Σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης, η αστική πολιτική απεκδύεται κάθε επίφαση συνταγματικότητας, νομιμότητας και θεσμικής αρχής και αποκαλύπτει πολλές φορές με άγαρμπο τρόπο αυτό που πραγματικά είναι: Ένα θέατρο σκιών.

Η Ελ­λά­δα, η Βρε­τα­νία, η Κα­τα­λο­νία και τώρα η Ιτα­λία δεί­χνουν ότι το ευ­ρω­παϊ­κό οι­κο­δό­μη­μα βρί­σκε­ται σε ένα τέλμα, από το οποίο δεν μπο­ρούν να το απε­μπλέ­ξουν οι ίδιοι οι αστι­κοί θε­σμοί. Τότε εμ­φα­νί­ζε­ται η αυ­θαι­ρε­σία, η πα­ρά­καμ­ψη της αστι­κής νο­μι­μό­τη­τας, οι μο­νά­δες κα­τα­στο­λής και στο βάθος οι φα­σί­στες.

Η ιτα­λι­κή πε­ρί­πτω­ση

Έχει απο­δει­χθεί σε πάρα πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις ότι όταν τί­θε­ται ζή­τη­μα ανα­τρο­πής του πο­λι­τι­κού συ­σχε­τι­σμού, οι πρώ­τοι που αντι­με­τω­πί­ζουν τις διε­θνείς συν­θή­κες ή τα αστι­κά Συ­ντάγ­μα­τα σαν κου­ρε­λό­χαρ­τα είναι οι ίδιοι οι εγ­γυ­η­τές και θε­μα­το­φύ­λα­κές τους. Κάτι τέ­τοιο συ­νέ­βη και στην Ιτα­λία πριν από λίγες μέρες. Πολ­λοί αστοί δη­μο­σιο­γρά­φοι μην έχο­ντας απά­ντη­ση στο τέρας της ακρο­δε­ξιάς έσπευ­σαν να δι­καιο­λο­γή­σουν την πράξη του Προ­έ­δρου της Δη­μο­κρα­τί­ας της Ιτα­λί­ας Μα­τα­ρέ­λα να ασκή­σει βέτο στο διο­ρι­σμό του ακρο­δε­ξιού ευ­ρω­σκε­πι­τι­κι­στή Πάολο Σα­βό­να ως Υπουρ­γού Οι­κο­νο­μι­κών, λέ­γο­ντας ότι του δίνει τη δυ­να­τό­τη­τα αυτή το ιτα­λι­κό Σύ­νταγ­μα που «δια­φέ­ρει» από το ελ­λη­νι­κό. Βέ­βαια κα­νέ­νας από αυ­τούς δεν πα­ρου­σί­α­σε αυ­τού­σιο το γράμ­μα του ιτα­λι­κού Συ­ντάγ­μα­τος γιατί τότε ίσως και ο πιο αφε­λής να μι­λού­σε για ένα νο­μι­κό-πο­λι­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα.

Το άρθρο 92 παρ.2 του ιτα­λι­κού Συ­ντάγ­μα­τος που αφορά στο διο­ρι­σμό της κυ­βέρ­νη­σης από τον Πρό­ε­δρο της Δη­μο­κρα­τί­ας θα λέ­γα­με ότι είναι σχε­δόν πα­νο­μοιό­τυ­πο με το αντί­στοι­χο ελ­λη­νι­κό άρθρο 37 παρ.1 του Συ­ντάγ­μα­τος. Συ­γκε­κρι­μέ­να το ιτα­λι­κό ανα­φέ­ρει «Ο Πρό­ε­δρος της Δη­μο­κρα­τί­ας διο­ρί­ζει τον Πρό­ε­δρο του Υπουρ­γι­κού Συμ­βου­λί­ου, και μετά από πρό­τα­σή του, τους Υπουρ­γούς», και το ελ­λη­νι­κό επί­σης ανα­φέ­ρει «Ο Πρό­ε­δρος της Δη­μο­κρα­τί­ας διο­ρί­ζει τον Πρω­θυ­πουρ­γό και, με πρό­τα­σή του, διο­ρί­ζει και παύει τα λοιπά μέλη της Κυ­βέρ­νη­σης και τους Υφυ­πουρ­γούς». Όλοι αυτοί που υπο­στη­ρί­ζουν ελα­φρά τη καρ­δία ότι το ιτα­λι­κό Σύ­νταγ­μα δίνει αυτές τις εξου­σί­ες στον Μα­τα­ρέ­λα επει­δή κάνει λόγο για «πρό­τα­ση» και όχι για «δε­σμευ­τι­κή πρό­τα­ση», οφεί­λουν να μας απα­ντή­σουν αν αντί­στοι­χες εξου­σί­ες το ελ­λη­νι­κό Σύ­νταγ­μα δίνει και στον Προ­κό­πη Παυ­λό­που­λο.

Ίσως κά­ποιοι από αυ­τούς έχουν νωπές ακόμη τις μνή­μες από το κα­λο­καί­ρι του 2015. Τότε που, όπως έγινε γνω­στό αρ­γό­τε­ρα, υπήρ­χαν υπό­γειες διερ­γα­σί­ες του Παυ­λό­που­λου και του Στουρ­νά­ρα για τη δια­φύ­λα­ξη της «ευ­ρω­παϊ­κής πο­ρεί­ας» της χώρας ενά­ντια στη λαϊκή ετυ­μη­γο­ρία σε πε­ρί­πτω­ση που ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ απο­φά­σι­ζε να το τρα­βή­ξει. Τα επι­χει­ρή­μα­τα αλά «Μα­τα­ρέ­λα» ήταν τότε κρυμ­μέ­να σε πολλά συρ­τά­ρια με­γα­λο­δη­μο­σιο­γρά­φων απ’ ότι φαί­νε­ται. Αυτοί που εκ­θειά­ζουν τους αστι­κούς θε­σμούς είναι οι πρώ­τοι που τους φτύ­νουν όταν τρέ­μει η κα­ρέ­κλα τους. Μια τρα­βηγ­μέ­νη από τα μαλ­λιά ερ­μη­νεία του Συ­ντάγ­μα­τος που λέει ότι «εφό­σον το Σύ­νταγ­μα δεν εμπο­δί­ζει ρητά τον Πρό­ε­δρο της Δη­μο­κρα­τί­ας, τότε όλα επι­τρέ­πο­νται», κλεί­νει το μάτι σε πολύ αυ­ταρ­χι­κές και αντι­δη­μο­κρα­τι­κές πρα­κτι­κές που καμία σχέση δεν έχουν με την αστι­κή δη­μο­κρα­τία όπως τη γνω­ρί­σα­με με­τα­πο­λε­μι­κά.

Η συ­ζή­τη­ση στην Αρι­στε­ρά

Η συ­ζη­τή­σεις εντός της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς είναι πολύ αμή­χα­νες μπρο­στά στις εξε­λί­ξεις. Η αλή­θεια είναι ότι είναι όντως αμή­χα­νο να βρί­σκε­σαι απέ­να­ντι στο δί­λημ­μα ενός αστι­κού θε­σμι­κού πρα­ξι­κο­πή­μα­τος και ενός ανερ­χό­με­νου ακρο­δε­ξιού πο­λι­τι­κού ρεύ­μα­τος. Κά­ποιοι σύ­ντρο­φοι ακρο­βα­τούν ανά­με­σα στην υπε­ρά­σπι­ση του αστι­κού μο­ντέ­λου απέ­να­ντι στον εκ­φα­σι­σμό, ενώ κά­ποιοι άλλοι στην υπε­ρά­σπι­ση της λαϊ­κής έκ­φρα­σης απέ­να­ντι στην νέα αστι­κή βαρ­βα­ρό­τη­τα. Και οι δύο στά­σεις είναι λάθος. Γιατί η δη­μο­κρα­τία των από κάτω δεν τυγ­χά­νει πο­λι­τι­κής έκ­φρα­σης από τους φα­σί­στες αλλά και γιατί ο αντι­φα­σι­σμός δεν τυγ­χά­νει πο­λι­τι­κής έκ­φρα­σης από τον εκά­στο­τε Πρό­ε­δρο της Δη­μο­κρα­τί­ας.

Το ζή­τη­μα, λοι­πόν είναι ξε­κά­θα­ρο. Η κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση περ­νά­ει από τη βάση στο εποι­κο­δό­μη­μα. Οι φα­σί­στες περ­νούν από το πε­ρι­θώ­ριο στο προ­σκή­νιο. Η απά­ντη­ση σε αυτό το τε­ρα­τούρ­γη­μα δε βρί­σκε­ται ούτε σε νο­μι­κές ανα­λύ­σεις, ούτε σε και­νο­τό­μα οι­κο­νο­μι­κά σχέ­δια. Τέ­τοιες λύ­σεις προ­σπα­θούν να δώ­σουν η Κων­στα­ντο­πού­λου και ο Βα­ρου­φά­κης υπο­τι­μώ­ντας το βα­σι­κό ζή­τη­μα του τα­ξι­κού-πο­λι­τι­κού συ­σχε­τι­σμού και το ζή­τη­μα της εξου­σί­ας. Ισχυ­ρί­ζο­νται ότι η λύση στην κρίση βρί­σκε­ται στην αξιο­ποί­η­ση των θε­σμών σε προ­ο­δευ­τι­κή τρο­χιά. Μόνο που οι αστι­κοί θε­σμοί είναι εύ­πλα­στο ερ­γα­λείο στα χέρια της κυ­ρί­αρ­χης τάξης και όχι ου­δέ­τε­ροι μη­χα­νι­σμοί που μπο­ρεί να αξιο­ποι­η­θούν σε άλλη κα­τεύ­θυν­ση. Αν πάει να γίνει κάτι τέ­τοιο θα υπάρ­ξει ένας Μα­τα­ρέ­λα που θα το εμπο­δί­σει. Και μά­λι­στα θα έχει μαζί του το πιο ισχυ­ρό τμήμα της κυ­ρί­αρ­χης τάξης, το στρα­τό, τις τρά­πε­ζες κλπ.

Η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά μπρο­στά σε αυτή την κα­τά­στα­ση δεν έχει ανά­γκη από νο­μι­κί­στι­κα τρικ ή οι­κο­νο­μι­κά θαύ­μα­τα. Έχει ανά­γκη στρο­φής στο ζή­τη­μα του πο­λι­τι­κού συ­σχε­τι­σμού. Όσο δεν πα­ρου­σιά­ζει μια με­τω­πι­κή ρι­ζο­σπα­στι­κή πρό­τα­ση που να συ­σπει­ρώ­νει το μά­ξι­μουμ των δυ­νά­με­ων σε ένα μί­νι­μουμ πρό­γραμ­μα για το ανα­γκαίο της πε­ριό­δου, τότε θα βλέ­πει τη Λέγκα του Βορρά και τη Χρυσή Αυγή να γι­γα­ντώ­νο­νται. Όσο δεν ξε­μπρο­στιά­ζει την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση μέσα από τους αγώ­νες ενά­ντια στους πλει­στη­ρια­σμούς, στις πε­ρι­κο­πές μι­σθών και συ­ντά­ξε­ων, στο ξε­πού­λη­μα της δη­μό­σιας πε­ριου­σί­ας και στις ρα­τσι­στι­κές πο­λι­τι­κές, τόσο θα την απο­δο­κι­μά­ζει η ακρο­δε­ξιά κά­νο­ντας λόγο για στρο­φή  στο έθνος κρά­τος, στα πα­τριω­τι­κά αφε­ντι­κά και στα κλει­στά σύ­νο­ρα.

Το ερώ­τη­μα λοι­πόν δε βρί­σκε­ται στο μη χεί­ρον βέλ­τι­στον με­τα­ξύ μιας αστι­κής αυ­θαι­ρε­σί­ας και μιας ακρο­δε­ξιάς ανό­δου. Το ερώ­τη­μα βρί­σκε­ται στο αν υπάρ­χει Αρι­στε­ρά πρό­θυ­μη να τις τσα­κί­σει και τις δυο. Γιατί αν δεν υπάρ­χει ή δε μας εν­δια­φέ­ρει να τη φτιά­ξου­με, τότε μπο­ρού­με να δια­λέ­ξου­με ή τον μπρο­στά γκρε­μό ή το πίσω ρέμα. Και στις δύο πε­ρι­πτώ­σεις τε­λειω­μέ­νοι θα ‘μαστε.