Οι Αφροαμερικανοί στις ΗΠΑ του ρατσισμού και των εξεγέρσεων

Όταν στις 4 Ιουλίου 1777, οι άποικοι αντιπρόσωποι της ιδρυτικής Συνέλευσης του Βερμόντ, θεμελίωναν τη νεοσύστατη και επαναστατημένη ενάντια στους Βρετανούς πολιτεία τους και ταυτόχρονα καταργούσαν τη δουλεία, για τους έγχρωμους άνδρες 21 ετών και άνω και τις έγχρωμες γυναίκες, 18 ετών και άνω, εφόσον δεν είχαν προσωπικά χρέη και οφειλές προς τους αφέντες τους, δύσκολα θα φαντάζονταν, διακόσια και σαράντα τρία χρόνια μετά, πώς έχουν εξελιχθεί τα πολιτικά πράγματα στις ΗΠΑ, κάτω από τη βαριά σκιά της δολοφονίας του αφροαμερικανού Τζωρτζ Φλόιντ. 

Μέσα σε αυτά τα διακόσια και σαράντα τρία χρόνια, οι μαύροι σκλάβοι πέρασαν από τη δουλεία στην ανάπηρη ελευθερία. Διά πυρός και σιδήρου. Το ζήτημα του ρατσισμού και της κρατικής και όχι απλά αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ δεν είναι ένα ακόμη φυλετικό ζήτημα – είναι ένα βαθιά ταξικό και αιματηρό πρόβλημα, που το γέννησε η φεουδαρχία των αποικιών και το όξυνε ο καπιταλισμός της βιομηχανίας, του πολέμου και του εμπορίου.

Πάνω στις πληγιασμένες και βασανισμένες πλάτες των Αφροαμερικανών στηρίχθηκε το «αμερικανικό οικονομικό θαύμα» - από τις φυτείες ρυζιού, καπνού και βαμβακιού έως τη βιομηχανική παραγωγή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, από τα πρώτα εργοστάσια και τα ορυχεία της Πενσυλβάνια έως τα κοπάδια αγελάδων που διέσχιζαν την… Άγρια Δύση – παρά τους χολιγουντιανούς μύθους, οι πραγματικοί καουμπόυδες ήταν, κατά πλειοψηφία, είτε μαύροι είτε μεξικανοί γελαδάρηδες σε μουλάρια και ψωραλέα άλογα-λευκοί τύπου Τζων Γουέιν, δεν ασχολούνταν με τέτοιες… παρακατιανές δουλειές.

Τα παραπάνω δεν είναι σχήμα λόγου ή «εύπεπτης» επικαιρότητας που χαϊδεύει εξεγερμένα αυτιά – από τους Πατέρες του Έθνους, μόνο ο δικηγόρος και γεωργός, Τζων Άνταμς δεν ήταν δουλοκτήτης. Η επανάσταση των μαύρων σκλάβων στην Αϊτή, που κατανίκησε πρώτα τα βρετανικά και κατόπιν τα γαλλικά στρατεύματα, με τη Μασσαλιώτιδα στα χείλη των εξεγερμένων, είχε θορυβήσει τόσο τους αμερικανούς πρόεδρους, ώστε ο μεν Τζέιμς Μάντισον εξολόθρευσε με τη δύναμη του ομοσπονδιακού στρατού, την ανοργάνωτη ανταρσία των σκλάβων στην Νέα Ορλεάνη, το 1811, ο δε, Τζέιμς Μονρόε, για να «αποφορτίσει» την ατμόσφαιρα, έστειλε τους απελευθερωμένους σκλάβους του Βερμόντ και της Πενσυλβάνια, στα 1820, πίσω στην Αφρική, για να ιδρυθεί το κράτος της Λιβερίας (Liberty), με πρωτεύουσα, τηΜονρόβια (από το όνομα του αμερικανού προέδρου).

Ο καπιταλισμός, ειδικά ο βρετανικός, βασίστηκε πρώτα στο τριγωνικό εμπόριο με επίκεντρο τους αφρικανούς δούλους διαμέσου του Ατλαντικού Περάσματος και εν συνεχεία, στους εκατοντάδες χιλιάδες τόνους βαμβακιού, τους οποίους  εξήγαγε ο δουλοκτητικός, αμερικανικός Νότος, στα κλωστοϋφαντουργεία του Μάντσεστερ, που κατόπιν γινόντουσαν υφάσματα για την αποικιοκρατούμενη Ινδία. Τα άγρια βασανιστήρια, οι κακουχίες, οι ξυλοδαρμοί  και η συστηματική πείνα είχαν ωθήσει τους σκλάβους σε αλλεπάλληλες εξεγέρσεις και ανταρσίες, που καταπνίγονταν στο αίμα, τους τυφεκισμούς και τους αποκεφαλισμούς των πρωτεργατών, από τη Βιρτζίνια του 1705 έως τη Νότια Καρολίνα του 1831. Οι βιασμοί των σκλάβων γυναικών θεωρούνταν τελετές μύησης των λευκών αριστοκρατών στη διπλή υπεροχή (του λευκού και του άνδρα) και χυδαίο μάθημα συνετισμού των απείθαρχων δούλων, στον εξευτελισμό και την ταπείνωση.

Η εξάπλωση των ΗΠΑ στη Δύση με την ταυτόχρονη άνοδο του βιοτικού επιπέδου στον Βορρά, την ανάπτυξη της βιομηχανίας και του εμπορίου, τη μισθωτή εργασία και τη σταδιακή καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, τη διάδοση των ριζοσπαστικών και φιλελεύθερων ιδεών ενάντια στη δουλεία συνδυάζονταν με τον δικομματικό διχασμό πρώτα ανάμεσα στους δουλοκτήτες Δημοκρατικούς και τους «ανεκτικούς» Ουίγους και κατόπιν με το σχίσμα ανάμεσα στους πρώτους και τους Ρεπουμπλικάνους που οδήγησε στον Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865).

Η Χάριετ Τάμπμαν, ο Τζων Μπράουν, ο Φρέντερικ Ντάγκλας, μαχητικοί πιονέροι της αντίστασης στη δουλεία, έγραψαν, μίλησαν, απέδρασαν, οργάνωσαν εξεγέρσεις, επιδρομές και σφαγές εναντίον των δουλοκτητών και των ιδιωτικών στρατών τους, έγιναν σύμβολα (όχι χωρίς λάθη) στον διαρκή αγώνα ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις και τη δουλοκτητική εκμετάλλευση. Οι πολύνεκρες οδομαχίες στο Ματωμένο Κάνσας του 1854, ανάμεσα στους οπαδούς και τους πολέμιους της δουλείας, αποτέλεσαν εν μέρει πρελούδιο του Εμφυλίου Πολέμου, όταν οι μεν Νότιοι έκαναν την απόσχιση του «πολέμου για τη Δεύτερη Ανεξαρτησία», ώστε να διαφυλάξουν τον «τρόπο ζωής» τους, οι δε Βόρειοι, διά χειρός Αβραάμ Λίνκολν, πολεμούσαν «για τη διατήρηση της Ένωσης υπό το βλέμμα του Θεού. Αν για να διατηρηθεί η Ένωση, πρέπει να απελευθερωθούν όλοι οι σκλάβοι, τότε αυτό θα γίνει. Αν μπορεί να επιβιώσει η Ένωση, με την απελευθέρωση μόνο κάποιων σκλάβων, τότε αυτό θα πράξουμε. Αν η Ένωση μπορεί να υπάρξει χωρίς να απελευθερωθεί κάποιος σκλάβος, τότε αυτό θα διατηρήσουμε. Ο πόλεμος γίνεται για να σωθεί η Ένωση, όχι για να καταργηθεί η δουλεία» - δεκαπέντε μέρες μετά, στις 31 Ιανουαρίου 1863, η Γερουσία υπερψήφιζε την, αναδρομική, Διακήρυξη της Χειραφέτησης.

Και μπορεί, 200.000 μαύροι πρώην σκλάβοινα φόρεσαν τη μπλε στρατιωτική στολή των Βορείων και η συμμετοχή τους στον πόλεμο να έγειρε αποφασιστικά την πλάστιγγα της αναμέτρησης υπέρ της Ένωσης, όμως, η Περίοδος της Ανασυγκρότησης,που ακολούθησε, επιφύλασσε τη διάψευση των ελπίδων – έπειτα από την ολιγόχρονη στρατιωτική κατοχή από τον ομοσπονδιακό στρατό και την, διά των όπλων, υιοθέτηση της Χειραφέτησης, στις αποσχισμένες πολιτείες, ο Νότος των παλιών δουλοκτητών και της «υπεροχής της λευκής φυλής» ανέκαμψε και αντεπιτέθηκε. Με την ψήφιση της ρατσιστικής νομοθεσίας του Τζίμυ Κρόου, το «αμερικανικό Απαρτχάιντ», την καταπάτηση της 14ης Τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος, που έδινε το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στους Αφροαμερικανούς, την ίδρυση της Κου-Κλουξ-Κλαν, τα λιντσαρίσματα. Από το 1875 έως το 1949 και σύμφωνα με τα εξακριβωμένα στοιχεία της Εθνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα των Εγχρώμων, τουλάχιστον 3.978 Αφροαμερικανοί είχαν δολοφονηθεί σε δημόσιο λιντσάρισμα σε κάποια πολιτεία του Νότου – κυρίως στη Νότια Καρολίνα, το Μισισίπι, το Τεννεσί, την Αλαμπάμα και το Κεντάκυ.

Αντίστοιχα, από το 1867, έτος επίσημης ίδρυσης της Κου-Κλουξ-Κλαν (ΚΚΚ), έως το 1965, στις τρεις διαφορετικές φάσεις δράσης της λευκής, φυλετικής τρομοκρατίας, παραμένει πλήρως αδιευκρίνιστος ο αριθμός των θυμάτων της οργάνωσης – άλλες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για τουλάχιστον 7.000 θύματα, ειδικά στο διάστημα 1867-1891, άλλες ανεβάζουν αυτόν τον αριθμό, στις 11-12.000 -κανονικό μακελειό. Για έναν περίπου αιώνα, σε πολιτείες όπως η Νότια Καρολίνα, η Αλαμπάμα ή το Μισισίπι, στα δημόσια αξιώματα, από τον σερίφη και τον πολιτειακό, γενικό εισαγγελέα, έως τον κυβερνήτη, αναδεικνύονταν στελέχη της ΚΚΚ, του επονομαζόμενου «ένοπλου βραχίονα των Ντιξικρατών (του Δημοκρατικού Κόμματος)». Στην Ιντιάνα, από το 1928 έως το 1968, εκλέγονταν κυβερνήτες και γερουσιαστές με «διακεκριμένη προϋπηρεσία» στην Κλαν. Την ίδια περίοδο, στο Μισισίπι, το Μιζούρι, την Αλαμπάμα, επτά στους 10 αστυνομικούς ήταν ταυτόχρονα μέλη της ΚΚΚ.

Το Χόλιγουντ και το NewDealτου Ρούσβελτ, άλλοτε χλεύαζαν και «ξέχναγαν» τους Αφροαμερικανούς και άλλοτε υπερασπίζονταν τον ρατσισμό και τον φυλετισμό των Νοτίων – από τη «Γέννηση ενός Έθνους» του Γκρίφιθ, έως το «Όσα παίρνει ο Άνεμος» και από τα επιδόματα ανεργίας «μόνο για λευκούς» έως τον κάθετο διαχωρισμό στις ένοπλες δυνάμεις.

Από τα πρώτα θύματα του μακαρθισμού στις τέχνες, τα γράμματα και τον κινηματογράφο, ήταν οι Αφροαμερικανοί, συνδικαλιστές και κομμουνιστές, σεναριογράφοι και ηθοποιοί, όπως ο Χάρι Μπελαφόντε και ο Ρίτσαρντ Ράιτ, που έγραφε στο αυτοβιογραφικό του μυθιστόρημα, TheBlackBoy, σχολιάζοντας το λιντσάρισμα και την τρομοκρατική του επίδραση στην ψυχολογία των μαύρων, «τα πράγματα που διαμόρφωσαν τη διαγωγή μου, ως ‘’νέγρου’’, η λευκή βιαιότητα που δεν είχα δει ο ίδιος, αποτελούσε το πιο αποτελεσματικό χαλινάρι της συμπεριφοράς μου, από εκείνη την οποία γνώριζα».

Και αργότερα, ήρθαν η Ρόζα Παρκς, το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα, οι εκστρατείες ενημέρωσης και δράσης των Λεωφορείων της Ελευθερίας, ο Μάλκολμ Εξ και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, οι εξεγέρσεις στα γκέτο της φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού και των ναρκωτικών, οι δολοφονίες από αστυνομικούς για ψύλλου πήδημα, ο Μοχάμεντ Άλι να αρνείται τη στράτευση στον πόλεμο του Βιετνάμ, κραυγάζοντας : «Κανένας Βιετκόνγκ δεν με έχει αποκαλέσει ΄΄νέγρο΄΄!».

Ανάπηρη ελευθερία τους έταξαν, ανάπηρη ελευθερία τους έδωσαν.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες