Απέναντι στην «ιμπεριαλιστική αλυσίδα» υπάρχει μια «ιδεολογική αλυσίδα» γεμάτη αδύναμους κρίκους που πρέπει να ενισχυθούν με μια στέρεη, επιστημονική έρευνα και συζήτηση. Δεν είναι πολυτέλεια ή αναχωρητισμός. Τα σημαντικότερα πράγματα που ξέρουμε για τον ιμπεριαλισμό γράφτηκαν πριν από έναν αιώνα από ανθρώπους που μοίραζαν το χρόνο τους ανάμεσα στην έρευνα, το κυνηγητό της αστυνομίας και τα οδοφράγματα...
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο Ιστορίας της κόρης μου (Γ' Γυμνασίου), πέφτει η ματιά μου σε δυο χάρτες της Ευρώπης. Ο ένας πριν από τον Πρώτο Μεγάλο Πόλεμο κι ο άλλος αμέσως μετά τις συνθήκες που επέβαλαν οι νικητές στους ηττημένους. Ο Πόλεμος ξεκίνησε σε μια ηπειρωτική Ευρώπη 15 κρατών και κατέληξε σε μια ήπειρο 25 κρατών. Διέλυσε τέσσερις αυτοκρατορίες - γερμανική, αυστροουγγρική, ρωσική και οθωμανική-, ανακατένειμε τις ζώνες αποικιοκρατικής επιρροής σε τρεις ηπείρους, τροφοδότησε πλήθος περιφερειακών διενέξεων και έβαλε τις βάσεις για το επόμενο παγκόσμιο μακελειό. Ο πόλεμος «γέννησε», βεβαίως, και το πείραμα του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, αλλά αποτέλεσε κυρίως ένα απεχθές ξέσπασμα του νέου ιμπεριαλισμού.
Στο σχολικό βιβλίο διατυπώνεται ένας στοιχειώδης ορισμός του ιμπεριαλισμού ως βασικής αιτίας του πολέμου («η πολιτική επέκτασης των βιομηχανικά αναπτυγμένων κρατών σε βάρος άλλων κρατών»), αλλά η φιλότιμη προσπάθεια των συγγραφέων δεν αφήνει περιθώρια στους εφήβους να συσχετίσουν τη ζοφερή ιστορική πείρα με όσα συμβαίνουν σήμερα.
Η σημερινή πολιτική γεωγραφία της Ευρώπης προέκυψε από μιαν αντίστοιχη διεργασία κατακερματισμού και ανασύνθεσης, στην οποία πρωτοστάτησαν οι ίδιες «Μεγάλες Δυνάμεις» που πρωταγωνίστησαν στους δύο Παγκοσμίους πολέμους. Όμως, παρουσιάζεται στα μάτια των νέων ως προϊόν μιας γενικά αναίμακτης διαδικασίας. Σαν να μην μεσολάβησε η βίαιη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, σαν να σταμάτησε έστω και για ένα λεπτό ο ανταγωνισμός Δύσης και Ρωσίας των ολιγαρχών στο μετασοβιετικό τοπίο ή ως εάν η ουκρανική κρίση να είναι ένα αιφνιδιαστικό διάλειμμα στη μεταψυχροπολεμική μακρά ειρήνη.
Η ουκρανική κρίση είναι πρώτης τάξης αφορμή για να επανεξεταστεί η φύση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού και των φορέων του. Συμπυκνώνονται σ' αυτήν με ανατριχιαστική ακρίβεια πολλά από τα στοιχεία του ορισμού του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό (μονοπωλιακός καπιταλισμός, χρηματοπιστωτική κυριαρχία, ανταγωνισμός για νέες αγορές και πρώτες ύλες, σφαίρες οικονομικής επιρροής, ξαναμοίρασμα του κόσμου από τις διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις). Αλλά δεν αποκλείεται διόλου να συνυπάρξουν σ' αυτήν και στοιχεία των προγενέστερων «ιμπεριαλισμών», εφόσον η Ουκρανία εξελιχθεί σε πεδίο πολεμικής αντιπαράθεσης Δύσης - Ρωσίας, αναβίωσης του Ψυχρού Πολέμου και επαναχάραξης συνόρων.
Η ειρωνεία είναι ότι η «επιστροφή του ιμπεριαλισμού» στην καρδιά της Ευρώπης συντελείται τη ώρα που ο «φιλελεύθερος καπιταλισμός» έχει εδραιωθεί παγκόσμια. Κατά τους κορυφαίους μη μαρξιστές θεωρητικούς (Βέμπερ, Σουμπέτερ κ.ά.) που επιχειρηματολογούσαν λίγο πριν ή λίγο μετά τον Α' Πόλεμο, αυτός ο «καθαρός καπιταλισμός» είναι εκ φύσεως αντιιμπεριαλιστικός και εμπόδιο στον επεκτατισμό. Έκτοτε πολλά τους έχουν διαψεύσει παταγωδώς, αλλά το κορυφαίο είναι η ίδια η Ε.Ε.
Η Ε.Ε. συγκροτήθηκε διακηρύσσοντας ότι θα εξαλείψει τις ρίζες του επεκτατισμού και του πολεμικού ανταγωνισμού με δύο τρόπους: πρώτον, δημιουργώντας μια υπερκρατική ένωση και, δεύτερον, εξάγοντας τον «φιλελεύθερο καπιταλισμό» σε όλη την Ευρώπη. Σήμερα ο διπλός «θρίαμβός» της έχει απογειώσει αντί να αμβλύνει τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Έναν αιώνα μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ευρωπαϊκή - ευρωατλαντική- «ιμπεριαλιστική αλυσίδα» όχι μόνο μάχεται για να διευρύνει τη σφαίρα οικονομικής της επιρροής, αλλά επιβάλλει μια χαοτική γεωπολιτική μηχανική.
Πιθανότατα αυτή η «αλυσίδα», με τους δυνατούς και αδύναμους κρίκους της, θα υπήρχε και χωρίς την Ε.Ε. Αλλά έχει σημασία να ερευνηθεί ο ειδικός ρόλος της υπερεθνικής οντότητας που γοργά ολοκληρώνεται σαν κράτος, διαθέτει κυριαρχία και επιχειρεί να λειτουργήσει ως «συλλογικός καπιταλιστής» για λογαριασμό «εθνικών κεφαλαίων», τα οποία όμως χωρίζονται από ιλιγγιώδεις ανισότητες, διαφορές ισχύος και αντιθέσεις. Όπως καταδεικνύει η ουκρανική κρίση, μπορεί η Ε.Ε. να εμφανίζεται με ενιαία ρητορεία απέναντι στη Μόσχα, αλλά οι στοχεύσεις του ενεργειακά εξαρτημένου από τη Ρωσία γερμανικού ιμπεριαλισμού, του χρηματιστικά εκτεθειμένου στους Ρώσους ολιγάρχες βρετανικού ιμπεριαλισμού και του παγκοσμίως ασθμαίνοντος γαλλικού ιμπεριαλισμού απέχουν ή και συγκρούονται.
Θεωρητικά οι εξελίξεις αποτελούν προνομιακό πεδίο παρέμβασης της Αριστεράς. Η οποία, ωστόσο, περιδινείται γύρω από την ίδια σχεδόν ιδεολογική Βαβέλ που από πριν έναν αιώνα ωθούσε άλλα τμήματά της στον αντιμιλιταρισμό, άλλα στην «εθνική συσπείρωση» και άλλα στην αμηχανία. Αν και η σχετική συζήτηση είναι περιθωριακή σε σχέση με όσα αντιλαμβάνεται η κοινή γνώμη, ταυτόχρονα είναι αναπόφευκτη. Οι ασαφείς, παράλληλες απαντήσεις στο ερώτημα για το πώς ο «ύστερος ιμπεριαλισμός», με τα ποικίλα επίθετα μπροστά του, επηρεάζει την πάλη σε εθνικό ή πανευρωπαϊκό επίπεδο, δημιουργεί αδιέξοδες ταλαντεύσεις ανάμεσα στο εθνικό και στο ταξικό, τον αντιιμπεριαλισμό και τον αντικαπιταλισμό.
Απέναντι στην «ιμπεριαλιστική αλυσίδα» υπάρχει μια «ιδεολογική αλυσίδα» γεμάτη αδύναμους κρίκους που πρέπει να ενισχυθούν με μια στέρεη, επιστημονική έρευνα και συζήτηση. Δεν είναι πολυτέλεια ή αναχωρητισμός. Τα σημαντικότερα πράγματα που ξέρουμε για τον ιμπεριαλισμό γράφτηκαν πριν από έναν αιώνα από ανθρώπους που μοίραζαν τον χρόνο τους ανάμεσα στην έρευνα, το κυνηγητό της αστυνομίας και τα οδοφράγματα...