Τελικά η παρατεταμένη εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού, τόσο από τα συντηρητικά πολιτικά κόμματα όσο και από τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, εξάντλησε μετά από μια ολόκληρη εικοσιπενταετία τα όρια της νομιμοποίησής του...

(...)οδη­γώ­ντας το αστι­κό πο­λι­τι­κό δί­πο­λο (συ­ντη­ρη­τι­κοί – σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες) στη χρε­ο­κο­πία. 

Και αν οι συ­ντη­ρη­τι­κοί, ως γνή­σιοι εκ­φρα­στές της αστι­κής τάξης και των μι­κρο­α­στι­κών στρω­μά­των, ήταν αυτοί που εγκαι­νί­α­σαν τον κυ­βερ­νη­τι­κό νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό ( στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση η ΝΔ στις αρχές της δε­κα­ε­τί­ας του 1990), στη συ­νέ­χεια δεν ήταν παρά τα σο­σια­λι­στι­κά κόμ­μα­τα που ανέ­λα­βαν να τον υπη­ρε­τή­σουν, αν και εκ­προ­σω­πού­σαν εκλο­γι­κά την πλειο­νό­τη­τα των ερ­γα­τι­κών, λαϊ­κών τά­ξε­ων (Ερ­γα­τι­κοί του Τ. Μπλερ, σο­σια­λι­στές του Φ. Ολάντ, σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες του ΠΑΣΟΚ κλπ.). Το απο­τέ­λε­σμα είναι μια απα­ξί­ω­ση και των δύο εκ­δο­χών της αστι­κής κοι­νο­βου­λευ­τι­κής πο­λι­τι­κής, πράγ­μα που πλέον γί­νε­ται ορατό σε πολ­λές κα­πι­τα­λι­στι­κές χώρες. Ωστό­σο το κυ­ρί­αρ­χο είναι ότι το αστι­κό μπλοκ εξου­σί­ας, πα­ρό­λη την συ­νε­χή εξου­θέ­νω­ση των ερ­γα­ζο­μέ­νων από τον μα­κρο­χρό­νιο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό, συ­νε­χί­ζει να δια­τη­ρεί την ισχύ του, ενώ οι σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές πα­ρα­τά­ξεις είναι αυτές που κα­τα­βα­ρα­θρώ­νο­νται (από το γαλ­λι­κό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα μέχρι τους Δη­μο­κρα­τι­κούς των ΗΠΑ), αφή­νο­ντας ένα κενό εκ­προ­σώ­πη­σης των λαϊ­κών τά­ξε­ων που έχουν πλη­γεί από τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη διε­θνο­ποί­η­ση του κε­φα­λαί­ου.

Το κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων τά­ξε­ων

          Είναι αυτή η δια­δρο­μή του αστι­κού πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος που οδή­γη­σε στη χρε­ο­κο­πία του μνη­μο­νια­κού πο­λι­τι­κού τόξου στην πε­ρί­ο­δο 2010 – 15 (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, ΛΑΟΣ), στην απα­ξί­ω­ση και κα­τάρ­ρευ­σή του, δη­μιουρ­γώ­ντας ένα κενό εκ­προ­σώ­πη­σης που ήρθε να κα­τα­λά­βει ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Εντού­τοις το γε­γο­νός ότι ο κυ­βερ­νη­τι­κός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ «απο­ποι­ή­θη­κε» τον εαυτό του, το ότι με­τα­πή­δη­σε στο πεδίο της αστι­κής πο­λι­τι­κής, το ότι έγινε εκ­φρα­στής των μνη­μο­νί­ων, ακύ­ρω­σε αυτή τη μο­να­δι­κή ευ­και­ρία της Αρι­στε­ράς στο ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο. Έτσι, ακο­λου­θώ­ντας την ίδια πο­ρεία πα­ρα­φθο­ράς με την ελ­λη­νι­κή  σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, κα­τα­λή­γει ανα­πό­τρε­πτα στο ίδιο απο­τέ­λε­σμα: Να δη­μιουρ­γή­σει ένα πο­λυ­σή­μα­ντο κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης του ερ­γα­ζό­με­νου και άνερ­γου πλη­θυ­σμού, εφό­σον η νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πο­λι­τι­κή που εφαρ­μό­ζει συ­ντη­ρεί, ανα­πα­ρά­γει κι προ­κα­λεί νέα πλήγ­μα­τα στο κοι­νω­νι­κό σώμα.

          Βέ­βαια αυτό το κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης πλη­βεια­κών λαϊ­κών στρω­μά­των δη­μιουρ­γεί­ται πα­ράλ­λη­λα με την έκλει­ψη και απο­ψί­λω­ση του ίδιου του ερ­γα­τι­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος, το οποίο δια­φο­ρε­τι­κά θα μπο­ρού­σε να συ­γκρα­τή­σει τα πράγ­μα­τα σε μια προ­ο­δευ­τι­κή αντί - νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη κα­τεύ­θυν­ση. Ωστό­σο η υπο­χώ­ρη­σή και αδρα­νο­ποί­η­σή του, μαζί με την πο­ρεία της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κής κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς (ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ιτα­λι­κό Δη­μο­κρα­τι­κό Κόμμα, ΠΑΣΟΚ κλπ.), κα­θι­στά το κενό πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης ακόμη πιο έντο­νο και έτσι ευά­λω­το σε νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­κές εκ­προ­σω­πή­σεις. Άλ­λω­στε η εκ­προ­σώ­πη­ση, του­λά­χι­στον στο εκλο­γι­κό επί­πε­δο, της ερ­γα­τι­κής τάξης δεν απο­τε­λεί προ­φα­νώς «μο­νο­πώ­λιο» της Αρι­στε­ράς, γιατί η τα­ξι­κή συ­νεί­δη­ση επι­κα­λύ­πτε­ται συ­νή­θως από την ιδε­ο­λο­γι­κή χει­ρα­γώ­γη­ση.

          Αν έτσι οι πο­λι­τι­κές της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης φτά­νουν στο ση­μείο να εξα­ντλούν τη νο­μι­μο­ποί­η­σή τους, αν οι δύο πόλοι της αστι­κής πο­λι­τι­κής εμ­φα­νί­ζο­νται πλέον χωρίς να μπο­ρούν να δώ­σουν ελ­πί­δα και διε­ξό­δους στον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο, κι’ ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο στους ανέρ­γους, τους ελα­στι­κά απα­σχο­λού­με­νους, στη νε­ο­λαία, κι’ αν η σύγ­χρο­νη Αρι­στε­ρά αδυ­να­τεί να προ­βάλ­λει στο προ­σκή­νιο ως το αντί­πα­λο δέος, κα­λύ­πτο­ντας ένα μέρος του κενού πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης, «απο­ποιού­με­νη» τον εαυτό της (μνη­μο­νια­κή με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, «από­συρ­ση» του Μ. Σά­ντερς από την υπο­βο­λή ανε­ξάρ­τη­της υπο­ψη­φιό­τη­τας κ.ά.), τότε επό­με­νο είναι αυτό το κενό να επι­χει­ρεί­ται να κα­λυ­φθεί από τις ανα­δυό­με­νες ισχυ­ρές δυ­νά­μεις του ακραί­ου νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμού, της εθνι­κής ανα­δί­πλω­σης, της ξε­νο­φο­βί­ας, του κοι­νω­νι­κού συ­ντη­ρη­τι­σμού, των εθνι­κών νο­μι­σμά­των κ.ά. Δί­νουν μ’ άλλες λέ­ξεις μια διέ­ξο­δο στις μορ­φές της λαϊ­κής δυ­σπρα­γί­ας και εξα­θλί­ω­σης στην κα­τεύ­θυν­ση ανα­στύ­λω­σης της εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας, ενί­σχυ­σης της εθνι­κής βιο­μη­χα­νί­ας και πα­ρα­γω­γής, δα­σμο­λο­γι­κών φραγ­μών, «κά­θαρ­σης» των εθνι­κών πλη­θυ­σμών από τους «ξέ­νους», πλή­ρους ασυ­δο­σί­ας του κε­φα­λαί­ου, κα­τάρ­γη­σης των δη­μό­σιων κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών κλπ.

          Το φαι­νό­με­νο έτσι της κά­λυ­ψης του πο­λι­τι­κού κενού εκ­προ­σώ­πη­σης των πλητ­το­μέ­νων λαϊ­κών στρω­μά­των από τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη πο­λι­τι­κή, από ακρο­δε­ξιούς σχη­μα­τι­σμούς τεί­νει να πάρει τη μορφή χιο­νο­στι­βά­δας και να ανα­δει­χθεί με αστι­κούς δη­μο­κρα­τι­κούς όρους, και όχι πρα­ξι­κο­πη­μα­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες: ΗΠΑ, Γαλ­λία, Γερ­μα­νία, Βρε­τα­νία, Αυ­στρία , χωρίς να απα­ριθ­μεί κα­νείς τις πολ­λα­πλές πε­ρι­πτώ­σεις της Ανα­το­λι­κής Ευ­ρώ­πης. Η ίδια η πο­λι­τι­κή ει­κό­να του κα­πι­τα­λι­στι­κού κό­σμου τεί­νει να αλ­λά­ξει δρα­στι­κά και με ρυθ­μούς επι­τα­χυ­νό­με­νους. Γι’ αυτό άλ­λω­στε και οι θε­σμοί ορ­γά­νω­σης και λει­τουρ­γί­ας της ευ­ρω­παϊ­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης βλέ­πουν τη θέση τους να κλο­νί­ζε­ται, αντι­με­τω­πί­ζουν μια πο­ρεία απα­ξί­ω­σής τους, που είναι απόρ­ροια της απα­ξί­ω­σης και των δύο σχη­μα­τι­σμών του αστι­κού δι­πο­λι­σμού (συ­ντη­ρη­τι­κών και σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών), βρί­σκο­νται μπρο­στά σε απο­σχι­στι­κά και δια­λυ­τι­κά φαι­νό­με­να.

          Αυτός ο δε­ξιός νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμός, που εμ­φα­νί­ζε­ται μά­λι­στα ως «αντι­στυ­στη­μι­σμός», δίνει πραγ­μα­τι­κά διέ­ξο­δο στη λαϊκή από­γνω­ση και δυ­σπρα­γία, η οποία εντού­τοις διο­χε­τεύ­ε­ται σε μια βα­θειά κα­θε­στω­τι­κή κα­τεύ­θυν­ση. Αν η κλα­σι­κή συ­ντη­ρη­τι­κή δια­χεί­ρι­ση του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού έχει προ­κα­λέ­σει φαι­νό­με­να ευ­ρύ­τα­της εξα­θλί­ω­σης, ανερ­γί­ας και κοι­νω­νι­κής απα­ξί­ω­σης, αν τα σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κά εγ­χει­ρή­μα­τα σε πολ­λές κυ­βερ­νή­σεις διέρ­ρη­ξαν τα σχε­τι­κά κοι­νω­νι­κά συμ­βό­λαια με τον κόσμο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, τότε πραγ­μα­τι­κά βλέ­πει κα­νείς ότι η κά­λυ­ψη αυτού του πο­λι­τι­κού κενού δεν μπο­ρεί να γί­νε­ται παρά από δυ­νά­μεις που συ­νι­στούν την πλέον ακραία εκ­δο­χή του κα­θε­στω­τι­σμού. Αυτές αξιο­ποιούν τις δυ­σμε­νέ­στα­τες επι­πτώ­σεις της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης και των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών (συ­ντη­ρη­τι­κών και σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών), σε μια τρο­χιά που εντάσ­σε­ται στον πιο πλήρη συ­στη­μι­σμό. Και απέ­να­ντι σ’ αυτό το σκη­νι­κό, ποιά μπο­ρεί να είναι τα ορό­ση­μα μιας Αρι­στε­ράς που την δια­χω­ρί­ζουν με σα­φή­νεια και μπο­ρούν να την κα­τα­στή­σουν επαρ­κή να ανα­σχέ­σει αυτή την εκ­φυ­λι­στι­κή πο­ρεία για τα ερ­γα­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντα και τις λαϊ­κές ελευ­θε­ρί­ες;

          Προ­φα­νώς απα­ντή­σεις είναι εξαι­ρε­τι­κά δύ­σκο­λο να δο­θούν όταν στην πλειο­νό­τη­τα των ανα­πτυγ­μέ­νων κα­πι­τα­λι­στι­κών χωρών, με εξαί­ρε­ση τις πε­ρι­πτώ­σεις της Ιβη­ρι­κής (όπου οι δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς δια­δρα­μα­τί­ζουν έναν σχε­τι­κά πρω­τα­γω­νι­στι­κό αντι­πο­λι­τευ­τι­κό ρόλο), το αρι­στε­ρό κί­νη­μα βρί­σκε­ται εκτός του κε­ντρι­κού πε­δί­ου αντι­πα­ρά­θε­σης του αστι­κού δι­πο­λι­σμού. Κι’ ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο το λαϊκό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα (με την εξαί­ρε­ση της γαλ­λι­κής πε­ρί­πτω­σης πρό­σφα­τα) αδυ­να­τεί να απα­ντή­σει στις προ­κλή­σεις, να προ­βά­λει στο προ­σκή­νιο, και εμ­φα­νί­ζε­ται ως εάν έχει «απο­συρ­θεί». Πα­ρό­λα αυτά είναι ανα­γκαία η ανα­φο­ρά σε ορι­σμέ­να πο­λι­τι­κά ορό­ση­μα, προ­κει­μέ­νου να μπο­ρεί να γίνει η αντι­πα­ρα­βο­λή με τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά που προ­ά­γει ο νέος ακρο­δε­ξιός νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμός, στην κα­τεύ­θυν­ση της εξου­δε­τέ­ρω­σής του.

Η απά­ντη­ση μιας λαϊ­κής αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής πο­λι­τι­κής

          Α) Σ΄ ένα πρώτο επί­πε­δο κυ­ρί­αρ­χη θέση κα­τέ­χει για τις δυ­νά­μεις της άκρας δε­ξιάς η ανα­φο­ρά στις αντι­λή­ψεις για την υπε­ρά­σπι­ση της πα­τρί­δας, την εξύ­ψω­ση του έθνους, την γε­νι­κή συ­στρά­τευ­ση για την προ­α­γω­γή των συμ­φε­ρό­ντων τους, μέσα σε μια διε­θνή οι­κο­νο­μία που δια­τρέ­χε­ται από τον άκρα­το αντα­γω­νι­σμό και τις συν­θή­κες της πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης. Η επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία είναι απλή, απλού­στε­ρη δεν γί­νε­ται: Εφό­σον οι δια­δι­κα­σί­ες διε­θνο­ποί­η­σης του κε­φα­λαί­ου και οι διε­θνείς εμπο­ρι­κές συμ­φω­νί­ες έχουν προ­κα­λέ­σει δυ­σμε­νείς κοι­νω­νι­κές επι­πτώ­σεις, τότε η διέ­ξο­δος από αυτές δεν είναι η αμ­φι­σβή­τη­ση των κυ­ρί­αρ­χων κα­πι­τα­λι­στι­κών πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων, αλλά η επι­στρο­φή στην «εθνι­κή οχύ­ρω­ση», που θα μπο­ρού­σε να δώσει σχε­τι­κές απα­ντή­σεις σε λαϊκά ζη­τή­μα­τα. Και μπο­ρεί οι ενο­ποι­η­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες σε σύ­νο­λα χωρών, όπως στην Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και στην Ευ­ρω­ζώ­νη, να απο­τε­λεί την κυ­ρί­αρ­χη πλευ­ρά της πο­λι­τι­κής των εθνι­κών αστι­κών τά­ξε­ων, εντού­τοις όμως έρ­χο­νται στο προ­σκή­νιο επι­μέ­ρους αστι­κές δυ­νά­μεις που θε­ω­ρούν ότι με την «εθνι­κή πε­ρι­χα­ρά­κω­ση» θα μπο­ρού­σαν να αντι­με­τω­πί­σουν απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρα τον διε­θνή αντα­γω­νι­σμό (π.χ. επι­βο­λή δα­σμών στα κι­νε­ζι­κά προ­ϊ­ό­ντα που κα­τα­κλύ­ζουν τις αμε­ρι­κα­νι­κές αγο­ρές).

          Η ακραία νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­κή αυτή αντί­λη­ψη, ενώ προ­σφεύ­γει στην ανα­φο­ρά στην επι­δεί­νω­ση της κοι­νω­νι­κής θέσης των λαϊ­κών τά­ξε­ων, εντού­τοις λει­τουρ­γεί σε μια κα­τεύ­θυν­ση επι­βο­λής μιας δια­τα­ξι­κής και τε­λι­κά υπερ­τα­ξι­κής θε­ώ­ρη­σης των πραγ­μά­των. Η προ­σφυ­γή στην πα­τρί­δα εκ­φρά­ζει ακρι­βώς την επι­βο­λή αυτή της κα­θαί­ρε­σης των τα­ξι­κών αντα­γω­νι­σμών, και την σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση επι­βο­λή των αστι­κών συμ­φε­ρό­ντων ως συμ­φε­ρό­ντων όλου του ενο­ποι­η­μέ­νου έθνους. Γι’ αυτό και η πο­λι­τι­κή της Αρι­στε­ράς δεν μπο­ρεί παρά να στέ­κε­ται στον αντί­πο­δα ακρι­βώς αυτής της αντί­λη­ψης και πρα­κτι­κής: Ανά­δει­ξη της προ­τε­ραιό­τη­τας των τα­ξι­κών συμ­φε­ρό­ντων των λαϊ­κών στρω­μά­των ένα­ντι των εθνι­κι­στι­κών επι­κλή­σε­ων, δια­μόρ­φω­ση όρων ερ­γα­τι­κής διε­θνι­στι­κής αλ­λη­λεγ­γύ­ης ένα­ντι των επι­μέ­ρους πα­τριω­τι­σμών. Σε οποια­δή­πο­τε άλλη πε­ρί­πτω­ση, όπου εν­δε­χο­μέ­νως η Αρι­στε­ρά επι­χει­ρεί να μι­λή­σει με όρους εθνι­κούς και πα­τριω­τι­κούς, ου­σια­στι­κά πο­λι­τεύ­ε­ται στο γή­πε­δο της αντί­πα­λης ακραί­ας δε­ξιάς πα­ρά­τα­ξης, της οποί­ας η νο­μι­μο­ποί­η­ση ενι­σχύ­ε­ται κατ’ αυτό τον τρόπο.

          Θα αντι­τα­χθεί προ­φα­νώς η ακό­λου­θη έν­στα­ση: Εφό­σον η Αρι­στε­ρά υιο­θε­τεί την πο­λι­τι­κή του ερ­γα­τι­κού διε­θνι­στι­κού συ­ντο­νι­σμού, προ­κει­μέ­νου να αντι­με­τω­πί­σει την εθνι­κι­στι­κή έξαρ­ση, τότε τι επι­διώ­κει: Την δια­τή­ρη­ση και επα­να­φο­ρά των όρων της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης διε­θνο­ποί­η­σης του κε­φα­λαί­ου (λ.χ. κοινό νό­μι­σμα, ελεύ­θε­ρες εμπο­ρι­κές ανταλ­λα­γές, απρό­σκο­πτη κί­νη­ση κε­φα­λαί­ων κλπ.); Κάθε άλλο παρά αυτό μπο­ρεί να συμ­βαί­νει: Η Αρι­στε­ρά ανα­δει­κνύ­ει τα αίτια της ανερ­γί­ας και της εξα­θλί­ω­σης ση­μα­ντι­κών τμη­μά­των των λαϊ­κών τά­ξε­ων, επι­κε­ντρώ­νε­ται δη­λα­δή στη λει­τουρ­γία των μη­χα­νι­σμών της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης του κε­φα­λαί­ου, και επι­διώ­κει την κα­τί­σχυ­ση των ερ­γα­τι­κών τα­ξι­κών συμ­φε­ρό­ντων ένα­ντι των αστι­κών δυ­νά­με­ων της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης. Επι­ζη­τεί δη­λα­δή την επι­βο­λή της ει­σο­δη­μα­τι­κής ανα­δια­νο­μής, του γε­νι­κευ­μέ­νου ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου, της θέσης σε κοι­νω­νι­κο­ποι­η­μέ­νη λει­τουρ­γία των επι­χει­ρή­σε­ων που συ­νε­χώς εκ­κα­θα­ρί­ζει η κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση κλπ. Κατ’ αυτό τον τρόπο η ερ­γα­τι­κή τα­ξι­κό­τη­τα βρί­σκε­ται κυ­ριο­λε­κτι­κά στον αντί­πο­δα του ακρο­δε­ξιού εθνι­κό – πα­τριω­τι­σμού.

          Β) Σ΄ ένα δεύ­τε­ρο επί­πε­δο η ανά­δει­ξη και η επι­μο­νή στον ξε­νο­φο­βι­κό και ρα­τσι­στι­κό λόγο, οι μορ­φές σύγ­χρο­νης «εθνο­κά­θαρ­σης», η ύψωση «τει­χών» στους κάθε εί­δους με­τα­νά­στες, γί­νε­ται πραγ­μα­τι­κά για να επι­τευ­χθεί η «κα­θα­ρό­τη­τα» των εθνι­κών πλη­θυ­σμών, η αντι­με­τώ­πι­ση των «πα­ρα­βα­τι­κών» συ­μπε­ρι­φο­ρών των με­τα­να­στών, η προ­στα­σία των εθνι­κών φυ­λε­τι­κών χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών, ή απο­σκο­πεί σε επι­διώ­ξεις που είναι ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο επι­κίν­δυ­νες και εκ­με­ταλ­λευ­τι­κές; Σε καμία ανα­πτυγ­μέ­νη κα­πι­τα­λι­στι­κή κοι­νω­νία δεν υπήρ­ξε και ούτε μπο­ρεί να υπάρ­ξει «απο­στεί­ρω­ση» του κάθε φορά «πε­ριού­σιου» λαού, τα με­τα­να­στευ­τι­κά κύ­μα­τα συ­νε­χί­ζουν να λει­τουρ­γούν πα­ρό­λους τους θα­νά­σι­μους κιν­δύ­νους που εγκυ­μο­νούν οι δια­δρο­μές τους, και δύ­σκο­λα θα στα­μα­τή­σουν να εισ­ρέ­ουν, εφό­σον η από­γνω­ση και εξα­θλί­ω­ση στις λι­γό­τε­ρο ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες της Αφρι­κής, της Ασίας, της Αμε­ρι­κής, ωθούν τους αν­θρώ­πους στην ανα­ζή­τη­ση του πλέον στοι­χειω­δώς αν­θρω­πί­νου μέλ­λο­ντος.

          Στις ανα­πτυγ­μέ­νες κα­πι­τα­λι­στι­κές οι­κο­νο­μί­ες τα κύ­μα­τα ρα­τσι­σμού και ξε­νο­φο­βί­ας δεν απο­σκο­πούν τόσο στην «εκ­δί­ω­ξη» των κάθε εί­δους με­τα­να­στών, αλλά απε­να­ντί­ας στην δια­μόρ­φω­ση του κα­τάλ­λη­λου κλί­μα­τος τρο­μο­κρα­τί­ας, έτσι ώστε η πα­ρο­χή της ερ­γα­σί­ας τους να γί­νε­ται με τους πλέον ευ­τε­λείς όρους. Και επι­πρό­σθε­τα, αυτή η εντε­λώς απα­ξιω­μέ­νη απα­σχό­λη­ση, πα­ράλ­λη­λα με την λει­τουρ­γία του σχε­τι­κού υπερ­πλη­θυ­σμού των ανέρ­γων, να ασκούν τη με­γα­λύ­τε­ρη δυ­να­τή πίεση στην ενερ­γό μι­σθω­τή ερ­γα­σία, προ­κει­μέ­νου να απο­δε­χθεί την απο­ψί­λω­ση των ει­σο­δη­μά­των και δι­καιω­μά­των της. Ένα πο­λυ­πλη­θές πλέγ­μα μι­κρο­με­σαί­ων επι­χει­ρή­σε­ων, εν αντι­θέ­σει προς τις με­γά­λες κα­πι­τα­λι­στι­κές μο­νά­δες που βα­σί­ζο­νται κύρια στην εξα­γω­γή μορ­φών σχε­τι­κής υπε­ρα­ξί­ας, χρη­σι­μο­ποιεί την «μαύρη» ερ­γα­σία των με­τα­να­στών προ­κει­μέ­νου να στη­ρί­ξει την αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα της επι­χει­ρη­μα­τι­κής του δρα­στη­ριό­τη­τας. Γι’ αυ­τούς τους λό­γους η πο­λι­τι­κή της Αρι­στε­ράς σ’ αυτό το πεδίο, πέραν της ανά­δει­ξης του ζη­τή­μα­τος των αν­θρω­πί­νων δι­καιω­μά­των, χρειά­ζε­ται να επι­διώ­κει την ισό­τη­τα στις αμοι­βές, στα δι­καιώ­μα­τα, στις συν­θή­κες ερ­γα­σί­ας όλου του ερ­γα­ζό­με­νου κό­σμου, γε­γο­νός που προ­στα­τεύ­ει κατά τον πλέον απο­τε­λε­σμα­τι­κό τρόπο και το κοι­νω­νι­κό επί­πε­δο της εθνι­κής μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας.

          Γ) Σ’ ένα τρίτο πεδίο, η σχε­τι­κή ενα­ντί­ω­ση του ακρο­δε­ξιού συ­ντη­ρη­τι­σμού στις δια­δι­κα­σί­ες κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης, και η πρι­μο­δό­τη­ση της στή­ρι­ξης και ανά­πτυ­ξης των «εθνι­κών βιο­μη­χα­νιών», η από­σχι­ση από τις ευ­ρύ­τε­ρες οι­κο­νο­μι­κές ολο­κλη­ρώ­σεις, η επι­στρο­φή στα εθνι­κά νο­μί­σμα­τα, φα­ντά­ζουν από μια άποψη ανα­γκαία μέτρα απέ­να­ντι στην πα­γκο­σμιο­ποι­η­μέ­νη οι­κο­νο­μία. Βέ­βαια πα­ρό­λο που η πλειο­νό­τη­τα των ευ­ρω­παϊ­κών επι­χει­ρή­σε­ων υπο­στη­ρί­ζει σθε­να­ρά την έντα­ξη και λει­τουρ­γία στην Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και στην Ευ­ρω­ζώ­νη, εντού­τοις δεν μπο­ρεί παρά και τμή­μα­τα των επι­μέ­ρους εθνι­κών αστι­κών τά­ξε­ων να πρι­μο­δο­τούν τον «εθνι­κό» χα­ρα­κτή­ρα της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης, γιατί κατ’ αυτό τον τρόπο μπο­ρούν να αντι­με­τω­πί­σουν τον οξύ­τα­το διε­θνή αντα­γω­νι­σμό.

          Δυ­στυ­χώς μια τέ­τοια αντί­λη­ψη, του­λά­χι­στον από ποιο­τι­κή άποψη, χα­ρα­κτη­ρί­ζει οπτι­κές του ίδιου του αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος: Πρω­ταρ­χι­κή απο­χώ­ρη­ση από το κοινό νό­μι­σμα και την ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση, επεν­δυ­τι­κή στή­ρι­ξη της «εθνι­κής» ανά­πτυ­ξης του κα­πι­τα­λι­σμού, πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση. Εφό­σον επι­τευ­χθούν αυτοί οι στό­χοι σ’ ένα πε­ρι­βάλ­λον «εθνι­κής» ανε­ξαρ­τη­σί­ας, θα μπο­ρεί να ανα­δει­χθεί το πεδίο για την λήψη «φι­λο­λαϊ­κών» μέ­τρων, που να συ­μπλη­ρώ­νουν την αυ­το­δύ­να­μη κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη. Και στις δύο πε­ρι­πτώ­σεις ο «εθνι­κός» κα­πι­τα­λι­σμός τί­θε­ται κυ­ριο­λε­κτι­κά στο απυ­ρό­βλη­το: Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό το σύν­θη­μα στην πρό­σφα­τη επέ­τειο του Πο­λυ­τε­χνεί­ου, από δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς: «Εμπρός λαέ σήκω και πο­λέ­μα, ΕΕ και ΔΝΤ σου πί­νου­νε το αίμα». Μέσα σ’ αυτό το συν­θη­μα­το­λο­γι­κό πλαί­σιο που βρί­σκε­ται ο ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός, η κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σής του, οι μα­ζι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις επι­χει­ρή­σε­ων, η κα­τα­κό­ρυ­φη απο­ψί­λω­ση μι­σθών και δι­καιω­μά­των, η υπερ­διό­γκω­ση της ανερ­γί­ας; Μα προ­φα­νώς τί­θε­ται στο απυ­ρό­βλη­το εφό­σον για τα δεινά της ελ­λη­νι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης φταί­νε οι «ξένοι» επι­κυ­ρί­αρ­χοι, και έτσι η όποια «τα­ξι­κή» αντι­πα­ρά­θε­ση διε­ξά­γε­ται εκτός του πε­δί­ου των κα­πι­τα­λι­στι­κών πα­ρα­γω­γι­κών σχέ­σε­ων.

          Μ’ αυτά τα δε­δο­μέ­να η Αρι­στε­ρά δεν μπο­ρεί παρά να θέτει στο επί­κε­ντρό της την κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση και τους όρους ρι­ζο­σπα­στι­κής της υπέρ­βα­σης προς όφε­λος των δυ­νά­με­ων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας και σε βάρος του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου. Ως απόρ­ροια και μόνον μιας τέ­τοιας αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής πο­λι­τι­κής μπο­ρεί να αντι­με­τω­πί­σει κα­νείς κατά τρόπο ρη­ξι­κέ­λευ­θο και συ­γκρου­σια­κό τις επι­βο­λές και τις υπα­γο­ρεύ­σεις της ζώνης του ευρώ. Δια­φο­ρε­τι­κά τα όρια με­τα­ξύ της άκρας δε­ξιάς και Αρι­στε­ράς τεί­νουν να  εξα­φα­νι­στούν, και η εθνι­κό-πα­τριω­τι­κή και ανα­πτυ­ξιο­λο­γι­κή πο­λι­τι­κή δυ­νά­με­ων της  Αρι­στε­ράς να διευ­κο­λύ­νει τε­λι­κά αντι­κει­με­νι­κά (και ανε­ξαρ­τή­τως προ­θέ­σε­ων) την άνοδο και ενί­σχυ­ση των νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­κών δυ­νά­με­ων.

          Δ) Τέλος, σ’ ένα τέ­ταρ­το επί­πε­δο, το κύμα της ακρο­δε­ξιάς σε Ευ­ρώ­πη και Αμε­ρι­κή, χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται από την επι­δί­ω­ξη κα­θαί­ρε­σης των δη­μό­σιων κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών, όπως και της φο­ρο­λο­γί­ας του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου (υπο­τί­θε­ται εμπό­διου στην ανά­πτυ­ξη της αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας): Μια τέ­τοια πο­λι­τι­κή στε­ρεί τον κρα­τι­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό από τα έσοδα φο­ρο­λό­γη­σης της κα­πι­τα­λι­στι­κής κερ­δο­φο­ρί­ας, επιρ­ρί­πτει ολό­κλη­ρο το βάρος της φο­ρο­δο­τι­κής ικα­νό­τη­τας στους ώμους του ερ­γα­ζό­με­νου λαού, και υπο­νο­μεύ­ει ανοι­χτά τη δυ­να­τό­τη­τα δια­σφά­λι­σης πόρων για τη λει­τουρ­γία της δη­μό­σιας υγεί­ας και εκ­παί­δευ­σης, για την κά­λυ­ψη της συ­ντα­ξιο­δο­τι­κής δα­πά­νης κλπ.

          Από αυτή την άποψη η πα­ρέμ­βα­ση της Αρι­στε­ράς είναι κε­φα­λαιώ­δους ση­μα­σί­ας, αν μη τι άλλο γιατί το κοι­νω­νι­κό κρά­τος πρό­νοιας υπήρ­ξε η ση­μα­ντι­κό­τε­ρη κα­τά­κτη­ση του λαϊ­κού κι­νή­μα­τος στην μέχρι σή­με­ρα πο­ρεία του. Και από αυτή την άποψη δεν μπο­ρεί να προ­βάλ­λο­νται «υβρι­δι­κές» και «ερ­μα­φρό­δι­τες» πο­λι­τι­κές, που επι­χει­ρούν να εντά­ξουν στα­δια­κά τις δη­μό­σιες κοι­νω­νι­κές υπη­ρε­σί­ες, με δια­δι­κα­σί­ες ΣΔΙΤ, στη σφαί­ρα επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας του ιδιω­τι­κού κε­φα­λαί­ου. Χρειά­στη­κε ο βρα­βευ­μέ­νος «Ντά­νιελ Μπλέ­ηκ» του Κεν Λό­ουτς για να υπεν­θυ­μί­σει για μια και­νού­ρια φορά την κα­τά­στα­ση ολο­κλη­ρω­τι­κής απο­διάρ­θρω­σης του κοι­νω­νι­κού κρά­τους πρό­νοιας της υπερ­συ­ντη­ρη­τι­κής Βρε­τα­νί­ας. Έτσι για να μπο­ρεί να λει­τουρ­γή­σει ένα πλή­ρες δί­κτυο δη­μό­σιων κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών, είναι πε­ρισ­σό­τε­ρο από ανα­γκαία η δρα­στι­κή φο­ρο­λο­γία της κερ­δο­φο­ρί­ας του κε­φα­λαί­ου. 

Ετικέτες