Ζητήματα τακτικής και στρατηγικής της συνδικαλιστικής Αριστεράς στις σημερινές συνθήκες (Συμβολή στο διάλογο για την ιδρυτική συνδιάσκεψη της νέας συνδικαλιστικής παράταξης, 15-16 Μαρτίου 2014)

1) Οι κοινωνικοί συσχετισμοί

Στο επίπεδο των κοινωνικών συσχετισμών, για πρώτη φορά, εδώ και δεκαετίες, η κρίση οδηγεί τις δυνάμεις του αστικού μπλοκ να διαρρήξουν τις σχέσεις εκπροσώπησης που είχαν διαμορφώσει τις προηγούμενες δεκαετίες με τμήματα της μισθωτής εργασίας. Ταυτόχρονα, σπάνε τη συμμαχία που είχαν και με στρώματα της εργατικής αριστοκρατίας, εφόσον ποια δεν τη χρειάζονται, καταργώντας ουσιαστικά τον κοινωνικό της ρόλο, δηλαδή της διασφάλισης της συναίνεσης με ευρύτερα τμήματα της μισθωτής εργασίας. Όλες οι κατηγορίες και τα στρώματα που βασίζονται στην εργασία (εργατοϋπάλληλοι, αυτοαπασχολούμενοι, δημόσιοι υπάλληλοι, συνταξιούχοι, νεολαία, άνεργοι, διανόηση), δηλαδή αυτό που ονομάζουμε ως «από κάτω» βρίσκονται ανοιχτά αντιμέτωπες με το κυρίαρχο αστικό μπλοκ των «από πάνω».

2) Η κοινωνική πόλωση ως προϋπόθεση της ταξικής ενότητας

Οι μισθωτοί δεν γίνονται τάξη για τον εαυτό τους παρά μόνο στο μέτρο που οι παράγοντες της επαγγελματικής, τοπικής, περιφερειακής και εθνικής διαίρεσης υποχωρούν και τη θέση τους παίρνει η ενοποιητική συνείδηση των κοινών συμφερόντων όλων των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τις ιδιομορφίες του επαγγέλματος, της απασχόλησης, της ειδικότητας, του τόπου διαμονής, του φύλου, της εθνικότητας ή της θρησκείας. Αυτό δεν παρουσιάζεται παρά μία ή δύο φορές στη διάρκεια ζωής της κάθε εργατικής γενιάς και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μην παρουσιαστεί ούτε μία φορά.

Κατά συνέπεια, η πολιτική των Μνημονίων που ισοπεδώνει προς τα κάτω τους όρους ζωής και διαβίωσης του κόσμου της εργασίας, μπορεί να λειτουργήσει ως ενοποιητικό στοιχείο και να δημιουργήσει, υπό προϋποθέσεις, τους όρους ώστε να αντιληφθούν οι εργαζόμενοι σε ποια κοινωνική τάξη ανήκουν. Με λίγα λόγια, δημιουργεί τους όρους της έννοιας της ταξικής συνείδησης, ενώ ταυτόχρονα διευρύνει τη δυνατότητα συμμαχιών τόσο στο εσωτερικό των συνδικάτων όσο και με άλλα κοινωνικά στρώματα.

3) Ποια η στρατηγική και η τακτική των συνδικάτων;

Έχοντας ως δεδομένα τα παραπάνω στοιχεία, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Ποια είναι η συζήτηση που διεξάγεται στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος, σχετικά με τη σημερινή κρίση των συνδικάτων και για το ποια στρατηγική είναι αναγκαία να ακολουθήσει; Δυστυχώς, όπως φαίνεται, καμία συζήτηση δεν γίνεται...

Όμως, η κήρυξη του πολέμου από την άρχουσα τάξη έχει γίνει. Και δυστυχώς, αυτό που ισχύει σήμερα από μεριάς των δυνάμεων της εργασίας είναι ότι

δεν υπάρχει ούτε στρατηγικός σκοπός,

ούτε σχέδιο,

ούτε ισχυρό ηγετικό κέντρο,

ούτε στοιχειώδης οργάνωση,

ούτε ανίχνευση της διάταξης του εχθρού,

ούτε μελέτη των πλεονεκτημάτων,

ούτε διάταξη των δικών μας εφεδρειών,

ούτε με ποιους θα αναπτύξουμε συμμαχίες

ούτε τακτική.

Και όταν πάμε σε ένα ανελέητο πόλεμο, όπως αυτός που γίνεται ενάντια στις δυνάμεις της εργασίας, χωρίς σχέδιο και χωρίς ανάλογη διάταξη των δικών μας δυνάμεων, τότε η συντριπτική ήττα είναι προδιαγεγραμμένη.

Απεναντίας αυτό, το οποίο έχουμε είναι ένα εργατικό-συνδικαλιστικό κίνημα ηττημένο, κατακερματισμένο, μπερδεμένο, οργανωτικά αποδιαρθρωμένο και με χαμηλή ταξική συνείδηση. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι αν δεν καταφέρουν να ανασυνταχθούν και να οργανωθούν οι «από κάτω», υπάρχει ο κίνδυνος λουμπενοποίησης - φασιστικοποίησης τμημάτων της εργατικής τάξης, λόγω της υψηλής ανεργίας και της επισφάλειας, η οποία θα επιδρά αρνητικά στη συνείδησή της.

4) Για τις συμμαχίες

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, τότε θα πρέπει οι δυνάμεις της Αριστεράς που δρουν μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα να δημιουργήσουν τις συνθήκες εκείνες που θα τους επιτρέψουν να συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος.

Αντιστροφή του ρεύματος θα υπάρξει μόνο εάν οι δυνάμεις της Αριστεράς καταφέρουν να διαμορφώσουν τη δική τους ηγεμονία, δηλαδή αν καταφέρουν να συσπειρώσουν μέσω ενός συνδικαλιστικού προγράμματος και να διατηρήσουν ενωμένο ένα σύνολο που δεν είναι ομοιογενές, αλλά χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις (επαγγελματικές, κλαδικές, πολιτικές, ιδεολογικές κλπ.) και να προκαλέσουν κρίση στις κυρίαρχες δυνάμεις του συμβιβασμένου και γραφειοκρατικοποιημένου συνδικαλισμού.

Για όσους ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να συμμαχήσουμε με τμήματα της ΠΑΣΚΕ που διαφοροποιούνται από την παράταξή τους και προσεγγίζουν την Αριστερά να θυμίσουμε ότι ουδέποτε στη μαρξιστική παράδοση δεν ετέθη θέμα ταξικής κυριαρχίας της εργατικής τάξης ολομόναχης και κατά συνέπεια ούτε των πολιτικών της εκπροσωπήσεων.

Όσον αφορά τις συμμαχίες, τις συμφωνίες, τους ελιγμούς ή ακόμη και τους συμβιβασμούς, στο συνδικαλιστικό επίπεδο και όχι μόνο, αυτές είναι αναγκαίες, με την προϋπόθεση να ξέρουμε ότι θα αξιοποιούνται προκειμένου να ανεβάζουμε συνεχώς το επίπεδο των δυνάμεων της εργασίας, να ενισχύουν τη σταθεροποίηση των δυνάμεων της Αριστεράς, και, το κυριότερο, να συμβάλλουν καταρχήν στην χαμένη αξιοπιστία του συνδικαλιστικού κινήματος και κατ’ επέκταση στην προσπάθεια ανασυγκρότησής του.

Η συμβολή της συνδικαλιστικής Αριστεράς προς αυτή την κατεύθυνση είναι αποφασιστική. Διότι, η κινητοποίηση ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και ειδικά σε όσους ευθύνονται και δεν θέλουν να βγάλουν συμπεράσματα για τις συνθήκες διάλυσης που επικρατούν στο συνδικαλιστικό κίνημα, προϋποθέτει την συναίνεση ευρύτερων εργατικών στρωμάτων και συνδικαλιστικών δυνάμεων. Και αυτό είναι αναγκαίο επειδή ο ταξικός πόλεμος, για να παραφράσουμε τον Λένιν, διαφέρει από τους άλλους πολέμους στο ότι αυτός αντλεί τις κύριες εφεδρείες του από το στρατόπεδο των χθεσινών συμμάχων του εχθρού του.[1]

5) Ερωτήματα που χρήζουν άμεσης απάντησης

Το πρώτιστο καθήκον είναι να βρούμε τα μέσα και τη στρατηγική, η οποία θα βοηθήσει τις συνδικαλιστικές δυνάμεις της Αριστεράς να ασκήσουν τη δική τους ηγεμονία μέσα σε ένα ενιαίο μπλοκ και στη βάση ενός πλειοψηφικού σχεδίου που θα αναφέρεται στα προβλήματα της κοινωνίας.

Να θέσουμε ερωτήματα και να προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις για θέματα που αναδεικνύει η συγκυρία ως επίκαιρα.

Για παράδειγμα, τι έχουμε να πούμε στον εργαζόμενο που μένει χωρίς εργασία; Θα πρωτοστατήσουμε στη δημιουργία Επιτροπών Ανέργων, ώστε να συσπειρώσουμε όλους αυτούς που δεν έχουν καμία συλλογική εκπροσώπηση; Θα συνδέσουμε τους άνεργους/-ες με τα συνδικάτα, δίνοντας συλλογική έκφραση στις ανάγκες της εργατικής τάξης; Θα φτιάξουμε Κέντρα Ψυχολογικής Στήριξης εργαζομένων και ανέργων, με σκοπό την συμβουλευτική υποστήριξη και κινητοποίησή τους, ώστε να πάψουμε να θρηνούμε θύματα από τις αυτοκτονίες και τις καταθλίψεις; Θα προτείνουμε στους εργαζόμενους που κλείνει η επιχείρηση που εργάζονταν να την καταλάβουν και να την λειτουργήσουν οι ίδιοι με βάση τις αρχές της αυτοδιαχείρισης; Θα προτείνουμε μορφές εργατικού ελέγχου σε κάθε επιχείρηση; Θα τους πούμε ότι αρνούμαστε να συζητήσουμε το οποιοδήποτε πρόβλημα της επιχείρησης στα τυφλά αν δεν βάλουν κάτω τα χαρτιά τους κι αν δεν ανοίξουν τα βιβλία τους; Θα κάνουμε λειτουργικές τις καταλήψεις σε όποια δημόσια κτίρια καταλαμβάνονται από τους εργαζόμενους, επανακτώντας έτσι κομμάτια του κοινωνικού πλούτο που μας ανήκει; Θα μπλοκάρουμε νευραλγικά σημεία της παραγωγής, κατά τη διάρκεια των απεργιών (όπως, π.χ. τα μηχανογραφικά κέντρα των τραπεζών) ή θα αφήνουμε την εργοδοσία να λειτουργεί τις επιχειρήσεις απρόσκοπτα; Θα ανοίξουμε τη συζήτηση μέσα στους χώρους εργασίας για μια άλλη συγκρότηση της εργατικής τάξης και των συνδικάτων σε αμεσοδημοκρατική βάση; Θα προωθήσουμε τις περιορισμένες θητείες και την εναλλαγή στα όργανα, ώστε να χτυπήσουμε τον εκφυλισμό και την γραφειοκρατική παραμόρφωση των παρατάξεων και των συνδικάτων; Θα προωθήσουμε δομές και δίκτυα αλληλεγγύης μέσα από τα συνδικάτα, όπως αυτά που κάνει το Εργατικό Κέντρο Λιβαδειάς ή θα τα αφήνουμε μόνο στην αυθόρμητη κατεύθυνση της κοινωνίας; Θα προωθήσουμε τη συνεργασία με τοπικές λαϊκές συνελεύσεις, δίκτυα αλληλεγγύης και συνεταιριστικά εγχειρήματα, τα οποία θα μπορούσαν να μας μπολιάσουν με γνώσεις και πρακτικές εξαιρετικά πολύτιμες; Θα πάμε στους τόπους διαμονής και κατοικίας για να δημιουργήσουμε Λέσχες Εργαζομένων; Θα προωθήσουμε μορφές πολιτιστικής δημιουργίας και απελευθερωτικής εκπαίδευσης μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα ή θα αφήνουμε την παρακμή και την υποκουλτούρα να μας κατακλύσουν; Θα καλέσουμε και θα οργανώσουμε τον κόσμο της εργασίας σε ανυπακοή απέναντι στα χαράτσια, τις έκτακτες εισφορές, τα εκκαθαριστικά σημειώματα της εφορίας και τους πλειστηριασμούς ή θα τον αφήσουμε να βουλιάξει στον φόβο και την μοναξιά που καλλιεργεί με  πολύ έντεχνο τρόπο το κράτος;

Με πιο απλά λόγια, θα πούμε στην κοινωνία ότι μπορούν να πάνε και αλλιώς τα πράγματα ή θα αφήσουμε τους κρατούντες να μας κλέβουν τη ζωή μας;

6) Να αξιοποιήσουμε όλες τις εμπειρίες, παλιές και νέες

Η ανασυγκρότηση του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος, καθώς επίσης η αναβάθμιση του περιεχομένου της συνδικαλιστικής παρέμβασης και διεκδίκησης επιδέχεται, πλέον, και νέες μορφές οργάνωσης του κόσμου της εργασίας. Η ίδια η πραγματικότητα, μας αναγκάζει να παρατηρήσουμε τις διεργασίας που συντελούνται στο κοινωνικό σώμα και να προσπαθήσουμε να ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις, να πειραματιστούμε, να ανοίξουμε νέους δρόμους, να δώσουμε απαντήσεις και να αξιοποιήσουμε όλες τις μορφές και τις εμπειρίες τόσο του παρελθόντος όσο και των σύγχρονων. Ως τέτοιες μπορούμε να αναφέρουμε κάποιες, «από τα κάτω», πρωτοβουλίες, από διάφορες ομάδες και συλλογικότητες, όπου προωθούν τη δημιουργία επιτροπών αγώνα, δομών βοήθειας και αλληλεγγύης, συνεταιριστικών εγχειρημάτων, δικτύων χωρίς μεσάζοντες, εργατικών λεσχών σε επίπεδο γειτονιάς, επιτροπών κατά της ανεργίας, εργατικών συνδέσμων και συλλόγων, επιτροπών αυτοάμυνας, συντονισμού συνδικάτων, καταλήψεις χώρων εργασίας και προσπάθεια λειτουργίας των επιχειρήσεων με μορφές εργατικού ελέγχου και αυτοδιαχείρισης κλπ. Όλα αυτά και άλλα ακόμη, τα οποία μπορεί να ανακαλύψει η εργατική τάξη μέσα από τη δράση και από τις εμπειρίες της, βοηθούν στην περαιτέρω ωρίμανση της συνείδησής της, ούτως ώστε να δημιουργήσει τις δικές της δομές αντι-εξουσίας.

Με λίγα λόγια, το ζητούμενο είναι μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες και δράσεις να βρεθούν οι τρόποι για την ανασυγκρότηση των δυνάμεων της εργασίας και των συνδικάτων και να μείνουν ενεργοί οι άνθρωποι.

Γενικά, οι λύσεις που θα δοθούν θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από τη διάθεση των συνδικάτων να αφουγκραστούν περισσότερο τα αιτήματα και τις ανάγκες των εργαζομένων, να έχουν πιο έντονη παρουσία στους χώρους δουλειάς και ασφαλώς να ενισχύσουν την εικόνα των συνδικάτων.

Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει τη συγκρότηση ενός εναλλακτικού συνδικαλιστικού προγράμματος που θα ενοποιεί τις διάσπαρτες εργατικές αντιστάσεις σε συνδυασμό και συνεργασία με τα άλλα κοινωνικά κινήματα. Που θα ενοποιεί τους εργαζόμενους στη μαύρη αγορά εργασίας, τους άνεργους και τους μετανάστες με τους εργαζόμενους που ακόμη έχουν εργασία. Που θα βασίζεται στην εργατική αλληλεγγύη, στην άμεση δημοκρατία και την ενεργό συμμετοχή των εργαζομένων στις αποφάσεις.

Ένα τέτοιο πρόγραμμα όχι μόνο υπάρχει, αλλά μέχρι τώρα πολύ λίγο απασχολεί τα συνδικάτα, την συνδικαλιστική Αριστερά και τις κοινωνικές οργανώσεις (δίκτυα αλληλεγγύης κλπ.). Αντίθετα, η ενασχόληση με τη διατύπωση ενός εναλλακτικού, πειστικού και υλοποιήσιμου προγράμματος που να εξασφαλίζει την πλήρη απασχόληση, την κοινωνική προστασία, την ποιότητα ζωής και τον εργατικό έλεγχο σε θέματα που σχετίζονται με την παραγωγική διαδικασία και την προστασία του περιβάλλοντος, δεν είναι απλά και μόνο απόλυτα ρεαλιστική, αλλά ταυτόχρονα εμπεριέχει τη δυνατότητα να κινητοποιήσει χιλιάδες εργαζόμενους και να τροποποιήσει τους συσχετισμούς δύναμης δραστικά υπέρ των δυνάμεων της εργασίας.

7) «Όταν έχουμε πόλεμο, όλα πρέπει να γίνονται όπως στον πόλεμο»*

Οι αντίπαλοί μας, είναι πολλά βήματα πιο μπροστά από τις δυνάμεις της εργασίας. Παίρνουν το ένα μέτρο μετά το άλλο, δεν μας αφήνουν να πάρουμε ανάσα, λειτουργούν με την μέθοδο του αιφνιδιασμού, με το ταυτόχρονο άνοιγμα πολλών μετώπων και με μια ενορχηστρωμένη κατασυκοφάντηση του συνδικαλιστικού κινήματος, ενώ εμείς προσπαθούμε να αμυνθούμε με όποιο πρόσφορο μέσο μπορούμε. Απέναντι σε όλα αυτά, οφείλουμε να αντιτάξουμε την κοινωνική αλληλεγγύη σε όλους όσους καταρχήν πλήττονται: σε άστεγους, σε άνεργους, σε φτωχούς, σε αυτούς που δεν έχουν να πληρώσουν.

Βασική επιδίωξη σε ένα πόλεμο είναι η συντριβή του αντιπάλου, προτού μας συντρίψει αυτός. Αυτό δεν θα γίνει αν δεν υλοποιηθεί αυτό που είναι το χαρακτηριστικό όλων των πολέμων: η κατάληψη θέσεων και η παράλληλη κοινωνική και διοικητική οργάνωση-αρχή.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά;

Συγκέντρωση των δυνάμεων σε εργασιακούς χώρους, όπου η Αριστερά έχει υπεροχή, με σκοπό να λειτουργήσουν ως Εστίες Αντίστασης και ως παράδειγμα προς μίμηση και φυσικά ως προπύργια του αγώνα. Σε αυτές τις κατευθύνσεις είναι αναγκαίο να «βαρέσουν όλα τα σφυριά», στέλνοντας όποιες διαθέσιμες δυνάμεις έχουμε.
Όταν καταλαμβάνεται κάποιος εργασιακός χώρος (π.χ. Υπουργείο, Νοσοκομείο, η ΕΡΤ κλπ.) προτείνουμε η κατάληψη να είναι λειτουργική (π.χ. να βγάλουν οι εργαζόμενοι διατάγματα στα υπουργεία, έστω και για συμβολικούς λόγους ή να λειτουργούν τους κατειλημμένους  χώρους, όπως έγινε με την ΕΡΤ, με την ΒΙΟΜΕ κ.ά.τ.).
Προσπάθεια συνεχούς ανάπτυξης αντι-θεσμών και συντονισμού, άμεσα, όλων των «από κάτω» πρωτοβουλιών (σωματεία βάσης, τοπικές συνελεύσεις, εκπρόσωποι του κινήματος των διοδίων και της άρνησης πληρωμής των χαρατσιών, των καταλήψεων εργασιακών χώρων, των δομών αλληλεγγύης, όπως τα κοινωνικά ιατρεία, τα κοινωνικά παντοπωλεία, τα συνεταιριστικά εγχειρήματα, οι χωρίς μεσάζοντες κλπ.), με εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους, με σκοπό να καταλήξουν σε ένα πανεθνικό Συνέδριο, σε μια Πανελλαδική Λαϊκή Συνέλευση, με σκοπό την συγκρότηση ενός Εθνικού Συμβουλίου, ως συντονιστικό όργανο, όπου θα λειτουργεί ως παράλληλη διοικητική οργάνωση απέναντι στις ανάλγητες κρατικές πολιτικές, καλώντας ακόμη το λαό σε γενική πολιτική απεργία διαρκείας, αν και εφόσον εκτιμηθεί κάτι τέτοιο, υπερβαίνοντας την ΓΣΕΕ που λειτουργεί ως ανάχωμα. Πολιτικοποίηση των αιτημάτων και άρα προβολή του αιτήματος της πολιτικής απεργίας διαρκείας, για να ανατραπεί τόσο η κυβέρνηση όσο και τα μέτρα.

Οφείλουμε στους εαυτούς μας να υπερβούμε τον φόβο, την παθητικότητα και την εξατομίκευση και να θέσουμε τους όρους της κοινωνικής και ταξικής αντεπίθεσης.

Οφείλουμε, με λίγα λόγια να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, με κάθε τρόπο.

Οφείλουμε, μέσα από τα συνδικάτα που επηρεάζει η Αριστερά είτε αυτά είναι σωματεία βάσης είτε Ομοσπονδίες είτε Εργατικά Κέντρα είτε συνελεύσεις εργαζομένων στις γειτονιές είτε αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι, να προωθήσουμε ή να συνεργαστούμε με δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης, όπου θα δημιουργήσουμε ή θα ενισχύσουμε τα ήδη υπάρχοντα κοινωνικά φροντιστήρια, κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά ωδεία, πολιτιστικά δρώμενα, αυτοδιαχειριζόμενους χώρους, κοινωνικά παντοπωλεία και συνεταιρισμούς, μέσα από μορφές αυτό-οργάνωσης και ενός άλλου τρόπου ζωής, δηλαδή με το χτίσιμο ανθρώπινων σχέσεων και της εργατικής κουλτούρας και να επιβάλλουμε έτσι, από σήμερα κιόλας, και «από τα κάτω», μορφές μιας γενικευμένης κοινωνικής αυτοδιαχείρισης. Με λίγα λόγια, να αναλάβουμε όλο και περισσότερα κομμάτια που το κράτος πετάει από πάνω του ως περιττά.

Μπορεί όλες αυτές οι δράσεις να φαντάζουν ως μια «σταγόνα στον ωκεανό» μπροστά στην επίθεση που δεχόμαστε. Όμως, θα πρέπει, σήμερα, στο εδώ και τώρα, να εντείνουμε αυτό το μαρτύριο της σταγόνας απέναντι στο κράτος και το κεφάλαιο, επειδή αυτά είναι τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου, μέσα από τα οποία μπορούμε να αλλάξουμε τους όρους των σχέσεων με την κεντρική εξουσία και τον τρόπο αντιπαράθεσης μαζί της.

[1] Λένιν, Άπαντα, τόμος 12, σελ. 34, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.

* Λένιν, Άπαντα, τόμος 12, σελ. 219.