Είναι πλέον κοινή διαπίστωση στις περισσότερες αναλύσεις, αλλά και σαφής ένδειξη των σφυγμομετρήσεων της κοινής γνώμης ότι έχει επέλθει, και συνεχίζει να πραγματοποιείται μια αποψίλωση της εκλογικής εμβέλειας του μνημονιακού κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ, με εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για υποδιπλασιασμό των επιδόσεων του 2015 (15% - 20%).

Και από την άλλη πλευ­ρά εκτι­μά­ται ότι η ση­με­ρι­νή αξιω­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση της ΝΔ βρί­σκε­ται σε επί­πε­δα πε­ρί­που του 25% - 30%, λίγο ως πολύ δη­λα­δή των εκλο­γι­κών της επι­δό­σε­ων του 2012 και του 2015. Αυτές οι δια­πι­στώ­σεις, με δε­δο­μέ­νη την εκτί­μη­ση που δια­τυ­πώ­νε­ται από πολ­λές πλευ­ρές, για το εν­δε­χό­με­νο προ­κή­ρυ­ξης εκλο­γών την άνοι­ξη του 2017, οδη­γούν στο συ­μπέ­ρα­σμα ότι, με το υπάρ­χον εκλο­γι­κό σύ­στη­μα της πα­ρο­χής του μπό­νους στο πρώτο κόμμα, η συ­ντη­ρη­τι­κή δεξιά οδεύ­ει προς την κα­τά­κτη­ση της δια­κυ­βέρ­νη­σης της χώρας, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας εν­δε­χο­μέ­νως και τα σχε­τι­κά δο­ρυ­φο­ρι­κά προς αυτήν πο­λι­τι­κά σχή­μα­τα.

Οι τρο­πο­ποι­ή­σεις των εκλο­γι­κών συ­σχε­τι­σμών

          Πώς δια­μορ­φώ­θη­καν αυτοί οι πο­λι­τι­κοί συ­σχε­τι­σμοί στην τε­λευ­ταία διε­τία της δια­κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ; Η πα­ρα­φθο­ρά του ιδίου, ως κόμ­μα­τος του μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού και λαϊ­κής ερ­γα­τι­κής έκ­φρα­σης, και ως εκ τού­του της αστι­κής και μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής, προ­ήλ­θε από την αναί­ρε­ση του στοι­χεια­κού σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού του προ­γράμ­μα­τος (απο­κα­τά­στα­ση βα­σι­κού μι­σθού και αμοι­βών συλ­λο­γι­κών συμ­βά­σε­ων, δη­μιουρ­γία εκα­το­ντά­δων χι­λιά­δων πραγ­μα­τι­κών θέ­σε­ων απα­σχό­λη­σης, κα­τάρ­γη­ση του ΕΝΦΙΑ, προ­στα­σία των συ­ντά­ξε­ων κλπ.). Μά­λι­στα η υιο­θέ­τη­ση και εφαρ­μο­γή του τρί­του μνη­μο­νί­ου, που τον με­τα­τό­πι­σαν στην αντί­πε­ρα τα­ξι­κή ώθηση, διεύ­ρυ­νε ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο την λαϊκή δυ­σα­ρέ­σκεια, προ­σθέ­το­ντας και τα μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα των ελεύ­θε­ρων επαγ­γελ­μα­τιών. Κατά συ­νέ­πεια απο­σύ­ρε­ται πλέον το μισό πε­ρί­που εκλο­γι­κό ακρο­α­τή­ριο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από την εκλο­γι­κή του υπο­στή­ρι­ξη, χωρίς ωστό­σο αυτό να έχει οδη­γή­σει ούτε σε μια έξαρ­ση της κι­νη­μα­τι­κής δρά­σης, ούτε και σε εμ­φα­νή στρο­φή προς άλλες πο­λι­τι­κές κα­τευ­θύν­σεις.

          Απε­να­ντί­ας η ΝΔ εμ­φα­νί­ζε­ται ως πρώτο κόμμα στις εκλο­γι­κές προ­τι­μή­σεις, όχι γιατί εκ­φρά­ζει μια λαϊκή συ­σπει­ρω­τι­κή δυ­να­μι­κή, ούτε γιατί εν­σω­μα­τώ­νει στην πο­λι­τι­κή της αι­τή­μα­τα των λαϊ­κών τά­ξε­ων, και χωρίς να αυ­ξά­νει σε από­λυ­τα με­γέ­θη την εκλο­γι­κή της απή­χη­ση. Απλά η ΝΔ, ως ο κλα­σι­κός σχη­μα­τι­σμός της ισχυ­ρής συμ­μα­χί­ας αστι­κής τάξης και μι­κρο­με­σαί­ων στρω­μά­των (πα­ρα­δο­σια­κών και νέων, της πόλης και της υπαί­θρου), συ­νε­χί­ζει να πα­ρα­μέ­νει ο άτεγ­κτος υπο­στη­ρι­κτής της αστι­κής κυ­ριαρ­χί­ας και των κοι­νω­νι­κών συμ­φε­ρό­ντων των «από πάνω». Με τέ­τοιες ιστο­ρι­κές κοι­νω­νι­κές εκ­προ­σω­πή­σεις, η συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη ξε­κι­νά κάθε εν­δε­χό­με­νη εκλο­γι­κή ανα­μέ­τρη­ση με μια ισχυ­ρή και δε­δο­μέ­νη εκλο­γι­κή αφε­τη­ρία, που δεν χρειά­ζε­ται να την κα­τα­κτή­σει, αλλά υφί­στα­ται λόγω της τα­ξι­κής της φύσης. Και αυτό θα ισχύ­σει επί μα­κρόν, ακόμη και στην πε­ρί­πτω­ση δρο­μο­λό­γη­σης μιας σο­σια­λι­στι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας.

          Βε­βαί­ως η απο­ψί­λω­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν φτά­νει μέχρι του επι­πέ­δου της εκλο­γι­κής του κα­τα­βα­ρά­θρω­σης, όπως συ­νέ­βη με το ΠΑΣΟΚ, με­σο­πρό­θε­σμα του­λά­χι­στον. Σε μα­κρο­πρό­θε­σμη βάση ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, με την αναί­ρε­ση των ρι­ζο­σπα­στι­κών και αντι­μνη­μο­νια­κών του επι­διώ­ξε­ων, προ­φα­νώς και θα επα­νέλ­θει στα προ του 2012 επί­πε­δα, εφό­σον ούτε την κοι­νω­νι­κή συμ­μα­χία αστι­κής και μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων εκ­προ­σω­πεί, ούτε με τον κόσμο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας ή της ανερ­γί­ας, δια­τη­ρεί, και ούτε ποτέ είχε, σχέ­σεις ορ­γα­νι­κών εκ­προ­σω­πή­σε­ων. Από την άλλη πλευ­ρά οι δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς αθροι­στι­κά (ΚΚΕ + Λαϊκή Ενό­τη­τα + Πλεύ­ση Ελευ­θε­ρί­ας + Ανταρ­σύα) δεν κα­τα­γρά­φουν μια λαϊκή δυ­να­μι­κή τέ­τοια που να μπο­ρεί να ξε­πε­ρά­σει το ιστο­ρι­κό όριο του 10%, πα­ρό­λη την χρε­ο­κο­πία της δια­κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Οι υπό­λοι­πες μι­κρό­τε­ρες δυ­νά­μεις του αστι­κού πο­λι­τι­κού φά­σμα­τος δεν εμ­φα­νί­ζουν παρά μία στα­σι­μό­τη­τα την οποία δεν φαί­νο­νται σε θέση να υπερ­βούν.

          Προ­κύ­πτει έτσι ένα πο­λι­τι­κό, αλλά και κοι­νω­νι­κό, κενό εκ­προ­σώ­πη­σης ενός εξαι­ρε­τι­κά ση­μα­ντι­κού  μέ­ρους των λαϊ­κών τά­ξε­ων, που έχει απο­στα­σιο­ποι­η­θεί από τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δεν στρέ­φε­ται όμως ούτε προς τον ακραίο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό της ΝΔ, αλλά ούτε και προς τους σχη­μα­τι­σμούς του ελ­λη­νι­κού αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος. Πρό­κει­ται για τον άγνω­στο «χ», που κα­τα­γρά­φε­ται ως ανα­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα των εκλο­γέ­ων, τάση προς την αποχή, ροπή προς το λευκό κλπ. Προ­φα­νώς έναν ορι­σμέ­νο ρόλο θα δια­δρα­μα­τί­σει το στή­σι­μο ενός σκη­νι­κού κά­θε­του δι­πο­λι­κού αντα­γω­νι­σμού με­τα­ξύ του ακραί­ου συ­ντη­ρη­τι­σμού και της κε­ντρο­α­ρι­στε­ρής «άμυ­νας» (αντί­στοι­χα ΝΔ και ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ), το οποίο θα επι­χει­ρεί να συ­γκρα­τή­σει ένα μέρος του εκλο­γι­κού ακρο­α­τη­ρί­ου της ση­με­ρι­νής μνη­μο­νια­κής κυ­βέρ­νη­σης, ωστό­σο αυτό θα έχει σχε­τι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­νες επι­πτώ­σεις. Η στα­θε­ρο­ποί­η­ση αυτών των τά­σε­ων λει­τουρ­γεί προς όφε­λος της δε­ξιάς πα­ρά­τα­ξης, συ­γκρα­τεί σε κά­ποιο επί­πε­δο την εμ­βέ­λεια του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ενώ αφή­νει στά­σι­μες τις επι­δό­σεις των υπο­λοί­πων πο­λι­τι­κών σχη­μα­τι­σμών, αρι­στε­ρών και αστι­κών.

Οι τε­κτο­νι­κές πο­λι­τι­κές με­τα­το­πί­σεις

          Το κρί­σι­μο ερώ­τη­μα που μας τί­θε­ται, στο ισχυ­ρό εν­δε­χό­με­νο πρό­ω­ρης εκλο­γι­κής ανα­μέ­τρη­σης, είναι το πώς αντι­με­τω­πί­ζου­με, ως Αρι­στε­ρά (αντι­μνη­μο­νια­κή, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή κλπ.) την πρό­κλη­ση της κά­λυ­ψης αυτού του κενού, που είναι και ο μόνος τρό­πος για την αλ­λα­γή του κοι­νω­νι­κού συ­σχε­τι­σμού των δυ­νά­με­ων, και δρο­μο­λό­γη­σης δια­φο­ρε­τι­κών δια­δι­κα­σιών στην πο­ρεία εξέ­λι­ξης των πραγ­μά­των. Και πρώτα από όλα χρειά­ζε­ται να απα­ντή­σου­με στο μεί­ζον ζή­τη­μα του γιατί οι αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις πα­ρα­μέ­νουν σε στα­σι­μό­τη­τα, πα­ρό­λο που έχουν επι­συμ­βεί τε­κτο­νι­κές αλ­λα­γές οι­κο­νο­μι­κού και πο­λι­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα τα τε­λευ­ταία χρό­νια. Γιατί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κα­τόρ­θω­σε να κάνει το άλμα από το 4,5% στο 36,5%, σε δύο συ­νε­χό­με­νες εκλο­γι­κές ανα­με­τρή­σεις του 2015, και πα­ρό­λη την υιο­θέ­τη­ση της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής, και οι ίδιες οι δυ­νά­μεις της αρι­στε­ρής του αντι­πο­λί­τευ­σης, δεν κα­τορ­θώ­σα­με να εκ­φρά­σου­με ένα με­γα­λύ­τε­ρο μέρος των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων που ήταν στραμ­μέ­νες εκλο­γι­κά στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ;

          Η με­γά­λη με­τα­στρο­φή που ση­μειώ­θη­κε στην πε­ρί­ο­δο 2010 – 12 στην κοι­νω­νι­κή βάση της ελ­λη­νι­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας προς τα «αρι­στε­ρά» αντι­με­τω­πί­στη­κε εντε­λώς άγονα από τους δύο κομ­μου­νι­στι­κούς φο­ρείς του ΚΚΕ και της Ανταρ­σύα, οι οποί­οι δεν κα­τόρ­θω­σαν να συν­δε­θούν και να εκ­φρά­σουν ένα μέρος του­λά­χι­στον αυτής της πο­λι­τι­κής με­τα­τό­πι­σης. Οι εγ­γε­νείς ανε­πάρ­κειες του ΚΚΕ, η αντι­κα­τά­στα­ση της τα­κτι­κής από την στρα­τη­γι­κή ιδε­ο­λη­ψία, ο αυ­το­ε­γκλω­βι­σμός στην υπο­κει­με­νι­κή κα­θα­ρό­τη­τα, ο απο­μο­νω­τι­σμός ένα­ντι των άλλων αρι­στε­ρών δυ­νά­με­ων, όχι μόνον δεν διεύ­ρυ­ναν την επιρ­ροή του, αλλά την οδή­γη­σαν σε σαφή μεί­ω­ση με­τα­ξύ των εκλο­γι­κών ανα­με­τρή­σε­ων Μαίου και Ιου­νί­ου 2012. Ο επα­να­στα­τι­κός δια­κη­ρυ­κτι­σμός, από την άλλη πλευ­ρά, της Ανταρ­σύα, η απου­σία γεί­ω­σης στις κοι­νω­νι­κές δυ­νά­μεις του λαϊ­κού κι­νή­μα­τος, η έλ­λει­ψη πο­λι­τι­κής συμ­μα­χιών με την υπό­λοι­πη Αρι­στε­ρά, η πρό­τα­ξη του κάρου μπρο­στά από το άλογο (προ­οι­μια­κή απο­χώ­ρη­ση από Ευ­ρω­ζώ­νη και Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και κα­τό­πιν θέση του ζη­τή­μα­τος της κοι­νω­νι­κής αλ­λα­γής), εμπό­δι­σαν και αυτόν τον σχη­μα­τι­σμό να συν­δε­θεί με την τε­κτο­νι­κή με­τα­τό­πι­ση της ιστο­ρι­κής βάσης του ΠΑΣΟΚ.

          Απε­να­ντί­ας ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ έγινε απο­δέ­κτης όλης αυτής της πρω­το­φα­νών δια­στά­σε­ων με­τα­τό­πι­σης, γιατί έθεσε το ζή­τη­μα της αρι­στε­ρής δια­κυ­βέρ­νη­σης, της κα­τάρ­γη­σης των μνη­μο­νί­ων, της ενω­τι­κής συ­μπα­ρά­τα­ξης των αρι­στε­ρών δυ­νά­με­ων. Εντού­τοις αυτή η αλ­μα­τώ­δης πο­λι­τι­κή άνο­δος δεν απο­τέ­λε­σε το εφαλ­τή­ριο σύν­δε­σης με τον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο, δεν τρο­φο­δό­τη­σε την κι­νη­μα­τι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων στην πε­ρί­ο­δο Ιού­νιος 2012 – Ια­νουά­ριος 2015. Απε­να­ντί­ας με την επι­κρά­τη­ση στο εσω­τε­ρι­κό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ των μι­κρο­α­στι­κών δυ­νά­με­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας και του εκ­συγ­χρο­νι­σμού, υιο­θε­τή­θη­κε ο εκλο­γι­κι­σμός και κυ­βερ­νη­τι­σμός, η υπό­κλι­ση στα συμ­φέ­ρο­ντα της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης του ΣΕΒ, κλπ. δια­μορ­φώ­νο­ντας το έδα­φος της με­τέ­πει­τα μνη­μο­νια­κής με­τα­στρο­φής του. Έτσι κα­τα­γρά­φη­κε αντι­κει­με­νι­κά η κοι­νω­νι­κή στρο­φή προς τα «αρι­στε­ρά», η οποία σύ­ντο­μα ηγε­μο­νεύ­τη­κε από τον μι­κρο­α­στι­κό εκ­συγ­χρο­νι­σμό και την υπα­γω­γή στις υπα­γο­ρεύ­σεις του ελ­λη­νι­κού και ευ­ρω­παϊ­κού κε­φα­λαί­ου.

          Σ’ αυτή την τριε­τία (Ιού­νιος 2012 – Ιού­λιος 2015), οι δυ­νά­μεις του αρι­στε­ρού ρι­ζο­σπα­στι­σμού, πέραν της βερ­μπα­λι­στι­κής προ­τα­σε­ο­λο­γί­ας μας, δεν αμ­φι­σβη­τή­σα­με παρά στο τέλος (Αύ­γου­στος 2015) αυτή την πο­ρεία, δεν δια­μορ­φώ­σα­με ρεύμα και κί­νη­μα ερ­γα­τι­κής λαϊ­κής κα­τεύ­θυν­σης, δεν κα­τα­να­λώ­σα­με το ρήγμα που δια­μορ­φώ­νο­νταν στην πο­ρεία των πραγ­μά­των. Μά­λι­στα, αδυ­να­τώ­ντας να ερ­μη­νεύ­σου­με την με­τά­βα­ση από τον λαϊκό ρι­ζο­σπα­στι­σμό στο μι­κρο­α­στι­κό εκ­συγ­χρο­νι­σμό, αντι­λη­φθή­κα­με την με­τα­στρο­φή ως την «προ­δο­τι­κή κω­λο­τού­μπα», ως κε­ραυ­νό εν αι­θρία, τη στιγ­μή που αυτή ήταν η επι­σφρά­γι­ση μιας με­τάλ­λα­ξης που ήδη είχε γίνει. Συ­νε­πώς η ανε­πάρ­κεια που κα­τα­γρά­φη­κε δεν οφεί­λε­ται στην υπο­χω­ρη­τι­κό­τη­τα και στην ανά­θε­ση των λαϊ­κών τά­ξε­ων, αλλά στον ίδιο τον πο­λι­τι­κό υπο­κει­με­νι­σμό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στο σύ­νο­λό του.

Η κά­λυ­ψη του κενού πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης

          Πα­ρό­λα αυτά, στην τε­λευ­ταία διε­τία της δια­κυ­βέρ­νη­σης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ οι μορ­φές συ­γκρό­τη­σης της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς, δεν κα­τορ­θώ­σα­με να αξιο­ποι­ή­σου­με την δυ­σα­ρέ­σκεια και απο­στα­σιο­ποί­η­ση του ανα­δει­κνύ­ο­νταν, δεν πε­τύ­χα­με την ανά­πτυ­ξη μιας λαϊ­κής κι­νη­μα­τι­κής δυ­να­μι­κής, με απο­τέ­λε­σμα σή­με­ρα να δια­μορ­φώ­νε­ται αυτό το πο­λι­τι­κό κενό, που αφορά οπωσ­δή­πο­τε ένα πο­σο­στό γύρω στο 20% του εκλο­γι­κού σώ­μα­τος, που βρί­σκε­ται κυ­ριο­λε­κτι­κά «με­τέ­ω­ρο». Κι’ αυτό γί­νε­ται γιατί οι ως αρι­στε­ροί πο­λι­τι­κοί σχη­μα­τι­σμοί συ­νε­χί­σα­με μια πο­ρεία στους ίδιους δρό­μους, αδυ­να­τώ­ντας να ερ­μη­νεύ­σου­με, να τρο­πο­ποι­ή­σου­με και να προ­ά­γου­με δια­δι­κα­σί­ες κά­λυ­ψης αυτού του πο­λι­τι­κού κενού. Είναι από μια άποψη «ευ­τύ­χη­μα» που η Χ.Α. αντι­προ­σω­πεύ­ει μια πραγ­μα­τι­κή εγκλη­μα­τι­κή συμ­μο­ρία, και σαν τέ­τοια αδυ­να­τεί να ξε­πε­ρά­σει την κα­τα­κτη­μέ­νη της εκ­προ­σώ­πη­ση. Στην πε­ρί­πτω­ση που λει­τουρ­γού­σε μια άκρα δεξιά όπως η γαλ­λι­κή, η γερ­μα­νι­κή, η αυ­στρια­κή κλπ., το κενό αυτό θα κα­λύ­πτο­νταν μα­ζι­κά με όλες τις δυ­σμε­νέ­στα­τες συ­νέ­πειες.

          Ότι συ­νέ­βη με την Αρι­στε­ρά το 2010 -12, όπου αστό­χη­σε να προ­σελ­κύ­σει την αντι­μνη­μο­νια­κή λαϊκή δυ­σα­ρέ­σκεια, και τε­λι­κά αυτή εν­σω­μα­τώ­θη­κε στη προ­ε­δρι­κή πλειο­ψη­φία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που στην  συ­νέ­χεια ξε­κί­νη­σε την πο­ρεία με­τάλ­λα­ξής του, το ίδιο τεί­νει να συμ­βεί και στην τρέ­χου­σα διε­τία 2015 – 16, όπου ενώ ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ αναί­ρε­σε το στοι­χειώ­δες σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό πρό­γραμ­μα της Θεσ­σα­λο­νί­κης, υιο­θέ­τη­σε την απο­δο­χή των δύο πρώ­των μνη­μο­νί­ων και ει­σή­γα­γε ένα τρίτο μνη­μό­νιο, οι αρι­στε­ροί σχη­μα­τι­σμοί (ΚΚΕ, Λαϊκή Ενό­τη­τα, Ανταρ­σύα, Πλεύ­ση Ελευ­θε­ρί­ας) αδυ­να­τού­με να συν­δε­θού­με με το λαϊκό κύμα «απο­στα­σιο­ποί­η­σης» από τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και φυγής προς την αποχή και την γε­νι­κή απο­δο­κι­μα­σία. Μια δεύ­τε­ρη τε­κτο­νι­κή αλ­λα­γή μετά την πρώτη, της με­τα­τό­πι­σης της λαϊ­κής βάσης του ΠΑΣΟΚ προς τα «αρι­στε­ρά», συ­ντε­λεί­ται σή­με­ρα μ’ αυτό το πρω­το­φα­νών δια­στά­σε­ων πο­λι­τι­κό κενό, και η Αρι­στε­ρά δεν μπο­ρεί να το κα­λύ­ψει.

          Έτσι, το ΚΚΕ και η Ανταρ­σύα συ­νε­χί­ζουν την ίδια τα­κτι­κή, όπως και στην προη­γού­με­νη πε­ρί­πτω­ση, πα­ρα­μέ­νο­ντας σε μια ολύ­μπια «επα­να­στα­τι­κή» ατα­ρα­ξία, είτε με­τα­τρέ­πο­ντας την στρα­τη­γι­κή σε τα­κτι­κή (αφε­τη­ρια­κή έξο­δος από την ευ­ρω­παϊ­κή οι­κο­νο­μι­κή και νο­μι­σμα­τι­κή ενο­ποί­η­ση, άμεση δρο­μο­λό­γη­ση μιας επα­να­στα­τι­κής αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής δια­δι­κα­σί­ας), είτε με­τα­θέ­το­ντας οποια­δή­πο­τε αλ­λα­γή του τα­ξι­κού συ­σχε­τι­σμού των δυ­νά­με­ων, οποια­δή­πο­τε με­τα­βα­τι­κή αλ­λα­γή στο ιστο­ρι­κό «υπερ­πέ­ραν» μιας ανεύ­ρε­της λαϊ­κής εξε­γερ­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας. Το ίδιο συμ­βαί­νει και με την Λαϊκή Ενό­τη­τα, πα­ρό­λο μά­λι­στα που είναι ένας σχη­μα­τι­σμός πλη­σιέ­στε­ρος στον λαϊκό κόσμο που έδωσε την εκλο­γι­κή του προ­τί­μη­ση στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Είτε γιατί δίνει το πρω­ταρ­χι­κό βάρος στην εθνι­κή νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή και όχι στην προ­ώ­θη­ση των άμε­σων και ρι­ζι­κών αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κών οι­κο­νο­μι­κών με­τα­σχη­μα­τι­σμών. – Είτε διότι κάνει λόγο για ευ­ρύ­τα­τες κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χί­ες, πα­τριω­τι­κού μά­λι­στα χα­ρα­κτή­ρα, που πε­ρι­λαμ­βά­νουν τις μι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις και κα­τώ­τε­ρα στρώ­μα­τα της ερ­γο­δο­σί­ας, αντί ενός τα­ξι­κού κοι­νω­νι­κού με­τώ­που των «από κάτω». – Είτε γιατί προ­ά­γει τον οι­κο­νο­μι­σμό και την πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση, ανα­μέ­νο­ντας την κοι­νω­νι­κή δι­καιο­σύ­νη ως προ­ϊ­όν της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης της εθνι­κής οι­κο­νο­μί­ας, αντί της προ­τε­ραιό­τη­τας τομών στις αστι­κές πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις, προ­ϋ­πό­θε­ση για την ολό­πλευ­ρη ανά­πτυ­ξη των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων. – Είτε γιατί αυ­το­προσ­διο­ρί­ζε­ται απο­κλει­στι­κά με πο­λι­τι­κούς όρους, χωρίς ορ­γα­νι­κή σχέση με την ερ­γα­τι­κή τάξη της ιδιω­τι­κής οι­κο­νο­μί­ας, αντί της συγ­χώ­νευ­σής της με νευ­ραλ­γι­κά στρώ­μα­τα της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, των ανέρ­γων κλπ.

          Σε δύο πρό­σφα­τες άρα ιστο­ρι­κές πε­ρι­πτώ­σεις (κι­νη­μα­τι­κή ανά­τα­ξη 2010 – 12, μνη­μο­νια­κή με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ 2015 – 16), οι αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις αδυ­να­τού­με να συν­δε­θού­με με τα ευ­ρύ­τε­ρα ερ­γα­τι­κά στρώ­μα­τα, να τρο­φο­δο­τή­σου­με την όποια εφι­κτή κι­νη­μα­τι­κή τους δυ­να­μι­κή, να εκ­φρά­σου­με πο­λι­τι­κά ένα ση­μα­ντι­κό μέρος της ερ­γα­τι­κής λαϊ­κής βάσης, που με­τα­το­πί­στη­κε από το ΠΑΣΟΚ στον μι­κρο­α­στι­κό ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, και από αυτόν στην απο­στα­σιο­ποί­η­ση και την αποχή. Δεν νο­μί­ζου­με ότι χρειά­ζε­ται να υπάρ­ξουν , και ούτε θα εμ­φα­νι­σθούν εύ­κο­λα, νέες ιστο­ρι­κές ευ­και­ρί­ες για να δια­δρα­μα­τί­σει η Αρι­στε­ρά τον ρόλο της. Οι πο­λι­τι­κοί μας σχη­μα­τι­σμοί απο­δεί­χθη­καν ανε­παρ­κείς να το κά­νουν αυτό, κα­τα­λή­γουν να έχουν πολύ πε­ριο­ρι­σμέ­νη αξία χρή­σης, χρειά­ζε­ται συ­νε­πώς η ανά­δει­ξη ενός νέου Κι­νή­μα­τος Λαϊ­κής Χει­ρα­φέ­τη­σης, που να αξιο­ποιεί τις γό­νι­μες επι­μέ­ρους αρι­στε­ρές συμ­βο­λές, αλλά και να υπερ­βαί­νει τε­λε­σί­δι­κα τα αδιέ­ξο­δα που ακυ­ρώ­νουν τις προ­ο­πτι­κές του αρι­στε­ρού λαϊ­κού κι­νή­μα­τος.

          Δεν ανή­κει σ’ εμάς να προσ­διο­ρί­σου­με με λε­πτο­με­ρή τρόπο τους όρους υπό­στα­σης και πα­ρέμ­βα­σης ενός τέ­τοιου Κι­νή­μα­τος. Ήδη σε μια ολό­κλη­ρη αρ­θρο­γρα­φία του προη­γού­με­νου δια­στή­μα­τος υπο­δεί­ξα­με κα­τευ­θύν­σεις και κρι­τι­κές οπτι­κές για κάτι τέ­τοιο. Αυτή η δια­μόρ­φω­ση δεν είναι παρά προ­ϊ­όν μιας συλ­λο­γι­κής, δη­μο­κρα­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας, που πα­ντρεύ­ει ταυ­τό­χρο­να το κοι­νω­νι­κό και το πο­λι­τι­κό, σε μια μαρ­ξι­στι­κή αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή κα­τεύ­θυν­ση. Εκεί­νο που κά­νου­με είναι να δια­πι­στώ­σου­με, να εξη­γή­σου­με, να ερ­μη­νεύ­σου­με την ανε­πάρ­κεια κά­λυ­ψης αυτού του κενού, και την ανά­γκη προ­σφυ­γής σε μια εντε­λώς και­νού­ρια δια­δι­κα­σία πο­λι­τι­κής, θε­ω­ρη­τι­κής και κοι­νω­νι­κής υπο­κει­με­νο­ποί­η­σης.     

Ετικέτες