετία του ’50 είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου: εξέγερση στο Βερολίνο αλλά και σε στρατόπεδα εργασίας στην ίδια τη Ρωσία, αποκαθήλωση του Στάλιν και κόντρες μέσα στη γραφειοκρατία, εξέγερση στην Πολωνία του 1956, διαμάχες Μάο-Στάλιν λίγο αργότερα. Σε αυτό το πλαίσιο, η ουγγρική επανάσταση είναι απλά ο πιο ισχυρός κρίκος, όχι ο μόνος. Η επανάσταση έχει ως ληξιαρχική πράξη γέννησης μια συγκέντρωση διεθνιστικής αλληλεγγύης στους εξεγερμένους Πολωνούς. Συνεχίζει με μια από τις μεγαλύτερες γενικές απεργίες στην ιστορία του διεθνούς εργατικού κινήματος, όπου οι εργάτες παίρνουν στα χέρια τους σχεδόν εξολοκλήρου την παραγωγή, την τροφοδοσία, τις μεταφορές, το κράτος, με την κυβέρνηση να φαντάζει τελείως αδύναμη. Δημιουργούνται τα αντίστοιχα «σοβιέτ» του 1917, εκτεταμένη συναδέλφωση με τους ένοπλους φαντάρους τόσο της Ουγγαρίας όσο και της Ρωσίας. Ο χαρακτήρας του κινήματος προκύπτει από τις κινητήριες δυνάμεις του και από τους διακηρυγμένους στόχους του.Το πρώτο συντονιστικό των συμβουλίων της Μείζονος Βουδαπέστης στις 31 Οκτώβρη δήλωνε: «Το ανώτερο σώμα στο εργοστάσιο είναι το δημοκρατικά εκλεγμένο εργατικό συμβούλιο. Ο διευθυντής είναι υπάλληλος του εργοστασίου. Αυτός και οι ανώτεροι υπάλληλοι εκλέγονται από το εργατικό συμβούλιο. Είναι υπόλογος στο εργατικό συμβούλιο για κάθε ζήτημα». Ποιος χαρακτήρας προκύπτει από αυτό για την επανάσταση; Στις 4 Νοέμβρη ο ρώσικος στρατός επιτέθηκε με ομάδα στρατιών στη Βουδαπέστη. Η πόλη ισοπεδώθηκε -όπως σήμερα το Χαλέπι- από την αεροπορία και το πυροβολικό. Και όμως, η αντίσταση κράτησε 4 μέρες, ενώ στο Τσεσπέλ, την καρδιά του βιομηχανικού προλεταριάτου της Βουδαπέστης, οι μάχες κράτησαν ως τις 11 Νοέμβρη. Για τη συντριβή των εργατικών συμβουλίων χρειάστηκε αρκετός καιρός, καθώς οργάνωναν γενικές απεργίες και κινητοποιήσεις ως τα μέσα Δεκέμβρη. Ο σοβιετικός στρατός χρειάστηκε χιλιάδες τανκς και εκατοντάδες χιλιάδες στρατού για να επιβληθεί στο κίνημα, αφήνοντας δεκάδες χιλιάδες εργάτες νεκρούς, στην πλειονότητά τους νέους. Πραγματικά «ανεξήγητη»… προλεταριακή ανθεκτικότητα και αυτοθυσία αν μιλούμε για «γεγονότα» με πρωταγωνιστές φιλοϊμπεριαλιστικές δυνάμεις και πράκτορες του ιμπεριαλισμού… Τα γεγονότα είναι πεισματάρικα (παρόλο που ο Α.Ζ. αρνείται… πεισματικά να αναφερθεί σε αυτά…). Ωστόσο, εκτός από τα πεισματάρικα γεγονότα, πρέπει να μας ενδιαφέρει και η κοινή πολιτική λογική: ο Α.Ζ. θεωρεί ότι «τιμά» τη δική του έστω άποψη περί σοσιαλισμού το γεγονός ότι ένα μαζικό κίνημα έδειξε τέτοια αυτοθυσία μαχόμενο ενάντια στο… σοσιαλισμό;
Προκύπτει, όμως, ένα ακόμα ζήτημα που αφορά μια σταλινική παράδοση της οποίας ο Α.Ζ. είναι ένας εκ των εκπροσώπων: πώς γίνεται να «διυλίζουν τον κώνωπα» αναφερόμενοι σε ένα γιγάντιο κατεξοχήν εργατικό κίνημα όπως αυτό στην Ουγγαρία το 1956 και να ψάχνουν «αποδείξεις» για το χαρακτήρα του σε… δηλώσεις καρδιναλίων, αλλά ταυτόχρονα να είναι «γενναιόδωροι» στις αναλύσεις τους για «εθνικές δημοκρατικές» εξέγερσεις και μάλιστα υποστέλλοντας κάθε κριτική στις «σύμμαχες» αστικές δυνάμεις;
Η σύνδεση με το σήμερα μέσω… Συρίας
Βεβαίως, η ουσία στην οποία σκοπεύει να καταλήξει ο Α.Ζ. βρίσκεται στο τέλος: Κατά την άποψή του δεν μπορεί να συμπορεύονται δυνάμεις όπως οι «συναγωνιστές» του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τα «μέλη» (εδώ τη λέξη «συναγωνιστές» την έφαγε η μαρμάγκα) του ΣΕΚ, που προφανώς έχει «εχθρικά για το εργατικό κίνημα σχέδια». Προφανώς, τηρώντας πιστά τη σταλινική παράδοση, ο Α.Ζ. θα αποφασίσει το ποιος έχει εχθρικά σχέδια για την εργατική τάξη, και όχι η ίδια η εργατική τάξη. Ο Α.Ζ. κάνει αναφορά στο ΣΕΚ και το ΝΑΡ, αλλά είναι προφανές ότι το άρθρο του δε στοχεύει στην… ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αντίθετα, απευθύνεται στον πολιτικό χώρο που ο ίδιος ανήκει, προσπαθώντας να πείσει ένα τμήμα του Αρ. Ρεύματος και της ΛΑΕ ότι δεν μπορεί να συνυπάρχει με τους «επάρατους τροτσκιστές» της ΔΕΑ ή τους διεθνιστές-αντικαπιταλιστές του Κόκκινου Δικτύου, εξαιτίας των διαφορετικών τους απόψεων… για τη Συρία. Είναι μια άποψη που έχει ξανακουστεί. Ένα τμήμα της Αριστεράς, επηρεασμένο από την ήττα που βίωσε από τη μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, οπισθοχωρεί ταχέως σε εποχές πριν το 2000, όταν η ενότητα στη δράση και το συντροφικό πνεύμα ήταν ακόμα ζητούμενα. Η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ πράγματι ήταν μια επώδυνη ήττα, αλλά στη μάχη και όχι στον πόλεμο. Αντίθετα, αν τέτοιες λογικές υιοθετηθούν ευρύτερα και γενικευτούν, θα οδηγήσουν στην πλήρη συντριβή της Αριστεράς.
Αρθρογραφία τέτοιου πνεύματος δεν αποτελεί μια απλή στροφή στη «λαϊκομετωπική» παράδοση». Πρόκειται για άποψη που επιστρέφει επί της ουσίας στον «αντιτροτσκισμό», τη συνωμοσιολογία και το κυνήγι μαγισσών, πρόκειται δηλαδή για στροφή στις χειρότερες παραδόσεις του σταλινισμού. Επιπλέον, η ίδια παράδοση σήμερα μεταφράζεται πολύ δεξιότερα. Η άκριτη στήριξη στην ΕΣΣΔ, σήμερα έχει δώσει τη θέση της στην άκριτη στήριξη στο ακραίο δεξιό ιμπεριαλιστικό καθεστώς του Πούτιν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις θέσεις της στο συριακό ή το ουκρανικό ζήτημα. Τη γεωπολιτική ανάλυση αυτής της Αριστεράς δεν την υπαγορεύουν τα διεθνιστικά καθήκοντα αλλά ο ανταγωνισμός του ελληνικού καπιταλισμού με τον τουρκικό. Η ίδια η παράδοση της υποτίμησης της δυνατότητας του εργατικού-λαϊκού παράγοντα να γράφει ο ίδιος ιστορία οδηγεί στο «φτύσιμο» ολόκληρης της πρόσφατης αραβικής άνοιξης βαφτίζοντάς την έργο ξένων δυνάμεων. Όχι, η «αραβική άνοιξη» δεν ηττήθηκε καιν στη συνέχεια εκφυλίστηκε: δεν υπήρξε ποτέ, ήταν εξαρχής έργο της ιμπεριαλιστικής υποκίνησης. Για κάποιο μυστήριο λόγο οι ιμπεριαλιστές αποφάσισαν να κάνουν «μπάχαλο» όλη τη Μ. Ανατολή, και το κατάφεραν, βρίσκοντας μάλιστα για τα καλά τον… μπελά τους, υποκινώντας εξεγέρσεις ενάντια στα καθεστώτα της περιοχής! Οι πράκτορες του ιμπεριαλισμού είναι ο κινητήρας της Ιστορίας!
Πέρα απ’ όλα τ’ άλλα, τη φιλικότητα προς τον Άσαντ και το ρωσικό ιμπεριαλισμό (δεν μας περισσεύουν δάκρυα ούτε συμπάθεια γι’ αυτόν επειδή οι δυνατότητές του δεν είναι… πλανητικές) κ.λπ., πλέον υπάρχει και συγκαλυμμένη ισλαμοφοβία («πόλεμος στον ισλαμοφασισμό», ευθυγράμμιση δηλαδή με τη βασική επιλογή του δυτικού ιμπεριαλισμού). Και κάπως έτσι αυτός ο χώρος δεν είναι τόσο αυστηρός με αναλύσεις που πάνε ακόμα δεξιότερα, όπως το ΕΠΑΜ με τα καλέσματά του για πογκρόμ ενάντια στους πιθανούς «ισλαμοφασίστες» λαθροεισβολείς...
Επιστροφή στα «πολιτικά ήθη» του σταλινισμού του ’70;
Σε ό,τι μας αφορά, για να νικήσουν οι αγώνες, οι εξεγέρσεις, οι επαναστάσεις, τα κινήματα αντίστασης, θεωρούμε πως χρειάζεται να βαδίσουμε στα χνάρια του μπολσεβικισμού, να φτιάξουμε ένα μαζικό επαναστατικό εργατικό κόμμα και να πετάξουμε το σταλινικό οπλοστάσιο στο σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας. Ως πολιτικό και ιδεολογικό ρεύμα, με το σταλινισμό και το σταλινικό ρεφορμισμό δε μας χωρίζει απλά άβυσσος αλλά ποτάμια αίματος. Αυτό δεν μας εμπόδισε να πρωτοστατήσουμε από την ίδρυσή μας στην υπόθεση της ενότητας της Αριστεράς στη δράση και παράλληλα στον αναγκαίο διάλογο για το ξεκαθάρισμα των σωστών από τις λάθος απόψεις. Το ίδιο κάνουμε και σήμερα. Πάντα με οδηγό μια άλλη παράδοση του μπολσεβικισμού και του επαναστατικού μαρξισμού, που έθαψε ο σταλινισμός: το Ενιαίο Μέτωπο. Είναι η παράδοση που χωρίς να οδηγεί σε υποχωρήσεις στη στρατηγική και την πολιτική-οργανωτική ανεξαρτησία της κάθε πολιτικής δύναμης, ενώνει τη δύναμη των εργατικών οργανώσεων απέναντι στον κύριο εχθρό. Στην περίπτωσή μας κύριος αντίπαλος είναι τα μνημόνια και τα κόμματά τους, η κυβέρνηση, το κράτος, οι ναζί της ΧΑ αλλά και η ιμπεριαλιστική επιτροπεία. Μια τακτική εκ μέρους της Αριστεράς που θέλει να έχει πιθανότητες νίκης επιβάλλει κοινό πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο αντίστασης από τις δυνάμεις που βρίσκονται γύρω από το ΚΚΕ, τη ΛΑΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την Πλεύση Ελευθερίας, τη ΔΙΡΙΖΑ. Είναι η τακτική που μεγιστοποιεί τις δυνατότητες μαζικής και αποτελεσματικής πολιτικής και κοινωνικής αντιπολίτευσης (όταν μάλιστα στην τρίτη θέση των δημοσκοπήσεων φιγουράρουν οι ναζί) κι ελαχιστοποιεί την αποστράτευση, τον αποπροσανατολισμό και την εμπέδωση της ήττας. Μέσα από το κοινό μέτωπο, και με τρόπο ειλικρινή, ανοιχτό και συστηματικό οφείλει να δοθεί η μάχη του προσανατολισμού, της ηγεμονίας και του ξεκαθαρίσματος των σωστών από τις λάθος απόψεις. Σε αυτή την τακτική θα επιμείνουμε, και αυτός είναι ο βασικός λόγος που υπερασπιζόμαστε το εγχείρημα της ΛΑΕ. Κάθε άλλη στάση, που καλλιεργεί τους όρους για ενδο-αριστερό εμφύλιο και άτακτη υποχώρηση στα «πολιτικά ήθη» της προ-ΣΥΡΙΖΑ και προ-κοινωνικού Φόρουμ εποχής, τη θεωρούμε αδιέξοδη και τελείως ανεύθυνη απέναντι στον κόσμο μας.