Η δεξιά κυβέρνηση του Πάσος Κοέλιο αποδείχθηκε η πιο βραχύβια στη σύγχρονη ιστορία της πορτογαλικής δημοκρατίας. Αν και η συμμαχία του ήρθε πρώτη στις εκλογές δεν κέρδισε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Έλαβε την εντολή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Καβάκο Σίλβα, αλλά μόλις μία εβδομάδα μετά το σχηματισμό της καταψηφίστηκε από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία Σοσιαλιστών-ΚΚ Πορτογαλίας και Μπλόκο της Αριστεράς.
Το μπαλάκι επιστρέφει πλέον στον Καβάκο Σίλβα. Γράφαμε στο προηγούμενο φύλλο της «ΕΑ» ότι το να παραδώσει την εντολή στο πρώτο κόμμα δεν ήταν τόσο «πραξικοπηματικό» όσο καταγγέλθηκε –απλώς έδινε τη δυνατότητα στο πρώτο κόμμα να δοκιμαστεί στο κοινοβούλιο. Ο Κοέλιο ηττήθηκε στη Βουλή και κατέρρευσε η κυβέρνησή του. Ωστόσο επισημαίναμε πως το πολιτικό σκεπτικό του Προέδρου της Δημοκρατίας (που λίγο-πολύ έλεγε πως δεν επιτρέπεται κυβέρνηση που στηρίζεται σε «αντι-ΕΕ», «αντι-ΝΑΤΟ», «εχθρικές στις αγορές» δυνάμεις) ήταν το πραγματικό πολιτικό ζήτημα. Οπότε μένει να φανεί τώρα αν αυτή η ωμή πολιτική παρέμβαση θα εξελιχθεί σε πραγματικό «πραξικόπημα»: Αν ο Καβάκο Σίλβα θα προτιμήσει να ορίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση, παρά να παραδώσει την εντολή στον ηγέτη των Σοσιαλιστών για να κυβερνήσει με τη στήριξη των δύο αριστερών κομμάτων.
Η κεντροαριστερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία πάντως έχει ήδη διαμορφωθεί, καθώς οι διερευνητικές επαφές μεταξύ ΣΚ-ΚΚΠ και ΣΚ-Μπλόκο ολοκληρώθηκαν με επιτυχία. Η συμφωνία προβλέπει σχηματισμό κυβέρνησης από τους Σοσιαλιστές, στην οποία τα αριστερά κόμματα δεν θα συμμετέχουν, αλλά θα προσφέρουν κοινοβουλευτική στήριξη.
Είναι μια μορφή «σύμπραξης» που ενδεχομένως λειτουργεί ως δικλίδα ασφαλείας απέναντι στην πλήρη κεντροαριστερή αφομοίωση. Το ΚΚΠ δηλώνει εξαρχής πως προσφέρει στήριξη «μέχρι νεωτέρας». Το Μπλόκο μιλά επίσης για «κόκκινες γραμμές», αν και εμφανίζεται πολύ πιο «πανηγυρικό» για την προγραμματική συμφωνία που επιτεύχθηκε (που παρουσιάζεται ως κάτι πιο προχωρημένο και πιο μακρόπνοο από μια «καταρχήν συνεννόηση») ενώ, όπως σημειώνει εύστοχα ο Στάθης Κουβελάκης σε άρθρο του, ο καθορισμός αυτών των «κόκκινων γραμμών» αποδεικνύεται συχνά δύσκολο εγχείρημα (υπενθυμίζοντας και την εμπειρία της «έξωθεν στήριξης» της Κομουνιστικής Επανίδρυσης στην πρώτη κυβέρνηση Πρόντι το 1996-98).
Η προγραμματική συμφωνία έχει πράγματι ισχυρά σημεία αντιλιτότητας: αύξηση του κατώτατου μισθού, σταμάτημα των εν εξελίξει ιδιωτικοποιήσεων, ξεπάγωμα των συντάξεων, πρόθεση αποκατάστασης των μισθολογικών απωλειών στο Δημόσιο, κάποιες φοροελαφρύνσεις στα κατώτερα στρώματα κ.λπ. Κριτικές μπορούν να γίνουν για την «τόλμη» αυτών των μέτρων: ο κατώτατος μισθός θα ανέβει πολύ αργά και πολύ σταδιακά, οι ΣΔΙΤ θα «επανεξεταστούν», ενώ απουσιάζει ένα γενικότερο πλαίσιο ριζοσπαστικής κατεύθυνσης που θα επιτρέπει την υλοποίηση ενός προγράμματος αντιλιτότητας. Δεν αναφερόμαστε μόνο στην απουσία αναφοράς στο χρέος ή το ευρώ, αλλά και σε κάποιο σχέδιο π.χ. αντιμετώπισης της ανεργίας. Παρ’ όλα αυτά, ισχύει ότι στην προγραμματική συμφωνία περιγράφονται κατευθύνσεις «κόντρα στο ρεύμα», ανεξάρτητα από την ταχύτητα και την ένταση με την οποία προβλέπεται να υλοποιηθούν.
Αυτό που δεν έχει γίνει γνωστό είναι το συνολικότερο κυβερνητικό πρόγραμμα, πέρα από τη θετική συμβολή που πέτυχαν το ΚΚΠ και το Μπλόκο. Και είναι λογικό να αναρωτιόμαστε και να ανησυχούμε ως προς το τι περιλαμβάνει (πέραν αυτών των 10 θετικών κατευθύνσεων) ένα πρόγραμμα 160 περίπου σελίδων ενός κόμματος που κατά τις διαπραγματεύσεις με τη Δεξιά είχε βρει 40 σημεία «συμφωνίας» και άλλα 40 σημεία «που μπορούν να συζητηθούν».
Το βασικό ζήτημα είναι αν θα υλοποιηθούν οι θετικές πτυχές του προγράμματος απέναντι στην αντίδραση των «αγορών» και της ΕΕ (θα επανέλθουμε παρακάτω). Αλλά υπάρχει και το ζήτημα αν οι θετικές πτυχές του προγράμματος θα μπορέσουν να αποδώσουν αυτά που έχει ανάγκη η ρημαγμένη εδώ και 4 χρόνια πορτογαλική κοινωνία αν συνδυαστούν με άλλες, νεοφιλελεύθερες πολιτικές εκ μέρους των Σοσιαλιστών.
Στο πεδίο της σύγκρουσης με την ΕΕ ή τις «αγορές» αν χρειαστεί, οι Σοσιαλιστές είναι ξεκάθαροι: δηλώνουν σε όλους τους τόνους τη συμβατότητα του προγράμματός τους με τις «διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας». Και αν ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε την πλήρη συνθηκολόγηση όταν τέθηκε το δίλημμα «υποταγή ή ρήξη», ένα παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα είναι πολύ ευκολότερο να οδηγηθεί σε άτακτη συνθηκολόγηση αν βρεθεί απέναντι στα «όρια αντοχής» του ευρώ και των «αγορών».
Στη διεθνή συζήτηση εμφανίζεται ήδη ο αντίλογος, που λέει πως οι Σοσιαλιστές έχουν τα περιθώρια να κινηθούν προς τα αριστερά, πως η Πορτογαλία δεν είναι στην ίδια «μέγγενη» με την Ελλάδα, μια άποψη που ισχυρίζεται λίγο-πολύ ότι είναι εφικτή μια κεϊνσιανή πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης.
Προς το παρόν σημειώνουμε τις εκτιμήσεις του αντιπάλου. Σε συνοπτική παρουσίαση του Bloomberg, οι εκτιμήσεις «αγορών» και θεσμών» κυμαίνονται ανάμεσα στην προετοιμασία για πόλεμο (οι ευνοϊκές προς το πορτογαλικό χρέος ρυθμίσεις της ΕΚΤ προεκλογικά για να στηριχθεί η Δεξιά ίσως τελειώνουν, τα spreads ίσως αρχίσουν να ξανασκαρφαλώνουν) και τη βεβαιότητα ότι θα νικήσουν («θνησιγενής κυβέρνηση γεμάτη αντιφάσεις - πρόωρες εκλογές»).
Πέρα από τον «διεθνή παράγοντα», εκτιμούμε πως κάθε απόπειρα αμφισβήτησης της λιτότητας θα συναντήσει την αντίσταση και της ντόπιας άρχουσας τάξης, πως ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι «μνημονιακών δεσμεύσεων» δεν υπάρχει «ανοχή» για κεϊνσιανές πολιτικές και άρα δεν υπάρχει «χώρος» για μια «αριστερή σοσιαλδημοκρατία». Ελπίζουμε τα κόμματα της πορτογαλικής Αριστεράς να μην παγιδευτούν στο ρεαλισμό μιας «ήπιας λιτότητας» ή μιας «κεντροαριστερής λιτότητας για να μην επιστρέψει η Δεξιά» αν επιβεβαιωθεί αυτή η εκτίμηση.
Όλα αυτά μένει να φανούν το επόμενο διάστημα. Και η πορεία της Πορτογαλίας θα έχει πολύτιμα συμπεράσματα για όλους μας, μετά και την ελληνική εμπειρία. Ιδιαίτερα σε μια εποχή που ανθίζει η αντίληψη για τη δυνατότητα να εμφανιστεί ένας «ήπιος μεταρρυθμισμός» ή μια «νέα Κεντροαριστερά».
Δεν θέλουμε να γίνουμε Κασσάνδρες. Ωστόσο, στο κλίμα γενικής ευφορίας αξίζει η παρατήρηση του Πορτογάλου ριζοσπάστη ακαδημαϊκού Αντόνιο Σιμόες Ντο Πάκο: «Πίνουμε ένα ποτήρι κρασί για την πτώση της Δεξιάς. Αλλά οι περισσότεροι σήμερα μεθάνε για την πτώση της. Και συνήθως δεν έχει νόημα να μιλήσεις σε έναν μεθυσμένο. Αλλά πρέπει να μείνεις νηφάλιος, γιατί ο νηφάλιος είναι αυτός που θα τον γυρίσει σπίτι».
Όλα βέβαια εξαρτώνται και από τον Καβάκο Σίλβα. Αν αρνηθεί να δώσει την εντολή, οι προκλήσεις και τα καθήκοντα θα είναι πολύ διαφορετικής φύσης.