Έχουμε ισχυριστεί από παλιότερα ότι όταν μια κυβέρνηση κι ένα κόμμα «πάρει την κατηφόρα», τότε κινδυνεύει σε κάθε στιγμή, μπροστά σε κάποια σοβαρή δοκιμασία, να χάσει τον έλεγχο και να οδηγηθεί σε συνθήκες κατάρρευσης.

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ που ξέσπασε κατακαλόκαιρα μπορεί να αποδειχθεί σαν αυτή η κρίσιμη «δοκιμασία» για τον αρχηγό της νεοφιλελεύθερης πτέρυγας της ΝΔ. 

Γιατί σε αντίθεση με τις αόριστες ηθικολογίες του Μητσοτάκη, το σκάνδαλο ήρθε στην επιφάνεια μέσω των ερευνών της Ευρωπαίας Εισαγγελέως και σε κόντρα με την αγωνιώδη προσπάθεια του κυβερνητικού μηχανισμού να συγκαλύψει τα ασυμμάζευτα. Γιατί το σκάνδαλο αφορά προκλητικό πλουτισμό γαλάζιων πολιτευτάδων, την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες πραγματικοί αγρότες έπαιρναν τις νόμιμες επιδοτήσεις που δικαιούνταν με το σταγονόμετρο. Γιατί το σκάνδαλο αποκαλύπτει (μια μόνο πτυχή…) για το πώς συγκροτούνται οι «πλειοψηφίες» του κυβερνητικού κόμματος σε διάφορες αγροτικές περιοχές της χώρας. 

Κυρίως όμως, γιατί το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι το… πρώτο! Έχει προηγηθεί το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων της ΕΥΠ, όπου η κυβέρνηση άντεξε τις συνέπειες, κυρίως λόγω των ανεπαρκειών της αντιπολίτευσης. Ακολούθησε το σκάνδαλο της απόπειρας συγκάλυψης του εγκλήματος στα Τέμπη, όπου η κυβέρνηση κατόρθωσε μεν να ελέγξει τις διαδικασίες «μέσα στους θεσμούς», αλλά υποχρεώθηκε να πληρώσει βαρύ πολιτικό αντίτιμο. Στο υπόβαθρο ήταν η συσσώρευση πικρών εμπειριών από την πραγματική ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης που κλάδευε την εκλογική επιρροή της ΝΔ και εκτόξευε τη δημοσκοπική προτίμηση στον «κανένα». 

Με τον ανασχηματισμό του περασμένου Μάρτη, ο Μητσοτάκης υποσχέθηκε ότι θα «ανατάξει» αυτήν την πορεία και ότι θα επαναφέρει τη ΝΔ στην τροχιά της αυτοδύναμης διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας στις εκλογές που, υπό κανονικές συνθήκες, προγραμματίζονταν για το 2027. 

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η πραγματική εκλογική επιρροή της ΝΔ, μετρημένη ως πρόθεση ψήφου, κυμαίνεται μεταξύ 22% (MetronAnalysis) και 23% (MRB). Αυτή η πολιτική αποτυχία, έχει ως παρενέργεια την ανάδειξη της αδυναμίας πλέον του Μητσοτάκη να υπερασπίζει τους ανθρώπους του, τα στελέχη της κυβέρνησης που κάνουν τη «βρώμικη δουλειά» της πολιτικής του. Δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε ότι -αν γίνει η στραβή- θα πέσουν στα μαλακά, όπως έγινε με τον Καραμανλή των Τεμπών. 

Παραιτήσεις

Και έτσι το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ αποκτά πρόσθετη εκρηκτικότητα. Ο Βορίδης παραιτήθηκε για να υπερασπίσει, λέει, με αυτόνομες δραστηριότητες «την τιμή και την υπόληψή του». Κατά τον Τύπο, στους άλλους τέσσερις παραιτηθέντες, η ανάγκη παραίτησης υποδείχθηκε από το Μέγαρο Μαξίμου. Κανείς τους δεν είναι «τυχαίος»: Ο Τ. Χατζηβασιλείου (υφυπ. Εξωτερικών) υπήρξε στενός συνεργάτης του Μητσοτάκη στον ευαίσθητο τομέα που λέγεται «ευρωπαϊκά θέματα». Ο Δ. Σταμενίτης (υφυπ. Αγροτικής Ανάπτυξης) υπήρξε πρωτοπαλίκαρο του Αντ. Σαμαρά από την εποχή της Πολιτικής Άνοιξης. Ο Χρ. Μπουκώρος (υφυπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης) είναι εκ των υποστηρικτών της «σουβερινιστικής» Δεξιάς και φίλος του Ν. Δένδια. Ο Γ. Στρατάκος (γ.γ. Αγροτικής Ανάπτυξης) αναδείχθηκε επί Μ. Βορίδη. Η εικόνα που προκύπτει είναι ότι η ΝΔ θα δυσκολευτεί να κρατήσει τη συνοχή της, εάν και εφόσον χρειαστεί να αφήσει τους τέσσερις να πέσουν χωρίς αλεξίπτωτο. 

Προφανώς ο Μάκης Βορίδης είναι ξεχωριστό κεφάλαιο. Ως ο ακροδεξιός «πυλώνας στήριξης» της νεοφιλελεύθερης φράξιας του Μητσοτάκη είχε ως τον περασμένο Μάρτη κομβικό ρόλο στο Μαξίμου, ενώ στη συνέχεια είχε κατοχυρώσει το δικαίωμα να εκπροσωπεί την κυβέρνηση «αντί του Μητσοτάκη» όποτε ήταν αναγκαίο. Ξέρει καλά όλα τα «άπλυτα» της διακυβέρνησης μετά το 2019, και η απειλητική δήλωσή του ότι δεν προτίθεται ως αποδιοπομπαίος τράγος «να φτάσει στο Ειδικό Δικαστήριο» είναι μια προειδοποίηση ότι το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ μπορεί να έχει εκρηκτικές συνέχειες.

Παρά από την (όχι δευτερεύουσα) ποινική διερεύνηση που ακολουθεί, η «απελευθέρωση» του Βορίδη από την επιλογή-υποχρέωση να λειτουργεί ως ακροδεξιό αμορτισέρ του Μητσοτάκη, μέσα σε συνθήκες αυτονόμησης του Αντ. Σαμαρά, μπορεί να αποδειχθεί σημείο καμπής για τις ανεξάρτητες επιλογές της «δεξιάς πτέρυγας» της ΝΔ απέναντι στην πορεία του Μητσοτάκη. 

Η αποδυνάμωση της πτέρυγας που ελέγχει την κυβέρνηση και το κόμμα της ΝΔ είναι, μέσα από τη συνολική εξέλιξη, προφανής. Ο Μητσοτάκης επέλεξε να αντικαταστήσει τον Βορίδη στο υπουργείο Μετανάστευσης με τον Θάνο Πλεύρη, τον άλλο «κορυφαίο» ακροδεξιό που έχει στη δούλεψή του, παρότι ο Πλεύρης συνοδεύεται με τη φοβερή δήλωση για την ανάγκη να υπάρξουν νεκροί μετανάστες στα σύνορα, ώστε να είναι καθαρό το μήνυμα σκλήρυνσης της αντιμεταναστευτικής πολιτικής. 

Όμως σχεδόν ακαριαία η κυβέρνηση διαπίστωσε ότι η αποδυνάμωση αφορά τη δυνατότητα για πολιτικές και όχι μόνο τις εφεδρείες στα πρόσωπα.

Στόλος στη Λιβύη

Αντιδρώντας στην τουρκολιβυκή συμφωνία να διατεθούν θαλάσσια «οικόπεδα» προς εξορύξεις μέσα στα χωρικά ύδατα της Λιβύης, η κυβέρνηση έστειλε το Πολεμικό Ναυτικό να περιπολεί στα διεθνή ύδατα γύρω από τη Λιβύη, σε μια προφανή επίδειξη πρόθεσης «δυναμικής» αντιμετώπισης του τουρκολιβυκού συμφώνου για τις ΑΟΖ. Πρόσχημα για αυτό το νταηλίκι ήταν ο «έλεγχος των μεταναστευτικών ροών» που εμφανίζεται, λέει, αυξημένος προς την Κρήτη. Η «αύξηση» αφορά τις περίπου 2.500 ψυχές που συνολικά έχουν φτάσει στην Κρήτη. Και αυτό θεωρείται αξεπέραστο πρόβλημα, σε μια χώρα που υποδέχεται κάθε χρόνο πάνω από… 35 εκατομμύρια τουρίστες! Σε βαθμό μάλιστα που να οδηγεί σε κυβερνητική εντολή να βγουν τα πολεμικά πλοία από τους ναύσταθμους και να εγκατασταθούν σε μόνιμη περιπολία στα διεθνή ύδατα, σαν να είμαστε σε παραμονής κήρυξης πολέμου στη Λιβύη.

Την επόμενη στιγμή, ο υπεράνω κάθε υποψίας για αντιρατσισμό Δημήτρης Αβραμόπουλος ουσιαστικά κατήγγειλε την κυβερνητική απόφαση, κάνοντας λόγο για «πολιτική τύπου Ορμπάν» και για ανεύθυνη εμπλοκή του Πολεμικού Ναυτικού σε «παιχνίδια» όπου μπορούν να προκύψουν «βαριές, δικές μας ευθύνες». Τα φτηνά πυροτεχνήματα, γρήγορα καίγονται…

Ελληνοτουρκικά

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα αποδειχθούν γενικότερος πονοκέφαλος για τον Μητσοτάκη. Μετά τις αποφάσεις του ΝΑΤΟ στη Χάγη και τις ευρωαποφάσεις σχετικά με το ReArmEurope, γίνεται σαφές ότι η Δύση θα εντείνει την προσπάθεια για σταθερότερη επανασύνδεση της Τουρκίας με τη δική της πολιτική. Αυτή η επιλογή, υπαγορευμένη από τη γεωγραφία και τα πληθυσμιακά δεδομένα, είναι υπέρτερη των προτιμήσεων της Δύσης στον περιφερειακό ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και αυτό αφήνει εκτεθειμένη τη μέχρι σήμερα κυβερνητική πολιτική στην κατηγορία ότι εξακολουθεί να κινείται με εκτιμήσεις που ίσχυαν στην προηγούμενη συγκυρία, ενώ γύρω όλα αλλάζουν με ορμή. Όποιος παρακολουθεί σοβαρά τον καθεστωτικό Τύπο, θα έχει καταλάβει ότι πληθαίνουν οι φωνές των ειδικευμένων στελεχών του ελληνικού κράτους που καλούν σε σταθερότερη «συνεννόηση» με την Τουρκία, μέσα στις νέες συνθήκες στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ μετά την αμερικανο-ιρανική σύγκρουση. Και αυτήν την «αναπροσαρμογή», ο Μητσοτάκης θα έχει να την κάνει σε συνθήκες αποσταθεροποίησης των σχέσεων με την ακροδεξιά πτέρυγα του κόμματός του, αποστασιοποίησης των παραδοσιακών στελεχών της «κυριαρχικής» Δεξιάς και τρανταγμούς από τις συνέχειες των διαδοχικών σκανδάλων. 

Όμως η κύρια αιτία της αποδυνάμωσης του Μητσοτάκη είναι η αταλάντευτη προσήλωση της κυβέρνησής του στις νεοφιλελεύθερες αντιμεταρρυθμίσεις. 

Νεοφιλελεύθερη επίθεση

Την επομένη του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, η κυβέρνηση διέρρεε στον Τύπο την «εκτίμηση» ότι πλέον θεωρεί απολύτως απίθανο να τηρηθεί η πρωθυπουργική δέσμευση για μέσο μισθό των εργαζομένων στα 1.500 ευρώ μικτά το 2027. Πρόκειται για έμμεση αναγγελία πολιτικής παγώματος των μισθών, παρά τη γενικευμένη ακρίβεια και τις απώλειες από τον «επίμονο» πληθωρισμό. 

Σε αυτές τις συνθήκες, η Ν. Κεραμέως εξήγγειλε το νέο εργασιακό νομοσχέδιο. Πρόκειται για μια ακραία «ελαστικοποίηση» του χρόνου εργασίας και για συσκότιση κάθε δυνατότητας πραγματικού υπολογισμού του (δυνατότητα 13 ωρών ημερήσιας απασχόλησης σε έναν εργοδότη, θεσμοθέτηση fast track προσλήψεων αλλά και απολύσεων, θεσμοθέτηση 24ωρης ή 48ωρης «σύμβασης», εβδομαδιαία «διευθέτηση» χρόνου εργασίας κ.ά.). Πρόκειται επίσης για μια «αντιγραφειοκρατική» τομή που κάνει τους εργοδότες πλήρως ανεξέλεγκτους (πρόσληψη και απόλυση δια τηλεφώνου με SMS, κατάργηση υποχρέωσης Ετήσιου Πίνακα Προσωπικού και Πίνακα Αδειών, δυνατότητα ευέλικτης προσέλευσης στην εργασία με απόκλιση 120 λεπτών, κατάτμηση των αδειών σε περισσότερα από δύο τμήματα με διευθυντική απόφαση κ.ά.). Πρόκειται, ακόμα, για μια σειρά δώρα προς τους εργοδότες με άμεσο οικονομικό αντίκτυπο: Πχ οι προσαυξήσεις των υπερωριών «απαλλάσσονται» από ασφαλιστικές εισφορές για να γίνουν φτηνότερες, ενώ επίσης απαλλάσσεται από ασφαλιστικές εισφορές το τμήμα των αυξήσεων στους μισθούς που παραχωρείται «οικειοθελώς» από την επιχείρηση (μέτρο που θα οδηγήσει μεγάλο τμήμα εργαζομένων προς τον κατώτατο μισθό, με στόχο το υπόλοιπο της αμοιβής να θεωρηθεί «οικειοθελής» αύξηση και να απαλλαγεί από εργοδοτική ασφαλιστική εισφορά). Σαλπίζοντας αυτήν την ακραία «απορρύθμιση», η Κεραμέως με τον Μητσοτάκη στέλνουν μήνυμα «στις αγορές» να υλοποιήσουν αυτήν την πολιτική με τον ακόμα πιο ακραίο τρόπο που έχουν κατοχυρώσει στην ανεξέλεγκτη καθημερινή δράση.

Αυτές τις «άγριες» αλλαγές, το εργατικό κίνημα και η Αριστερά έχουμε να τις ανατρέψουμε στην πράξη. Όμως είναι σίγουρο ότι η ΝΔ και ο Μητσοτάκης θα τις βρουν μπροστά τους, στην επόμενη δημοσκόπηση ή στην κάλπη, μέσα από τη μεγαλύτερη αποστασιοποίηση της εργατικής οργής απέναντι στα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα του σαλονιού. 

Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ σηματοδοτεί την οριστική αδυναμία του Μητσοτάκη να οδηγήσει τη ΝΔ στην ανάκαμψη από τη φθορά που έχει επιφέρει η αντεργατική-αντιλαϊκή πολιτική της. Η στρατηγική της αυτοδυναμίας της ΝΔ υπό τον Μητσοτάκη είναι πολιτικά νεκρή. Και αυτή είναι η μόνη στρατηγική που διαθέτει σήμερα η ηγεσία της Δεξιάς. Η καταγραφή αυτού του συμπεράσματος κάνει πιθανή κάθε «επιτάχυνση» των πολιτικών εξελίξεων (από το άνοιγμα θέματος ηγεσίας στη ΝΔ μέχρι την πρόωρη καταφυγή στις κάλπες). Αυτήν την αδυναμία του αντιπάλου το εργατικό κίνημα και οι κοινωνικές αντιστάσεις οφείλουν να την αξιοποιήσουν επιδιώκοντας εδώ και τώρα συγκεκριμένες νίκες και κατακτήσεις. Και η ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική Αριστερά οφείλει να προετοιμάσει τις δικές της απαντήσεις για τις πολιτικές αναμετρήσεις που αναπόφευκτα έρχονται. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες