Στις τρέχουσες συνθήκες δεν μπορεί να υπάρξει μαζική, πολιτική γραμμή και μάλιστα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που να απευθύνεται σε πρώτο χρόνο ταυτόχρονα σε όλα τα κοινωνικά τμήματα. Η αναγκαία ανατρεπτική δυναμική πρέπει να οικοδομηθεί εκ νέου.

Όλοι συμφωνούμε ότι η κοινωνία εμφανίζεται παραλυμένη απέναντι στην νέα μνημονιακή επίθεση νεοφιλελεύθερων μέτρων σκληρής λιτότητας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Το σοκ της μεταστροφής και της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ έχει θρυμματίσει την κοινωνική δυναμική που στοίχιζε την κοινωνική πλειοψηφία σε αντιμνημονιακούς, ανατρεπτικούς στόχους και έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Μια δυναμική που καθορίστηκε από τα αιτήματα, τις ανάγκες και τους αγώνες του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας μαζί με τα συνθήματα της Αριστεράς παρασύροντας στον δυναμισμό της και συμπιεσμένα από τη κρίση μικροαστικά στρώματα διαμορφώνοντας πλειοψηφικούς όρους. Το δημοψήφισμα αποτέλεσε την κορύφωση πριν την καταστροφή.

Στις τρέχουσες συνθήκες δεν μπορεί να υπάρξει μαζική, πολιτική γραμμή και μάλιστα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που να απευθύνεται σε πρώτο χρόνο ταυτόχρονα σε όλα τα κοινωνικά τμήματα. Η αναγκαία ανατρεπτική δυναμική πρέπει να οικοδομηθεί εκ νέου.

Για την ριζοσπαστική Αριστερά και για την ΛΑΕ συγκεκριμένα τίθεται η πρόκληση της εγκαθίδρυσης και σταθεροποίησης της παρέμβασής της στην ταξική πάλη και στο πολιτικό σκηνικό.  Αυτό απαιτεί την επιλογή συγκεκριμένου κοινωνικού τμήματος ως προνομιακό ακροατήριο. Απαιτεί σαφή, ισχυρή ταυτότητα που θα την χαρακτηρίζει στα μάτια της κοινωνίας με ξεκάθαρο τρόπο. Μια «ρετσινιά» - το «κόμμα των….» Η μόνη επιλογή είναι η «ρετσινιά» του «κόμματος των από κάτω», των μισθωτών, των ανέργων, της νεολαίας, των κάθε λογής αποκλεισμένων. Ακόμη και εκλογικά σ’ αυτόν τον κόσμο, η επιλογή ενός μικρού κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς μπορεί να τραβήξει μαζικά την προσοχή, στον βαθμό που πείθει ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τις ανάγκες του και εμπνέει με την εναλλακτική πρόταση και το όραμα. Κάτι που δεν μπορεί να συμβεί με τα μεσοστρώματα. Αυτά μαζικά κινούνται πάντα προς τα κόμματα που διεκδικούν άμεσα την διακυβέρνηση, όπως εξάλλου διαπιστώνεται και ιστορικά.

Σ’ ένα «πλατύ κόμμα», πολυτασικό, με οργανώσεις – συνιστώσες διαφορετικών παραδόσεων και ιδεολογικών συγκροτήσεων και μάλιστα σε σύνθεση και συσχετισμούς χωρίς αδιαφιλονίκητο και απόλυτο «ηγεμόνα» όπως είναι η ΛΑΕ, είναι λογικό και απαραίτητο να αναπτύσσεται μια συζήτηση που τείνει να εμβαθύνει στα ζητήματα όπου υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις όπως πχ στην προτεραιότητα του αντιϊμπεριαλιστικού ή του ταξικού, του πατριωτικού ή του διεθνιστικού κ.λ.π. Πρόκειται για μια συζήτηση σημαντική που είναι απαιτητική και θέλει το χρόνο της. Όμως οι αντιπαραθέσεις, τα επιχειρήματα, οι τεκμηριώσεις που λαμβάνουν χώρα σ’ αυτή την συζήτηση δεν καθορίζουν σε πρώτο χρόνο την δημόσια εικόνα, την μαζικά αντιληπτή φυσιογνωμία του κόμματος.

Η ταυτότητα του κόμματος, το πολιτικοϊδεολογικό σήμα προς την κοινωνία συγκροτείται κυρίως από δύο παράγοντες: την κεντρική δημόσια εκφώνηση και την συγκρότηση του κόμματος ως εργαλείο κοινωνικής παρέμβασης και δράσης. Εν προκειμένω στην ΛΑΕ, από την εκφώνηση του γραμματέα και λίγων ακόμη στελεχών όποτε γίνεται εφικτό να σπάσει ο μιντιακός αποκλεισμός της ΛΑΕ και από την κίνηση και την δράση των 5.000 μελών που καταγράφηκαν στο πρόσφατο συνέδριο που αποτελούν το σημαντικότερο κεφάλαιο της ΛΑΕ.

Η τοποθέτηση του γραμματέα του πολιτικού συμβουλίου στην ΔΕΘ αποτελεί ευκαιρία για μια ηχηρή οριοθέτηση της ταυτότητας και των πολιτικών στόχων της ΛΑΕ. Ιδιαίτερα σ’ αυτή την συγκυρία, όπου η ΛΑΕ επιδιώκει, ένα χρόνο μετά την εμφάνισή της και ταυτόχρονα ένα χρόνο μνημονιακής διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, να δώσει μια ώθηση με τις πολιτικές της επιλογές στην υπόθεση της ανατροπής του μνημονιακού καθεστώτος.

Ως προς την μαζική γραμμή που απευθύνεται κατά προτεραιότητα στους «από κάτω» τέσσερα σημεία οριοθετούν το επίκαιρο πλαίσιο:

  1. Η αντιπολιτευτική γραμμή της ΛΑΕ πρέπει να εξυπηρετεί τον διμέτωπο αγώνα. Ενάντια στην κυβέρνηση καταρχάς αλλά ταυτόχρονα και ενάντια στους λοιπούς μνημονιακούς και πρώτα απ’ όλα στη ΝΔ. Η ΛΑΕ επιδιώκει την ανατροπή όχι μόνο της συγκεκριμένης κυβέρνησης αλλά του «μνημονιακού καθεστώτος». Εξάλλου σ’ αυτό το σημείο κορυφώνεται η πολιτική αμηχανία ευρύτατου κοινωνικού τμήματος, στο δίλλημα ότι την πτώση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί η κυβέρνηση της ΝΔ.
  2. Στο κεντρικό ζήτημα που αφορά την κρίση και την απόρριψη της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής στρατηγικής η ΛΑΕ οφείλει να διατυπώνει με τρόπο πολύ σαφή και κατανοητό ότι ο στόχος της αναδιανομής (πλούτου και ισχύος υπέρ της εργασίας και κατά του κεφαλαίου, ντόπιου και δανειστών) έχει προτεραιότητα έναντι του στόχου της «ανάπτυξης». Ειδάλλως δημιουργείται σύγχυση με τον στόχο της «επιστροφής στην ανάπτυξη» και την συνακόλουθη αφήγηση που διακηρύσσουν ως πρωτεύοντα στόχο τα κόμματα του μνημονιακού μπλοκ, της κυβέρνησης ασφαλώς συμπεριλαμβανομένης. Πρώτη συνέπεια στο εκλογικό πεδίο είναι να μετατίθεται η πρόκληση στο πεδίο του «εφικτού», μεταξύ της τρέχουσας κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.  Πολύ περισσότερο στο κοινωνικό τμήμα των «από κάτω», μισθωτών, ανέργων, νεολαίας. Φαντάζει σαν ένας στόχος που αφορά κατά προτεραιότητα τους εργοδότες. Η υπόθεση της ανεργίας αναδεικνύει το πρόβλημα. Η απάντηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν μπορεί να είναι παρόμοια με την συστημική ότι η ανεργία θα μειωθεί εξαρτημένα από τους ρυθμούς της ανάπτυξης. Η εναλλακτική αριστερή, ριζοσπαστική γραμμή για την δραστική μείωση της ανεργίας απαντά με επιλογές όπως η άμεση επαναφορά και επέκταση των εργατικών δικαιωμάτων με κατάργηση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, η μείωση χρόνου εργασίας και το 35ωρο, οι μαζικές προσλήψεις σε Υγεία, Παιδεία και δομές του κοινωνικού κράτους,  οι εθνικοποιήσεις των ΔΕΚΟ και ευρύτερα, με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο.

Γενικεύοντας, έτσι ερμηνεύεται και η σύγκρουση με την ευρωζώνη και η έξοδος από το ευρώ. Γι αυτό στις τρέχουσες συνθήκες που καθορίζονται από τις εξελίξεις πανευρωπαϊκά, για την ριζοσπαστική αριστερή εναλλακτική η «αριστερή έξοδος»-LEXIT αποτελεί τον κατάλληλο «όρο – στόχο» με το αντίστοιχο περιεχόμενο παρά το GREXIT που εύκολα συγχέεται σήμερα με τα εχθρικά, συστημικά έως ακροδεξιά του ευρωπαϊκού ευρωσκεπτικισμού. 

  1. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο υποτίμησης της σημασίας του στρατηγικού στόχου που αφορά στην Αριστερά ως δύναμη αντικαπιταλιστική με σοσιαλιστικό στόχο και όραμα. Η «μαγιά» για οποιοδήποτε βήμα μαζικής απεύθυνσης και πολιτικής είναι ο κόσμος με συγκρότηση και αυτοπροσδιορισμό ως αριστερός. Μάλιστα στην Ελλάδα όπου στο προηγούμενο διάστημα εξελίχθηκε η διαδικασία της μαζικής αριστερής ριζοσπαστικοποίησης, ανεξάρτητα από την προδοσία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ο «κόσμος της Αριστεράς» αποτελεί σημαντικό μέγεθος (που σήμερα έχει σε μεγάλο βαθμό απομακρυνθεί από την οργανωμένη πάλη ακριβώς εξαιτίας της απογοήτευσης που του πρόσφερε η σημερινή κυβέρνηση). Τμήμα αυτού του κόσμου που δεν εγκατέλειψε και δίνει την μάχη σήμερα είναι τα μέλη της ΛΑΕ και ο στόχος για την συγκέντρωση της δύναμης του συνειδητού στοιχείου είναι προϋπόθεση για επιτυχημένη μαζική παρέμβαση με σχέδιο ανατροπής που θα έχει την σφραγίδα της Αριστεράς και του εργατικού και μαζικού κινήματος.  

Απ’ αυτή την σκοπιά απορρέει και η πολιτική των συμμαχιών. Έτσι λοιπόν σήμερα το πολιτικό μέτωπο δεν μπορεί παρά να αφορά στις οργανωμένες και μη δυνάμεις της Αριστεράς. Το κάλεσμα αφορά στο ΚΚΕ, στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην Δικτύωση, στην Πλεύση Ελευθερίας, μικρότερες ομάδες και συλλογικότητες και όλο τον «κόσμο της Αριστεράς».

  1. Σε σχέση με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και γενικότερα την διεθνή κατάσταση το κεντρικό ζήτημα είναι ο πόλεμος. Στα μάτια της κοινωνικής πλειοψηφίας εμφανίζεται η εικόνα της κλιμάκωσης των αντιπαραθέσεων των μεγάλων δυνάμεων και της επέκτασης των πολέμων. Το μόνο αίσθημα που προκαλείται είναι ο φόβος. Μικρή σημασία μπροστά του έχουν οι αναλύσεις για την «ρεάλ πολιτίκ» των διεθνών παικτών στην γεωπολιτική σκακιέρα. Και είναι ασφαλώς έτσι καθώς κανείς δεν θέλει να σκέφτεται με ποια μεγάλη δύναμη θα συνταχθεί για να … «πάει στον πόλεμο». Το καθήκον της Αριστεράς εδώ αφορά στο σύνθημα «όχι στον πόλεμο», το οποίο πρέπει να επεξεργαστεί και να δυναμώσει, τοποθετώντας απέναντι στο φόβο την διεκδίκηση, μέσα από την οικοδόμηση ισχυρού, μαζικού αντιπολεμικού κινήματος.

Ως προς τον δεύτερο «πυλώνα» της φυσιογνωμίας του κόμματος, δηλαδή την συγκρότηση, λειτουργία και δράση των μελών της, η ΛΑΕ πρέπει άμεσα να περάσει σε μέτρα που θα αναζωογονήσουν τις πολιτικές επιτροπές, οργανώνοντας την συζήτηση σε όλα τα ζητήματα που ανοίγουν και την δράση που απορρέει από του πολιτικούς στόχους και την εμβάθυνση της γραμμής στην περίοδο. Μια λειτουργία ουσιαστική, δημιουργική και ασφαλώς δημοκρατική. Πάνω απ’ όλα όμως παρεμβατική στην κοινωνία, στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές και στα στέκια της νεολαίας μακριά από παλιές, κακές, εκλογικίστικες συνήθειες που ήθελαν τα μέλη να κολάν αφίσες και να βρίσκουν αίθουσες για να μιλήσουν τα προβεβλημένα στελέχη. Η δύναμη της ΛΑΕ είναι τα μέλη της, η δυνατότητά της να οικοδομήσει ουσιαστικές σχέσεις με τα κοινωνικά τμήματα στα οποία κατά προτεραιότητα απευθύνεται. Στον κόσμο της Αριστεράς και των κινημάτων, στους μισθωτούς, στους ανέργους, στη νεολαία, στους κοινωνικά αποκλεισμένους. Επιδιώκοντας την «ρετσινιά» του «κόμματος των από κάτω».   

*βασισμένο στην τοποθέτηση στην συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου της ΛΑΕ στις 4/9/16

Ετικέτες