«Η Δεξιά στην Ελλάδα δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά (Σπύρος Λιναρδάτος)»

Είναι πάντα εν­δια­φέ­ρον το να πα­ρα­κο­λου­θεί κα­νείς διά­φο­ρους αρι­στε­ρούς (ή μάλ­λον, «αρι­στε­ρούς») να πέ­φτουν από τα σύν­νε­φα με τα πε­πραγ­μέ­να της Δε­ξιάς στην Ελ­λά­δα. Της όποιας Δε­ξιάς – ακόμη και αυτής που εν­δύ­ε­ται τον μαν­δύα της «αρι­στε­ράς» (βλέπε τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με τον Τσί­πρα). 

Διά­φο­ροι, λοι­πόν, «αρι­στε­ροί» και του χώρου της δη­μο­σιο­γρα­φί­ας ξι­φούλ­κη­σαν εσχά­τως επει­δή, λέει, ο υφυ­πουρ­γός Εθνι­κής Άμυ­νας, Αλ­κι­βιά­δης Στε­φα­νής (εθνι­κός συ­ντο­νι­στής και για το προ­σφυ­γι­κό ζή­τη­μα, ει­ρή­σθω εν πα­ρό­δω) θα εκ­προ­σω­πή­σει τον πρω­θυ­πουρ­γό στις τε­λε­τές που διορ­γα­νώ­σει «κάθε χρόνο» μια κά­ποια ένωση απο­στρά­των αξιω­μα­τι­κών στον Γράμ­μο εις ανά­μνη­σιν της νίκης των εθνι­κών ενό­πλων δυ­νά­με­ων επί του «κομ­μου­νι­στο­συμ­μο­ρι­τι­σμού». Εβδο­μή­ντα και ένα χρό­νια μετά τη στρα­τιω­τι­κή επι­κρά­τη­ση του Εθνι­κού Στρα­τού στον Εμ­φύ­λιο Πό­λε­μο και στις επι­χει­ρή­σεις με την επι­τε­λι­κή ονο­μα­σία «Πυρ­σός ΙΙΙ», ορι­σμέ­νοι αρι­στε­ροί και «αρι­στε­ροί» ανα­κα­λύ­πτουν ξανά το πραγ­μα­τι­κό πρό­σω­πο της Δε­ξιάς – πο­λι­τι­κής, κυ­βερ­νη­τι­κής, στρα­τιω­τι­κής. 

Ωρύ­ο­νται ορι­σμέ­νοι επει­δή, λέει, με αυτήν την κί­νη­ση της, η κυ­βέρ­νη­ση Μη­τσο­τά­κη αγκα­λιά­ζει τους ακραί­ους, προ­σπα­θεί να αθω­ώ­σει συμ­βο­λι­κά τους χρυ­σαυ­γί­τες και διεκ­δι­κεί ψή­φους και επιρ­ροή στα θολά και βρώ­μι­κα νερά της ακρο­δε­ξιάς στην Ελ­λά­δα. Καλά, όλα αυτά, δεν συ­ντε­λού­νταν και έως σή­με­ρα και χωρίς να χρειά­ζε­ται να κάνει ο Στε­φα­νής, τον αλ­πι­νι­στή ορει­βά­τη, στον Γράμ­μο; Η ακραία και αν­θρω­πο­φα­γι­κή αντι­με­τα­να­στευ­τι­κή πο­λι­τι­κή του Μη­τσο­τά­κη σε ποιους απευ­θύ­νε­ται; Στους φι­λε­λεύ­θε­ρους; 

Όπως έλεγε και ο με­γά­λος, αρι­στε­ρός δη­μο­σιο­γρά­φος και ιστο­ρι­κός, Σπύ­ρος Λι­ναρ­δά­τος, «η Δεξιά στην Ελ­λά­δα δεν ξεχνά τι ση­μαί­νει η Δεξιά». Οι μόνοι που το ξέ­χα­σαν, πολύ βο­λι­κά, μετά τη με­τα­πο­λί­τευ­ση και κυ­ρί­ως, μετά το κά­ψι­μο των φα­κέ­λων κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των στη Χα­λυ­βουρ­γι­κή, το φθι­νό­πω­ρο του 1989, ήταν οι αρι­στε­ροί, που ζα­λί­στη­καν προ­φα­νώς από τη θε­σμι­κή νο­μι­μο­ποί­η­ση του Κόμ­μα­τος, το πο­λι­τι­κό και κοι­νω­νι­κό «άνοιγ­μα» στους «μη προ­νο­μιού­χους»  και την εί­σο­δο στο κοι­νο­βού­λιο και την πο­σο­στιαία «νομή» μιας κά­ποιας κα­ταρ­χάς νο­μο­θε­τι­κής εξου­σί­ας. Νω­ρί­τε­ρα, το τι ση­μαί­νει η Δεξιά στην Ελ­λά­δα, το είχε «ξε­χά­σει» και η ΠΑ­ΣΟ­Κα­ρία – καλά, αυτή έγινε σύ­ντο­μα και με­τα­μορ­φώ­θη­κε ρα­γδαία σε Δεξιά στη θέση της Δε­ξιάς. Το πα­ρά­δειγ­μα της ΠΑ­ΣΟ­Κα­ρί­ας ακο­λού­θη­σε και ο κυ­βερ­νη­τι­κός και αρ­χη­γο­κε­ντρι­κός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μετά τη διπλή, εκλο­γι­κή νίκη του 2015. 

Μόνο ο λαός δεν ξεχνά, τι ση­μαί­νει η Δεξιά στην Ελ­λά­δα… Αλλά κι αυτός βρί­σκε­ται σε μια κα­τά­στα­ση νο­ε­ρής απαγ­γε­λί­ας του «δυ­στυ­χι­σμέ­νε μου λαέ, καλέ και αγα­πη­μέ­νε, πά­ντο­τε ευ­κο­λό­πι­στε και πάντα προ­δο­μέ­νε», αν δε­χθού­με ως κατ’ ελά­χι­στον πει­στι­κό τον στίχο του ποι­η­τή. 

Γιατί βλέ­πεις, ένα ση­μα­ντι­κό κομ­μά­τι του «λαού», του­τέ­στιν η παλιά, καλή, ταγ­μα­τα­σφα­λί­τι­κη, κα­τα­σκο­πευ­τι­κή και πα­ρα­κρα­τι­κή Δεξιά της καρ­φί­τσας, τα μέλη της οποί­ας ξε­κί­νη­σαν κοι­νοί ποι­νι­κοί και  βρέ­θη­καν χω­ρο­φύ­λα­κες και ΤΕ­Α­τζή­δες, θα χει­ρο­κρο­τή­σει την ορει­βα­σία του Στε­φα­νή στον Γράμ­μο – είναι σί­γου­ρο. Τέ­τοια θέ­λουν να βλέ­πουν, τέ­τοια γου­στά­ρουν, τέ­τοια τους προ­σφέ­ρει και ο Στε­φα­νής κατ’ εντο­λή Μη­τσο­τά­κη. Όπως ο Πέ­τσας έδινε τα εκα­τομ­μύ­ρια στον άλλο κλάδο της Δε­ξιάς, τον δη­μο­σιο­γρα­φι­κό και εκ­δο­τι­κό, τον του ψέ­μα­τος και της απά­της, για να λι­βα­νί­ζουν τον Μωυσή, νύχτα και μέρα ότι τάχα είχε σώσει τη χώρα και τους Έλ­λη­νες από την παν­δη­μία – για τους με­τα­νά­στες και τους πρό­σφυ­γες, ούτε λόγος. Αλλού ο άρτος των εκα­τομ­μυ­ρί­ων, αλλού τα θε­ά­μα­τα των ηλι­θί­ων. 

Συ­νε­χί­ζουν να φω­νά­ζουν ορι­σμέ­νοι «αρι­στε­ροί» και μά­λι­στα, «αρι­στε­ροί» των θε­σμών και της νο­μι­μό­τη­τας – ο Κυ­ριά­κος Μη­τσο­τά­κης, λένε, πρι­μο­δο­τεί τις γιορ­τές του δι­χα­σμού και του μί­σους, γιορ­τές που μέχρι και ο πα­τέ­ρας του, Κων­στα­ντί­νος Μη­τσο­τά­κης, είχε κα­ταρ­γή­σει και απο­κη­ρύ­ξει με τους νό­μους του 1989, προ­ϊ­όν της ορι­στι­κής «εθνι­κής συμ­φι­λί­ω­σης», που πέ­τυ­χε η συ­γκυ­βέρ­νη­ση ΝΔ-ΣΥΝ, το κα­λο­καί­ρι εκεί­νου του έτους. 

Τώρα κα­τα­λά­βα­τε ορι­σμέ­νοι το πόσο μισεί την ερ­γα­τι­κή τάξη και την τα­ξι­κή πάλη, ο Κυ­ριά­κος Μη­τσο­τά­κης; Το πόσο εχθρεύ­ε­ται την ιστο­ρία των τα­ξι­κών αγώ­νων και της αντί­στα­σης; Τώρα αντι­λαμ­βά­νε­στε ορι­σμέ­νοι πόσο σκλη­ρός δε­ξιός είναι κάτω από το προ­σω­πείο του «φι­λε­λεύ­θε­ρου και ανε­κτι­κού αστού»; Η δε σχέση των Μη­τσο­τά­κη­δων με τη νο­μι­μό­τη­τα είναι του­λά­χι­στον αμ­φι­σβη­τού­με­νη. Εξάλ­λου, πού ακρι­βώς συ­γκρού­ε­ται η στάση του Κυ­ριά­κου με την ιστο­ρία της οι­κο­γέ­νειας του; 

Αν δεν υπήρ­χε ο Εμ­φύ­λιος, ο Κων­στα­ντί­νος Μη­τσο­τά­κης πι­θα­νό­τα­τα δεν θα ξε­κι­νού­σε πο­λι­τι­κή κα­ριέ­ρα, ως βου­λευ­τής Χα­νί­ων, το 1946, με προ­με­τω­πί­δα του προ­ε­κλο­γι­κού του αγώνα τις δια­κη­ρύ­ξεις και τα παχιά λόγια ότι, τάχα, με την εκλο­γή του θα έσωζε τους Κρη­τι­κούς από τον «εα­μο­βουλ­γα­ρο­κομ­μου­νι­σμό» - στις πε­ριο­δεί­ες του, μά­λι­στα στα χωριά του Απο­κό­ρω­να και της Κισ­σά­μου, φο­ρού­σε απο­κλει­στι­κά τη στρα­τιω­τι­κή στολή του έφε­δρου αν­θυ­πο­λο­χα­γού της Αλ­βα­νί­ας. Ο ίδιος ο Μη­τσο­τά­κης έσπερ­νε το μίσος και τον δι­χα­σμό ανά­με­σα στους Κρη­τι­κούς με αντι­κομ­μου­νι­στι­κά λι­βε­λο­γρα­φή­μα­τα στην εφη­με­ρί­δα «Κήρυξ», ο ίδιος ο Μη­τσο­τά­κης συ­ντό­νι­ζε τα πο­λι­τι­κά του βή­μα­τα με τους πα­ρα­κρα­τι­κούς δο­λο­φό­νους του Παύ­λου Γύ­πα­ρη, που σκό­τω­ναν στε­λέ­χη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στον πο­τα­μό Κλα­δι­σό και τους κε­ντρι­κούς δρό­μους των Χα­νί­ων, ει­σβάλ­λο­ντας ενί­ο­τε νύχτα στην «κόκ­κι­νη γει­το­νιά» της Νέας Χώρας και κά­νο­ντας μπλό­κα όπως οι ναζί στην Κα­το­χή. 

Άρα, σε ποιο ση­μείο «συ­γκρού­ε­ται» η ση­με­ρι­νή στάση του Κυ­ριά­κου Μη­τσο­τά­κη και η εκ­προ­σώ­πη­ση της κυ­βέρ­νη­σης του στον Γράμ­μο, με την πραγ­μα­τι­κή και όχι την πλα­στή ιστο­ρία της οι­κο­γέ­νειας του; 

Εκεί­νο που θα έπρε­πε να προ­βλη­μα­τί­ζει τους αρι­στε­ρούς (και «αρι­στε­ρούς») στην Ελ­λά­δα είναι το πώς ο Αλ­κι­βιά­δης Στε­φα­νής βρέ­θη­κε αρ­χη­γός στο Γε­νι­κό Επι­τε­λείο Στρα­τού με πρω­θυ­πουρ­γό τον Αλέξη Τσί­πρα και υπουρ­γό Εθνι­κής Άμυ­νας τον Πάνο Καμ­μέ­νο. 

Τι είχε δει ο Τσί­πρας τον Γε­νά­ρη του 2017 και είχε επι­λέ­ξει τον Στε­φα­νή ως τον κα­ταλ­λη­λό­τε­ρο αντι­στρά­τη­γο για να ηγη­θεί μιας τόσο νευ­ραλ­γι­κής θέσης μέσα στο Πε­ντά­γω­νο; Ή ήταν μια κί­νη­ση «εμπι­στο­σύ­νης» και στον κρα­τι­κό μη­χα­νι­σμό των ενό­πλων δυ­νά­με­ων, στο πνεύ­μα της αγα­στής συ­νερ­γα­σί­ας με τη Δεξιά των ΑΝΕΛ, κί­νη­ση που είχε αντί­στοι­χα επα­να­λά­βει όταν πχ έδινε την αρ­χη­γία της ΕΛΑΣ, στον Κων­στα­ντί­νο Τσου­βά­λα ο οποί­ος σή­με­ρα είναι γε­νι­κός γραμ­μα­τέ­ας στο υπουρ­γείο Δη­μό­σιας Τάξης στην κυ­βέρ­νη­ση Μη­τσο­τά­κη – και όλοι θυ­μό­μα­στε τη συ­νέ­χεια στο Μάτι και την πυρ­κα­γιά της Ανα­το­λι­κής Ατ­τι­κής;

Με ποιο σκε­πτι­κό ο Τσί­πρας είχε ανα­δεί­ξει τον Στε­φα­νή αρ­χη­γό στον στρα­τό ξηράς; Μήπως ήρθε η ώρα να μά­θου­με; 

Πέρα από τα προ­φα­νή και τις αντι­δρά­σεις που έχει προ­κα­λέ­σει ο ανή­φο­ρος Στε­φα­νή στον Γράμ­μο για τις… τε­λε­τές εθνι­κό­φρο­νης μνή­μης, που διαρ­ρη­γνύ­ουν ξανά το «φι­λε­λεύ­θε­ρο» προ­σω­πείο από τη Δεξιά και τους πο­λι­τι­κούς και στρα­τιω­τι­κούς της τα­γούς στη χώρα, οφεί­λου­με να επι­ση­μά­νου­με τη συ­γκυ­ρία – η κυ­βέρ­νη­ση Μη­τσο­τά­κη και η μικρά και ανέ­ντι­μος Ελλάς οδη­γού­νται εκού­σες-άκου­σες σε μια «δια­πραγ­μά­τευ­ση» με την Άγκυ­ρα για τις απο­κλει­στι­κές οι­κο­νο­μι­κές ζώνες και τα κοι­τά­σμα­τα πε­τρε­λαί­ου και φυ­σι­κού αε­ρί­ου. Θα πρέ­πει να θε­ω­ρεί­ται δε­δο­μέ­νο ότι η κα­τά­λη­ξη αυτής της «δια­πραγ­μά­τευ­σης» δεν θα εκ­πλη­ρώ­νει τους ευ­σε­βείς πό­θους και τις αρ­πα­κτι­κές επι­διώ­ξεις των πα­τριω­τών ολό­κλη­ρου του λε­γό­με­νου πα­τριω­τι­κού ή εθνι­κού φά­σμα­τος, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, της άκρας δε­ξιάς. 

Στέλ­νο­ντας τον Στε­φα­νή, στον Γράμ­μο, ο Μη­τσο­τά­κης πιά­νει πόρτα για τον βαρύ, δι­πλω­μα­τι­κό, χει­μώ­να. Προ­σπα­θεί να προ­λά­βει αντι­δρά­σεις και να προ­κα­τα­λά­βει «ανταρ­σί­ες» εντός και εκτός του κόμ­μα­τος της ΝΔ και της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής της ομά­δας, που­λώ­ντας «έν­δο­ξο πα­ρελ­θόν» νι­κη­φό­ρων αγώ­νων ενα­ντί­ον του «εσω­τε­ρι­κού εχθρού», την ώρα που θα πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται τα βαριά σύν­νε­φα στον δια­πραγ­μα­τευ­τι­κό ορί­ζο­ντα με την Τουρ­κία – τον πα­ρα­δο­σια­κό «εξω­τε­ρι­κό εχθρό», τον «εξ Ανα­το­λών κίν­δυ­νο». 

Σε δεύ­τε­ρη ανά­γνω­ση, ο Μη­τσο­τά­κης προ­ε­τοι­μά­ζει το κλίμα και για τα δύ­σκο­λα της παν­δη­μί­ας και των οι­κο­νο­μι­κών και κοι­νω­νι­κών της επι­πτώ­σε­ων. Η ανερ­γία καλ­πά­ζει, όπως και η παν­δη­μία, η φτώ­χεια αυ­ξά­νε­ται, όπως και οι ασθε­νείς, οι κοι­νω­νι­κές και τα­ξι­κές διεκ­δι­κή­σεις θα με­γα­λώ­νουν κάθε μέρα. Ο πρω­θυ­πουρ­γός επι­ζη­τεί την όσο το δυ­να­τόν με­γα­λύ­τε­ρη συ­σπεί­ρω­ση μέσα στην κυ­βέρ­νη­ση και το κρά­τος, ει­δι­κά στους μη­χα­νι­σμούς των σω­μά­των ασφα­λεί­ας και του στρα­τού ενό­ψει των δε­δο­μέ­νων κοι­νω­νι­κών συ­γκρού­σε­ων που θα πυ­ρο­δο­τή­σει ο πολύ δύ­σκο­λος χει­μώ­νας, ο οποί­ος έρ­χε­ται στη βαριά σκιά της covid-19 και της κα­τα­βα­ρά­θρω­σης της οι­κο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, ει­δι­κά στον του­ρι­σμό. 

Η κατά πρω­θυ­πουρ­γι­κή εντο­λή απο­στο­λή του Στε­φα­νή στον Γράμ­μο είναι «κα­τα­δρο­μι­κή» με το βλέμ­μα στο μέλ­λον και τους νέους «εσω­τε­ρι­κούς εχθρούς» - τους άνερ­γους και τους φτω­χούς της παν­δη­μί­ας, τους άρ­ρω­στους και τους νε­κρούς της covid-19, τους κα­τα­βε­βλη­μέ­νους και συ­κο­φα­ντη­μέ­νους ερ­γα­ζό­με­νους στο Εθνι­κό Σύ­στη­μα Υγεί­ας, τους εξορ­γι­σμέ­νους με την συ­στη­μι­κή ανι­κα­νό­τη­τα της κυ­βέρ­νη­σης πο­λί­τες, τη νέα γενιά, που θα ζει σε ένα εκ­κρε­μές ανά­με­σα στον τρόμο για την οι­κο­νο­μι­κή της επι­βί­ω­ση και τον φόβο για τις σω­μα­τι­κές και ψυ­χο­λο­γι­κές συ­νέ­πειες της νόσου. 

Ο δε υφυ­πουρ­γός Εθνι­κής Άμυ­νας απο­δει­κνύ­ε­ται άξιος του μι­κρού του ονό­μα­τος. Όπως ο «γνή­σιος» Αλ­κι­βιά­δης στην αρ­χαιό­τη­τα και τον Πε­λο­πον­νη­σια­κό Πό­λε­μο, έτσι και ο Στε­φα­νής σή­με­ρα, δεν έχει πρό­βλη­μα πρώτα να υπη­ρε­τή­σει από θέ­σεις ευ­θύ­νης τον πρω­θυ­πουρ­γό Τσί­πρα και έπει­τα τον πρω­θυ­πουρ­γό Μη­τσο­τά­κη κα εν συ­νε­χεία να εκτε­λεί τις εκά­στο­τε εντο­λές τους, αλ­λά­ζο­ντας πο­λι­τι­κό και κομ­μα­τι­κό «στρα­τό­πε­δο» κατά τις βου­λές και τις επι­διώ­ξεις του. 

Ετικέτες