Στο προηγούμενο φύλλο της «Εργατικής Αριστεράς», παρουσιάσαμε την (ακρο)δεξιά μετατόπιση της πολιτικής σκηνής στη Γαλλία και την εκλογική έκφραση που παίρνει αυτή στο δρόμο για τις προεδρικές εκλογές του Απρίλη -μέσα από το διαγκωνισμό του Μακρόν, της Βαλερί Πεκρέζ (Ρεπουμπλικάνοι, παραδοσιακή Δεξιά) και των ακροδεξιών Μαρίν Λεπέν και Ερίκ Ζεμούρ.

[βλ. Προ­ε­δρι­κές εκλο­γές στη Γαλ­λία: Υπό­θε­ση κε­ντρο(;)δε­ξιών και ακρο­δε­ξιών και Η πάλη ενά­ντια στο γαλ­λι­κό φα­σι­σμό ση­μαί­νει πε­ρισ­σό­τε­ρα από το «οποιοσ­δή­πο­τε εκτός από τον Ζε­μούρ»]

Η ζο­φε­ρή ει­κό­να συ­μπλη­ρώ­νε­ται από την κα­τά­στα­ση της γαλ­λι­κής Αρι­στε­ράς, ακόμα και με τη «γαλ­λι­κή» χρήση του όρου, που πε­ρι­λαμ­βά­νει τους Σο­σια­λι­στές ή τους Πρά­σι­νους, δη­λα­δή όσες δυ­νά­μεις γί­νο­νται αντι­λη­πτές ή αυ­τό-προσ­διο­ρί­ζο­νται ως «στα αρι­στε­ρά του κέ­ντρου». 

Αυτή η «πλη­θυ­ντι­κή» Αρι­στε­ρά βρί­σκε­ται στη γωνία. Δέκα χρό­νια πριν, είχε ανα­δει­χθεί πρώ­τος ο Σο­σια­λι­στής Ολάντ, χωρίς τη στή­ρι­ξη άλλων δυ­νά­με­ων (πχ οι Πρά­σι­νοι δο­κί­μα­ζαν αυ­το­δύ­να­μη πα­ρου­σία), ενώ αντι­με­τώ­πι­ζε και ισχυ­ρό αντα­γω­νι­σμό από το καλό σκορ που είχε συ­γκε­ντρώ­σει ο Με­λαν­σόν ως υπο­ψή­φιος του τότε Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς. Σή­με­ρα, θε­ω­ρεί­ται αμ­φί­βο­λο αν θα μπο­ρού­σε να πε­ρά­σει στο δεύ­τε­ρο γύρο ακόμα κι ένας κοι­νός υπο­ψή­φιος που θα στη­ρι­ζό­ταν από όλες τις κε­ντρο­α­ρι­στε­ρές και αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις.

Σο­σια­λι­στές και Πρά­σι­νοι

Το Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα, η μέχρι πρό­τι­νος κρα­ταιά δύ­να­μη της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς, πα­ρα­μέ­νει βυ­θι­σμέ­νο σε μια υπαρ­ξια­κή κρίση. Στις αυ­το­διοι­κη­τι­κές εκλο­γές  του πε­ρα­σμέ­νου κα­λο­και­ριού, είχε δια­φα­νεί μια τάση «ανα­σύ­ντα­ξης» των δύο δυ­νά­με­ων του πα­λιού δι­κομ­μα­τι­σμού. Στα δεξιά, οι Ρε­που­μπλι­κά­νοι πράγ­μα­τι δεί­χνουν να δια­τη­ρούν μια σο­βα­ρή πα­ρου­σία στην πα­νε­θνι­κή πο­λι­τι­κή. Αλλά στην πε­ρί­πτω­ση των Σο­σια­λι­στών, μάλ­λον επρό­κει­το αμι­γώς για επι­βί­ω­ση των ρι­ζω­μέ­νων το­πι­κών μη­χα­νι­σμών, χωρίς καμιά απο­λύ­τως κοι­νω­νι­κή/εκλο­γι­κή δυ­να­μι­κή σε πα­νε­θνι­κό πεδίο. Πέντε χρό­νια μετά την ιστο­ρι­κή ισο­πέ­δω­ση, όταν ο Ολάντ «πα­ρέ­δω­σε» στον Μπε­νουά Αμόν ένα Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα που μπό­ρε­σε να κερ­δί­σει μόλις 6,36%, τα πράγ­μα­τα πα­ρα­μέ­νουν εξί­σου τρα­γι­κά -ή και χει­ρό­τε­ρα. 

Στις πιο άνευ­ρες και πε­ριο­ρι­σμέ­νης συμ­με­το­χής εσω­κομ­μα­τι­κές προ­κρι­μα­τι­κές, το ΣΚ επέ­λε­ξε τη δή­μαρ­χο του Πα­ρι­σιού, Ανί Ινταλ­γκό. Αλλά το να εκλέ­γε­σαι και να επα­νε­κλέ­γε­σαι στο Πα­ρί­σι είναι δια­φο­ρε­τι­κή υπό­θε­ση από τη νε­κρα­νά­στα­ση ενός κόμ­μα­τος που υπέ­στη στρα­τη­γι­κή συ­ντρι­βή. Η Ινταλ­γκό δη­μο­σκο­πι­κά κι­νεί­ται με­τα­ξύ 2-4%. 

Την πα­ρακ­μή του ιστο­ρι­κού σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού κόμ­μα­τος συ­νο­ψί­ζει η εφή­με­ρη υπο­ψη­φιό­τη­τα του Αρνό Μο­ντε­μπούργκ. Αυτό το έμπει­ρο στέ­λε­χος της πιο «αρι­στε­ρής» πτέ­ρυ­γας μέσα στο ΣΚ που είχε απο­χω­ρή­σει από το κόμμα το 2018 ανα­κοί­νω­σε την πρό­θε­σή του να συμ­με­τέ­χει στις προ­ε­δρι­κές ως ανε­ξάρ­τη­τος εκ­φρα­στής μιας αρι­στε­ρής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας. Ανέ­βα­σε στους λο­γα­ρια­σμούς του στα κοι­νω­νι­κά δί­κτυα δια­δο­χι­κά μικρά βί­ντεο στα οποία παίρ­νει τη­λέ­φω­νο τους άλ­λους υπο­ψη­φί­ους της Αρι­στε­ράς για να επι­χει­ρή­σει συ­νεν­νό­η­ση αλλά δεν του το ση­κώ­νει κα­νέ­νας. Και μετά απο­σύρ­θη­κε από την κούρ­σα, δη­λώ­νο­ντας ότι δεν στη­ρί­ζει καμία υπο­ψη­φιό­τη­τα αφού κα­νείς δεν αφου­γκρά­στη­κε τις προ­γραμ­μα­τι­κές του ιδέες…

Στο φόντο της κα­τάρ­ρευ­σης των Σο­σια­λι­στών, οι Πρά­σι­νοι ελ­πί­ζουν να επω­φε­λη­θούν, δί­νο­ντας συ­νέ­χεια στα καλά απο­τε­λέ­σμα­τα που έχουν πε­τύ­χει σε άλλες ανα­με­τρή­σεις αλλά και στις επι­τυ­χί­ες «αδελ­φών κομ­μά­των» σε άλλες χώρες (πχ Γερ­μα­νία). Οι προ­κρι­μα­τι­κές εκλο­γές τους προ­σέλ­κυ­σαν πε­ρισ­σό­τε­ρους αν­θρώ­πους από εκεί­νες των Σο­σια­λι­στών, ενώ ο υπο­ψή­φιός τους, Για­νίκ Τζα­ντό, κι­νεί­ται δη­μο­σκο­πι­κά στο 5-7%. Αυτά είναι αρ­κε­τά για να υπάρ­ξει μια ει­ρω­νι­κή αντι­στρο­φή στη σχέση με­τα­ξύ των δύο κε­ντρο­α­ρι­στε­ρών κομ­μά­των: Είναι οι Πρά­σι­νοι αυτοί που κα­λούν την Ινταλ­γκό να απο­συρ­θεί στο όνομα της «εκλο­γι­μό­τη­τας», πα­ρου­σιά­ζο­ντας ως «χα­μέ­νη ψήφο» τη στή­ρι­ξη στους πάλαι ποτέ κρα­ταιούς Σο­σια­λι­στές. Αλλά απέ­χουν πολύ από τη συ­γκρό­τη­ση ενός ισχυ­ρού ρεύ­μα­τος, κι­νού­με­νοι αρ­κε­τά πιο χα­μη­λά από τις επι­δό­σεις τους σε ευ­ρω­ε­κλο­γές ή αυ­το­διοι­κη­τι­κές εκλο­γές. Πο­λι­τι­κά, η δια­δι­κα­σία των προ­κρι­μα­τι­κών απο­κά­λυ­ψε τη διαί­ρε­ση ανά­με­σα στις δύο ψυχές της οι­κο­λο­γί­ας: Η «οι­κο­φε­μι­νί­στρια» Σα­ντρίν Ρουσό, επι­χεί­ρη­σε να εκ­φρά­σει τη «ρι­ζο­σπα­στι­κή οι­κο­λο­γία», κά­νο­ντας λόγο για ανά­γκες βα­θιών κοι­νω­νι­κών αλ­λα­γών και υιο­θε­τώ­ντας μια ρη­το­ρι­κή με­ρι­κής αμ­φι­σβή­τη­σης του κα­πι­τα­λι­σμού. Ητ­τή­θη­κε ορια­κά από τον Για­νίκ Τζα­ντό, τον «πραγ­μα­τι­στή», που συν­δυά­ζει τις όψεις «πρά­σι­νου κεϊν­σια­νι­σμού» στο πρό­γραμ­μά του με την πρό­θε­ση να συ­νο­μι­λή­σει με τον επι­χει­ρη­μα­τι­κό τομέα για να τον πεί­σει να γίνει πιο φι­λι­κός στο πε­ρι­βάλ­λον κ.ο.κ. Το γε­γο­νός ότι ο Τζα­ντό είχε εξαρ­χής την προ­τί­μη­ση της ιστο­ρι­κής ηγε­σί­ας, όπως και το γε­γο­νός ότι πλέον το κόμμα «ενω­μέ­νο θα δώσει την εκλο­γι­κή μάχη» με το πρό­γραμ­μά του, είναι ένα μόνο δείγ­μα για τη φύση και τα όρια αυτού του κόμ­μα­τος. 

Η Αρι­στε­ρά της Αρι­στε­ράς

Δυ­στυ­χώς, σο­βα­ρά προ­βλή­μα­τα τα­λα­νί­ζουν και την «Αρι­στε­ρά της Αρι­στε­ράς». Το τοπίο δια­φέ­ρει από εκεί­νο του 2017, όταν η κα­τάρ­ρευ­ση των Σο­σια­λι­στών συν­δυά­στη­κε με μια πλα­τιά συ­σπεί­ρω­ση γύρω από την υπο­ψη­φιό­τη­τα Με­λαν­σόν που είχε αγ­γί­ξει το 20% και «φλέρ­τα­ρε» με τον δεύ­τε­ρο γύρο, στο κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νο τοπίο που είχε δια­μορ­φω­θεί. 

Κα­ταρ­χήν, υπήρ­ξε ένα ρήγμα. Το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα απο­φά­σι­σε να κα­τε­βά­σει δικό του υπο­ψή­φιο για πρώτη φορά μετά το 2007. Το 2012 υπήρ­χε το Μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς (ΚΚΓ, Αρι­στε­ρό Κόμμα, ομά­δες της άκρας Αρι­στε­ράς). Το 2017, ενώ το Μέ­τω­πο είχε δια­λυ­θεί, επι­κρά­τη­σε τε­λι­κά στις δια­δι­κα­σί­ες του κόμ­μα­τος(ανα­τρέ­πο­ντας την από­φα­ση της ηγε­σί­ας) η γραμ­μή της κρι­τι­κής στή­ρι­ξης στον Με­λαν­σόν (συμ­με­το­χή στην κα­μπά­νια της Ανυ­πό­τα­κτης Γαλ­λί­ας, αλλά με αυ­τό­νο­μο-δια­κρι­τό τρόπο). Φέτος, το κόμμα απο­φά­σι­σε την αυ­το­δύ­να­μη κά­θο­δο. Τα νέα δεν είναι άσχη­μα μόνο από τη σκο­πιά της διαί­ρε­σης δυ­νά­με­ων. Πρό­κει­ται για μια (ακόμα πιο) δεξιά στρο­φή στην πο­λι­τι­κή του ΚΚΓ.

Η υπο­ψη­φιό­τη­τα του Φα­μπιάν Ρου­σέλ (γε­νι­κού γραμ­μα­τέα του κόμ­μα­τος), που δη­μο­σκο­πι­κά συ­σπει­ρώ­νει ένα 2-4%, συν­δυά­ζει τα πιο προ­βλη­μα­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά των «δύο ψυχών του ΚΚΓ» -την κε­ντρο­α­ρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή φαρ­δυ­πλα­τιάς «πλη­θυ­ντι­κής Αρι­στε­ράς» και τις στα­λι­νι­κές ρίζες του. 

Είναι γνω­στό ότι η διά­λυ­ση του Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς αφο­ρού­σε σε με­γά­λο βαθμό τη δια­φω­νία του ΚΚΓ με την οι­κο­δό­μη­ση του Με­τώ­που ως αντα­γω­νι­στι­κή (και όχι σύμ­μα­χη) δύ­να­μη στους Σο­σια­λι­στές. Η φε­τι­νή ακόμα πιο πλή­ρης απο­στα­σιο­ποί­η­ση από τον Με­λαν­σόν, με την άρ­νη­ση «κρι­τι­κής στή­ρι­ξης» όπως το 2017, στέλ­νει κα­θα­ρό «σήμα» εντα­φια­σμού της προη­γού­με­νης τα­κτι­κής συμ­μα­χιών «στα αρι­στε­ρά της Αρι­στε­ράς». 

Αυτή φέτος συν­δέ­ε­ται με την υιο­θέ­τη­ση ενός προ­φίλ υπε­ρά­σπι­σης της «σκλη­ρής» κομ­μα­τι­κής ταυ­τό­τη­τας. Πρό­κει­ται όμως για μια κα­τα­φυ­γή στις πιο συ­ντη­ρη­τι­κές εκ­φρά­σεις της νε­ο­στα­λι­νι­κής πα­ρά­δο­σης όπως και μια υπό­κλι­ση στην πίεση προ­σαρ­μο­γής της Αρι­στε­ράς στις ιδέες της ακρο­δε­ξιάς. Ο Ρου­σέλ ισχυ­ρί­ζε­ται ότι η Αρι­στε­ρά πρέ­πει να «διεκ­δι­κή­σει» τις «ανη­συ­χί­ες» για τα θέ­μα­τα της ασφά­λειας και του φόβου για την ισλα­μι­κή τρο­μο­κρα­τία -και το υπο­γράμ­μι­σε στη­ρί­ζο­ντας τις κι­νη­το­ποι­ή­σεις των δια­βό­η­τα αντι­δρα­στι­κών συν­δι­κά­των των αστυ­νο­μι­κών. Ένας γε­νι­κό­λο­γος αντι­ρα­τσι­σμός συν­δυά­ζε­ται με «ρε­α­λι­στι­κές» από­ψεις όπως το ότι «εφό­σον κά­ποιος δεν δι­καιού­ται άσυλο, πρέ­πει να φύγει από τη χώρα». Ο Ρου­σέλ εκτι­μά ότι το στρα­τη­γι­κό λάθος των ηγε­σιών της Αρι­στε­ράς ήταν ότι ερ­μή­νευ­σαν το ΟΧΙ στο Ευ­ρω­σύ­νταγ­μα ως «αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο», ενώ κατά τη γνώμη του ήταν «ανα­κλα­στι­κή υπε­ρά­σπι­ση του έθνους». Αυτές οι θε­μα­το­λο­γί­ες, που απα­σχο­λούν τον «απλό ερ­γά­τη» (βλ. λευκό ψη­φο­φό­ρο της Λεπέν), έχουν αφε­θεί, λέει, να μο­νο­πω­λού­νται από την ακρο­δε­ξιά. Για όλα αυτά, ο Ρου­σέλ έχει κερ­δί­σει τη συ­μπά­θεια της δε­ξιάς «Λε Φι­γκα­ρό»… Επι­πλέ­ον, το ΚΚΓ, «απε­λευ­θε­ρω­μέ­νο» πλέον από τα οι­κο­λο­γι­κά δεσμά των πρώην συμ­μά­χων του, υπε­ρα­σπί­ζε­ται ανοι­χτά τη θέση του υπέρ της πυ­ρη­νι­κής ενέρ­γειας (την στρο­φή στην οποία κα­θο­δη­γεί με θέρμη ο Μα­κρόν), ως υπό­θε­ση «εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας».

Η «Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία», που πα­ρου­σιά­ζε­ται με την κα­μπά­νια «Λαϊκή Ενό­τη­τα», πα­ρα­μέ­νει η πιο μα­ζι­κή-ανα­γνω­ρί­σι­μη εκλο­γι­κή επι­λο­γή στον κόσμο της Αρι­στε­ράς, συ­γκε­ντρώ­νο­ντας στις δη­μο­σκο­πή­σεις ένα 10-11%. Η εμ­φά­νι­ση αντα­γω­νι­στών (αυ­τό­νο­μη κά­θο­δος των Πρα­σί­νων που το 2017 είχαν συ­μπλεύ­σει με τους βυ­θι­ζό­με­νους Σο­σια­λι­στές, αυ­τό­νο­μη κά­θο­δος του ΚΚΓ που δεν ξα­να­στη­ρί­ζει Με­λαν­σόν) απο­τε­λεί μέρος της εξή­γη­σης της υπο­χώ­ρη­σης από το εντυ­πω­σια­κό 19,5% που είχε φέρει τον Με­λαν­σόν μια ανάσα από το δεύ­τε­ρο γύρο. Ωστό­σο δεν είναι ο μο­να­δι­κός λόγος, με τις θερ­μές συ­ζη­τή­σεις για τα όρια αυτού του πο­λι­τι­κού σχε­δί­ου να έχουν απα­σχο­λή­σει έντο­να την Α.Γ. όλο το προη­γού­με­νο χρο­νι­κό διά­στη­μα (πχ με ιδιαί­τε­ρη έντα­ση μετά τις ευ­ρω­ε­κλο­γές).  

Πο­λι­τι­κά, έχει υπάρ­ξει βελ­τί­ω­ση σε κά­ποιες από τις πιο προ­βλη­μα­τι­κές από­ψεις που κυ­κλο­φο­ρού­σαν στις γραμ­μές της (ως προς την ισλα­μο­φο­βία και το ρα­τσι­σμό, ως προς την «εθνι­κή κυ­ριαρ­χία»), όπως συμ­βο­λί­ζε­ται από την απο­χώ­ρη­ση του Κουζ­μά­νο­βιτς, πρώην στε­νού συμ­βού­λου του Με­λαν­σόν σε αυτά τα θέ­μα­τα. Για το πού οδη­γού­σε το φλερτ με αυτές τις από­ψεις, είναι εν­δει­κτι­κή η δια­δρο­μή του ίδιου του Κουζ­μά­νο­βιτς. Ο οποί­ος μετά την απο­χώ­ρη­ση ίδρυ­σε το κόμμα που ονο­μά­ζε­ται «Κυ­ρί­αρ­χη Δη­μο­κρα­τία», δη­λώ­νει «ούτε αρι­στε­ρό, ούτε δεξιό», εμπνέ­ε­ται από το «Εθνι­κό Συμ­βού­λιο της Αντί­στα­σης» (όπου το ΚΚ ενώ­θη­κε με τις αστι­κές-πα­τριω­τι­κές δυ­νά­μεις υπό την ηγε­σία του εθνάρ­χη Ντε Γκωλ) και δεν έχει πρό­βλη­μα να συμ­με­τέ­χει σε «ακτι­βι­σμούς» πα­νη­γυ­ρι­σμού του Brexitμα­ζί με τις διά­φο­ρες φυλές του σκλη­ρού δε­ξιού «κυ­ριαρ­χι­σμού» (Ασε­λι­νό, Φι­λι­πό, Ντι­πόν-Ενιάν κ.ά.). Η υπο­ψη­φιό­τη­τά του στις προ­ε­δρι­κές δεν ανι­χνεύ­ε­ται δη­μο­σκο­πι­κά. 

Το πρό­γραμ­μα του Με­λαν­σόν απο­τε­λεί την πιο προ­ω­θη­μέ­νη εκ­δο­χή με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κής αμ­φι­σβή­τη­σης του υπάρ­χο­ντος πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος, όπως συ­μπυ­κνώ­νε­ται στην υπό­σχε­ση για ένα νέο σύ­νταγ­μα και μια 6η Δη­μο­κρα­τία (ο Με­λαν­σόν δη­λώ­νει πως θα είναι «ο τε­λευ­ταί­ος πρό­ε­δρος της 5ης Δη­μο­κρα­τί­ας»), που επι­χει­ρεί να συ­νε­νώ­σει διά­φο­ρες όψεις του οι­κο­νο­μι­κού-οι­κο­λο­γι­κού-δη­μο­κρα­τι­κού προ­γράμ­μα­τος. Κατά τη γνώμη μας, το με­γα­λύ­τε­ρο πρό­βλη­μα του πο­λι­τι­κού σχε­δί­ου της Α.Γ. δεν αφορά τόσο την αμ­φι­ση­μία του ίδιου του «στό­χου», όσο τη θολή μέ­θο­δο που προ­τεί­νει για την επί­τευ­ξή του, που σε με­γά­λο βαθμό αρ­χί­ζει και τε­λειώ­νει σε ένα συν­δυα­σμό εκλο­γής του Με­λαν­σόν στην προ­ε­δρία και δη­μο­ψη­φι­σμα­τι­κών δια­δι­κα­σιών των πο­λι­τών. 

Πρό­κει­ται για το μο­ντέ­λο του «αρι­στε­ρού λαϊ­κι­σμού», που έχει δεί­ξει μια προ­ε­κλο­γι­κή απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα (ιδιαί­τε­ρα στις προ­σω­πο­κε­ντρι­κές προ­ε­δρι­κές εκλο­γές της Γαλ­λί­ας και με δε­δο­μέ­νο το ρη­το­ρι­κό χά­ρι­σμα του Με­λαν­σόν), δια­τη­ρεί ένα αφή­γη­μα πιο «ρη­ξια­κό» όταν συ­γκρί­νε­ται με τις θλι­βε­ρές εναλ­λα­κτι­κές στη «θε­σμι­κή Αρι­στε­ρά» της Γαλ­λί­ας, αλλά ανα­πα­ρά­γει όλα τα πο­λι­τι­κά και ορ­γα­νω­τι­κά προ­βλή­μα­τα αυτής της στρα­τη­γι­κής: Πο­λι­τι­κά, η υπο­βάθ­μι­ση της τα­ξι­κής σύ­γκρου­σης, όχι μόνο στη «γλώσ­σα» και στα σύμ­βο­λα, αλλά και ως τμήμα του πο­λι­τι­κού σχε­δί­ου. Ορ­γα­νω­τι­κά, η συ­νύ­παρ­ξη μιας «ορι­ζο­ντιό­τη­τας» με μια αδιαμ­φι­σβή­τη­τη ηγε­σία, καθώς ο ηγέ­της εν­σαρ­κώ­νει το «λαό» στην αντι­πα­ρά­θε­σή του με τις «ελίτ».  

Η κα­μπά­νια της Α.Γ. εξα­κο­λου­θεί να προ­κα­λεί εν­θου­σιώ­δη συμ­με­το­χή σε κύ­κλους ανέ­ντα­χτων ακτι­βι­στών και οι συ­γκε­ντρώ­σεις του Με­λαν­σόν πα­ρα­μέ­νουν πιο μα­ζι­κά και ζω­ντα­νά γε­γο­νό­τα σε σχέση με όλους τους αντα­γω­νι­στές του. Μένει να φανεί αν αυτή η προ­ε­κλο­γι­κή αύ­ξη­ση της δια­θε­σι­μό­τη­τας-συμ­με­το­χι­κό­τη­τας, όπως και το γε­γο­νός ότι ο Με­λαν­σόν έχει κα­τα­κτή­σει τον ρόλο της «χρή­σι­μης ψήφου» ως ανοι­χτά προ­πο­ρευό­με­νος στο «αρι­στε­ρό ημι­σφαί­ριο» θα ωθή­σουν στην τε­λι­κή ευ­θεία τα πο­σο­στά της Α.Γ.

Οι υπο­ψη­φιό­τη­τες της άκρας Αρι­στε­ράς (Να­τα­λί Αρτό, Lutte Ouvriere και Φιλίπ Που­τού, NPA) δεί­χνουν κα­θη­λω­μέ­νες στην «κα­τα­γρα­φή» πά­νω-κά­τω από το 1% η κα­θε­μιά, απέ­χο­ντας πλέον πολύ από την εκλο­γι­κή δυ­να­μι­κή που πα­ρου­σί­α­ζαν στο πα­ρελ­θόν. Στο NPA τα πράγ­μα­τα φέτος είναι πολύ πιο δύ­σκο­λα. Στο NPA τα πράγ­μα­τα φέτος είναι ακόμα πιο δύ­σκο­λα, καθώς έχει βρε­θεί σε σκλη­ρές εσω­κομ­μα­τι­κές πε­ρι­πέ­τειες και κρί­σεις συ­νο­χής. Επι­πλέ­ον, ο σύ­ντρο­φος Που­τού, ο απο­λυ­μέ­νος ερ­γά­της αυ­το­κι­νη­το­βιο­μη­χα­νί­ας που «μιλά όπως εμείς», δυ­σκο­λεύ­ε­ται να συ­γκε­ντρώ­σει τις ανα­γκαί­ες 500 υπο­γρα­φές εκλεγ­μέ­νων αξιω­μα­τού­χων για να συμ­με­τέ­χει τε­λι­κά στις εκλο­γές και ως την ώρα που γρά­φο­νταν αυτές οι γραμ­μές, απεί­χε αρ­κε­τά από το στόχο [Rp: τε­λι­κά έφτα­σε τις ανα­γκεί­ες υπο­γρα­φές στις 4 Μάρτη]

Οι Προ­κρι­μα­τι­κές του Λαού

Σε αυτό το τοπίο υπήρ­ξε η πα­ρέμ­βα­ση των «Προ­κρι­μα­τι­κών του Λαού». Μια πρω­το­βου­λία ανέ­ντα­χτων που ορ­γά­νω­σαν μια δική τους προ­κρι­μα­τι­κή δια­δι­κα­σία με στόχο να επι­λέ­ξει «ο λαός της Αρι­στε­ράς» την υπο­ψη­φιό­τη­τα που θε­ω­ρεί ικα­νό­τε­ρη να τον «ενώ­σει». 

Η αντα­πό­κρι­ση είχε τις πιο αγα­θές προ­θέ­σεις. Οι 400.000 άν­θρω­ποι που αντα­πο­κρί­θη­καν (πε­ρισ­σό­τε­ροι από όσους κλή­θη­καν να δώ­σουν «χρί­σμα» στον Με­λαν­σόν, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ροι από τις «ανοι­χτές προ­κρι­μα­τι­κές» των Πρα­σί­νων και απεί­ρως πε­ρισ­σό­τε­ροι από όσους διά­λε­ξαν την Ινταλ­γκό στο Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα) δια­κα­τέ­χο­νται από ει­λι­κρι­νή επι­θυ­μία για ενό­τη­τα και ει­λι­κρι­νή αγω­νία απέ­να­ντι στην πα­ρέ­λα­ση δε­ξιών και ακρο­δε­ξιών.   

Η μέ­θο­δος υπήρ­ξε -του­λά­χι­στον- αμ­φι­λε­γό­με­νη: Χωρίς σο­βα­ρή προ­γραμ­μα­τι­κή βάση, χωρίς πο­λι­τι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση με­τα­ξύ των υπο­ψη­φί­ων, χωρίς καν τη… σύμ­φω­νη γνώμη των πε­ρισ­σό­τε­ρων από αυ­τούς, οι διορ­γα­νω­τές κά­λε­σαν τον κόσμο να «βαθ­μο­λο­γή­σει» πρό­σω­πα.

Η έκ­βα­ση υπήρ­ξε -σύμ­φω­να με τους πιο κα­χύ­πο­πτους-προ­δια­γε­γραμ­μέ­νη. Ανα­δεί­χθη­κε ως πιο δη­μο­φι­λής (πε­ρισ­σό­τε­ρες καλές/ λι­γό­τε­ρες κακές γνώ­μες) η Κρι­στιάν Το­μπι­ρά, η μο­να­δι­κή υπο­ψή­φια που κα­λω­σό­ρι­σε εξαρ­χής με θέρμη την πρω­το­βου­λία και δια­τυ­μπά­νι­ζε τη συμ­φω­νία της με το εγ­χεί­ρη­μα. 

Η Το­μπι­ρά υπήρ­ξε υπουρ­γός του Ολάντ. Δια­τύ­πω­σε χλια­ρά τις εν­στά­σεις της στην οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή, όταν «σκέ­φτη­κε να πα­ραι­τη­θεί» αλλά δεν το έκανε και πα­ρέ­μει­νε στη θέση της ακόμα και μετά το διο­ρι­σμό του «σαρ­κο­ζι­κού» Μα­νου­έλ Βαλς ως πρω­θυ­πουρ­γού. Πα­ρό­λα αυτά δια­τη­ρεί συ­μπά­θειες για τη νο­μι­μο­ποί­η­ση του ομό­φυ­λου γάμου επί των ημε­ρών της, την τε­λι­κή πα­ραί­τη­σή της όταν ο Ολάντ απο­φά­σι­σε την αφαί­ρε­ση υπη­κο­ό­τη­τας των κα­τα­δι­κα­σμέ­νων για τρο­μο­κρα­τία, τις προ­ο­δευ­τι­κές της από­ψεις στα ζη­τή­μα­τα ρα­τσι­σμού και των πρώην αποι­κιών της Γαλ­λί­ας και τη χυ­δαία στο­χο­ποί­η­σή της από τη μι­ντια­κή ακρο­δε­ξιά (που την απο­κα­λού­σε ανοι­χτά «μαϊ­μού»). Εμ­φα­νί­στη­κε έτσι (συ­γκε­ντρώ­νο­ντας αρ­χι­κά ένα 3-5%), επι­κα­λού­με­νη την ανά­γκη ενό­τη­τας, μία επι­πλέ­ον υπο­ψη­φιό­τη­τα στο χάρτη της πλα­τιάς Αρι­στε­ράς… [Rp: Η Το­μπι­ρά δυ­σκο­λεύ­τη­κε να συ­γκε­ντρώ­σει τις 500 ανα­γκαί­ες υπο­γρα­φές και απο­σύρ­θη­κε στις 2 Μάρτη]

Μια κρίση που δεν λύ­νε­ται στις κάλ­πες 



Το πρό­βλη­μα του κα­τα­κερ­μα­τι­σμού είναι εμ­φα­νές. Η δη­μο­σκο­πι­κή αριθ­μη­τι­κή λέει ότι διά­φο­ρες πα­ραλ­λα­γές συμ­μα­χιών θα είχαν τη πι­θα­νό­τη­τα να διεκ­δι­κή­σουν να στεί­λουν υπο­ψή­φιο στο δεύ­τε­ρο γύρο. Στο σκλη­ρό πε­ρι­βάλ­λον πο­λι­τι­κής ήττας, άλλοι αγω­νι­στές αι­σθά­νο­νται την ανά­γκη να «οχυ­ρω­θούν» στο κόμμα τους, ενώ άλλοι χά­νουν το εν­δια­φέ­ρον τους στα υπαρ­κτά πο­λι­τι­κά κόμ­μα­τα και τις δια­θέ­σι­μες εκλο­γι­κές επι­λο­γές, προ­τι­μώ­ντας να αφο­σιω­θούν στη δράση στα σω­μα­τεία τους ή σε κοι­νω­νι­κά κι­νή­μα­τα. Ωστό­σο, σωστά υπεν­θυ­μί­ζουν αρ­κε­τοί ότι πολ­λές φορές στην ιστο­ρία η (ευ­ρύ­τε­ρη) Αρι­στε­ρά ση­μεί­ω­νε εκλο­γι­κές επι­τυ­χί­ες και διαι­ρε­μέ­νη, καθώς υπήρ­χε ένα διευ­ρυ­μέ­νο και πο­λι­τι­κά ενερ­γο­ποι­η­μέ­νο κοι­νω­νι­κό ακρο­α­τή­ριο στο «αρι­στε­ρό ημι­σφαί­ριο». 

Ζω­τι­κός χώρος

Το με­γά­λο ζη­τού­με­νο είναι η αντι­στρο­φή αυτής της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας –της συρ­ρί­κνω­σης του ζω­τι­κού χώρου για κάθε εκ­δο­χή Αρι­στε­ράς τα τε­λευ­ταία χρό­νια. Αυτό δεν αντι­με­τω­πί­ζε­ται στο δρόμο προς τις κάλ­πες. Χωρίς να υπο­τι­μού­με τη ση­μα­σία όσων συμ­βαί­νουν σε μια προ­ε­κλο­γι­κή πε­ρί­ο­δο (οι κα­μπά­νιες, τα προ­γράμ­μα­τα, οι προ­σπά­θειες ανά­πτυ­ξης δυ­να­μι­κής στην τε­λι­κή ευ­θεία κλπ), οι εκλο­γι­κές ανα­με­τρή­σεις σε γε­νι­κές γραμ­μές είναι «στιγ­μές» που απο­τυ­πώ­νουν (έστω στρε­βλά) τον πο­λι­τι­κό συ­σχε­τι­σμό που έχει ήδη δια­μορ­φω­θεί από όσα έγι­ναν ή δεν έγι­ναν στην τα­ξι­κή πάλη και τον πο­λι­τι­κό αντα­γω­νι­σμό όλα τα προη­γού­με­να χρό­νια.    

Το πρώτο μισό της θη­τεί­ας Μα­κρόν κα­θο­ρί­στη­κε από την εξέ­γερ­ση των Κί­τρι­νων Γι­λέ­κων και από τη συ­γκλο­νι­στι­κή απερ­για­κή μάχη ενά­ντια στη με­τω­πι­κή επί­θε­ση στο ασφα­λι­στι­κό σύ­στη­μα. Ο Τζον Μάλεν, που ζει στο Πα­ρί­σι, προ­έ­βλε­πε τότε ότι «ο Μα­κρόν θα επεν­δύ­σει στην ισλα­μο­φο­βία για το δεύ­τε­ρο μισό της θη­τεί­ας του», γνω­ρί­ζο­ντας ότι απο­τε­λεί δο­κι­μα­σμέ­νο ερ­γα­λείο δε­ξιάς με­τα­τό­πι­σης του πο­λι­τι­κού το­πί­ου και της δη­μό­σιας συ­ζή­τη­σης. Δεν γνω­ρί­ζου­με αν πε­ρί­με­νε και ο ίδιος ο σύ­ντρο­φος τον πα­ρο­ξυ­σμό που ακο­λού­θη­σε από τις αρχές του 2020 μέχρι και σή­με­ρα, με μια αντι­δρα­στι­κή επί­θε­ση βγαλ­μέ­νη από τα εγ­χει­ρί­δια των «πο­λι­τι­σμι­κών πο­λέ­μων» της Alt-Right, που με­τέ­τρε­ψε τη Γαλ­λία στο ζο­φε­ρό μέρος όπου «αν­θούν» οι Λεπέν και οι Ζε­μούρ. Πα­ράλ­λη­λα, η παν­δη­μία σκέ­πα­σε το κοι­νω­νι­κό ζή­τη­μα: ο Μα­κρόν ευ­φυώς σε­βά­στη­κε μια κά­ποια «κοι­νω­νι­κή ει­ρή­νη», ανα­στέλ­λο­ντας επ’ αό­ρι­στον τις εμ­βλη­μα­τι­κές επι­θέ­σεις που είχε στα συρ­τά­ρια, ενώ τον τόνο έδωσε η αντι­πα­ρά­θε­ση γύρω από το Green Pass, που ενί­σχυε την ακρο­δε­ξιά εκ­δο­χή «αντί­στα­σης στις ελίτ».  

Σε αντί­θε­ση πχ με τις εκλο­γές του 2017, όπου οι «τε­λευ­ταί­ες πρά­ξεις» της κρί­σης του Ολάντ ήταν ο απερ­για­κός αγώ­νας ενά­ντια στον αντερ­γα­τι­κό νόμο Ελ Κομρί και το κί­νη­μα Nuit Debout, τα οποία τρο­φο­δό­τη­σαν την «ζή­τη­ση» για αρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή και την εκτί­να­ξη του Με­λαν­σόν, σή­με­ρα μια πολύ σκο­τει­νή συ­γκυ­ρία ρί­χνει τη «σκιά» της πάνω στις επερ­χό­με­νες κάλ­πες. 

Ένα άρθρο στα πλαί­σια της απο­λο­γι­στι­κής συ­ζή­τη­σης για την πορ­το­γα­λι­κή ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά, έθιγε το ζή­τη­μα της σχέ­σης εκλο­γι­κού συ­σχε­τι­σμού και κοι­νω­νι­κών αγώ­νων:

«Τα αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κά κόμ­μα­τα μπο­ρούν να ανα­πτύ­ξουν ένα σκλη­ρό εκλο­γι­κό πυ­ρή­να γύρω στο 5% αλλά μπο­ρούν επί­σης να φτά­σουν σε δι­ψή­φια πο­σο­στά αν κα­τα­φέ­ρουν να συν­δε­θούν με μα­ζι­κές ανη­συ­χί­ες και αγώ­νες. Όταν οι ερ­γα­ζό­με­νοι είναι σε υπο­χώ­ρη­ση και οι δε­ξιές λαϊ­κι­στι­κές ιδέες ενι­σχύ­ο­νται, είναι δύ­σκο­λο να δια­τη­ρη­θεί η υπο­στή­ρι­ξη των λι­γό­τε­ρων ρι­ζο­σπα­στι­κών τμη­μά­των που ίσως ψη­φί­σουν [την αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά] σε συ­γκε­κρι­μέ­νες πε­ριό­δους. Ένα από τα δύ­σκο­λα κα­θή­κο­ντα μιας δύ­να­μης της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς είναι το πώς να συ­ντη­ρή­σει αυτό το ρεύμα μέσα σε δύ­σκο­λες πε­ριό­δους. Αυτό είναι ευ­κο­λό­τε­ρο αν η πο­λι­τι­κή κουλ­τού­ρα της δεν είναι πολύ εκλο­γι­κί­στι­κη και δια­τη­ρεί ως κυ­ρί­αρ­χο προ­σα­να­το­λι­σμό την ανά­πτυ­ξη της αυ­τό-ορ­γά­νω­σης στους χώ­ρους δου­λειάς και στις κοι­νό­τη­τες». 

Αυτή η προ­σέγ­γι­ση –που θα μπο­ρού­σε να γρα­φτεί και για τις εκλο­γι­κές δυ­σκο­λί­ες που αντι­με­τω­πί­ζει η γαλ­λι­κή Αρι­στε­ρά φέτος σε σύ­γκρι­ση με το 2017– παίρ­νει υπόψη τα όρια που δη­μιουρ­γεί το ευ­ρύ­τε­ρο κοι­νω­νι­κό πε­ρι­βάλ­λον (τι «απο­τυ­πώ­νε­ται» στην κάλπη), αλλά δεν ει­ση­γεί­ται μοι­ρο­λα­τρία. Σκια­γρα­φεί την ανά­γκη πιο «αν­θε­κτι­κών» μορ­φών πο­λι­τι­κο­ποί­η­σης και ρι­ζω­μέ­νης ορ­γά­νω­σης, για να αντέ­χουν στις στρο­φές της συ­γκυ­ρί­ας. Πρό­κει­ται για την καρ­διά του (διε­θνούς) προ­βλή­μα­τος, το οποίο είχε πε­ρι­γρά­ψει πολύ εύ­στο­χα ο Ούγκο Πα­λέ­τα (NPA), σε κεί­με­νο που ανα­δη­μο­σιεύ­σα­με και στο προη­γού­με­νο φύλλο της «Ε.Α.» και στο Rproject:

«Αλλά αυτές οι [εκλο­γι­κές] επι­τυ­χί­ες ήταν εφή­με­ρες και δεν απο­κρυ­σταλ­λώ­θη­καν -για διά­φο­ρους λό­γους- σε ορ­γα­νώ­σεις ικα­νές να ανα­δη­μιουρ­γή­σουν ορ­γα­νι­κούς, αν­θε­κτι­κούς δε­σμούς με την ερ­γα­τι­κή τάξη…  οι πε­ρισ­σό­τε­ρες με­γά­λες στιγ­μές μα­ζι­κής κοι­νω­νι­κής σύ­γκρου­σης, όπου τέ­θη­κε συ­γκε­κρι­μέ­να το ζή­τη­μα της επα­να­στα­τι­κής ρήξης, ήταν επί­σης στιγ­μές όπου η πο­λι­τι­κή Αρι­στε­ρά κα­τόρ­θω­νε να συ­γκε­ντρώ­σει την εκλο­γι­κή στή­ρι­ξη με­γά­λου τμή­μα­τος των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων και να χτί­σει με­γά­λες και αγω­νι­στι­κές ορ­γα­νώ­σεις ικα­νές να ανα­πλά­θουν την “κοινή λο­γι­κή” που επι­κρα­τεί στην ερ­γα­τι­κή τάξη από τα μέσα της. Είναι αυτή η αντι-ηγε­μο­νι­κή δυ­να­τό­τη­τα –αυτός ο ορ­γα­νι­κός δε­σμός με την ερ­γα­τι­κή τάξη– που έχει χαθεί». 

Εκλο­γι­κή τα­κτι­κή

Δεν είναι τυ­χαίο ότι τα «λαϊ­κι­στι­κά» πει­ρά­μα­τα, ή και δια­φο­ρε­τι­κές από­πει­ρες που είχαν όμως στο επί­κε­ντρο τον «ηγέτη» και την εκλο­γι­κή απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα (κορ­μπι­νί­στας, ρεύμα Σά­ντερς), που επι­χει­ρούν να πα­ρα­κάμ­ψουν αυτή την απου­σία οι­κο­δο­μώ­ντας «εκλο­γι­κές πο­λε­μι­κές μη­χα­νές» έχουν απο­δει­χθεί τα πιο ευά­λω­τα στις στρο­φές της συ­γκυ­ρί­ας. 

Αυτό απο­τε­λεί και το με­γα­λύ­τε­ρο ζή­τη­μα με την «λαϊ­κι­στι­κή» στρα­τη­γι­κή της Ανυ­πό­τα­κτης Γαλ­λί­ας, που -6 χρό­νια μετά την ίδρυ­σή της- δεν έχει κάνει τα βή­μα­τα που αντι­στοι­χού­σαν στον αρ­χι­κό εκλο­γι­κό της θρί­αμ­βο το 2017, πα­ρα­μέ­νο­ντας σε με­γά­λο βαθμό κάτι με­τα­ξύ χα­λα­ρού «δι­κτύ­ου εθε­λο­ντών» και εκλο­γι­κού μη­χα­νι­σμού του Με­λαν­σόν (κάτι που κο­στί­ζει στη δράση της τον υπό­λοι­πο καιρό, αλλά απο­τυ­πώ­νε­ται ακόμα και με εκλο­γι­κούς όρους, με την ανα­ντι­στοι­χία που έχει πα­ρου­σιά­σει η δύ­να­μή της σε άλλες ανα­με­τρή­σεις, εκτός από τις προ­ε­δρι­κές).  

Ακόμα κι αν η ζω­ντά­νια και η ευ­ρη­μα­τι­κό­τη­τα που χα­ρα­κτη­ρί­ζει τους ακτι­βι­στές της Α.Γ. κα­τα­φέ­ρει να εμπνεύ­σει κι ενερ­γο­ποι­ή­σει ένα ευ­ρύ­τε­ρο εκλο­γι­κό ρεύμα, πράγ­μα που ασφα­λώς το ευ­χό­μα­στε, τα προ­βλή­μα­τα θα πα­ρα­μέ­νουν. 

Οι σύ­ντρο­φοι και οι συ­ντρό­φισ­σες του NPA έχουν ίσως την πιο κα­θα­ρή και πλήρη επί­γνω­ση αυτών των ζη­τη­μά­των. Το­νί­ζουν εύ­στο­χα ότι οι γε­νι­κές εκ­κλή­σεις για μια νέα «Ένωση της Αρι­στε­ράς» (με όσους θέ­λουν μια επα­νά­λη­ψη της εμπει­ρί­ας Ολάντ;) ή με τρικ όπως οι «προ­κρι­μα­τι­κές του λαού» δεν θα ξε­πε­ρα­στούν οι δυ­σκο­λί­ες και οι αδυ­να­μί­ες της γαλ­λι­κής Αρι­στε­ράς, ενώ κά­νουν συχνά λόγο για την ανά­γκη οι­κο­δό­μη­σης στα­θε­ρής  ενό­τη­τας στους αγώ­νες, την ανά­γκη πο­λι­τι­κής ορ­γά­νω­σης της ερ­γα­τι­κής τάξης, την ανά­γκη συ­ζή­τη­σης κι αντι­πα­ρά­θε­σης για το ανα­γκαίο πε­ριε­χό­με­νο της ενό­τη­τας.

Η αλή­θεια είναι ότι ακρι­βώς λόγω αυτής της ικα­νό­τη­τας των συ­ντρό­φων-φισ­σών να μην πε­ριο­ρί­ζουν τον ορί­ζο­ντά τους στις εκλο­γές, δεί­χνει ανε­ξή­γη­τη η επι­μο­νή σε μια εκλο­γι­κή κα­μπά­νια στε­νής κομ­μα­τι­κής «κα­τα­γρα­φής», που -ιδιαί­τε­ρα στις σκλη­ρές συν­θή­κες που έχουν δια­μορ­φω­θεί φέτος στα αρι­στε­ρά της αρι­στε­ράς- έχει τον κίν­δυ­νο ενός ιδιό­τυ­που «αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού» εκλο­γο­κε­ντρι­σμού. Σε­βό­μα­στε τη μακρά γαλ­λι­κή πα­ρά­δο­ση (όπου όλες οι δυ­νά­μεις σχε­δόν «υπο­χρε­ού­νται» να πα­ρου­σια­στούν/δο­κι­μά­σουν την τύχη τους στον πρώτο γύρο των προ­ε­δρι­κών) και τον θε­μι­τό στόχο να αξιο­ποι­η­θεί η αυ­ξη­μέ­νη προ­ε­κλο­γι­κή ορα­τό­τη­τα για την ενί­σχυ­ση του κόμ­μα­τος. Αλλά η δια­πί­στω­ση ότι τα με­γά­λα και δύ­σκο­λα κα­θή­κο­ντα ανα­συ­γκρό­τη­σης δεν θα κρι­θούν σε αυτές τις εκλο­γές, αφορά και τους πό­ρους και την ενέρ­γεια που απαι­τεί (και έχει απαι­τή­σει ήδη) η στή­ρι­ξη μιας πα­νε­θνι­κής προ­ε­κλο­γι­κής εκ­στρα­τεί­ας από μια απο­δυ­να­μω­μέ­νη ορ­γά­νω­ση. 

Ο συμ­βο­λι­σμός που έχει απο­κτή­σει στο κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό τοπίο η υπο­ψη­φιό­τη­τα Με­λαν­σόν (ως βα­σι­κός «δεί­κτης» της επιρ­ρο­ής του στρα­το­πέ­δου αρι­στε­ρής αντι­πο­λί­τευ­σης στον Μα­κρόν), η χα­λα­ρή συ­γκρό­τη­ση της Α.Γ. και η επί­γνω­ση ότι η ψήφος δεν ση­μαί­νει «λευκή επι­τα­γή» ή πο­λι­τι­κό «γάμο», θα επέ­τρε­πε ένα ευρύ φάσμα τα­κτι­κών επι­λο­γών απέ­να­ντί της (από απλή δή­λω­ση εκλο­γι­κής προ­τί­μη­σης, μέχρι αυ­τό­νο­μη-δια­κρι­τή συμ­με­το­χή στην κα­μπά­νια, με εν­διά­με­σες  πα­ραλ­λα­γές). Θε­ω­ρού­με ότι τέ­τοιες επι­λο­γές θα συ­νέ­βαλ­λαν στη σύν­δε­ση του NPA με έναν ευ­ρύ­τε­ρο κύκλο ακτι­βι­στών-στριών της Αρι­στε­ράς που αγω­νιούν κα­λο­προ­αί­ρε­τα για τον κα­τα­κερ­μα­τι­σμό, κά­νο­ντας πιο πει­στι­κή την δια­κη­ρυγ­μέ­νη προ­θυ­μία του να συ­ζη­τή­σει μαζί τους για το «ποια ενό­τη­τα χρειά­ζε­ται». 

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά

Ετικέτες