Αποσπάσματα άρθρου του Τζον Ριντέλ, του οποίου βιβλίο για το 4ο συνέδριο της Τρίτης Διεθνούς κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις RedMarks.
Η ιδέα μιας εργατικής κυβέρνησης είναι το αμήχανο παιδί των πρώτων συνεδρίων της Κομουνιστικής Διεθνούς. Εκφράζει μια ιδέα που είναι κεντρική στο Μαρξισμό, ότι δηλαδή η εργατική τάξη πρέπει να παλέψει για να πάρει την πολιτική εξουσία. Από τις διατυπώσεις, όμως, μέχρι και σήμερα, αυτή η συζήτηση περιλαμβάνει σημεία που είναι αμφιλεγόμενα για τους Μαρξιστές. Μπορεί η εργατική τάξη να αναλάβει κυβερνητικά καθήκοντα στα πλαίσια του αστικού κράτους;
Όπως σχολίασε ο Γάλλος Μαρξιστής Ντανιέλ Μπενσαΐντ: «Η αλγεβρική φόρμουλα της εργατικής κυβέρνησης έχει ερμηνευτεί κατά καιρούς με πολλούς διαφορετικούς και συχνά αντιπαραθετικούς τρόπους».
Ας δούμε αν μπορούμε να διαφωτίσουμε λίγο το ζήτημα, χρησιμοποιώντας τα αρχεία του 4ου Συνεδρίου της Κομιντέρν, το 1922, που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα στα Αγγλικά. Σε αυτό το συνέδριο έγινε η πιο εκτενής συζήτηση πάνω στα ζητήματα της εργατικής κυβέρνησης και υιοθετήθηκε η αρχική θέση της Κομιντέρν.
Η συζήτηση του συνεδρίου επικεντρώθηκε σε χώρες όπως η Γερμανία, όπου παρατεταμένοι, μαζικοί εργατικοί αγώνες ήταν πολύ πιθανό να καταλήξουν σε μια εργατική κυβέρνηση. Ήταν επομένως απαραίτητο να τεθεί το ζήτημα της εργατικής εξουσίας όχι μόνο ως μελλοντική προοπτική, αλλά με βάση τις υπαρκτές εργατικές οργανώσεις, τις δυνατότητες και τα ελαττώματά τους.
Σε αυτές τις συνθήκες, η Κομιντέρν είχε ξεκινήσει τις προσπάθειες για ένα ενιαίο μέτωπο των εργατικών αγώνων, προκαλώντας τις ρεφορμιστικές οργανώσεις και τα στελέχη τους να συνδράμουν στις προσπάθειες για την ικανοποίηση άμεσων αιτημάτων, όπως ο φορολογικός έλεγχος των καπιταλιστών, ο εργατικός έλεγχος της διανομής των τροφίμων, η φορολόγηση των πλουσίων και ο οπλισμός των εργατών για την αυτοάμυνα απέναντι στις αντιδραστικές συμμορίες. Πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένα τέτοιο πρόγραμμα; Από μια κυβέρνηση όλων των εργατικών κομμάτων, απάντησε η Κομιντέρν –από μια «εργατική κυβέρνηση» δηλαδή.
Ψευδώνυμο ή Μετάβαση
Το κεντρικό ζήτημα ήταν εάν ο όρος «εργατική κυβέρνηση» ήταν απλά μια άλλη ονομασία, ένα «ψευδώνυμο» για την εξουσία των εργατικών συμβουλίων ή εάν αντιπροσώπευε ένα μεταβατικό στάδιο προς αυτό τον στόχο. Το δεύτερο, όπως επεσήμανε ο Αμαντέο Μπορντίγκα, ηγέτης του Ιταλικού Κομουνιστικού Κόμματος, υπονοούσε ότι η εργατική τάξη μπορεί να πάρει την εξουσία «με κάποιον άλλο τρόπο εκτός από την ένοπλη εξέγερση».
Οι ηγέτες της πλειοψηφίας του Γερμανικού κόμματος και ο Καρλ Ράντεκ, αντίθετα, ισχυριζόντουσαν ότι η εργατική κυβέρνηση δεν ταυτίζεται με την εργατική εξουσία, αλλά αποτελεί ένα «ενδιάμεσο στάδιο» προς αυτή. Τα επιτεύγματα μιας εργατικής κυβέρνησης μπορούν «να οδηγήσουν σε κλιμάκωση των ταξικών αγώνων μέσω των οποίων θα αναδειχτεί τελικά η προλεταριακή δικτατορία», σύμφωνα με τον Έρνστ Μάγιερ. Ο Καρλ Ράντεκ αποκάλεσε μια τέτοια κυβέρνηση «το σημείο εκκίνησης της πάλης για τη δικτατορία του προλεταριάτου».
Οι κομουνιστές πρέπει να είναι έτοιμοι «να σχηματίσουν μια εργατική κυβέρνηση με μη κομουνιστικά εργατικά κόμματα και εργατικές οργανώσεις», τονίζει η απόφαση, αλλά μόνο «εάν υπάρχουν εγγυήσεις ότι η εργατική κυβέρνηση θα διεξάγει έναν ειλικρινή αγώνα ενάντια στην αστική τάξη σύμφωνα με τα παραπάνω».
Παραπλανητικές εργατικές κυβερνήσεις
Η σαφήνεια αυτής της θέσης όμως σε μεγάλο βαθμό υπονομεύτηκε. Ο όρος «εργατική κυβέρνηση» χρησιμοποιήθηκε ταυτόχρονα για να περιγράψει την κοινοβουλευτική εξουσία σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που, ακόμα κι αν πρόσφεραν κάποιες μεταρρυθμίσεις, λειτουργούσαν ως πιστοί διαχειριστές του καπιταλιστικού συστήματος.
Ο Ζινόβιεφ χρησιμοποίησε την έκφραση «φιλελεύθερη εργατική κυβέρνηση» για να περιγράψει τα Εργατικά καθεστώτα που διαχειρίστηκαν το καπιταλιστικό κράτος της Αυστραλίας μετά το 1904 και μια μελλοντική κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος στη Μ. Βρετανία.
Οι Γερμανοί εκπρόσωποι κατέθεσαν μια τροπολογία που διαχώριζε τις «παραπλανητικές» από τις «ειλικρινείς» εργατικές κυβερνήσεις. Η τροπολογία διευκρίνιζε επίσης ότι οι παραπλανητικές «φιλελεύθερες» ή «σοσιαλδημοκρατικές» εργατικές κυβερνήσεις «… δεν είναι με κανέναν τρόπο επαναστατικές εργατικές κυβερνήσεις, αλλά στην πραγματικότητα κρυφοί κυβερνητικοί συνασπισμοί ανάμεσα στους αστούς και σε ηγέτες αντιδραστικών εργατών. Αυτές οι “εργατικές κυβερνήσεις” γίνονται ανεκτές από τους αστούς σε στιγμές που είναι αποδυναμωμένοι, για να εξαπατήσουν το προλεταριάτο… για να αποκρούσουν τις επαναστατικές επιθέσεις του προλεταριάτου και να κερδίσουν χρόνο. Οι Κομουνιστές δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές τις κυβερνήσεις. Αντίθετα, πρέπει επίμονα να εκθέτουν στο λαό την πραγματική φύση αυτών των ψεύτικων εργατικών κυβερνήσεων».
Παρόλο που η τροπολογία έγινε ομόφωνα δεκτή, δεν συμπεριλήφθηκε στην επίσημη ρωσική εκδοχή της απόφασης πάνω στην οποία βασίστηκαν οι αγγλικές μεταφράσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα αγγλόφωνα σχόλια σε αυτή την εκδοχή, ξεχωρίζοντας τη θέση του Ζινόβιεφ για επίθεση, άσκησαν κριτική στο συνέδριο γι’ αυτήν ακριβώς την αδυναμία που οι εκπρόσωποί του προσπάθησαν να διορθώσουν.
Η εμπειρική προσέγγιση
Η απόφαση περιέχει μια τυπολογία των εργατικών κυβερνήσεων, με πέντε κατηγορίες. Σε κάθε μία από τις περιπτώσεις οι εκπρόσωποι είχαν υπόψη τους ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, όπως φαίνεται παρακάτω.
Παραπλανητικές: Φιλελεύθερη Εργατική Κυβέρνηση (Μ. Βρετανία).
Παραπλανητικές: Σοσιαλδημοκρατική Εργατική Κυβέρνηση (Γερμανία).
Αυθεντικές: Κυβέρνηση Εργατών και Αγροτών (Βαλκάνια).
Αυθεντικές: Εργατική Κυβέρνηση με τη συμμετοχή Κομουνιστών (Γερμανία).
Αυθεντική προλεταριακή κυβέρνηση (Σοβιετική Ρωσία).
Ο Ζινόβιεφ τόνισε στους εκπροσώπους του συνεδρίου ότι αυτή η λίστα δεν ήταν εκτενής και ότι υπήρχαν και άλλα πιθανά είδη εργατικών κυβερνήσεων. Προειδοποίησε ότι «αναζητώντας ένα αυστηρά επιστημονικό ορισμό, είναι πιθανό να παραβλέψουμε τις πολιτικές πλευρές της κατάστασης». Με άλλα λόγια, η προσέγγιση της Κομιντέρν ήταν εμπειρική. Σκοπός της ήταν να αναλύσει τις πραγματικές συνθήκες των αγώνων, που γίνονταν σ’ εκείνη τη συγκυρία.
Υπήρχαν μέχρι τότε τρία προηγούμενα παραδείγματα εργατικών κυβερνήσεων, κανένα από τα οποία δεν ταιριάζει με το προηγούμενο σχήμα πέντε σημείων:
Η Παρισινή Κομμούνα, μια εκλεγμένη επαναστατική κυβέρνηση εργατών σε καιρό πολέμου με ένα υπαρκτό αστικό καθεστώς.
Η πρώτη Σοβιετική δημοκρατία. Όπως έχει ήδη επισημανθεί μια συμμαχία επαναστατικών-εργατικών και αγροτικών συμβουλίων.
Οι επαναστατικές κυβερνήσεις στη Βαυαρία και την Ουγγαρία το 1919, όπου, όπως παρατήρησαν οι Κρις Χάρμαν και Τιμ Πότερ, «το αστικό καθεστώς σχεδόν κατέρρευσε… η εργατική κυβέρνηση απλά συνέβη και μετά έπρεπε να φτιάξει τη δομή της προλεταριακής εξουσίας».
Η απόφαση επίσης δεν είχε αναφορά στις κυβερνήσεις που μπορεί να προέκυπταν σε αποικιακά καθεστώτα από τους αγώνες του αντιιμπεριαλιστικού ενιαίου μετώπου. Αυτό το θέμα τέθηκε πιο έντονα τα επόμενα χρόνια στην Κίνα, όπου η λανθασμένη στρατηγική της Κομιντέρν είχε ως αποτέλεσμα μια ολέθρια ήττα.
Την ίδια χρονιά με αυτή την αποτυχία, η Ενωμένη Αντιπολίτευση στο Μπολσεβίκικο Κόμμα, με ηγέτες τους Τρότσκι και Ζινόβιεφ, πρότεινε ένα κυβερνητικό σχηματισμό για την Κίνα βασισμένο στο μπολσεβίκικες στρατηγικές μέχρι το 1917: Μια επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Ο Τρότσκι σύντομα αποκήρυξε αυτή τη θέση. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει ως μία εναλλακτική μορφή μιας κυβέρνησης εργατών και αγροτών.
Η σημασία της συζήτησης σήμερα
Έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τότε που η Κομιντέρν συζήτησε το θέμα της εργατικής κυβέρνησης. Η επαναστατική διαδικασία που ξεκίνησε το 1914 έχει σταματήσει. Κατευθυνόμαστε προς νέες επαναστάσεις υπό νέες συνθήκες. Δεν υπάρχει σήμερα κόμμα αντίστοιχο με τα Κομουνιστικά Κόμματα του 1920. Οι αποφάσεις της Κομιντέρν σχετικά με τις κυβερνητικές πολιτικές βασίζονταν σε ένα πολιτικό περιβάλλον που δεν υπάρχει πια.
Είναι επικίνδυνο να χρησιμοποιηθούν οι αποφάσεις της Κομιντέρν σαν φόρμουλα για τη σημερινή πραγματικότητα. Αυτή η συζήτηση όμως παραμένει επίκαιρη και χρήσιμη στις σημερινές συνθήκες, όπου υπάρχει σοβαρή πιθανότητα η εργατική τάξη να διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία χωρίς ένα δίκτυο εργατικών συμβουλίων σοβιετικού τύπου.
Η απόφαση του 4ου Συνεδρίου υποδηλώνει ότι οι προσπάθειες των εργατών να σχηματίσουν κυβέρνηση όχι μόνο δεν αποτελεί εμπόδιο στη σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά μπορεί να είναι ένα σημαντικό μεταβατικό βήμα προς την πραγματοποίησή της. Η απόφαση επίσης περιγράφει τις συνθήκες στις οποίες μπορεί να σχηματιστεί μια εργατική κυβέρνηση σε ένα καπιταλιστικό κράτος, για μια μεταβατική περίοδο με θετικά αποτελέσματα.