Η Αριστερά, πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, δικαίως του κάνει κριτική επειδή υιοθέτησε το πρόγραμμα των εκ δεξιών αντιπάλων του και προετοίμασε τους όρους για τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ). Ως εδώ καλά. Όμως, θεωρώ ότι είναι λάθος μια ισοπεδωτική λογική που λέει ότι «είναι ίδιοι», διότι, το αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης είναι να υποβαθμίζεται ο ιστορικός διαχωρισμός μεταξύ δεξιάς και αντι-δεξιάς. Αντίθετα, το να ταυτίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ είναι σαν να δεχόμαστε πως η ήττα είναι αναπόφευκτη.

Όμως, το εν λόγω δίλλημα, δεν είναι ψεύτικο ούτε πλασματικό. Πατάει σε μια ιστορική συνέχεια, η οποία κρατάει από τα μετεμφυλιακά χρόνια, ενώ ταυτόχρονα είναι βαθύτατα ταξικό επειδή γύρω από αυτό συσπειρώνονται και οι ανάλογες κοινωνικές ή/και πολιτικές δυνάμεις. Η ιστορική εμπειρία έχει δείξει θετικά και αρνητικά παραδείγματα σχετικά με την στάση που χρειάζεται να κρατάμε, ως προς το ποιος, κάθε φορά, είναι ο βασικός αντίπαλος σε μια μάχη. Θα αναφέρω δύο από αυτά. Το ένα είναι η ρώσικη επανάσταση και το άλλο είναι η επικράτηση των Ναζί στη Γερμανία.

Δύο ιστορικά παραδείγματα

Από τον Ιούλη ως τον Αύγουστο του 1917, ο Κερένσκι, δεξιός σοσιαλιστής ηγέτης, επικεφαλής της Προσωρινής Κυβέρνησης στη Ρωσία, εφάρμοσε το πρόγραμμα του στρατηγού Κορνίλωφ: απαγόρευσε κάθε επιρροή των Σοβιέτ στην κυβέρνηση, καταπίεσε τους χωρικούς, διπλασίασε την τιμή του ψωμιού, επανέφερε στο μέτωπο τα στρατοδικεία και την ποινή του θανάτου, συγκέντρωσε όλα τα αντεπαναστατικά στρατεύματα γύρω από την Πετρούπολη, υποσχέθηκε στους Συμμάχους να εγκαινιάσει μια καινούρια επίθεση στο μέτωπο, κτλ. Στις 26 Αυγούστου 1917, ο Κορνίλωφ έκανε πραξικόπημα εναντίον του Κερένσκι. Το κόμμα των Μπολσεβίκων βρισκόταν σε  ημιπαράνομη κατάσταση, ενώ οι ηγέτες του, συμπεριλαμβανομένου του Λένιν, βρίσκονταν στην παρανομία ή στη φυλακή και οι εφημερίδες τους είχαν κατασχεθεί. Όλες αυτές οι διώξεις προέρχονταν από την κυβέρνηση του σοσιαλιστή Κερένσκι, που υποστηριζόταν από τον αριστερό συνασπισμό των σοσιαλεπαναστατών και των μενσεβίκων βουλευτών.

Ποιά ήταν η στάση των Μπολσεβίκων απέναντι σε αυτή την κατάσταση; Δεν δίστασαν ούτε στιγμή να συνάψουν μια τακτική συμμαχία πάλης με τους διώκτες τους, δηλ. την Προσωρινή «αριστερή» κυβέρνηση, ενάντια στον Κορνίλωφ. Παντού οργανώθηκαν επιτροπές άμυνας, στις οποίες οι μπολσεβίκοι είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο, παρ’ ότι ήταν μειοψηφία, επειδή ήξεραν πως στη δράση κερδίζει πάντα ο πιο συνεπής και τολμηρός. Οι μπολσεβίκοι συνεργάστηκαν με τη βάση των μενσεβίκων και σοσιαλεπαναστατών και τους τράβηξαν με το μέρος τους. Και αυτό συνέβη επειδή οι μπολσεβίκοι καταλάβαιναν ότι ήταν αναγκαίο πρώτα να αντιμετωπίσουν την επίθεση του Κορνίλωφ και ύστερα να κανονίσουν τους λογαριασμούς με τον Κερένσκι. 

Τα ίδια πάνω κάτω προβλήματα είχαν τεθεί στην Γερμανία, χωρίς μάλιστα να βρίσκεται σε επαναστατική κατάσταση. Παρά την συνεχή άνοδο του Χίτλερ, εντούτοις το Κ.Κ. Γερμανίας, θεωρούσε ψευτοδίλλημα τη διαμάχη του Μπρίνιγκ (Καγκελάριος της Γερμανίας) εναντίον του Χίτλερ. Εκ των υστέρων ξέρουμε ποιες ήταν οι συνέπειες για τον γερμανικό λαό, εξαιτίας αυτής της στάσης του Κ.Κ. Γερμανίας και της άρνησής του να συμπράξει σε Ενιαίο Μέτωπο με τους σοσιαλδημοκράτες. Επικράτησε ο Χίτλερ. 

Ποιος είναι ο βασικός αντίπαλος;

Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, τότε γιατί κάτι ανάλογο δεν ισχύει και σήμερα με την επέλαση της Δεξιάς; Πολλοί θα ρωτήσουν: «Είναι ίδια η Ν.Δ. με τον Κορνίλωφ ή τον Χίτλερ;». Όχι, βέβαια. Όμως, αυτό δεν την κάνει λιγότερο επικίνδυνη, με βάση τα μέτρα που λέει ότι θα εφαρμόσει ενάντια στα λαϊκά στρώματα, παίρνοντας πίσω έστω και αυτά τα λίγα που έδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτή την περίπτωση ποιος είναι ο βασικός αντίπαλος, ο ΣΥΡΙΖΑ ή η Δεξιά; Άραγε, με ποιους από τους δύο μπορεί η εργατική τάξη να κερδίσει κάποια πράγματα; Από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πέσει από τα αριστερά, δεν μας απασχολεί που μπορεί να πέσει από τα δεξιά; Εκτός και αν θεωρούμε πως όσο χειρότερα πάνε τα πράγματα τόσο καλύτερα για το κίνημα, επειδή έτσι υποτίθεται ότι θα ανασυγκροτηθεί.

Εν κατακλείδι, άσχετα με το τι σχηματισμό της Αριστεράς, πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, επιλέξει κάποιος/-α να συνταχθεί, εντούτοις θεωρώ ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο βασικός αντίπαλος, αυτή τη στιγμή, είναι η Δεξιά και άρα προς τα εκεί κατευθύνεται όλη η δύναμη πυρός. Η τροποποίηση της μορφής πάλης κατά της ΝΔ, δεν σημαίνει ότι τα κόμματα της Αριστεράς θα πάψουν να ασκούν κριτική απέναντι στη πολιτική που εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Παρ’ όλα αυτά, χρειάζεται να κατανοήσουμε για ποιο λόγο σημαντικά τμήματα του κόσμου της εργασίας και της Αριστεράς θα χρησιμοποιήσουν τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ για να αντιμετωπίσουν την ΝΔ, με βάση τη λογική της αντι-δεξιάς ψήφου. Η απάντηση σε αυτή τη στάση δεν είναι η αποδοκιμασία και η ενοχοποίηση, αλλά μια κριτική προσέγγιση μέσα στη μάχη κατά της Δεξιάς. Δεν είναι οι βασικοί αντίπαλοί μας, ενώ εν δυνάμει αυτός ο κόσμος μπορεί να κινηθεί προς τα αριστερά. 

Κατά συνέπεια, ας δοθεί η μάχη όσο καλύτερα γίνεται απέναντι στη ΝΔ και θα έχουμε το χρόνο να λύσουμε τις διαφορές μας με τη συντηρητική μετατόπιση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ.



(*) Το εν λόγω άρθρο είναι αναδημοσίευση από την Εφημερίδα των Συντακτών, 4-7-2019.