Ο Τραμπ ουρλιάζει, το μεταναστευτικό καραβάνι προχωρά...
Αυτό το άρθρο γράφεται λίγο πριν τη διεξαγωγή των «ενδιάμεσων» εκλογών στις ΗΠΑ, με επίδικο τον έλεγχο του Οίκου των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας.
Οι «ενδιάμεσες» πολύ συχνά βγάζουν ήττα του κόμματος του εκάστοτε προέδρου. Συνήθως ενεργοποιείται η εκλογική βάση της αντιπολίτευσης (για να πάρει ρεβάνς της ήττας στις προεδρικές και να «ισορροπήσει» το συσχετισμό στο Κογκρέσο), ενώ η εκλογική βάση της κυβέρνησης είτε επαναπαύεται από τον έλεγχο του Λευκού Οίκου, είτε δείχνει «σιωπηλό θυμό» για ανεκπλήρωτες υποσχέσεις.
Οι Δημοκρατικοί επενδύουν σε αυτό το σενάριο, επιχειρώντας να κεφαλαιοποιήσουν εκλογικά την «αντι-Τραμπ» αγανάκτηση, όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από τα κινήματα που ξέσπασαν ως απάντηση στις ακραίες προκλήσεις του Αμερικανού προέδρου. Τα ψηφοδέλτιά τους έχουν καταρτιστεί με αυτόν τον προσανατολισμό: Ιστορικό ρεκόρ γυναικών υποψηφίων και γενικότερα συμβολικές επιλογές όπως μαύρες, ισπανόφωνες, ιθαγενείς ινδιάνες κ.ο.κ. Επίσης έχει δοθεί χώρος στους λεγόμενους «προοδευτικούς», που υιοθετούν (προεκλογικά) μια πιο φιλεργατική ατζέντα σε ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης κλπ.
Ο Τραμπ περιοδεύει σε όλη τη χώρα, επιχειρώντας να ενεργοποιήσει την κοινωνική του βάση. Και το κάνει με τον τρόπο που ξέρει ότι αυτή μπορεί να ενεργοποιηθεί: Με το ρατσισμό. Η υπόσχεση να καταργήσει την απόδοση ιθαγένειας σε όσους γεννιούνται στις ΗΠΑ μοιάζει με ρητορικό πυροτέχνημα (καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να παρακαμφθεί το σχετικό άρθρο του Συντάγματος), αλλά δίνει στο λαό της ακροδεξιάς ένα ισχυρό μήνυμα σκλήρυνσης της επίθεσης στους «άλλους». Τα μέτρα περιορισμού της ψήφου των φτωχών και των μειονοτήτων συμπληρώνουν την εικόνα. Όπως γράφουν οι σύντροφοι της ISO: «χρειάζεται εγκυκλοπαίδεια» για να περιγραφούν όλοι οι νομότυποι φαινομενικά τρόποι και μηχανισμοί που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει για να αποκλείσει ανθρώπους από το «εκλέγειν». Η διαφορά με άλλα χρόνια είναι ότι οι άνθρωποι του Τραμπ έχουν βάλει όλους αυτούς τους μηχανισμούς να δουλέψουν «στα κόκκινα»…
Σ’ αυτό το φόντο έχει γίνει κεντρικό πολιτικό ζήτημα το καραβάνι των μεταναστών από την κεντρική Αμερική που κινείται προς τις ΗΠΑ, ακόμα κι αν απέχει εκατοντάδες μίλια. Ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνει είναι προβληματικός. Τόσο σε επίπεδο κομμάτων, όσο και σε επίπεδο ΜΜΕ, είναι ο «συντηρητισμός» αυτός που το έχει κάνει σημαία του, σκούζοντας υστερικά για την «απειλή» και την «εισβολή». Ο «προοδευτισμός» σιωπά και μάλλον από μέσα του αναρωτιέται εκνευρισμένος: «Ήταν ανάγκη να εμφανιστούν αυτοί οι μετανάστες σε προεκλογική περίοδο;».
Το καραβάνι –άθελά του– αποκάλυψε την κούφια ρητορική και την υποκρισία των Δημοκρατικών. Ξεκίνησαν να κάνουν μια «δικαιωματική» προεκλογική καμπάνια, με ρηχό-συμβολικό τρόπο (ψηφοδέλτια). Όταν εμφανίστηκε ένα πραγματικό ζήτημα συνεπούς αντιρατσισμού, όπου χρειάζεται άμεση θέση κι όχι κούφιες ρητορικές ή συμβολισμοί, ξαφνικά τα επιτελεία άρχισαν να μιλούν για το πόσο… αποπροσανατολιστικά από τα «πραγματικά» ζητήματα λειτουργεί ο αντιρατσισμός!
Όπως παραδέχονται ακόμα και αστικά ΜΜΕ, η ξενοφοβία μπορεί να λειτουργήσει εκλογικά υπέρ του Τραμπ όχι γιατί είναι πλειοψηφική (δεν είναι), αλλά γιατί «οι οπαδοί του δίνουν περισσότερη σημασία στην εναντίωση στους μετανάστες από όση δίνουν οι αντίπαλοί του στην υπεράσπισή τους».
Τα ακροδεξιά σκυλιά ουρλιάζουν, το καραβάνι προχωρά…
Το καραβάνι που ξεκίνησε από την Ονδούρα, δεν αποτελεί είδηση λόγω του μεγέθους του. Μερικές χιλιάδες άνθρωποι είναι «σταγόνα στον ωκεανό» των ΗΠΑ και ένα απειροελάχιστο τμήμα των μεταναστευτικών ρευμάτων στην αμερικανική ήπειρο.
Αποτελεί είδηση για την πρακτική που επέλεξε: Το συλλογικό ταξίδι. Στη μετανάστευση, «προστασία» θεωρείται το να παραμείνεις κρυμμένος, να «περάσεις κάτω από τα ραντάρ», για να μπορέσεις να φτάσεις στον προορισμό σου. Είναι μια φυσιολογική επιλογή επιβίωσης, αλλά με «ατομικά» χαρακτηριστικά. Η επιλογή των ανθρώπων από την Ονδούρα ανακαλύπτει μια άλλη «προστασία»: Τη δύναμη της συλλογικότητας, ως απάντηση και στην αστυνομία και στις ακροδεξιές συμμορίες. Την ορατότητα, την ανοιχτή μαζική μετακίνηση ως απάντηση στους διακινητές (τα διαβόητα «κογιότ» της μεξικανικής ερήμου), αλλά και ως μαζική-πολιτική διεκδίκηση του δικαιώματός τους στη μετακίνηση.
Με αυτόν τον τρόπο, περπατώντας μίλια ολόκληρα, κατόρθωσαν να περάσουν από τη Γουατεμάλα, να μπουν στο Μεξικό και να συνεχίζουν τη μακρά πορεία τους. Αυτός ο τρόπος έχει εμπνεύσει και πολλούς άλλους. Νέα καραβάνια σχηματίζονται στην Ονδούρα, αλλά και στην ίδια τη Γουατεμάλα.
Η κυβέρνηση του Μεξικού προσπαθεί να ισορροπήσει. Ούτε καταστέλλει, ούτε επιτρέπει διευκολύνσεις (ελπίζοντας οι κακουχίες να κάνουν τη δουλειά από μόνες τους). Δεν θέλει να προκαλέσει την οργή του Τραμπ, διευκολύνοντας το ταξίδι. Αλλά λογοδοτεί στην κοινή γνώμη μιας χώρας της οποίας ο λαός έχει υποφέρει από την αντιμεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ και βλέπει τους «λατίνους αδελφούς», που κάνουν το μεγάλο ταξίδι, με κατανόηση και θαυμασμό.
Ο Τραμπ κινητοποιεί το στρατό. Ξεκίνησε από 1.000 στρατιώτες, έπειτα το Πεντάγωνο μίλησε για 5.000 και τώρα ο Τραμπ απειλεί να στείλει 15.000 στρατιώτες. Ενώ δηλώνει προκαταβολικά ότι θα είναι «νόμιμη άμυνα» να ανοίξουν πυρ, αν δεχτούν πέτρες…
Θα χρειαστεί αλληλεγγύη «μέσα από τα σύνορα». Όπως γράφουν οι σύντροφοι της ISO: «Η πολιτική μας δεν μπορεί να καθορίζεται από τις εκτιμήσεις των κεντροαριστερών θινκ-τανκ [σ.σ.: για την «αντιδημοφιλία» μιας πολιτικής ανοιχτών συνόρων], αλλά από τις αποφάσεις που παίρνουν καθημερινά οι γονείς στο Σαν Πέδρο Σούλα για το αν θα στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο, γνωρίζοντας ότι κάθε δύο τάξεις ένα παιδί δολοφονείται πριν κλείσει τα 25 του… Δεν είναι απλά ότι πρέπει να κάνουμε το σωστό, αλλά και ότι η ξενοφοβία είναι κεντρική στην άνοδο της ακροδεξιάς που μας απειλεί όλους… Πρέπει να οργανώσουμε συγκεντρώσεις, συναντήσεις και υλική υποστήριξη για το καραβάνι… να χτίσουμε δεσμούς με οργανώσεις που υποστηρίζουν τους μετανάστες στην Κεντρική Αμερική και το Μεξικό… Πρέπει να χτίσουμε μια σοσιαλιστική Αριστερά, που κατανοεί ότι πραγματική ελευθερία σημαίνει ένας κόσμος χωρίς σύνορα».