Το 2013 μπήκε με μια σειρά από οικονομικούς δείκτες –ακόμη και στην Ελλάδα!- να παρωθούν σχολιαστές σε μια αισιόδοξη πρόγνωση για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας. Θα μπω στον πειρασμό να πω πως πρόκειται, στην καλύτερη περίπτωση, για wishful thinking και, στη χειρότερη, για σκόπιμη προπαγάνδα.

Τα στοι­χεία, που θα μπο­ρού­σα να πα­ρα­θέ­σω, είναι πολλά. Από τη, με βε­βαιό­τη­τα, προ­βλε­πό­με­νη ύφεση στην Ευ­ρώ­πη μέχρι τα δη­μο­σιο­νο­μι­κά αδιέ­ξο­δα στις ΗΠΑ, από την συ­νε­χι­ζό­με­νη άτα­κτη απο­μό­χλευ­ση των πο­λυ­ε­θνι­κών επι­χει­ρή­σε­ων μέχρι την απελ­πι­στι­κή κα­τά­στα­ση της Ια­πω­νί­ας για τρίτη συ­νε­χή δε­κα­ε­τία (!) και μέχρι τον πα­νι­κό των BRICs –ιδίως, μά­λι­στα, της «ατμο­μη­χα­νής» Κί­νας- μπρο­στά στην με­γά­λη συρ­ρί­κνω­ση της μη­τρο­πο­λι­τι­κής ζή­τη­σης. Όλα, αντί­θε­τα προς όσους προ­βλέ­πουν για πέμ­πτη χρο­νιά μετά το 2008 ου­σια­στι­κή ανά­καμ­ψη, δεί­χνουν πως η κρίση συ­νε­χί­ζε­ται και πως κα­νέ­να από τα αδιέ­ξο­δα πάνω στα οποία προ­σέ­κρου­σε τότε ο πα­γκό­σμιος κα­πι­τα­λι­σμός δεν έχει αντι­με­τω­πι­στεί. Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, μά­λι­στα, όταν η εφαρ­μο­ζό­με­νη οι­κο­νο­μι­κή πα­ρέμ­βα­ση από την πο­λι­τι­κή ελίτ δεν φαί­νε­ται να εντάσ­σε­ται σε κα­νέ­να, πε­ρισ­σό­τε­ρο ή λι­γό­τε­ρο, συ­νε­κτι­κό σχέ­διο υπέρ­βα­σης της κρί­σης παρά μόνο στη τα­ξι­κή βού­λη­ση για με­τα­φο­ρά του συ­νό­λου των επι­πτώ­σε­ων της κρί­σης στον κόσμο της ερ­γα­σί­ας, με μόνη στα­θε­ρά της άρ­χου­σας τάξης σε πλα­νη­τι­κό επί­πε­δο να είναι το «φάτε τους και βλέ­που­με».

Αξιο­ποιώ­ντας μαρ­ξι­στι­κούς όρους, μπο­ρού­με να πούμε πως οι κρί­σεις υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης δεν είναι δυ­να­τό να ξε­πε­ρα­στούν παρά μόνο με την προ­ϋ­πό­θε­ση πως ένα με­γά­λο μέρος του μη επαρ­κώς αξιο­ποιού­με­νου κε­φα­λαί­ου θα κα­τα­στρα­φεί. Ό,τι, δη­λα­δή, απο­φεύ­γε­ται μέχρι σή­με­ρα, κυ­ρί­ως λόγω του γε­γο­νό­τος πως η κα­τα­στρο­φή κε­φα­λαί­ου στις ση­με­ρι­νές συν­θή­κες αφορά και επι­χει­ρή­σεις κο­λοσ­σιαί­ων με­γε­θών που, όπως, πολύ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, έδει­ξε η πε­ρί­πτω­ση της Lehman Brothers, με την, αντι­κει­με­νι­κά μη ελεγ­χό­με­νη κα­τάρ­ρευ­σή τους, μπο­ρούν να συ­μπα­ρα­σύ­ρουν στην κα­τα­στρο­φή ολό­κλη­ρους κλά­δους και εθνι­κές οι­κο­νο­μί­ες.

Αυτό που συμ­βαί­νει, λοι­πόν, μέσα στην τω­ρι­νή κρίση είναι μια τε­ρά­στια αύ­ξη­ση του πο­σο­στού εκ­με­τάλ­λευ­σης της ερ­γα­σί­ας προ­κει­μέ­νου να ανα­σχε­θεί η πτω­τι­κή πο­ρεία του πο­σο­στού κέρ­δους –του βα­σι­κού δεί­κτη υγεί­ας μιας κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Πράγ­μα­τι τα πέντε τε­λευ­ταία χρό­νια έχου­με μια ση­μα­ντι­κό­τα­τη μεί­ω­ση του εθνι­κού με­ρι­δί­ου των μι­σθών στο σύ­νο­λο των κα­πι­τα­λι­στι­κών οι­κο­νο­μιών, που επι­τρέ­πει την αύ­ξη­ση της μάζας του κέρ­δους. Επει­δή, ωστό­σο, το πο­σο­στό κέρ­δους ανα­κάμ­πτει ελά­χι­στα συ­γκρι­τι­κά με το πιο πρό­σφα­το μέ­γι­στο του 2007 –και βρί­σκε­ται πολύ χα­μη­λό­τε­ρα από το από­λυ­το μέ­γι­στο του έτους 1997- η κρίση κάθε άλλο παρά δεί­χνει ση­μά­δια «από­συρ­σης». Είναι γι’ αυτό, που, δεν ανα­λαμ­βά­νο­νται νέες επεν­δύ­σεις. Και είναι αυτό, πε­ρισ­σό­τε­ρο από την κάμψη της κα­τα­να­λω­τι­κής ζή­τη­σης, που κάνει τις προ­βλέ­ψεις για την πο­ρεία της πα­γκό­σμιας οι­κο­νο­μί­ας όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο δυ­σοί­ω­νες.

Όπως κα­τα­λα­βαί­νου­με, η αξιο­ποί­η­ση μαρ­ξι­στι­κών ερ­γα­λεί­ων επι­τρέ­πει την απο­φυ­γή επι­φα­νεια­κών συ­μπε­ρα­σμά­των, που βα­σί­ζο­νται πε­ρισ­σό­τε­ρο στην ψυ­χο­λο­γία παρά στην πο­λι­τι­κή οι­κο­νο­μία και χα­ρα­κτη­ρί­ζουν τόσο τις νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες όσο και τις νε­ο­κεϋν­σια­νές ανα­λύ­σεις και προ­βλέ­ψεις. Επι­πλέ­ον, απο­φεύ­γει ηθι­κές κρί­σεις περί «αδι­κί­ας» κα­τα­νο­ώ­ντας τον ασυμ­φι­λί­ω­το χα­ρα­κτή­ρα της σύ­γκρου­σης τα­ξι­κών συμ­φε­ρό­ντων, που σε πε­ριό­δους οι­κο­νο­μι­κής κρί­σης παίρ­νει με­τω­πι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Το «ή εμείς ή αυτοί», που ούτως ή άλλως είναι στοι­χείο της δο­μι­κής λο­γι­κής της τα­ξι­κής σύ­γκρου­σης, σε τέ­τοιες πε­ριό­δους ανα­γκα­στι­κά απο­κτά από­λυ­τη ση­μα­σία.

Γι’ αυτό κιό­λας, η οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή, όσο κι αν μπο­ρεί να παί­ξει το ρόλο της σε ό,τι αφορά τις δυ­να­τό­τη­τες ανά­σχε­σης των ακραί­ων συ­νε­πειών της κρί­σης για κά­ποιες τά­ξεις και κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα, δεν μπο­ρεί να δώσει πραγ­μα­τι­κή λύση. Αν, όπως συμ­βαί­νει σή­με­ρα, είναι προ­σα­να­το­λι­σμέ­νη στην κα­τεύ­θυν­ση της λι­τό­τη­τας και των κοι­νω­νι­κών πε­ρι­κο­πών, με μόνη «επε­κτα­τι­κή» δράση την πο­σο­τι­κή χα­λά­ρω­ση, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, με πολύ συ­νει­δη­τό τρόπο, πα­ρο­ξύ­νει την ύφεση και αυ­ξά­νει την ανερ­γία, έτσι ώστε να δη­μιουρ­γεί ασφυ­κτι­κές συν­θή­κες για τους ερ­γα­ζό­με­νους και τους φτω­χούς. Αυτός είναι, άλ­λω­στε, ο κα­λύ­τε­ρος τρό­πος για το κε­φά­λαιο προ­κει­μέ­νου να επι­βάλ­λει το νόμο του σε όλες τις πε­ριο­χές και όλες τις εκ­φάν­σεις της ζωής των αν­θρώ­πων. Δεν συ­νι­στά, ωστό­σο, υπέρ­βα­ση της κρί­σης.

Η κα­τα­νό­η­ση αυτής της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας βοη­θά­ει να αντι­λη­φθού­με πως τα πράγ­μα­τα γί­νο­νται όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο ορια­κά. Την προη­γού­με­νη φορά, η «ανα­γκαία» -και κα­θό­λου «δη­μιουρ­γι­κή», για όσους τη βί­ω­σαν και πέ­θα­ναν στις συν­θή­κες της- κα­τα­στρο­φή υπήρ­ξε ένας πα­γκό­σμιος πό­λε­μος, που ισο­πέ­δω­σε ένα με­γά­λο μέρος του πλα­νή­τη και εκ­κα­θά­ρι­σε μαζί με το πε­ριτ­τό κε­φά­λαιο και πολλά δε­κά­δες εκα­τομ­μύ­ρια, πε­ριτ­τούς για το κε­φά­λαιο, αν­θρώ­πους. Τώρα; Αν δεν υπάρ­ξει η «ορθή» έκ­βα­ση της τα­ξι­κής πάλης τα πράγ­μα­τα είναι πολύ πι­θα­νόν να εξε­λι­χθούν ακόμη χει­ρό­τε­ρα.

Θα επα­νέλ­θω.

Ετικέτες