Όλοι οι πόλεμοι για τη δημοσιογραφική αλήθεια, είναι προσωπικοί.

Διαφημίστηκε ως μία από τις ταινίες της χρονιάς, αλλά ο πήχης μπήκε ψηλά για τους λάθος λόγους. Ο «Δικός της πόλεμος» φέρνει ξανά στο προσκήνιο και τις σκοτεινές αίθουσες των κινηματογράφων τη δημοσιογραφία και η Ρόζαμουντ Πάικ πάει... τρένο για το όσκαρ γυναικείας ερμηνείας , αλλά δυστυχώς, η ταινία πάσχει, σεναριακά, σκηνοθετικά και βαθιά στην προβολή των αιτίων και των καταστάσεων που φέρνουν τους πολεμικούς ανταποκριτές, και όχι μόνο αυτούς, στην πρώτη γραμμή του πυρός και της ενημέρωσης. Ευτυχώς, άλλες ταινίες, τά έχουν πει καλύτερα, πληρέστερα, αυθεντικότερα-για τη δημοσιογραφία, την έρευνα, τους πολέμους κάθε λογής. Δεν είναι, επομένως, η πρώτη ταινία που αφορά ταυτόχρονα τη δημοσιογραφία και τους προσωπικούς «πολέμους» των δημοσιογράφων για την ενημέρωση και την αλήθεια, αν και η τελευταία σε ό,τι αφορά ειδικά τη Μέση Ανατολή και τους πολέμους στη Συρία και το Ιράκ, χάθηκε και εξαφανίστηκε στις γραμμές του σεναρίου.

Με αφορμή την ταινία και στην εποχή των φέηκνιούζ, της συστημικής, ολιγαρχικής και κυβερνητικής προπαγάνδας, της επέλασης των τρολ και των αργυρώνητων πάσης προελεύσεως και ταμείων, που έχουν θρονιαστεί στις ξιπασμένες αυτοκρατορίες των σόσιαλ μίντια, οι πόλεμοι για την αλήθεια της δημοσιογραφίας είναι πόλεμοι, προσωπικοί και αποτελούν πρώτη ύλη για τα σενάρια των κινηματογραφικών αιθουσών - συνδικάτα, «θεσμοί», «συνάδελφοι» δημοσιογράφοι δεν ευκαιρούν «όλοι» για να υπερασπιστούν την αλήθεια, που βρίσκει καταφύγιο στον κινηματογράφο.

Δέκα διαχρονικές ταινίες-πολύ καλύτερες και αυθεντικότερες, πολύ πιο καίριες, σοβαρές και πειστικές από τον «Δικό της Πόλεμο», για τη δημοσιογραφία, την ενημέρωση, την έρευνα και την αλήθεια και τους πολέμους των δημοσιογράφων προκειμένου «όλα» τα παραπάνω να βρουν το κοινό τους, στην κοινωνία, την πολιτική και την καθημερινότητα των αποβλακωμένων πολιτών.

1.Καληνύχτα, και καλή τύχη (2005)

Ο πόλεμος του Μάρροου εναντίον του τέρατος του μακαρθισμού. Η καλύτερη, σκηνοθετική δουλειά του Κλούνεϋ είναι ένα δράμα για την πραγματική ιστορία δημοσιογραφικής αναμέτρησης της ομάδας του CBS με επικεφαλής τον ταλαντούχο δημοσιογράφο, ενάντια στον γερουσιαστή που έχει εξαπολύσει το αντικομμουνιστικό κυνήγι μαγισσών, όταν αυτός βρίσκεται στο απόγειο και το ολόγιομο φεγγάρι της παντοδυναμίας του. Ασπρόμαυρη ατμόσφαιρα, τιγκαρισμένη στους καπνούς των τσιγάρων και τον δημιουργικό πυρετό, στο στούντιο, το κουβούκλιο του μοντάζ και τις αίθουσες συσκέψεων. Η ομιλία του Μάρροου (ο Ντέιβιντ Στράθερν σε ένα ρεσιτάλ ερμηνείας) ενώπιον των «συναδέλφων» του, όταν η λαίλαπα έχει τελειώσει με πύρρειους νικητές τους δημοσιογράφους, που έχουν δει την προσωπική και επαγγελματική τους ζωή να κρέμεται σε μια κλωστή, θα έπρεπε να είναι, κανονικά, εναρκτήριο μάθημα στις πανεπιστημιακές σχολές δημοσιογραφίας, αλλά πού τέτοια τύχη; Καληνύχτα, λοιπόν, όπως έλεγε αποχαιρετώντας το τηλεοπτικό κοινό του, ο πραγματικός Μάρροου, και καλή τύχη. Σε όλους μας.

2.Network (1976)

Δυο παλιές καραβάνες του Χόλιγουντ, κατεστραμμένες, στην πραγματική τους ζωή, από το αλκοόλ και τις προσωπικές τους διαψεύσεις, ο Πίτερ Φιντς και ο Γουίλιαμ Χόλντεν, υποδύονται δυο παλιές καραβάνες της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας, κατεστραμμένες στην κινηματογραφική τους ζωή, από τα νούμερα τηλεθέασης, την εταιρική αρπακτικότητα και την κάλπικη αυθεντία των διευθυντικών στελεχών που κυνηγούν τα κέρδη και τα δολάρια. Ο πρώτος (Μπιλ, στον ρόλο ο Φιντς) χάνει τον πόλεμο για την αλήθεια μετά τον εκβιασμό και την τρομοκρατία του προέδρου της εταιρείας στην οποία ανήκει το κανάλι. «Ο κόσμος, κύριε Μπιλ, κινείται με δολάρια, σέκελ, ρούβλια και μάρκα, δεν υπάρχει Αμερική, δεν υπάρχει δημοκρατία, υπάρχει νομισματικό σύστημα και μόνο αυτό», λέει ο πρόεδρος και ο Μπιλ, από τρελός προφήτης της αδικίας και της οργής του λαού, γίνεται ο χρήσιμος ηλίθιος κλόουν της εταιριοκρατίας που έχει σβήσει τη δημοκρατία και τους λαούς από τον χάρτη της εικονικής, τηλεοπτικής πραγματικότητας. Ο δεύτερος (Σουμάχερ, στον ρόλο ο Χόλντεν) χάνει τον πόλεμο για την ενημέρωση, στο κρεβάτι της πανέμορφης διευθύντριας προγράμματος ( η Φαίη Ντάναγουεη στις μεγάλες της δόξες), η οποία, γαμάει σαν άνδρας στο κρεβάτι και γαμιέται, σαν άνδρας, στη δουλειά για την καταξίωση της καριέρας (δική της ατάκα). Τη...λύση στο δράμα και τα επαγγελματικά και προσωπικά αδιέξοδα όλων θα δώσουν οι «επαναστάτες» του πρωκτού που έχουν ξεπουλήσει τα πάντα, για μια χούφτα δολάρια. Ο Σίντνεϋ Λουμέτ, στη σκηνοθεσία, τά είπε όλα με τη μία και ο Φιντς θα πάρει το πρώτο όσκαρ ερμηνείας που απονεμήθηκε μετά θάνατον για την αξεπέραστη πυρετική ερμηνεία του Χάουαρντ Μπιλ, ο οποίος καλεί σε γενικό ξεσηκωμό επειδή «είμαστε εξοργισμένοι και δεν το αντέχουμε άλλο!».

3.Πολίτης Κέιν (1941)

Ο κερδισμένος πόλεμος του Ράντολφ Χιρστ για την κατασκευή του κιτρινισμού, των φέηκνιούζ και του απολύτως αχρείαστου πολέμου με την Ισπανία, που μεθοδεύτηκε και πλαστογραφήθηκε στα δημοσιογραφικά του γραφεία. Ο Όρσον Γουέλς θα δώσει την κορυφαία ταινία του 20ου αιώνα, ανεξαρτήτως θεματολογίας, για τις εφημερίδες, τους δημοσιογράφους, τους εκδότες που ξεκινούν ρομαντικοί ροδανθοί που φυτρώνουν μέσα στην καταχνιά και την παγωνιά, για να μετατραπούν σε ολοκληρωτικές χιονοστιβάδες εξουσίας και χυδαιότητας, συντρίβοντας στο πέρασμά τους, αλήθειες, μνήμες, ιστορίες και κυρίως, ανθρώπους. Τα στερνά, νικούν τα πρώτα, νόμος της ζωής και της δημοσιογραφίας.

4.Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου (1976)

Όταν οι... «άλλοι» δεν τα γράφουν και τά γράφουν τα παιδιά για τα φαρμακεία και τις στήλες των νεκρολογιών. Ο πόλεμος της Ουάσιγκτον Ποστ και προσωπικά των Μπέρνσταϊν και Γούντγοουρντ εναντίον της προεδρίας Νίξον και του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για την αποκάλυψη του Γουότεργκέιτ. Αν και αρκετά «λειασμένη» από τις πολύ δύσκολες γωνίες, ειδικά στον εσωτερικό πόλεμο της εφημερίδας για το πόσο και το έως πού φτάνει η έρευνα, κατάσταση που στην πραγματική ζωή, κόντεψε να τινάξει στον αέρα τις αποκαλύψεις, η ταινία του Πάκουλα καταφέρνει να δώσει το γενικό πολιτικό και δημοσιογραφικό κλίμα των καυτών πρώτων εβδομάδων, όταν οι... άλλοι δεν τα έγραφαν και είχαν μείνει μόνοι τους στην Ποστ να κυνηγούν αλήθειες στα μισόλογα των σκιών και τα «ακολούθα τα λεφτά» του Βαθιού Λαρυγγιού. Ο Γούντγοουρντ είχε πιάσει δουλειά στην Ποστ, με «χαρτάκι» από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά, όπως λέει στην ταινία ο Ρέντφορντ, που τον υποδύεται, πρώτα έρχεται η αλήθεια και αν στο Κόμμα τα είχαν κάνει σαν τα μούτρα τους, τότε, αυτή η αλήθεια έπρεπε να αποκαλυφθεί. Γενικός κανόνας αν και ανεφάρμοστος στις μέρες μας, σε ό,τι αφορά κόμματα και «χαρτάκια»-ρεπουμπλικανικά, δημοκρατικά, αμερικανικά, ελληνικά, πράσινα, γαλάζια, «κομμουνιστικά» ή ακροδεξιά...

5.Επάγγελμα, Ρεπόρτερ (1975)

Ο εκ προοιμίου χαμένος, εσωτερικός και ψυχολογικός πόλεμος, του δημοσιογράφου που μπαίνει ολοκληρωτικά και κυριολεκτικά στη θέση, στα παπούτσια του ανθρώπου - θέματός του. Και ποιος δημοσιογράφος δεν τήν έχει πατήσει έτσι, τουλάχιστον μία φορά, στο... λειτούργημα που παρατηρεί, καταγράφει και ερευνά «τις ζωές (και τις ενέργειες) των άλλων»; Ο Αντονιόνι αντιπαραβάλλει σκηνοθετικά και φωτογραφικά το εκτυφλωτικό, μεσογειακό φως της αδιαφιλονίκητης αφρικανικής ερήμου με το απόλυτο και πηχτό σκοτάδι στην ξεπεσμένη ψυχή του ρεπόρτερ (μόνο ο Νίκολσον μπορούσε να ερμηνεύσει αυτόν τον ρόλο), που δεν τού «κάθεται» το σωστό θέμα και αποκτά δεύτερη ζωή μέσα από τον θάνατο του διπλανού του και την πλαστογράφηση της ταυτότητάς του. Must see, όταν οι χειρότεροι πόλεμοι είναι με τον ίδιο μας τον εαυτό και τους ανεκπλήρωτους, επαγγελματικούς πόθους μας.

6.The Insider (1999)

Ο Μάικλ Μαν σκηνοθετεί ένα δημοσιογραφικό «γουέστερν» για τις καπνοβιομηχανίες και την έρευνα, την προστασία των πηγών και τη δεοντολογία, τους κολοσσούς των μίντια και τις παλιές, καλές και μοναδικές αρχές του «λειτουργήματος». Αν και το σενάριο και η σκηνοθεσία επικεντρώνονται στις μορφές αφενός του επιστήμονα Τζέφρι Γουάινγκατ (Ράσελ Κρόου), που αποκαλύπτει τα κυριολεκτικά δηλητηριώδη παρασκήνια της παρασκευής και της κυκλοφορίας των προϊόντων καπνού και αφετέρου στον δημοσιογράφο και παραγωγό των Σίξτυ Μίνιτς Λόουελ Μπέργκμαν (Αλ Πατσίνο) η πραγματικά καθοριστική ερμηνεία για το τι σημαίνει δημοσιογραφία και δημοσιογράφος προκύπτει από τον Κρίστοφερ Πλάμερ στον ρόλο του Μάικ Γουάλας, που άλλοτε παλινδρομώντας στις αποφάσεις του και άλλοτε κυριευμένος από γνήσιο πάθος για τη δουλειά του, στις εκρηκτικές στιγμές του, επανατοποθετεί τα πράγματα στις σωστές, δημοσιογραφικές τους βάσεις-ήδη, από την εναρκτήρια συνέντευξη με τον επικεφαλής της Χαμάς. 

7. Spotlight (2015)

Η ομώνυμη, δημοσιογραφική ομάδα της Μπόστον Γκλόουμπ, στη ζωή, πήρε το Πούλιτζερ και, στο σινεμά, τα όσκαρ καλύτερης ταινίας και πρωτότυπου σεναρίου. Ο πόλεμος των δημοσιογράφων εναντίον της υποκρισίας και της θεσμισμένης ομερτά στους κύκλους της Καθολικής Εκκλησίας για τη σεξουαλική κακοποίηση και τη γενικότερη κακομεταχείριση των παιδιών από τους κληρικούς, σε μια αποχαυνωμένη και ένοχη Βοστόνη, που παλεύει ματαίως για να καλύψει τα σκατά της. Το καστ δουλεύει σαν καλολαδωμένη και μελετημένη μηχανή, που ερευνά, γράφει, ρωτά και τρέχει νυχθημερόν για να τεκμηριώσει το καθηλωτικό και αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της. Μεστός, χειροποίητος και γειωμένος ύμνος για τις θεμελιώδεις αρχές του «λειτουργήματος». 

8. La Dolce Vita (1960)

Όταν ο δημοσιογράφος Μαρτσέλο (ο Μαστρογιάννι σε μεγάλα κέφια) περιοδεύει στην υψηλή κοινωνία της Ιταλίας και νομίζει ότι επειδή καλύπτει «δημοσιογραφικά» τη ζωή των πλουσίων της Ρώμης, γίνεται αυτομάτως και ο ίδιος, πλούσιος. Ο Φελίνι τεμαχίζει τη «γλυκιά ζωή» της πρωτευουσιάνικης αριστοκρατίας, βυθίζει το σκανδιναβικό «παγόβουνο» της Έκμπεργκ στη Φοντάνα ντι Τρέβι, βαφτίζει τους σκανδαλοθήρες φωτορεπόρτερ με τον όρο παπαράτσι από τον πανταχού παρόντα φωτογράφο που ακολουθεί τον Μαρτσέλο σε κάθε νυχτερινό του βήμα μέσα στη Ρώμη και την τρυφηλή, άσκοπη και ρέμπελη ζωή των πλουσίων. Ένας συνειδησιακός πόλεμος που μόνο η βαριά σκιά του θανάτου μπορεί να καθορίσει το αποτέλεσμά του-όπως και εντέλει συμβαίνει. Μια μεγάλη στιγμή του ιταλικού σινεμά και του Φελίνι, ένα καθοριστικό βγάλσιμο της γλώσσας στη «δημοσιογραφία» των ρετιρέ, των ελίτ, των μπουρζουάδων, των κεφαλαιούχων και των χαζοχαρούμενων ακολούθων τους.

9. Τα παιδιά της Χελιδόνας (1985)

Το μυθιστόρημα του Διονύση Χαριτόπουλου γίνεται ταινία του Κώστα Βρεττάκου (και) για τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα, όχι της «εθνικής συμφιλίωσης», αλλά της «εθνικής λήθης», που επέβαλε το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ΄80. Όλη η ιστορία της δεκαετίας του ΄40, η Κατοχή, η Αντίσταση, ο Εμφύλιος, μέσα από τα μάτια και τα λόγια της διχασμένης και σπαρασσόμενης οικογένειας του Πάνου, της Φωτεινής, της Αρετής, του Σπύρου, του Σωτήρη και την αόρατη μνήμη της ανταρτικής σκιάς του Ψαριανού. Ο δημοσιογράφος ( Αλεξανδράκης) και ο παραγωγός (Ληναίος) διαφωνούν για το ύφος, το περιεχόμενο, την «αύρα» της έρευνας και τους σκελετούς που πέφτουν σωρός μέσα από τις αιματοβαμμένες ντουλάπες που ξεχαρβαλώνονται ή μία πίσω από την άλλη, μόλις τα στόματα ανοίγουν και οι μνήμες ζωντανεύουν, στην αλήθεια και την «αλήθεια» του καθενός. Όλα τα λεφτά, ο μονόλογος της Φωτεινής (Χρονοπούλου) για το μετά-τη-Βάρκιζα καθεστώς τρομοκρατίας και βίας εναντίον των ΕΑΜιτών, στην ύπαιθρο και την άγρια εργασιακή εκμετάλλευσή τους, μετά τις φυλακές και τις εξορίες, στην «ανωνυμία» της Αθήνας.

10. Σαλβαδόρ (1986)

Ο made in USA εμφύλιος πόλεμος στο Ελ Σαλβαδόρ με τη σκηνοθετική ματιά του Όλιβερ Στόουν. Ο Τζέιμς Γουντς υποδύεται έναν δημοσιογράφο που προσπαθεί να σώσει τη, σε ελεύθερη πτώση, καριέρα του, κατηφορίζοντας στη φλεγόμενη από τους πουλημένους στις ΗΠΑ στρατιωτικούς Κεντρική Αμερική. Όλες οι βεβαιότητες, όλοι οι στόχοι, όλα τα κεφάλαια, προσωπικά και χρηματικά, εξανεμίζονται και τινάζονται στον αέρα, κάτω από τα πυρά που θερίζουν πολίτες, δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ, οι οποίοι παλεύουν να τραβήξουν την «καλή» και προσοδοφόρα φωτογραφία για το επόμενο πρωτοσέλιδο των Τάιμς-και πέφτουν νεκροί. Η δημοσιογραφία στην πρώτη γραμμή του πυρός και τους βρώμικους πολέμους του Πενταγώνου και της CIA, στις λατινοαμερικανικές μπανανίες.

Ετικέτες