Το αδιανόητο δυστύχημα στα Τέμπη είναι ένα μεγάλο «γεγονός», ένα από εκείνα που προκαλούν βαριές πολιτικές συνέπειες. Σαν ένας μεγάλος βράχος που πέφτει στα νερά μιας λίμνης και προκαλεί κυματισμούς που απειλούν να αλλάξουν ακόμα και τις όχθες της, δηλαδή να αλλάξουν τα όρια της πολιτικής συγκυρίας.

Όπως όλα τα μεγάλα «γεγονότα», συνοψίζει προηγούμενες μαζικές εμπειρίες, τις φωτίζει έντονα και τις προσανατολίζει πολιτικά: μετά τις απώλειες-ρεκόρ κατά την πανδημία, μετά τα εξοπλιστικά προγράμματα-μαμούθ, μετά το κύμα ακρίβειας που συντρίβει τη λαϊκή κατανάλωση αλλά εκτοξεύει την κερδοφορία των εμπορικών/βιομηχανικών αλυσίδων, μετά τις παρακολουθήσεις-υποκλοπές από την ΕΥΠ, το σύνθημα «Οι ζωές μας μετράνε!» γίνεται μια πολεμική κραυγή που απαιτεί σημαντικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. 

Η πολύνεκρη μετωπική σύγκρουση δύο τρένων στον 21ό αιώνα, διαλύει την προεκλογική αφήγηση που είχε φιλοτεχνήσει το επιτελείο του Μητσοτάκη. Ο ισχυρισμός ότι η κυβέρνηση της Δεξιάς μπορεί να υποχρεώθηκε να πάρει «πικρά μέτρα» αλλά οδήγησε «τη χώρα σε επιτυχίες», ενίσχυση την «ανάπτυξη» κ.ο.κ. δεν είναι πλέον κατάλληλος για μαζικά ακροατήρια. Η ζημιά που έπαθε ο Μητσοτάκης δεν είναι στενά πολιτική: Αναδείχθηκε ότι η εγκληματική εγκατάλειψη του σιδηροδρόμου συνδέεται άμεσα με τις στενές σχέσεις της ομάδας Μητσοτάκη με τους «πετρελαιάδες» και τις κατασκευαστικές εταιρίες που νέμονται τη δαπανηρή και κοινωνικά επιζήμια μετακίνηση των μεγάλων αυτοκινητόδρομων. Η επιλογή του Μητσοτάκη να αναθέσει το damage control στον Γεραπετρίτη (της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ…) κάνει αυτές τις σχέσεις ακόμα πιο ορατές. 

Αμφισβήτηση στρατηγικών επιλογών

Όμως ακόμα γενικότερα, η υπόσχεση περί «εκσυγχρονισμού» του ελληνικού καπιταλισμού, όπως και ο απατηλός ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική για την πραγματική βελτίωση της ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας, έχουν δεχθεί ένα ισχυρότατο πλήγμα. 

Οι 57 νεκροί στα Τέμπη «κατηγορούν» άμεσα στρατηγικές επιλογές που κυριάρχησαν στην αστική πολιτική, με συνέχεια, στις τελευταίες δεκαετίες. Οι ιδιωτικοποιήσεις «απελευθερώνουν» δυνατότητες κερδοφορίας για το κεφάλαιο, αλλά είναι άμεσα επικίνδυνες για τους εργαζόμενους και τις λαϊκές μάζες. Η επέκταση των «ελαστικών» εργασιακών σχέσεων, οι ποικίλες συμβάσεις έργου ή ορισμένου χρόνου, οι υπεργολαβίες κλπ, συνιστούν επίσης κίνδυνο: όχι μόνο για τα εργατικά δικαιώματα αλλά και για όλους μας. Όχι, ένας σταθμάρχης, ένας κλειδούχος, ένας δάσκαλος, ένας γιατρός, ένας επιθεωρητής εργασίας κ.ο.κ. δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι ένας «επισφαλής» εργαζόμενος, που δεν θα μπορεί να πει Όχι σε επικίνδυνες κι αντιδραστικές οδηγίες και κατευθύνσεις στην εργασία του. Εδώ η σκληρή ζωή επιφύλαξε μια οδυνηρή έκπληξη και στο πολιτικό στρατόπεδο του «προοδευτισμού». Ο σιδηρόδρομος και οι σιδηροδρομικοί αποδείχθηκαν διαχρονικά σκληρό καρύδι για τα δόντια της Δεξιάς. Την αρχή της ιδιωτικοποίησης του σιδηροδρομικού έργου υπέγραψε το ΠΑΣΟΚ και το τέλος του δράματος υπέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ, με την πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στον ιταλικό κολοσσό («επιχειρηματικότητας», αλλά και διαφθοράς) που δημιούργησε την Hellenic Trains. Μεγάλες είναι οι ευθύνες αυτών των δύο κομμάτων και στη δραματική μείωση της πλήρους και σταθερής απασχόλησης στο σιδηρόδρομο, αλλά και γενικότερα: οι προσλήψεις με «ελαστικές» μορφές απασχόλησης έγιναν πλειοψηφικές μέσα στο σύνολο των προσλήψεων, για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού καπιταλισμού στο 2017, όταν κυβερνούσε ο «αντιμνημονιακός» ΣΥΡΙΖΑ του Αλ. Τσίπρα. Το στρατόπεδο του «προοδευτισμού», τα κόμματα της σοσιαλφιλελεύθερης κεντροαριστεράς, βλέπουν να ενισχύονται τα προεκλογικά πυρά τους κατά του Μητσοτάκη, αλλά η συγκρότηση ενός πειστικού εναλλακτικού πολιτικού ρεύματος εξαρτάται από το αν θέλουν και μπορούν να δεσμευτούν πολιτικά για την αντιστροφή αυτών των κατάπτυστων πεπραγμένων. Δεσμεύονται για την επανακρατικοποίηση του ΟΣΕ, υπό δημόσιο-κοινωνικό έλεγχο, ή όχι; Δεσμεύονται για ένα αποφασιστικό φρένο στον καρκίνο της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, για μια αποφασιστική ενίσχυση της πλήρους και σταθερής απασχόλησης, ή όχι; Οι μέχρι σήμερα απαντήσεις τους απέχουν κατά πολύ από αυτή την προϋπόθεση. 

Τα κατασυκοφαντημένα εργατικά συνδικάτα βγαίνουν, για πρώτη φορά μετά από καιρό, ενισχυμένα από τις εξελίξεις. Οι προειδοποιήσεις των συνδικαλισμένων σιδηροδρομικών για την επικινδυνότητα της μειωμένης κι επισφαλούς απασχόλησης έχουν προσφέρει μια σημαντική υπηρεσία γενικότερης αξίας: το συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα δεν αποτελεί μόνο ασπίδα των εργατών στον συγκεκριμένο εργατικό χώρο, αλλά έμμεσο υπερασπιστή της κοινωνικής πλειοψηφίας. 

Στριμωγμένος στη γωνία

Κάτω από το βάρος όλων αυτών των παραγόντων ο Μητσοτάκης έχει στριμωχτεί στη γωνία. Ο καθεστωτικός Τύπος προειδοποιεί ότι ο «κλονισμός της εμπιστοσύνης» και το «πέρασμα στην αβεβαιότητα» μειώνουν δραματικά τις πιθανότητες αυτοδυναμίας της ΝΔ. Ο πανικός που έχει εγκατασταθεί στο Μαξίμου εκφράζεται στις αμφιβολίες για τον χρόνο των εκλογών. Η επιμονή στην αρχική επιλογή για κάλπη στις 9 Απρίλη έχει τον κίνδυνο της άμεσης καταγραφής των απωλειών, που μπορεί να σημάνει τέλος παιχνιδιού για τον Μητσοτάκη. Η αναβολή των εκλογών για τις 21 Μάη, με πρόβλεψη για δεύτερη Κυριακή στις 2 Ιούλη, είναι επικίνδυνη γιατί, αφενός, εξαντλεί τα χρονικά περιθώρια, αφετέρου γιατί τίποτα δεν εγγυάται ότι η πολιτική οργή θα έχει καταλαγιάσει μέχρι τον Μάη, ενώ ένα ακόμα γεγονός-«ατύχημα» που θα μπορούσε να προκύψει, θα ήταν μοιραίο για την αντοχή της κυβέρνησης. 

Ο καθεστωτικός Τύπος προειδοποιεί ότι τα Τέμπη «έχουν διαλυτικές συνέπειες στο πολιτικό πεδίο». Πράγματι η οργή ψαλιδίζει την εκλογική επιρροή της ΝΔ, χωρίς να ενισχύει το στρατόπεδο του «προοδευτισμού», που αποτελεί εφεδρεία για το ζήτημα της κυβερνητικής λύσης. Κατά τους εκλογολόγους ενισχύεται η «αντισυστημική τάση». Εδώ θα χρειαστεί πολιτική μάχη για να εκφραστεί η οργή με αριστερή επιλογή (με ψήφο στην πέραν του ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά), να αποκλειστεί η ενίσχυση της ακροδεξιάς και να αποφευχθεί η καταφυγή στην αποχή-άκυρο κλπ που το ληστρικό εκλογικό σύστημα μετατρέπει σε ενίσχυση της πολιτικής δυναμικής του πρώτου κόμματος. 

Όμως η μεγάλη διαφορά είναι ότι η προεκλογική περίοδος σημαδεύεται από την παρουσία των ενισχυμένων μαζικών αγώνων. Τη συνθήκη των απεργιακών κινητοποιήσεων και των μαζικών διαδηλώσεων πρέπει να τη διατηρήσουμε και να την ενισχύσουμε στο μέγιστο δυνατό. Γιατί είναι το καλύτερο «γήπεδο» όπου μπορούμε να επιταχύνουμε την πτώση του Μητσοτάκη. Γιατί, επίσης, σε αυτό το «γήπεδο» μπορεί να επιτευχθεί αυτό που αποφεύγει να κάνει η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Να μετατραπεί η κρίση του Μητσοτάκη και η προοπτική της πτώσης του, σε κρίση της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής πολιτικής και σε προοπτική ανατροπή της. Με την καταγραφή και την κλιμάκωση της διεκδίκησης σημαντικών αιτημάτων του κόσμου μας, που θα οδηγεί σε μια πραγματική και εφικτή ανατροπή του κοινωνικού συσχετισμού δύναμης που επιβλήθηκε στα τελευταία χρόνια. 

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες