Η παρέμβαση εκ μέρους της ΔΕΑ στην συζήτηση «Συμπεράσματα και προοπτικές για την Αριστερά που έχουμε ανάγκη σήμερα», στο διήμερο "Η εμπειρία του 2010 – 2015 για την Αριστερά που έχουμε ανάγκη σήμερα” που οργανώθηκε από τις οργανώσεις Αναμέτρηση, ΑΠΟ, ΔΕΑ, Μετάβαση και Ξεκίνημα, στις 21 και 22 Ιουνίου στην Πάντειο.

Η Αριστερά που έχουμε ανάγκη σήμερα πρέπει να είναι ενωτική, μαζική, ριζοσπαστική. Και τα τρία χαρακτηριστικά είναι απαραίτητα -και αλληλοσυνδεόμενα- εάν θέλουμε να παρέμβουμε στη συγκυρία. 

Οι προηγούμενες συζητήσεις και η κριτική ματιά στις εμπειρίες του προηγούμενου μεγάλου κύκλου πολιτικών και κοινωνικών αγώνων είναι απαραίτητο στοιχείο προετοιμασίας για τις πολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Έχει νόημα για το σήμερα η συζήτηση; Πολλοί έβγαλαν το συμπέρασμα ότι οι ενωτικές μετωπικές προσπάθειες μαζικές συγκρότησης (και οι πιθανές αυταπάτες που τις συνόδευαν) πέθαναν το 2015. Εάν το ερώτημα ήταν τόσο απλό, γιατί δεν έχουμε καμία απάντηση/παράδειγμα μιας όχι πλατιάς-μετωπικής συγκρότησης που να είναι αναφορά (ούτε στην Ελλάδα, ούτε διεθνώς).

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι κολοσσιαίες. Ζούμε στην εποχή της πολύ-κρίσης, με το ανακάτεμα της τράπουλας των ιμπεριαλιστικών σχέσεων και συσχετισμών, της επιθετικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Κυρίαρχα ζούμε σε μία εποχή οξυμένης πολεμικής προετοιμασίας. Οι κυβερνήσεις και οι κυρίαρχες τάξεις έχουν «παρασυρθεί» σε μία άνευ προηγουμένου εξοπλιστική φρενίτιδα, τα αιτήματα υπεράσπισης της ειρήνης απέναντι στην προοπτική του πολέμου πρέπει να ακουστούν παντού. Η ΕΕ με το εξοπλιστικό πρόγραμμα ReArm Europe σκοπεύει να δαπανήσει 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε εξοπλισμούς. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχωράει σε νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα 24 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η γενοκτονία στη Γάζα συνεχίζεται με την ντροπιαστική στήριξη της Δύσης. Χθες, το Αμερικάνικο χτύπημα στο Ιράν απειλεί να σύρει όλο τον κόσμο σε μία γενικευμένη πολεμική σύγκρουση. 

Σε αυτή τη συγκυρία δεν υπάρχει μαζική πολιτική απάντηση από τα αριστερά, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα. Δεν είναι μόνο οι δικές μας αδυναμίες, εδώ. Δεν έχουμε εύκολα ούτε κάποιο διεθνές παράδειγμα το οποίο μπορεί να λειτουργήσει ως στήριγμα, ως αναφορά. Και αυτό που είναι βέβαιο από τη μία και πολύ πλατιά κατανοητό από την άλλη (με την έννοια της συνείδησης) είναι ότι αυτές οι προκλήσεις χρειάζονται σοβαρά πολιτικά και κοινωνικά μεγέθη που θα μπορέσουν να σηκώσουν το γάντι. 

Το ερώτημα είναι πώς; Με ποιους τρόπους; Με ποια πολιτική; Με ποιες προϋποθέσεις.

Η συζήτηση για τις εμπειρίες της περιόδου 2010-2015 και η εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ έχει συμπεράσματα στα οποία αξίζει να σταθούμε. Ανέφεραν πολλές και πολλοί για τη σημασία της περιόδου πριν το 2010, στις αρχές των 2000ς, όπως το Φόρουμ και το ασφαλιστικό Γιαννίτση. Οι δυνάμεις που αργότερα συγκρότησαν το ΣΥΡΙΖΑ, για μία μακρά και δύσκολη περίοδο, πήραν ενωτικές πρωτοβουλίες, δούλεψαν μαζί για να οργανώσουν το Φόρουμ, με εμβληματική τη διαδήλωση στη Γένοβα. Αυτή η προσπάθεια είχε από πίσω μία κοινή πολιτική συζήτηση, την κοινή δράση και πρωτοβουλίες αλλά και σύνδεση με ένα διεθνές ρεύμα επανεμφάνισης των κινημάτων και της ριζοσπαστικής Αριστεράς διεθνώς μετά τη δεκαετία του ‘90.

Η εμπειρία ΣΥΡΙΖΑ έχει αφήσει και άλλη μία σημαντική παρακαταθήκη αλλά και εμπειρία, ειδικά για εμάς. Ήταν η τριβή και η «εκπαίδευση» στη μαζική πολιτική. Η προσπάθεια να κάνεις ριζοσπαστική – αντικαπιταλιστική πολιτική, χωρίς σεχταρισμούς, με την προσπάθεια να συνδεθείς με τις μάζες, με τις αγωνίες, τις προσδοκίες και τα αιτήματα ενός ολόκληρου κόσμου, που προσπαθούσε με ό,τι μέσα είχε διαθέσιμα να απαλλαγεί από την μνημονιακή βαρβαρότητα.

Αν θέλετε, αυτά τα δύο είναι στοιχεία που όχι μόνο πρέπει να κρατήσουμε αλλά μπορούμε και πρέπει να αξιοποιήσουμε σήμερα.

Πώς θα φτιάξουμε μία Αριστερά ενωτική - μαζική - γνήσια ριζοσπαστική; Και υπάρχει το έδαφος, η κοινωνική συνθήκη, η αναγκαιότητα για μία τέτοια Αριστερά ή μήπως είναι ιδεοληψία; Ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει. 

Τα τελευταία χρόνια έχει κάνει την εμφάνισή του ξανά με έμφαση ο λαϊκός παράγοντας, η λαϊκή διαθεσιμότητα, όταν το διακύβευμα είναι σοβαρό. Το αποκορύφωμα είναι οι κινητοποιήσεις για το έγκλημα των Τεμπών, είναι οι μαζικές διαδηλώσεις αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Αποτελούν την κορύφωση μίας αγωνιστικής διεκδικητικότητας αλλά και η συνάντηση περισσότερο και λιγότερο εμφανών διαδρομών αντίστασης, απεργιών, εργατικών διεκδικήσεων αλλά και συσσωρευμένης αγανάκτησης για μία αβίωτη καθημερινότητα. Αυτά τα «στιγμιότυπα» μαζικής κοινωνικής δράσης (που αντίστοιχή της είχαμε να δούμε από τον προηγούμενο κύκλο αγώνα του 2010-2015) υπογραμμίζουν ότι υπάρχει το κοινωνικό έδαφος για μία μαζική αριστερή εναλλακτική από τη μία. Από την άλλη μας υπενθυμίζει ότι η μαζική κοινωνική δράση επανέρχεται στην ημερήσια διάταξη.

Μας αντιστοιχεί να γίνουμε καταλύτης για τη δημιουργία αυτής της εναλλακτικής. Κατά τη γνώμη μας, αυτή η προοπτική έχει προϋποθέσεις:

Έχει προϋποθέσεις προγραμματικές. Όταν λέμε προγραμματικές, δεν εννοούμε κάποιο κυβερνητικό πρόγραμμα ούτε ένα μεταβατικό πρόγραμμα που κάποια σοφά στελέχη θα διαμορφώσουν σε κλειστές πόρτες και θα αγκαλιαστεί από τον κόσμο. Χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα υπεράσπισης των εργατικών – λαϊκών αναγκών ενάντια στο νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα και σαφούς εναντίωσης στις πολεμικές προετοιμασίες, στην εξοπλιστική φρενίτιδα και τον ιμπεριαλισμό. Θα μπορούσαμε να το συνοψίσουμε στο «οι κοινωνικές ανάγκες ενάντια στους εξοπλισμούς, την πολεμική προετοιμασία και τα κέρδη των καπιταλιστών». Ένα τέτοιο πρόγραμμα έχει τις αντίστοιχες συνέπειες και πειθαρχίες. Μια πολιτική αντι-λιτότητας, για παράδειγμα, προϋποθέτει σαφείς ιεραρχήσεις για αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, για αύξηση των κοινωνικών δαπανών, για δημόσιο έλεγχο των τιμών, για κατάργηση του ΦΠΑ στα είδη μαζικής λαϊκής κατανάλωσης και –αναγκαστικά!– για βαρύτερη φορολόγηση στα κέρδη και στον συσσωρευμένο πλούτο. Μία πολιτική ενάντια στους εξοπλισμούς και τις πολεμικές προετοιμασίες απαιτεί σύγκρουση με όλο το εθνικό αφήγημα της στρατιωτικής θωράκισης και της σύμπνοιας με την πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ, χρειάζεται αμφισβήτηση κεντρικών επιλογών της αστικής τάξης.

Έχει προϋποθέσεις κοινής δράσης και ανάληψης πρωτοβουλιών στο κίνημα. Μπορεί να φαίνεται κοινοτοπία -όλοι ομνύουν στην κοινή δράση, δεν εννοούν όμως όλοι το ίδιο πράγμα. Δεν εννοούμε την κοινή παρουσία σε μία διαδήλωση.  Η ενότητα στη δράση οφείλει να είναι σχεδιασμένη και μακρόπνοη, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να περιορίζεται στο από τα κάτω. Αλλά τη συστηματική κοινή δράση για την οικοδόμηση εργαλείων χρήσιμων για το κίνημα, χρήσιμα για τις μάχες που δίνει ο κόσμος σε μία σειρά ζητήματα (στους εργατικούς χώρους ενάντια στην εργοδοτική αυθαιρεσία, στις σχολές, στους αγώνες ενάντια στο σεξισμό και την έμφυλη καταπίεση) . Οι Οργανώσεις που οργανώνουμε αυτό το διήμερο, έχουμε κάνει βήματα σε αυτή την κατεύθυνση (εργατικό, φεμινιστικό, φοιτητικό, δημοτικά σχήματα), όχι χωρίς δυσκολίες. Αλλά έχουμε κατακτήσει βήματα, τα οποία πρέπει να διαφυλάξουμε αλλά και να ενισχύσουμε.

Έχει προϋποθέσεις κοινής πολιτικής συζήτησης για τα κρίσιμα πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα, με το βλέμμα στραμμένο στους κοινωνικούς αγώνες. Ειδικά στη σημερινή συγκυρία, η συζήτηση για τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, για τους εξοπλισμούς και την πολεμική προετοιμασία, για τον ανταγωνισμό ελληνικού και τουρκικού κράτους, είναι απαραίτητη. Είναι και ο μόνος τρόπος κάθε φορά να διαμορφώνουμε μια κοινή αντίληψη και μια κοινή πολιτική αντιμετώπιση, κατακτώντας κάθε φορά ένα ανώτερο επίπεδο ενότητας. Αναγκαίο συστατικό αυτής τη πολιτικής συζήτησης είναι η δημοκρατική συμμετοχή συντρόφων -ισσών αλλά και ενός ευρύτερου δυναμικού που ψάχνει να βρει πολιτική διέξοδο.

Η σχεδιασμένη κοινή δράση σε συνδυασμό με την κοινή πολιτική συζήτηση αποτελούν κατά τη γνώμη μας αναντικατάστατα στοιχεία μίας αναγκαίας ενιαιομετωπικής τακτικής σήμερα.

Έχει την προϋπόθεση, τα παραπάνω να αρθρώνονται σε μία συνεκτική αντικαπιταλιστική στρατηγική και να προσπαθεί να συσπειρώνει δυνάμεις για να κάνει μαζική πολιτική. Μπορεί να ακούγεται υπερφίαλο για τις δυνάμεις μας και τα μεγέθη μας. Όμως, είναι αναγκαίο να επιμένουμε σε μία αντίληψη ριζοσπαστικής και πλατιάς – μαζικής πολιτικής παρέμβασης στη συγκυρία. Η συνεκτική αντικαπιταλιστική στρατηγική αφενός δείχνει κατεύθυνση. Αφετέρου χρειάζεται και μια μεταβατική πολιτική να συνδέει τα άμεσα κοινωνικά προβλήματα με την αντικαπιταλιστική προοπτική και την αμφισβήτηση κεντρικών επιλογών του συστήματος.

Εδώ χρειάζεται προσοχή. 

Από τη μία πρέπει να αποφευχθεί μια λογική ή μια ερμηνεία η οποία θεωρεί ότι πρέπει να κλίνεται ο αντικαπιταλισμός σε όλες τις πτώσεις για να γίνει μία τακτική αντικαπιταλιστική. Η επίκληση στον αντικαπιταλισμό και τη ρήξη από μόνη της δεν μπορεί να δημιουργήσει εκείνες τις κοινωνικές συνθήκες μαζικής κινητοποίησης της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, για την εμφάνιση της λαϊκής δύναμης.

Από την άλλη χρειάζεται να αποφευχθούν πολιτικές – προγραμματικές ασάφειες που το μόνο που καταφέρνουν είναι να θολώνουν το πολιτικό στίγμα και να λειτουργούν αποπροσανατολιστικά. Τέτοιες επιλογές συνήθως για χάρη μιας (πραγματικής ή φανταστικής) μαζικότητας, αφαιρούν από το ριζοσπαστισμό. 

Πρέπει να χαράξουμε το δικό μας δρόμο, ενάντια στο σεχταρισμό και την αυτοαναφορικότητα από τη μία και απέναντι στον οπορτουνισμό και τις διάφορες εκδοχές διαχείρισης. Για να κινηθούμε ενωτικά-μαζικά-ριζοσπαστικά είναι αναγκαίο να κάνουμε και τα τρία.

Κατά τη γνώμη μας, αυτές οι προϋποθέσεις ανοίγουν τη δυνατότητα για τη συγκρότηση ενός πόλου της ριζοσπαστικής – αντικαπιταλιστικής Αριστεράς με πολιτική συνοχή και ορατότητα στην κοινωνία. Ένα πολιτικό εργαλείο πραγματικά χρήσιμο για τις πολιτικές και κοινωνικές μάχες. Ένα πολιτικό εργαλείο που να λειτουργήσει ως καταλύτης για να ξαναβγεί η ενωτική-ριζοσπαστική Αριστερά ξανά στο προσκήνιο, που θα διεκδικεί την οργανωμένη σχέση με τη λαϊκή και κοινωνική διαθεσιμότητα που κάνει ξανά την εμφάνισή της. 

Οι παραπάνω προϋποθέσεις είναι απαραίτητες για την πολιτική αντιμετώπιση και των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων.

Ζούμε σε έναν πολύ επικίνδυνο κόσμο της κλιμάκωσης των εξοπλισμών, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων και πολέμων, της γενοκτονικής βίας του Ισραήλ κατά του Παλαιστινιακού λαού, της ανόδου της ακροδεξιάς, του ρατσισμού, του σεξισμού και του φασισμού, της οικολογικής καταστροφής και της διαρκούς ταξικής επίθεσης στην εργατική τάξη και ευρύτερα στους από κάτω.

Χρειαζόμαστε μια μαζική Αριστερά που θα είναι χρήσιμη στο κίνημα, στους αμυντικούς αγώνες και στην προετοιμασία της αντεπίθεσης, στη διεκδίκηση άμεσων νικών, με απαντήσεις και επιλογές απέναντι στις πολιτικές προκλήσεις. 

Χρειαζόμαστε μια Αριστερά ανατρεπτική που διεκδικεί τον ιδεολογικοπολιτικό συσχετισμό, την ιστορική επικαιρότητα της ανατροπής του καπιταλισμού και την επαναφορά των απελευθερωτικών οραμάτων του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού στον 21ο αιώνα. 

Παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, να μην υποκύψουμε στην απογοήτευση. Αλλά να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να φέρουμε αυτή την προοπτική πιο κοντά στην πραγματικότητα. 

Αλλά δεν έχουμε και το δικαίωμα να υποκύψουμε στην απογοήτευση. Όταν η καρδιά του κόσμου χτυπάει στην αιματοβαμμένη Γάζα και όσο η ηρωική αντίσταση του Παλαιστινιακού Λαού αντέχει το γενοκτονικό σφυροκόπημα, έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε ό,τι μπορούμε για μια ελεύθερη Παλαιστίνη και για την πλήρη απομόνωση του σιωνιστικού κράτους-τρομοκράτη. Να κάνουμε ότι μπορούμε για να αποτρέψουμε τα εφιαλτικά σενάρια των γενικευμένων πολεμικών συγκρούσεων.

Ετικέτες