Αυτές τις μέρες η κυβέρνηση τρέχει να προλάβει, καθώς Τρόικα και ΔΝΤ ξανάρχονται, τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων που αποφάσισε για να παρουσιάσει με νούμερα την περίφημη ανάπτυξη που ευαγγελίζεται. Μέσα σε αυτές τις απολύσεις είναι όλες οι εργαζόμενες/οι στην καθαριότητα του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες θα είναι και οι πρώτες απολύσεις καθώς όπως σημειώνει το Υπουργείο θα απολυθούν χωρίς “αξιολόγηση”.
Με την αξιολόγηση, βέβαια, το Υπουργείο βρίσκει, για άλλη μια φορά, ένα εργαλείο “παντός καιρού” προκειμένου να αθωώσει την πολιτική των απολύσεων και της γενικευμένης επίθεσης στους εργαζόμενους/ες. Στο στόχαστρο για το επικείμενο κύμα απολύσεων- διαθεσιμότητας έχουν μπει και οι σχολικές καθαρίστριες/ες, οι οποίες ανήκουν μεν στο Υπουργείο Παιδείας αλλά μισθοδοτούνται από τους δήμους. Πρόκειται για περίπου 3.000 εργαζόμενες αορίστου χρόνου, ενώ ακόμη 6.000 υπηρετούν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή και ως ωρομίσθιες/οι. Η συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων είναι ουσιαστικά στον αέρα, καθώς αποτελούν μια εύκολη λύση για περικοπές, γεμίζοντας τις «δεξαμενές» των απολύσεων του 2013.
Οι εργαζόμενες/οι στην καθαριότητα των Δημόσιων Σχολείων καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και χρειάζεται να εργάζονται, στο σύνολό τους, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του σχολείου και μετά το σχόλασμα, με σταθερές, μόνιμες εργασιακές σχέσεις και να αμείβονται με αξιοπρεπείς μισθούς. Όπως μαρτυρούν οι ίδιες,«αισθάνομαι ότι μας κοροϊδεύουν, δεν είναι οι τουλάχιστον 18 αίθουσες που πρέπει να καθαρίσεις, έτσι μόνο θεωρείται ότι δουλεύεις πλήρες ωράριο, έχουμε και τις τουαλέτες, τις σκάλες, το προαύλιο, όλοι οι εξωτερικοί χώροι, τρέχουμε να προλάβουμε. Αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε μέχρι αργά το βράδυ, έχουμε φύγει ακόμα και στις 11. Και να ήταν αυτό, μπορούν να περάσουν ακόμα και τρεις μήνες μέχρι να μας πληρώσουν. Χωρίς άδεια, χωρίς δώρο, χωρίς να δικαιούμαστε ασθένεια. Πολλές δουλεύουν με μερική απασχόληση, 3 ώρες, 2 ώρες, μερικές και μισή ώρα. Το καλοκαίρι μένουμε χωρίς δουλειά, με τόσα έξοδα και υποχρεώσεις.Τι να πω, υπάρχουν συναδέλφισσες με οικογένεια και μικρά παιδιά που δουλεύουν για 200 ευρώ». Παράλληλα, η κυβέρνηση διαμηνύει ότι η συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων μπορεί να αντικατασταθεί εύκολα από ιδιωτικά συνεργεία καθαριότητας. Το ¨βρώμικο¨ σχέδιο της κυβέρνησης είναι σε πλήρη εξέλιξη, πετώντας στο δρόμο εργαζόμενες/ους που αμείβονται με ελάχιστα χρήματα και με ελάχιστες πιθανότητες να βρουν ξανά δουλειά. Οι καθαρίστριες/ες εργάζονται στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα με μια μεγάλη ποικιλία εργασιακών σχέσεων: συμβάσεις αορίστου χρόνου, σχέσεις μίσθωσης έργου, αμοιβή με πάγια επιχορήγηση, σύμβαση ιδιωτικού δικαίου και άλλα. Σε κάθε περίπτωση, λιγότερο ή περισσότερο μόνιμες, οι καθαρίστριες είναι οι κατεξοχήν επισφαλείς εργαζόμενες του δημόσιου τομέα.
Σε ερώτηση βουλευτών του Συριζα για τις καθαρίστριες/ες του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία κατατέθηκε τον Ιούλιο αναφέρεται ότι: « από τον Ιανουάριο του 2013 οι συμβάσεις απασχόλησης εκατοντάδων καθαριστών/ριών των εφοριών και άλλων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών δεν ανανεώθηκαν με πρόσχημα το δήθεν «υψηλό» τους κόστος, ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια το ίδιο το Υπουργείο καταπατούσε κυνικά και απροκάλυπτα στοιχειώδη εργασιακά τους δικαιώματα. Οι εν λόγω εργαζόμενες/εργαζόμενοι απασχολούνταν με συμβάσεις έργου τετράωρης απασχόλησης και ελάμβαναν μισθούς πείνας, ύψους 325 ευρώ! Οι καθαρίστριες αυτές – στη μεγάλη τους πλειοψηφία γυναίκες μεγάλης ηλικίας και με αυξημένες οικογενειακές υποχρεώσεις - εργάζονταν αδιαλείπτως επί χρόνια σε ομηρία και υπό καθεστώς συνεχούς ανασφάλειας, καθώς αναγκάζονταν να υπογράφουν συμβάσεις μερικής απασχόλησης, οι οποίες είχαν εξαιρετικά περιορισμένη χρονική διάρκεια. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις οι συμβάσεις αυτές διαρκούσαν μόλις ένα μήνα! Στο περιεχόμενό τους αναφερόταν μάλιστα ρητά ότι οι εργαζόμενες δεν δικαιούνται κανονική άδεια, γονική άδεια καθώς επίσης και δώρα (Χριστουγέννων, Πάσχα). Οι Βουλευτές του Συριζα με επανειλημμένες κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις τόνιζαν ότι αυτός ο εργασιακός «μεσαίωνας» έπρεπε να σταματήσει και οι συμβάσεις έργου των εν λόγω καθαριστριών να μετατραπούν σε αορίστου χρόνου, με ταυτόχρονη αύξηση της εξευτελιστικά χαμηλής αμοιβής τους. Υπέρ της δίκαιης αυτής λύσης συνηγόρησε και η Γ.Σ.Ε.Ε,
Το Υπουργείο Οικονομικών τελικά, με διάταξη (άρθρο 23) στο Νόμο 4151/29.04.2013 (ΦΕΚ Α’ 103) προχώρησε σε ανανέωση των συμβάσεων των καθαριστριών/ων για έναν ακόμα χρόνο, μέχρι τις 31.12.2013. Παρόλα αυτά, όμως, κι ενώ ο νόμος είναι σε ισχύ από τις 29.04.2013 –εδώ και δύο μήνες δηλαδή- οι εν λόγω εργαζόμενες-δεν έχουν αναλάβει ακόμα υπηρεσία, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα επιβίωσης.»
Και ενώ οι εργαζόμενες/οι είχαν να αντιμετωπίσουν αυτό το επισφαλές και απαράδεκτο καθεστώς εργασίας βρίσκονται απολυμένες. Να σημειωθεί επίσης ότι είχαν εξαιρεθεί από τα βαρέα και ανθυγιεινά χιλιάδες καθαρίστριες/ες με μερική απασχόληση αλλά και με πλήρη, στην περίπτωση που εργάζονταν στα γραφεία δημοσίων επιχειρήσεων, στα ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ που ανήκουν στο κράτος, στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού και στις επιχειρήσεις τους. Παρόλο που είναι γεγονός ότι ο κλάδος της καθαριότητας διακρίνεται από την εντατικοποίηση της εργασίας, την επαφή με χημικές ουσίες (καθαριστικά), την επιβάρυνση της υγείας και τους αυξημένους επαγγελματικούς κινδύνους και χωρίς να προκύπτει από πουθενά ότι οι καθαρίστριες/ες στις δημόσιες υπηρεσίες, δεν εκτίθενται σε αυτούς τους παράγοντες επαγγελματικού κινδύνου.
Ο κλάδος της καθαριότητας εμφανίζεται ως γυναικείος, εφόσον κατά κύριο λόγο απασχολούνται σε αυτόν γυναίκες. Ο καθαρισμός των δημόσιων χώρων παραμένει “αόρατη” εργασία, οι επιθεωρητές εργασίας δεν την αναφέρουν ποτέ, ενώ οι εργατικοί νόμοι μένουν ανεφάρμοστοι.
“Στην Ελλάδα η οικιακή εργασία βγαίνει για πρώτη φορά έξω από το σπίτι και μετατρέπεται στο επάγγελμα της καθαρίστριας κατά τον Μεσοπόλεμο.
Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με την εξάπλωση και τη διαφοροποίηση των υπηρεσιών, δημόσιων και ιδιωτικών. Ιδίως σε μεγάλους χώρους εργασίας, τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες, εταιρίες, οι καθαρίστριες αναλαμβάνουν εργασίες που παλαιότερα έκαναν οι υπάλληλοι. Στον Μεσοπόλεμο, οι καθαρίστριες ήταν οι περισσότερες παντρεμένες ή χήρες, προέρχονταν από φτωχά στρώματα των μεγάλων πόλεων. Στις δημόσιες υπηρεσίες, μολονότι υπήρχαν οργανικές θέσεις υπηρετικού προσωπικού, οι καθαρίστριες δεν ήταν μόνιμες. Πληρώνονταν με την ώρα ή την ημέρα. Το αίτημα να μονιμοποιηθούν διατυπώνεται επανειλημμένα και υιοθετείται από τις φεμινιστικές οργανώσεις του Μεσοπολέμου, αλλά μάταια. Οι καθαρίστριες μονιμοποιούνται μέσα στην Κατοχή, το 1943, με βαθμό και μισθό κλητήρα. Συνεχίζουν ωστόσο να πληρώνονται ως ημερομίσθιες, ενώ πολλές είναι έκτακτες. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1953, χάνουν την ιδιότητα του δημόσιου υπαλλήλου και οι οργανικές τους θέσεις καταργούνται.(Έφη Αβδελά: “Η όψιμη ανακάλυψη της επισφαλούς εργασίας” (Αυγή, 22 Μαρτίου 2009).
Η αμειβόμενη εργασία των γυναικών υπήρξε κατά κύριο λόγο ¨επισφαλής¨, ενώ συχνά θεωρούνταν ¨εφεδρική¨, ¨συμπληρωματική¨, ¨βοηθητική¨.Γυναίκες είναι εκείνες που κατεξοχήν απασχολούνταν και απασχολούνται σε επισφαλείς κλάδους εργασίας. Περιθωριοποιούνται και απολύονται ευκολότερα, ενώ περισσότερο “επισφαλείς” και “αόρατες” είναι εκείνες οι εργασίες που θεωρούνται “φυσικές” για τις γυναίκες. Τα “γυναικεία επαγγέλματα” ήταν κατά κύριο λόγο κακοπληρωμένα, επίπονα και χαρακτηρίζονταν συχνά “ανειδίκευτα”. Η καθαριότητα γίνεται ακόμη πιο επισφαλής όταν την αναλαμβάνουν μετανάστριες, οι οποίες βιώνουν πολλαπλή καταπίεση. Αν η καθαριότητα είναι μια φορά αόρατη εργασία, η καθαριότητα που κάνουν μετανάστριες είναι διπλά αόρατη.
Η πλειοψηφία των εργαζομένων στον κλάδο της καθαριότητας βρίσκεται σε καθεστώς επισφάλειας, με μερική απασχόληση. Σύμφωνα με το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), οι συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης που μετατράπηκαν το πρώτο δίμηνο του 2011 σε μερική απασχόληση είναι αυξημένες κατά περίπου 200% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2010.
Ο ν. 3846/10 είχε φροντίσει να επεκτείνεται η μερική απασχόληση και στις πρώην ΔΕΚΟ, σε φορείς και οργανισμούς του δημοσίου, με συνέπεια λιγότερες ώρες εργασίας με χαμηλότερο μισθό και με λιγότερα εργασιακά δικαιώματα.
Σήμερα με δεδομένη την υψηλή ανεργία των γυναικών που αγγίζει το 32%, ενώ οι γυναίκες αποτελούν το 63% των μερικά απασχολούμενων, η κυβέρνηση αποφασίζει να διαλύσει τη καθαριότητα στο δημόσιο τομέα. Ανοίγοντας το δρόμο για τα συνεργεία καθαριότητας, όπου εκεί η εκμετάλλευση των εργαζομένων οργιάζει. Είναι γνωστή πρακτική ο καθαρισμός δημοσίων χώρων και κτιρίων να δίνεται ως υπεργολαβία σε ιδιωτικές εταιρείες που απασχολούν τις εργαζόμενες/ους με μισθούς πείνας και τις περισσότερες φορές χωρίς ένσημα. Πρόκειται για κερδοσκοπικές εταιρείες, οι οποίες για να μειώσουν το κόστος και να αυξήσουν τα κέρδη τους, κατακρεουργούν τους υπαλλήλους. Παράλληλα κοστίζουν ακριβά στο δημόσιο, αφού στην ουσία το δημόσιο υπενοικιάζει το προσωπικό από εταιρείες, οι οποίες αφού “πληρώσουν” πενιχρά τους εργαζόμενους/ες, βάζουν τα υπόλοιπα λεφτά στην τσέπη. Οι καθαρίστριες/ες στα εργολαβικά συνεργεία βιώνουν την πιο άγρια μορφή της εργοδοτικής τρομοκρατίας, απολύσεις, εκφοβισμός, καταπάτηση των νόμων του ισχύοντος εργατικού δίκαιου. Ενώ το Υπουργείου κωφεύει στις διαμαρτυρίες και στις ανακοινώσεις των εργαζομένων στα συνεργεία καθαριότητας, όπως κώφευε στις καταγγελίες του σωματείου (Π.Ε.Κ.Ο.Π) πριν τη δολοφονική επίθεση στην Κωνσταντίνα Κούνεβα. Η κυβέρνηση στην ουσία αυτό το καθεστώς εκμετάλλευσης επιδιώκει να επιβάλλει, στέλνοντας τις καθαρίστριες/ες στα συνεργεία καθαρισμού για να ζήσουν, προσθέτοντας κι άλλη καταπίεση στις πλάτες των γυναικών.
Η κυβέρνηση με τις απολύσεις - διαθεσιμότητες επιλέγει την οπισθοδρόμηση, προσθέτει κι άλλη ανεργία, κι άλλη ανέχεια. Ό,τι χάνει ένας εργαζόμενος/η το χάνουν όλοι και όλες. Όταν η εργατική νομοθεσία γίνεται κουρελόχαρτο για ένα κλάδο, σίγουρα ακολουθούν κι άλλοι. Μόνο με τη στήριξη όλων των εργαζομένων, με μέτωπο αγώνα, για το δικαίωμα στην μόνιμη, σταθερή εργασία, με αξιοπρεπείς συνθήκες και αμοιβή, μπορούν αυτές οι πολιτικές να ανατραπούν. Οι εργαζόμενες/οι στην καθαριότητα συμμετέχουν στο απεργιακό μέτωπο αγώνα στις 18 και 19 του μήνα, ενώνοντας τη φωνή τους με τα αιτήματα όλων των εργαζομένων, των ανέργων, της νεολαίας, σε μια πορεία νικηφόρας τροχιάς, σε μια πορεία ανατροπών.