Οι προσδιοριστικοί παράγοντες που επικαθορίζουν την κυβερνητική πολιτική του σημερινού μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ είναι αφενός η εφαρμογή μιας ανοιχτά νεοφιλελεύθερης πολιτικής που απορρέει από την υλοποίηση των τεσσάρων σωρευτικά μνημονίων (Μαίου 2010, Φεβρουαρίου 2012, Μαίου 2016, Μαίου 2017), και αφετέρου η προσπάθεια ανάδειξης μιας στοιχειακής σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής προς την κατεύθυνση των λαϊκών τάξεων

Η μέχρι σή­με­ρα υπαρ­κτή εμπει­ρία της δια­κυ­βέρ­νη­σής του κα­τα­δει­κνύ­ει ότι εκ­φρά­ζει μια πιστή εφαρ­μο­γή των προ­ταγ­μά­των της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης και της εξυ­πη­ρέ­τη­σης των ευ­ρω­παϊ­κών δα­νεια­κών υπα­γο­ρεύ­σε­ων, ενώ από την άλλη πλευ­ρά ανα­δει­κνύ­ε­ται η αδυ­να­μία υλο­ποί­η­σης της πλέον στοι­χεια­κής φι­λο­λαϊ­κής πο­λι­τι­κής, η οποία το­πο­θε­τεί­ται στα­θε­ρά σε δεύ­τε­ρη μοίρα. Το βάρος και οι επι­τα­γές της πρώ­της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πα­ρα­μέ­τρου είναι τέ­τοιο που σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση ακυ­ρώ­νει την όποια λει­τουρ­γία της δεύ­τε­ρης σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κής πα­ρα­μέ­τρου.

Ιδε­ο­λο­γι­κή από­κρυ­ψη μιας απο­κρου­στι­κής πο­λι­τι­κής

Έτσι, ενώ ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ιστο­ρι­κά απο­τύ­πω­σε μια πλα­τειά εκλο­γι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση των ερ­γα­ζο­μέ­νων, της νε­ο­λαί­ας, των ανέρ­γων, των συ­ντα­ξιού­χων και μι­κρο­α­στι­κών στρω­μά­των, πράγ­μα που τον δια­φο­ρο­ποί­η­σε από την συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη (η οποία και βα­σί­ζε­ται στην ισχυ­ρή κοι­νω­νι­κή συμ­μα­χία αστι­κής τάξης και μι­κρο­με­σαί­ων τά­ξε­ων), εντού­τοις η μι­κρο­α­στι­κή εκ­συγ­χρο­νι­στι­κή του υπό­στα­ση κλί­νει με σα­φή­νεια στην κα­τεύ­θυν­ση υπη­ρέ­τη­σης της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πο­λι­τι­κής, πα­ρα­πέ­μπο­ντας στις ελ­λη­νι­κές κα­λέν­δες την όποια ου­σια­στι­κή με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κή πα­ρέμ­βα­ση (π.χ. απο­κα­τά­στα­ση μι­σθών, κα­τάρ­γη­ση της λαϊ­κής υπερ-φο­ρο­λό­γη­σης, επί­δο­μα ανερ­γί­ας για το σύ­νο­λο των ανέρ­γων, συ­γκρά­τη­ση των συ­ντά­ξε­ων από την συ­νε­χή τους απο­ψί­λω­ση, δια­σφά­λι­ση της λει­τουρ­γί­ας των κοι­νω­φε­λών επι­χει­ρή­σε­ων που ιδιω­τι­κο­ποιού­νται κλπ.). Όλα αυτά άλ­λω­στε αντι­προ­σω­πεύ­ουν μια απτή και ορατή δια γυ­μνού οφθαλ­μού κοι­νω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, που δεν μπο­ρεί να συ­σκο­τι­σθεί από την γε­λοία «επί­κλη­ση του κομ­μου­νι­σμού», τις αντι­δε­ξιές βερ­μπα­λι­στι­κές του κο­ρώ­νες, τα πε­ρισ­σό­τε­ρο από πε­νι­χρά απο­τε­λέ­σμα­τα της πο­λι­τι­κής αντι­με­τώ­πι­σης της αν­θρω­πι­στι­κής κρί­σης και της ερ­γα­σια­κής εξα­θλί­ω­σης.

Κατά συ­νέ­πεια ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, πα­ρό­λα αυτά, είναι εκ των πραγ­μά­των υπο­χρε­ω­μέ­νος, εφό­σον θέλει να συ­γκρα­τή­σει ένα σε­βα­στό του­λά­χι­στον μέρος των εκλο­γι­κών λαϊ­κών του εκ­προ­σω­πή­σε­ων, να εκ­φω­νεί συ­στη­μα­τι­κά μια «σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή επαγ­γε­λία», η οποία υπο­τί­θε­ται ότι θα προ­έλ­θει από την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη, η οποία και αν ακόμη εμ­φα­νι­στεί στον ορί­ζο­ντα, δεν μπο­ρεί παρά να βα­σί­ζε­ται στην ολο­κλη­ρω­τι­κή ερ­γα­σια­κή απορ­ρύθ­μι­ση των μνη­μο­νί­ων. Ενός συ­νό­λου δη­λα­δή εκα­το­ντά­δων εφαρ­μο­στι­κών νόμων και ρυθ­μί­σε­ων, που θα συ­νε­χί­σουν να ισχύ­ουν στο δι­η­νε­κές, εφό­σον η δια­λα­λού­με­νη «έξο­δος» από το μνη­μο­νια­κό κα­θε­στώς ου­δό­λως ση­μαί­νει την ακύ­ρω­ση όλου αυτού του νο­μο­θε­τι­κού αντι­λαϊ­κού πλαι­σί­ου. Έτσι, η όποια ανα­πα­ρα­γω­γή του στο επί­πε­δο των εκλο­γι­κών λαϊ­κών εκ­προ­σω­πή­σε­ων βα­σί­ζε­ται πλέον στην απο­τύ­πω­ση μιας «ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης» για την ικα­νο­ποί­η­ση ερ­γα­τι­κών ανα­γκών ως συ­νέ­πεια της ανά­πτυ­ξης του «υγιούς» επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου. Πι­στεύ­ε­ται έτσι ότι η συ­νε­χής εκ­φο­ρά αυτής της επαγ­γε­λί­ας ως «ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης» θα μπο­ρού­σε να συ­γκρα­τή­σει ένα τμήμα των εκ­προ­σω­πή­σε­ών του, προ­κει­μέ­νου να συ­νε­χί­ζει να δια­δρα­μα­τί­ζει έναν ορι­σμέ­νο ρόλο στο ση­με­ρι­νό δι­πο­λι­κό πο­λι­τι­κό παι­χνί­δι.

Κλα­σι­κό πα­ρά­δειγ­μα, με­τα­ξύ πολ­λών άλλων, της «ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης» που καλ­λιερ­γεί­ται είναι η μυ­θο­λο­γία για την προ­σέλ­κυ­ση των άμε­σων ξένων επεν­δύ­σε­ων στη χώρα. Ωστό­σο ως τέ­τοιες νο­ού­νται, από τα ίδια τα προ­πα­γαν­δι­στι­κά κέ­ντρα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, όχι οι εν­δε­χό­με­νες πα­ρα­γω­γι­κές επεν­δύ­σεις, αλλά οι εξα­γο­ρές δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων από διε­θνείς επι­χει­ρη­μα­τι­κές κοι­νο­πρα­ξί­ες (Fraport στα πε­ρι­φε­ρεια­κά αε­ρο­δρό­μια, Cosco στον ΟΛΘ, σι­δη­ρο­δρο­μι­κό δί­κτυο, ΟΛΘ, ΔΕΣΦΑ κλπ.). Η ψευ­δο­λο­γία έγκει­ται στο γε­γο­νός ότι αυτές οι εισ­ρο­ές κε­φα­λαί­ων γί­νο­νται για την με­τα­βί­βα­ση υπαρ­κτών και ήδη λει­τουρ­γού­ντων δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων : Καμία πρό­σθε­τη προ­στι­θέ­με­νη αξία δεν προ­κύ­πτει, καμία νέα θέση ερ­γα­σί­ας δεν δη­μιουρ­γεί­ται, καμία αύ­ξη­ση των πα­γί­ων επεν­δύ­σε­ων δεν επέρ­χε­ται. Και όμως τα φε­ρέ­φω­να της κυ­βερ­νη­τι­κής πο­λι­τι­κής προ­σπα­θούν να εμ­φυ­τεύ­σουν στις λαϊ­κές συ­νει­δή­σεις την αντί­λη­ψη ότι αυ­ξά­νο­νται οι ξένες άμε­σες επεν­δύ­σεις και έτσι επί­κει­ται η απο­νο­μή κοι­νω­νι­κής δι­καιο­σύ­νης.

Αντί­στοι­χα συμ­βαί­νουν τα πράγ­μα­τα με τις νέες ερ­γα­σια­κές ρυθ­μί­σεις όπου τα μέτρα αντι­με­τώ­πι­σης της αδή­λω­της ερ­γα­σί­ας και της πλη­ρω­μής των ερ­γα­τι­κών δε­δου­λευ­μέ­νων σε ζη­μιο­γό­νες επι­χει­ρή­σεις, όχι μόνον δεν εκ­φρά­ζουν την εφαρ­μο­γή μιας πο­λι­τι­κής προ­στα­σί­ας της ερ­γα­σί­ας, αλλά συ­ντεί­νουν στην «εκ­κα­θά­ρι­ση» των ζη­μιο­γό­νων , λόγω της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης, επι­χει­ρή­σε­ων, δί­νο­ντας χέρι βοη­θεί­ας στα κερ­δο­φό­ρα τμή­μα­τα του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού. Απε­να­ντί­ας άμε­σες ξένες επεν­δύ­σεις πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν σε χώρες της Κε­ντρι­κής Ευ­ρώ­πης (Τσε­χία, Ουγ­γα­ρία, Σλο­βα­κία, Σερ­βία) από δυ­τι­κά επι­χει­ρη­μα­τι­κά κε­φά­λαια στην αυ­το­κι­νη­το­βιο­μη­χα­νία, επι­φέ­ρο­ντας ισχυ­ρή διεύ­ρυν­ση της πα­ρα­γω­γής και με­γά­λη αύ­ξη­ση της απα­σχό­λη­σης, με ταυ­τό­χρο­νη βέ­βαια κα­τα­στο­λή του ερ­γα­τι­κού τε­χνι­κού δυ­να­μι­κού (το οποίο όμως στην τε­λευ­ταία πε­ρί­ο­δο εμ­φα­νί­ζει σαφή δείγ­μα­τα ανά­καμ­ψης της συν­δι­κα­λι­στι­κής και απερ­για­κής δρα­στη­ριό­τη­τας) : Volkswagen, Audi, Fiat Chrysler, Daimler, Skoda, με την πα­ρα­γω­γή εκα­το­ντά­δων χι­λιά­δων οχη­μά­των, προ­ο­ρι­ζό­με­νων για εξα­γω­γή στην Κίνα, στην Δυ­τι­κή Ευ­ρώ­πη, στην Αμε­ρι­κή.

Η φαι­νο­μέ­νη «στα­θε­ρο­ποί­η­ση» του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στην δια­κυ­βέρ­νη­σή της χώρας, πέραν της κα­τα­φα­νούς διευ­κό­λυν­σης που του γί­νε­ται από το αστι­κό κα­τε­στη­μέ­νο για προ­φα­νείς λό­γους (δια­τή­ρη­ση μιας φυ­σιο­γνω­μί­ας της ΝΔ σε επί­πε­δο που εγ­γί­ζει τα όρια της πο­λι­τι­κής ηλι­θιό­τη­τας και συ­νε­πώς ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας), πα­ρα­μέ­νει στη­ριγ­μέ­νη σε «πή­λι­να πόδια», με την έν­νοια ότι στε­ρεί­ται υλι­κών ενερ­γών συ­ναι­νέ­σε­ων από την με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα των «από κάτω». Άλλο αν η συσ­σω­ρευό­με­νη λαϊκή δυ­σα­να­σχέ­τη­ση και οργή δεν έχει βρει εξ αντι­κει­μέ­νου πρό­σφο­ρους όρους κι­νη­μα­τι­κής της έκ­φρα­σης.  Άλ­λω­στε τα πα­ρα­δείγ­μα­τα της κα­τα­βα­ρά­θρω­σης των σο­σια­λι­στι­κών ευ­ρω­παϊ­κών κομ­μά­των όπως το ΠΑΣΟΚ και το Γαλ­λι­κό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, που επι­κα­λού­νταν τον λαϊκό με­ταρ­ρυθ­μι­σμό και εφάρ­μο­σαν τον πιο στυ­γνό νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό είναι ακόμη νωπά.

Πα­ρό­λο το γε­γο­νός ότι η υπο­τι­θέ­με­νη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή πο­λι­τι­κή κι­νεί­ται σε τρι­τεύ­ου­σας ση­μα­σί­ας ζη­τή­μα­τα, πα­ρό­λο που αδυ­να­τεί να θίξει τις καί­ριες δια­στά­σεις της αμοι­βής, της φο­ρο­λό­γη­σης και της συ­ντα­ξιο­δό­τη­σης των μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων που έχουν πλη­γεί, πα­ρό­λο που κι­νεί­ται εντός ενός πλαι­σί­ου μι­κρο­α­στι­κού εκ­συγ­χρο­νι­σμού, παρ’ όλα αυτά, δεν ση­μαί­νει ότι αυτό το γε­γο­νός μπο­ρεί από μόνο του να επι­φέ­ρει την κα­τα­κό­ρυ­φη απο­μεί­ω­ση της επιρ­ρο­ής του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, όπως συ­νέ­βη με το ΠΑΣΟΚ και το Γαλ­λι­κό ΣΚ. Για να συμ­βεί αυτό χρειά­ζε­ται η δια­με­σο­λά­βη­ση μιας ενερ­γού λαϊ­κής κι­νη­μα­τι­κής πα­ρέμ­βα­σης που μόνον αυτή μπο­ρεί να ωθή­σει τις λαϊ­κές συ­νει­δή­σεις προς την υιο­θέ­τη­ση εναλ­λα­κτι­κών πο­λι­τι­κών διε­ξό­δων και στρα­τη­γι­κών. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ γι­γα­ντώ­θη­κε πρω­τί­στως στις εκλο­γές του Μαίου – Ιου­νί­ου 2012, ως απο­τέ­λε­σμα του πα­νερ­γα­τι­κού απερ­για­κού κι­νή­μα­τος του 2010 – 12, όπως και του κι­νή­μα­τος της Πλα­τεί­ας Συ­ντάγ­μα­τος, που έκα­ναν την πλά­στιγ­γα των λαϊ­κών εκλο­γι­κών προ­τι­μή­σε­ων να γύρει προς τα αρι­στε­ρά.

Οι πα­ρά­γο­ντες της λαϊ­κής αδρα­νο­ποί­η­σης

Χωρίς την δια­με­σο­λά­βη­ση μιας αντί­στοι­χης κί­νη­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων λαϊ­κών στρω­μά­των, η «ψευ­δής συ­νεί­δη­ση» θα συ­νε­χί­ζει να πα­ρά­γει ορι­σμέ­να απο­τε­λέ­σμα­τα προς όφε­λος του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, και θα συ­νε­χί­σει να επι­φέ­ρει την πα­ρα­φθο­ρά του, χωρίς όμως αυτό να εξαρ­γυ­ρώ­νε­ται με την στρο­φή σε μια ρι­ζο­σπα­στι­κή αρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή. Οι πο­λι­τι­κές αλ­λα­γές δεν είναι απλά ζή­τη­μα γνώ­σης, κρι­τι­κής, επί­γνω­σης της φύσης της «ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης» που καλ­λιερ­γεί­ται, αλλά πέραν αυτής της ανα­γκαί­ας διά­στα­σης είναι ζή­τη­μα τα­ξι­κών συ­σχε­τι­σμών, κί­νη­σης των υπο­τε­λών τά­ξε­ων, απερ­για­κής κι­νη­το­ποί­η­σης, κοι­νω­νι­κής συν­δι­κα­λι­στι­κής υπό­στα­σης κλπ.

          Βέ­βαια  η αλή­θεια είναι ότι το λαϊκό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα δεν κα­τόρ­θω­σε να ορ­θώ­σει καμία αξιό­λο­γη αντι­πα­ρά­θε­ση απέ­να­ντι στα δύο μνη­μό­νια που υιο­θέ­τη­σε η κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, σχε­δόν δεν έδωσε ούτε καν τη μάχη για την «τιμή των όπλων». Αυτό ου­δό­λως ση­μαί­νει ότι ο ερ­γα­ζό­με­νος κό­σμος εξέ­φρα­σε την «συ­ναί­νε­σή» του στην μνη­μο­νια­κή κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Απε­να­ντί­ας οι αι­τί­ες που έχουν προ­κα­λέ­σει αυτή την μέχρι σή­με­ρα αδρα­νο­ποί­η­ση ανά­γο­νται, με­τα­ξύ των άλλων,  στους ακό­λου­θους πα­ρά­γο­ντες :

          α) Στο γε­γο­νός ακρι­βώς ότι η ανά­δει­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στην δια­κυ­βέρ­νη­ση με ένα αντι­μνη­μο­νια­κό πρό­γραμ­μα και η απο­ποί­η­ση αυτού του προ­γράμ­μα­τος, και μά­λι­στα με την ψή­φι­ση και δύο νέων μνη­μο­νί­ων, έχει προ­κα­λέ­σει μια δίχως προη­γού­με­νο σύγ­χυ­ση, απο­γο­ή­τευ­ση και πα­ραί­τη­ση στον ερ­γα­τι­κό κόσμο που είχε επεν­δύ­σει τις πο­λι­τι­κές του προσ­δο­κί­ες σ’ αυτόν. Μια τέ­τοιων δια­στά­σε­ων με­τα­στρο­φή απο­τέ­λε­σε μια ισχυ­ρό­τα­τη γρο­θιά στο στο­μά­χι που έκοψε την κι­νη­μα­τι­κή ανάσα των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων. Η αντί­λη­ψη του «όλοι ίδιοι είναι» (και είναι πραγ­μα­τι­κά για ολό­κλη­ρο το αστι­κό μνη­μο­νια­κό τόξο), λει­τουρ­γεί ακόμη και σή­με­ρα πα­ρα­λυ­τι­κά για τον κόσμο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας.

          β) Η επι­μο­νή της ανερ­γί­ας σε επί­πε­δα τρι­πλά­σια σε σχέση με εκεί­να που ήταν στην αρχή της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης, συ­νε­χί­ζει να επι­δρά κα­τα­λυ­τι­κά τόσο στην κα­τα­στρο­φή της ζω­ντα­νής ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης, όσο και στον ενερ­γό ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο, συ­ντεί­νο­ντας στην πα­ντε­λή σχε­δόν απο­ψί­λω­ση των μορ­φών ερ­γα­τι­κής συλ­λο­γι­κό­τη­τας στον ιδιω­τι­κό τομέα της οι­κο­νο­μί­ας. Μπο­ρεί βέ­βαια στον δη­μό­σιο τομέα να λει­τουρ­γούν φορ­μα­λι­στι­κά μορ­φές συν­δι­κα­λι­στι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης, ωστό­σο αυτές βρί­σκο­νται σχε­δόν σε κα­τά­στα­ση «χει­με­ρί­ας νάρ­κης», μια και συ­νε­χί­ζουν να κυ­ριαρ­χούν οι δυ­νά­μεις του ερ­γο­δο­τι­κού και συ­ναι­νε­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού.

          γ) Τέλος η πλή­ρης πα­ρα­φθο­ρά των δια­δι­κα­σιών και λει­τουρ­γιών του θε­σμι­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος, που η αντι­προ­σω­πευ­τι­κό­τη­τά του έχει πέσει στο ναδίρ, ενώ ο υπο­νο­μευ­τι­κός ρόλος των συν­δι­κα­λι­στι­κών γρα­φειο­κρα­τιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, ανα­πα­ρά­γει συ­στη­μα­τι­κά την ανα­ξιο­πι­στία και αφε­ρεγ­γυό­τη­τα των θε­σμών του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος. Έτσι, ακόμη και στις πε­ρι­πτώ­σεις που φαί­νε­ται να γί­νε­ται δυ­να­τή η επα­νεμ­φά­νι­ση του κι­νή­μα­τος των ερ­γα­ζο­μέ­νων στο προ­σκή­νιο, επι­χει­ρεί­ται με κάθε τρόπο η κα­τα­στο­λή και χει­ρα­γώ­γη­ση.

          Πρό­κει­ται για πα­ρά­γο­ντες που ασκούν μια βαριά επί­δρα­ση στην κα­τά­στα­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης, που εντεί­νε­ται μά­λι­στα ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο με τα εκτε­τα­μέ­να φαι­νό­με­να πο­λυ­διά­σπα­σης του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού σε πα­ντοει­δή ερ­γα­σια­κά κα­θε­στώ­τα, που και αυτά δυ­σχε­ραί­νουν την υπο­κει­με­νι­κή της ενο­ποί­η­ση. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση το να θε­ω­ρεί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ότι «ο κό­σμος δεν είναι στους δρό­μους», και άρα απο­δέ­χε­ται την κυ­βερ­νη­τι­κή του πο­λι­τι­κή, αυτό το λι­γό­τε­ρο απο­τε­λεί μια δίχως προη­γού­με­νο πρό­κλη­ση : Πώς να δια­σφα­λί­σεις έτσι απλά την ερ­γα­τι­κή κι­νη­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση, όταν ο ερ­γα­ζό­με­νος κό­σμος έχει γο­να­τί­σει κυ­ριο­λε­κτι­κά από τα συ­νε­χή μνη­μο­νια­κά πλήγ­μα­τα (τα οποία ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δια­τη­ρεί πιστά σε εφαρ­μο­γή), και είναι δε­μέ­νος χει­ρο­πό­δα­ρα από την μα­ζι­κή ανερ­γία ;

          Μπο­ρεί το σύ­νο­λο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας να έχει υπο­στεί, και να συ­νε­χί­ζει να υφί­στα­ται τα πλήγ­μα­τα των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, εντού­τοις και εξ αι­τί­ας αυτού του λόγου, έχει εντα­θεί η πο­λυ­διά­σπα­ση των ερ­γα­σια­κών κα­θε­στώ­των, και έχουν οξυν­θεί οι δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις στο ίδιο το εσω­τε­ρι­κό της ερ­γα­τι­κής τάξης. Μ’ αυτή την έν­νοια οι πα­νελ­λα­δι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις που είχαν κα­τα­γρα­φεί στην διε­τία 2010 – 12, έχουν σα­φέ­στα­τα υπο­χω­ρή­σει, πράγ­μα που κα­τα­δει­κνύ­ει και η κι­νη­μα­τι­κή εμπει­ρία της πε­ριό­δου 2015 – 17. Απε­να­ντί­ας επι­μέ­ρους απερ­για­κές δρά­σεις έχουν ανα­δει­χθεί σε επι­μέ­ρους κλά­δους (π.χ. συμ­βα­σιού­χοι υπάλ­λη­λοι κα­θα­ριό­τη­τας στους δή­μους, ερ­γα­ζό­με­νο προ­σω­πι­κό σε αλυ­σί­δες σού­περ μάρ­κετ, ερ­γα­ζό­με­νοι στα ντε­λί­βε­ρι, νο­σο­κο­μεια­κές μο­νά­δες κλπ.) Έτσι είναι ανα­γκαία η διε­ρεύ­νη­ση για την  επι­σή­μαν­ση των το­μέ­ων εκεί­νων των ερ­γα­ζο­μέ­νων που εν δυ­νά­μει μπο­ρούν να τε­θούν σε κι­νη­μα­τι­κή τρο­χιά, σε σχέση με άλ­λους το­μείς που είναι δυ­σχε­ρέ­στε­ρη η ερ­γα­τι­κή κι­νη­τι­κό­τη­τα.

Δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις στο εσω­τε­ρι­κό της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας

          1)Στο επί­πε­δο των ανέρ­γων που αντι­προ­σω­πεύ­ουν ένα ση­μα­ντι­κό μέρος της ερ­γα­τι­κής τάξης, επι­κρα­τούν φαι­νό­με­να δια­λυ­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα, που προ­κα­λεί η εξώ­θη­ση εκτός του πε­δί­ου της πα­ρα­γω­γι­κής ερ­γα­σί­ας, απου­σί­ας δι­κτύ­ων συλ­λο­γι­κό­τη­τας και κυ­ρί­ως αδυ­να­μί­ας επη­ρε­α­σμού των εξε­λί­ξε­ων, εφό­σον οποια­δή­πο­τε απερ­γία του κό­σμου της ανερ­γί­ας δεν μπο­ρεί να έχει άμε­σες πα­ρα­γω­γι­κές συ­νέ­πειες. Μά­λι­στα η απου­σία επι­δο­μά­των ανερ­γί­ας για την με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα, εντεί­νει ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο τις κα­τα­στρε­πτι­κές συ­νέ­πειες της ανερ­γί­ας.

          2)Στον χώρο των υπαλ­λή­λων των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών και των επι­χει­ρή­σε­ων και ορ­γα­νι­σμών που το κα­θε­στώς τους γειτ­νιά­ζει με αυτό του δη­μο­σί­ου, ενώ έχουν υπάρ­ξει συ­νέ­πειες από την εφαρ­μο­γή των μνη­μο­νί­ων (κυ­ρί­ως μι­σθο­λο­γι­κές πε­ρι­κο­πές), και ενώ είναι γε­νι­κά δια­σφα­λι­σμέ­νη η προ­στα­τευό­με­νη απα­σχό­λη­ση λόγω του κα­θε­στώ­τος της μο­νι­μό­τη­τας, εντού­τοις και για αυτόν ακρι­βώς το λόγο (εξα­σφά­λι­ση της ερ­γα­σί­ας ένα­ντι της αβε­βαιό­τη­τας του ιδιω­τι­κού τομέα), πα­ρα­τη­ρεί­ται μια έντο­νη αδρα­νο­ποί­η­ση.

          3)Στο πεδίο της νε­ο­λαί­ας, και ενώ η με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα μα­στί­ζε­ται από την ανερ­γία, την ετε­ρο­α­πα­σχό­λη­ση και την υπο­α­πα­σχό­λη­ση, λει­τουρ­γεί εκ των πραγ­μά­των η με­τα­να­στευ­τι­κή τους δια­φυ­γή προς τις ανα­πτυγ­μέ­νες κα­πι­τα­λι­στι­κές οι­κο­νο­μί­ες της Δυ­τι­κής Ευ­ρώ­πης, με απο­τέ­λε­σμα να εκτο­νώ­νε­ται η κοι­νω­νι­κή πίεση. Η συ­στη­μα­τι­κή με­τα­νά­στευ­ση σ’ αυτή την πε­ρί­πτω­ση λει­τουρ­γεί κυ­ριο­λε­κτι­κά ως «αμορ­τι­σέρ» που αμ­βλύ­νει τα μέ­γι­στα τους κοι­νω­νι­κούς κρα­δα­σμούς, και μ’ αυτή την έν­νοια τα ση­μα­ντι­κά στρώ­μα­τα της νε­ο­λαί­ας βρί­σκο­νται αντι­κει­με­νι­κά εκτός του πε­δί­ου των τα­ξι­κών αντα­γω­νι­σμών.

          4)Ο συ­ντα­ξιου­χι­κός κό­σμος δια­τρέ­χε­ται από μια αντι­φα­τι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα : Από τη μια πλευ­ρά κα­τα­γρά­φο­νται κι­νη­το­ποι­ή­σεις που δια­σφα­λί­ζουν μια σχε­τι­κή μα­ζι­κό­τη­τα, μια και οι συ­ντά­ξεις έχουν τεθεί στο μό­νι­μο στό­χα­στρο της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πο­λι­τι­κής, ενώ από την άλλη πλευ­ρά η ερ­γα­σια­κή εξου­θέ­νω­ση από μία μακρά επαγ­γελ­μα­τι­κή δια­δρο­μή, και η ηλι­κια­κή ωρί­μαν­ση λει­τουρ­γούν ανα­σταλ­τι­κά για την δυ­να­τό­τη­τα κι­νη­το­ποί­η­σής τους. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, ένα μέρος του­λά­χι­στον των συ­ντα­ξιού­χων που έχουν εξα­νε­μι­στεί οι συ­ντά­ξεις τους, αντι­προ­σω­πεύ­ουν ένα κοι­νω­νι­κό στρώ­μα σχε­τι­κής δυ­νη­τι­κής κι­νη­το­ποί­η­σης.

          5)Ο κό­σμος της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας που απα­σχο­λεί­ται σε με­γά­λες επι­χει­ρή­σεις οι οποί­ες έχουν επα­νέλ­θει στην πλειο­νό­τη­τά τους σε κερ­δο­φό­ρα τρο­χιά, και έχουν μια σχε­τι­κή ερ­γα­σια­κή στα­θε­ρό­τη­τα, αμοι­βές που πλη­σιά­ζουν σε έναν βαθμό αυτές των προη­γού­με­νων συλ­λο­γι­κών συμ­βά­σε­ων, και δια­πι­στώ­νουν ότι τα ερ­γο­στά­σια και εται­ρί­ες που απα­σχο­λού­νται κα­τα­γρά­φουν μια μικρή ανα­πτυ­ξια­κή τρο­χιά, δύ­σκο­λα το­πο­θε­τού­νται κατ’ αρχήν σε ένα κι­νη­μα­τι­κό πεδίο, καθώς βλέ­πουν την γε­νι­κή απορ­ρύθ­μι­ση που κυ­ριαρ­χεί στην κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­ρα­γω­γή.

          6)Ωστό­σο η με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης που βρί­σκε­ται αιχ­μά­λω­τη της ανα­σφά­λειας, της εντα­τι­κο­ποί­η­σης, των ατε­λεί­ω­των ωρα­ρί­ων ερ­γα­σί­ας, και του κα­τώ­τα­του απο­ψι­λω­μέ­νου μι­σθού, στη βιο­μη­χα­νία, στο εμπό­ριο, στον του­ρι­σμό, στις υπη­ρε­σί­ες, στην απα­σχό­λη­ση ορι­σμέ­νου χρό­νου ιδιω­τι­κού δι­καί­ου στις δη­μό­σιες υπη­ρε­σί­ες, τόσο σε με­γά­λες όσο και σε μι­κρο­με­σαί­ες επι­χει­ρή­σεις, απο­τε­λεί την δυ­νη­τι­κή αιχμή του δό­ρα­τος για την ώριμη πλέον σή­με­ρα ανά­δει­ξή της στον ρόλο της ατμο­μη­χα­νής για την ανα­σύν­θε­ση του ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος.

          Αυτός ο ερ­γα­τι­κός κό­σμος (της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής με υπο­βαθ­μι­σμέ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά όσο και της πλειο­νό­τη­τας των συ­ντα­ξιού­χων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας), είναι σε θέση πλέον στην τρέ­χου­σα συ­γκυ­ρία, να τεθεί σε κλα­δι­κές ή επι­χει­ρη­σια­κές μορ­φές συλ­λο­γι­κό­τη­τας και κι­νη­μα­τι­κό­τη­τας. Αυτός μπο­ρεί να πυ­ρο­δο­τή­σει και την κί­νη­ση των υπο­λοί­πων κα­τη­γο­ριών της ερ­γα­τι­κής τάξης (δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων, ανέρ­γων, νε­ο­λαί­ας κλπ.), προ­κει­μέ­νου να φτά­σει εκ νέου το ερ­γα­τι­κό συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα σε νέες μορ­φές πα­νερ­γα­τι­κής κι­νη­το­ποί­η­σης, που μπο­ρούν να έχουν συ­νο­λι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα και να απο­δο­μή­σουν την «ψευδή πο­λι­τι­κή συ­νεί­δη­ση» που καλ­λιερ­γεί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και το σύ­νο­λο των αστι­κών δυ­νά­με­ων.

Πο­λι­τι­κός ρι­ζο­σπα­στι­σμός και κοι­νω­νι­κή κι­νη­τι­κό­τη­τα

          Η απο­δό­μη­ση της «ψευ­δούς συ­νεί­δη­σης» δεν μπο­ρεί να γίνει παρά με την δια­με­σο­λά­βη­ση της κι­νη­το­ποί­η­σης αυτών των ερ­γα­τι­κών στρω­μά­των. Οι σχη­μα­τι­σμοί της Αρι­στε­ράς δεν μπο­ρούν να ανα­μέ­νουν την λαϊκή με­τα­στρο­φή μόνον με την εκ­φώ­νη­ση του πο­λι­τι­κού τους λόγου, αλλά εξ αι­τί­ας και των έκτα­κτων κοι­νω­νι­κών συν­θη­κών στις οποί­ες βρί­σκε­ται η ερ­γα­τι­κή τάξη, έχουν ως κο­ρυ­φαίο και κα­θο­ρι­στι­κό ρόλο την λει­τουρ­γία τους ως πο­λι­τι­κών ορ­γα­νω­τών αυτής της ανά­καμ­ψης του ερ­γα­τι­κού λαϊ­κού κι­νή­μα­τος. Δια­φο­ρε­τι­κά θα συ­νε­χί­σουν να πα­ρα­μέ­νουν στην κα­θη­λω­μέ­νη ιστο­ρι­κή τους επιρ­ροή, αδυ­να­τώ­ντας να δια­δρα­μα­τί­σουν πρω­τεύ­ο­ντα πο­λι­τι­κό ρόλο.

          Ο ανα­γκαί­ος βη­μα­τι­σμός πε­ρι­λαμ­βά­νει με­θο­δο­λο­γι­κά :

          Α) Την συλ­λο­γι­κή υπο­κει­με­νο­ποί­η­ση των στρω­μά­των που δυ­νη­τι­κά μπο­ρούν να μπουν σε τρο­χιά κί­νη­σης, στη βάση των ζω­τι­κών, άμε­σων και υλι­κών, κοι­νω­νι­κών τους ανα­γκών, μα­κράν οποιασ­δή­πο­τε λο­γι­κής ακτι­βι­σμού, οι οποί­ες έχουν πλη­γεί από την πο­λύ­χρο­νη εφαρ­μο­γή των μνη­μο­νί­ων, και που αφο­ρούν την απο­κα­τά­στα­ση των μι­σθών και των συ­ντά­ξε­ων, την αντι­με­τώ­πι­ση της ερ­γο­δο­τι­κής απο­λυ­ταρ­χί­ας, την κα­το­χύ­ρω­ση των συν­δι­κα­λι­στι­κών ελευ­θε­ριών στο επι­χει­ρη­σια­κό επί­πε­δο, την απο­τί­να­ξη της δίχως προη­γού­με­νο φο­ρο­λο­γι­κής επι­βά­ρυν­σης, της απαί­τη­σης λει­τουρ­γί­ας του κρά­τους πρό­νοιας κλπ. Ο ρόλος της Αρι­στε­ράς είναι πρω­τί­στως υπο­στη­ρι­κτι­κός αυτής της ερ­γα­τι­κής ανά­τα­ξης : Μόνον αυτή μπο­ρεί σε μια ορι­σμέ­νη κι­νη­μα­τι­κή πο­ρεία να επα­να­τρο­φο­δο­τή­σει τις λαϊ­κές της εκ­προ­σω­πή­σεις σε ένα ευ­ρύ­τε­ρο επί­πε­δο.

          Β) Μια τέ­τοια κί­νη­ση των λαϊ­κών τά­ξε­ων, που ξε­περ­νά την πο­λυ­μορ­φία και την πο­λυ­διά­σπα­ση, εντο­πί­ζο­ντας τις δυ­νη­τι­κές ενο­ποι­η­τι­κές διεκ­δι­κή­σεις, εκ των πραγ­μά­των απο­λή­γει σε μια αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή με­τα­βα­τι­κή πο­λι­τι­κή, που θέτει στο στό­χα­στρό της το κερ­δο­φό­ρο επι­χει­ρη­μα­τι­κό κε­φά­λαιο και την κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και όλου του αστι­κού μνη­μο­νια­κού τόξου που την υπη­ρε­τεί. Γιατί η εξα­θλί­ω­ση που επι­κρα­τεί δεν είναι παρά απο­τέ­λε­σμα της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης και των αστι­κών πο­λι­τι­κών ( = μνη­μό­νια) υπέρ­βα­σής της προς όφε­λος του κε­φα­λαί­ου και σε βάρος της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, και πα­ράλ­λη­λα της με­τα­κύ­λι­σης του κό­στους εξυ­πη­ρέ­τη­σης του χρέ­ους της αστι­κής τάξης στους ώμους των ερ­γα­ζο­μέ­νων, οι οποί­οι κα­νέ­να δη­μό­σιο δά­νειο δεν έχουν συ­νά­ψει.

          Γ) Έτσι λει­τουρ­γώ­ντας η κοι­νω­νι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση έρ­χε­ται δευ­τε­ρο­γε­νώς σε αντι­πα­ρά­θε­ση (πέραν της ελ­λη­νι­κής αστι­κής τάξης και των κομ­μά­των που την υπη­ρε­τούν), με τις ρυθ­μί­σεις, επι­βο­λές και υπα­γο­ρεύ­σεις των ευ­ρω­παϊ­κών θε­σμι­κών οι­κο­νο­μι­κών κέ­ντρων, με στόχο την ου­σια­στι­κή απο­μεί­ω­ση του δη­μό­σιου χρέ­ους και την υπο­χρέ­ω­ση απο­πλη­ρω­μής του υπο­λοί­που από τους έλ­λη­νες επι­χει­ρη­μα­τί­ες που έχουν ευ­θέ­ως ωφε­λη­θεί (χα­μη­λή φο­ρο­λό­γη­ση, φο­ρο­α­παλ­λα­γές, ει­σφο­ρο­δια­φυ­γή κλπ.). Οποια­δή­πο­τε σύ­γκρου­ση, απο­χώ­ρη­ση ή ανα­τρο­πή της ευ­ρω­παϊ­κής ολο­κλή­ρω­σης δεν μπο­ρεί παρά να είναι το απο­τέ­λε­σμα αυτής της κί­νη­σης των πραγ­μά­των και όχι η αφε­τη­ρια­κή της προ­ϋ­πό­θε­ση.

          Δ) Το κυ­ρί­αρ­χο ζή­τη­μα που τί­θε­ται είναι θέμα της ίδιας της λει­τουρ­γί­ας και της δυ­να­τό­τη­τας ανα­πα­ρα­γω­γής των αστι­κών σχέ­σε­ων πα­ρα­γω­γής : Αυτές μπή­καν σε δο­κι­μα­σία με την κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης, και δεν ήταν η «υπα­νά­πτυ­ξη» και η «εξάρ­τη­ση» της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας από τους «ξέ­νους» οι­κο­νο­μι­κούς επι­κυ­ρί­αρ­χους. Συ­νε­πώς η ανά­πτυ­ξη της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας προ­ϋ­πο­θέ­τει την υλο­ποί­η­ση θε­με­λιω­δών τομών σο­σια­λι­στι­κής κα­τεύ­θυν­σης στις κα­πι­τα­λι­στι­κές πα­ρα­γω­γι­κές σχέ­σεις. Χωρίς αυτές ο λόγος περί της «εθνι­κής ανά­πτυ­ξης» με φι­λο­λαϊ­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά και δι­καιο­σύ­νη δεν είναι παρά μυ­θο­λο­γί­ες προ­ο­ρι­σμέ­νες να νο­μι­μο­ποι­ή­σουν αυτή ταύτη την ανά­πτυ­ξη της ελ­λη­νι­κής κε­φα­λαιο­κρα­τί­ας, πάνω στο έδα­φος των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών.

Ετικέτες