Xρειάζεται να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ανεξάρτητα με το αν είμαστε περισσότερο οι λιγότερο ανυπόμονοι, πως για να είναι «το βάθος του ουρανού κόκκινο» πρέπει να αρχίσουμε να βλέπουμε σταγόνες χρώματος στο εδώ και τώρα.
Υπήρχε μια προεκλογική διαφήμιση του ΣΥΡΙΖΑ που για να απαντήσει στην τρομοκρατία των ΜΜΕ ξεκινούσε λέγοντας «Στις 26 Ιανουαρίου ένας αστεροειδής θα περάσει κοντά στη γη» και για να καθησυχάσει τους ψηφοφόρους, συνέχιζε « Στις 26 Ιανουαρίου ο ήλιος θα ανατείλει στις 7:34, τα μαγαζιά και οι τράπεζες θα ανοίξουν μετά τις 8, οι γονείς θα συνεχίσουν να αγωνιούν για τους βαθμούς των παιδιών...» . Η συγκεκριμένη διαφήμιση ήταν σαφώς αμυντική και απευθυνόταν στην φοβισμένη πλειοψηφία, για να της πει πως όταν θα έχει κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ η ζωή θα συνεχίσει να κυλάει κανονικά απλώς οι άνθρωποι δεν θα φοβούνται μην χάσουν το σπίτι τους. Λίγους μήνες μετά την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή η διαφήμιση μοιάζει προφητική ως προς το πρώτο της μέρος. Ήταν μια υπεράσπιση της κανονικότητας.
Παράλληλα με αυτόν τον καθησυχασμό όμως ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε και συνεχίζει να λέει πως «ζούμε ιστορικές στιγμές», «πως μπαίνουμε σε αχαρτογράφητες περιοχές» πως «οι συνθήκες είναι πρωτόγνωρες» κ.α. Δεν θα έπρεπε λοιπόν αυτό το πρωτόγνωρο να μπορούμε να το εντοπίζουμε έστω και σε μικρές δόσεις σε κάθε έκφανση της ζωής μας; Αν οι συνθήκες είναι «μοναδικές» τότε δεν θα πρέπει να συμβαίνουν «μοναδικά» πράγματα καθημερινά; Που δεν θα είναι ούτε τόσο σπάνια ούτε τόσα τρομαχτικά όσο ένας αστεροειδής που πλησιάζει τη γη;
Ο δημόσιος διάλογος μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, σε μεγάλο βαθμό έχει επικεντρωθεί στα μεγάλα κεντρικά ζητήματα και δικαιολογημένα. Και λέγοντας μεγάλα, εννοούμε τις διαπραγματεύσεις με τους «θεσμούς», την οικονομία και όλους τους δυσνόητους όρους που την συνοδεύουν. Όμως όλη η αυτή η συζήτηση διεξάγεται με όρους τελείως αποκομμένους από την καθημερινότητα. Οι άνθρωποι, «εμείς ο λαός», περιμένουμε για άλλη μια φορά να γίνει κάτι, κάπου αλλού και συγκεκριμένα μακριά στην Ευρώπη, στον τόπο που λέγεται Eurogroup. Βρισκόμαστε σε κατάσταση αναμονής περιμένοντας καλύτερες μέρες, με τον ενεστώτα χρόνο να μετράει «μετά από τέσσερις μήνες». Και έτσι ήδη στην ελπίδα μπαίνουν όρια, αφού «είναι νωρίς ακόμα».
Όλο αυτό το πήγαινε-έλα της κυβέρνησης στο εξωτερικό, και όλη αυτή η αγωνία μας να ακούσουμε τι καινούριο θα αποφασιστεί, μας αποκόπτει εντελώς από το «εδώ και τώρα» και από τη δική μας καθημερινότητα.
Πέρα λοιπόν από τα "μεγάλα" μέτρα που δεν μπορούν να γίνουν ακόμα γιατί έχουν "δημοσιονομικό κόστος" και καθώς περιμένουμε αυτά, ας αναρωτηθούμε και ας πιέσουμε για τα μέτρα εκείνα, για τις λεπτομέρειες εκείνες, που δεν είναι καθόλου μικρές, για όλα αυτά που θα αρχίσουν να αλλάζουν άμεσα την καθημερινότητά μας. Όλα αυτά μέσα στα οποία θα καθρεφτίζεται ο κόσμος που οραματιζόμαστε, όλα αυτά που θα αρχίσουν να φέρνουν το μέλλον πιο κοντά, που θα σπάσουν την αντικειμενικότητα του χρόνου και το ρεαλισμό που μας επιβάλλουν «οι άλλοι». Ανεξάρτητα λοιπόν από τα καλά νομοσχέδια που είναι καλοδεχούμενα ας επικεντρωθούμε λίγο σε αυτό που μπορούμε να δούμε με γυμνό μάτι και να βιώσουμε άμεσα.
Το πρώτο ζήτημα για την αλλαγή της καθημερινότητας είναι η ορατότητα αν όχι η σταδιακή εξαφάνιση των κατασταλτικών μηχανισμών. Τι δημοσιονομικό κόστος έχει το να σταματήσουν τις καθημερινές περιπολίες οι ομάδες Δίας; Δεν θα έπρεπε πια να περπατάμε σε μια πόλη χωρίς αστυνομοκρατία; Χωρίς κλούβες; Χωρίς την αστυνομία να κάνει εξευτελιστικούς ελέγχους σε μετανάστες; Προς το παρόν σε αυτό το επίπεδο δεν άλλαξε τίποτα. Αντίθετα μετά την πορεία στην Αμυγδαλέζα οι άνθρωποι αστειεύονταν στα κοινωνικά δίκτυα για το πως είναι να τρως ξύλο και δακρυγόνα από κυβέρνηση της αριστεράς. Επιπλέον ο υπουργός προστασίας του πολίτη επανέλαβε κάτι που το έχουν πει πολλοί υπουργοί στο παρελθόν: «Δε χωράμε άλλους μετανάστες». Και έτσι η απόσυρση των κάγκελων μπροστά από τη βουλή, μοιάζει πολύ μακρυά πια.
Και βέβαια πέρα από την ακύρωση των κατασταλτικών μηχανισμών θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για την εμφάνιση της δημοκρατίας, στους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης. Σε ένα νοσοκομείο μπορεί οι εργαζόμενοι να μην έχουν δει ακόμα τις προσλήψεις και τις αυξήσεις στους μισθούς αλλά θα έπρεπε να έχουν δει τις παλιές, διεφθαρμένες διοικήσεις να φεύγουν, όπως και στη ΔΕΗ και στις τράπεζες και σε όλους τους δημόσιους ή ημιδημόσιους οργανισμούς. Και ακόμα, θα γίνουν κινήσεις έτσι ώστε οι εργαζόμενοι που δουλεύουν σε εργολάβους, μαζί με τους ωρομίσθιους και άλλους επισφαλείς να συμμετέχουν στα σωματεία και να ψηφίζουν ισότιμα με όλους τους υπόλοιπους μόνιμους εργαζόμενους;
Αλλά και οι μαθητές και οι μαθήτριες θα έπρεπε ήδη να βρίσκονται σε σχολεία όπου θα υπήρχε άσυλο, όπου θα ξαναλειτουργούσαν θεσμοί δημοκρατίας και συμμετοχής, δεν θα έπρεπε να αγωνιούν για το αν θα μπουν στη σχολή που ονειρεύονται, θα έπρεπε ήδη να νιώθουν την ιστορικότητα των στιγμών στην καθημερινότητά τους. Φωτεινή εξαίρεση το γράμμα του υπουργού παιδείας Αριστείδη Μπαλτά στα σχολεία, για την 25η Μάρτη, που όμως αν δεν επαναληφθεί σε άλλα επίπεδα, θα έχει υπάρξει απλά ως η ιδιαιτερότητα ενός υπουργού. Δυστυχώς η συνέχεια που υπήρξε ήταν τα τα εθνικά πανηγύρια του Καμένου μετά την παρέλαση , τα ΟΥΚ να μουγκανίζουν φασιστικά και οι φαντάροι που μοίραζαν πλαστικά σημαιάκια στις στάσεις των μετρό τη μέρα της παρέλασης.
Υπάρχουν όμως κι άλλες εκατοντάδες μικρές κινήσεις που επίσης θα μπορούσαν να αλλάξουν την καθημερινότητά μας, που μπορούμε για αυτές καταρχήν να αναρωτηθούμε. Θα καταργηθεί η ρύθμιση που απαγορεύει στους ανθρώπους να χαρίζουν το χρησιμοποιημένο εισιτήριό τους στους επόμενους επιβάτες των ΜΜΜ; Όχι μόνο η ποινικοποίηση της αλληλεγγύης θα πρέπει να σταματήσει άμεσα αλλά επιπλέον, να αναδειχθεί μέσα από την κατάργηση ενός τέτοιου μέτρου η υπεροχή της αριστεράς, οι αξίες της. Και ακόμα θα μπορούν οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι, οι μαθητές να χρησιμοποιούν τα ΜΜΜ δωρεάν;
Και με τους άστεγους; Τους περιπλανώμενους στην πόλη χωρίς σπίτι τι θα γίνει; Θα ανοίξουν τα εκατοντάδες κτίρια που ανήκουν στο δημόσιο για να κοιμηθούν οι άνθρωποι σε καθαρά σεντόνια, όχι αύριο αλλά τώρα; Και οι χρόνια εξαρτημένοι χρήστες που περιμένουν να μπουν σε ένα πρόγραμμα; Θα ανοίξουν οι δομές και γι αυτούς; Όχι αύριο αλλά τώρα.
Και κυρίως οι γυναίκες. Οι γυναίκες που βιώνουν την κρίση με μοναδικό τρόπο. Που με την εθελοντική τους εργασία στο σπίτι καλύπτουν το τεράστιο κενό του κοινωνικού κράτους. Θα δουν τις δομές προστασίας από τη βία και τη σεξουαλική παρενόχληση να ξαναλειτουργούν; Θα αποκτήσουν το δικαίωμα να γεννούν δωρεάν και θα έχουν το δικαίωμα στην δωρεάν έκτρωση σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας;
Και οι ομοφυλόφιλοι, λεσβίες, τρανσέξουαλ θα μπορούν να παντρεύονται αν το θέλουν; Έχει αυτό το αυτονόητο δικαίωμα όλων των ανθρώπων, κάποιο δημοσιονομικό κόστος;
Και στην πόλη να δούμε διαφορετικές αφίσες στις στάσεις των λεωφορείων, να ανοίξουν τα θέατρα, να γίνουν βιβλιοθήκες. Τα έκαναν στην ιστορία, σε καιρούς επαναστάσεων βέβαια, άνθρωποι που δεν είχαν ούτε ηλεκτρισμό.
Πολλά ακόμα θα μπορούσαμε να πούμε, ο καθένας και η καθεμιά διαφορετικά. Μέτρα που θα άλλαζαν την καθημερινότητά μας σε όλα τα επίπεδα, όχι εύκολα αλλά πιο εύκολα από ότι νομίζουμε.
Όποιος –α θέλει μπορεί να σταματήσει εδώ και να βγάλει το συμπέρασμα ότι καλό θα ήταν η κυβέρνηση να κάνει κάτι να αλλάξει την καθημερινότητά μας, τουλάχιστον όσο αφορά ό,τι δεν έχει δημοσιονομικό κόστος. Χρήσιμο και πάλι θα είναι το συμπέρασμα. Θα μπορούσαμε όμως με όσους-ες θέλουν να προχωρήσουμε λίγο ακόμα το συλλογισμό μας και να αναρωτηθούμε γιατί δεν γίνεται κάτι από όλα αυτά. Μήπως γιατί δεν προλαβαίνουμε; Μήπως γιατί τρέχουμε όλη μέρα στα Eurogroup; Μήπως γιατί δεν είμαστε αρκετά προετοιμασμένοι; Ίσως. Αλλά όχι μόνο.
Το κυριότερο είναι πως τα οικονομικά μέτρα και τα μέτρα που έχουν να κάνουν με την δημοκρατία και όλες τις υπόλοιπες αλλαγές σε όλους τους θεσμούς και μηχανισμούς τελικά είναι αλληλένδετα. Υπάρχουν μέτρα που έχουν δημοσιονομικό κόστος και υπάρχουν μέτρα που έχουν απλά κόστος, καμιά φορά μεγαλύτερο και από το δημοσιονομικό.
Αν μια κυβέρνηση δεν αποφασίσει να σπάσει τους ρεαλισμούς στο ανώτερο επίπεδο και να κάνει ρήξεις, δεν θα το κάνει τελικά σε κανένα επίπεδο γιατί αυτό μπορεί να ανοίξει τους ασκούς του αιόλου. Σε τελική ανάλυση, αν σε όλα τα σχολεία και τους εργασιακούς χώρους υπάρχει ένας αέρας ελευθερίας τότε κάποια στιγμή θα υπάρξει ενδεχομένως και ένα κίνημα που θα διεκδικεί μισθούς προσλήψεις και ένα σωρό άλλα πράγματα. Αυτό είναι κάτι που προς το παρόν η κυβέρνηση δεν δείχνει να μπορεί να αντέξει, ανεξαρτήτως προθέσεων. Έτσι βολεύει η ακινησία, η ανησυχητική επανάληψη αυτών που γίνονταν τόσα χρόνια γιατί αυτό είναι προτιμότερο από το ανεξέλεγκτο καινούριο που θα μας βάλει σε «μπελάδες». Είτε η κυβέρνηση πάει με το βλέποντας και κάνοντας , είτε συνειδητά δεν κάνει το παραπάνω, προς το παρόν η «συνέχεια του κράτους» στέκεται απειλητικά πάνω από όλα. Όμως θα μπορούσε να συμβαίνει και ανάποδα. Οι αλλαγές σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα της καθημερινότητας, να έδιναν άλλη δύναμη στην κυβέρνηση να δώσει τη μεγάλη κεντρική μάχη.
Ξαναγυρνώντας στο «εξαίρετο καθημερινό» χρειάζεται να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ανεξάρτητα με το αν είμαστε περισσότερο οι λιγότερο ανυπόμονοι, πως για να είναι «το βάθος του ουρανού κόκκινο» πρέπει να αρχίσουμε να βλέπουμε σταγόνες χρώματος στο εδώ και τώρα. Το ζήτημα δεν είναι να μην τρομάξουμε τους ήδη φοβισμένους, αλλά να αρχίσουμε να ξεθαρρεύουμε εμείς, και να αρχίσουμε επιτέλους να κάνουμε τις ιδέες και τις αξίες της αριστεράς ηγεμονικές.
Και επειδή οι στάσιμοι χώροι και χρόνοι δεν κρατάνε πολύ, αν δεν αλλάξει η καθημερινότητά μας προς το καλύτερο τότε μπορεί να αλλάξει προς το χειρότερο και οι πρωτόγνωρες συνθήκες να γίνουν κακές πρωτόγνωρες συνθήκες.
Πάντως πρώτο και βασικό βήμα για την αλλαγή της καθημερινότητας, είναι να μην περιμένουμε να την αλλάξουν κάποιοι άλλοι, κάπου αλλού, αλλά να αρχίσουμε να εκπλησσόμαστε που όλα κυλούν κανονικά, σαν να βλέπουμε τον κόσμο ξανά από την αρχή και να διαμαρτυρηθούμε γι αυτό, ειδικά σε μια κυβέρνηση που λέμε πως είναι δικιά μας.
Αν όχι τότε πιο πιθανόν είναι ένας αστεροειδής να περάσει πολύ κοντά στη γη. Ας ελπίσουμε μόνο να μην πέσει πάνω στα κεφάλια μας.