Ο Νοέμβρης δείχνει ότι μόνον η εξεγερσιακή αντιμετώπιση του αδιέξοδου, του γόρδιου δεσμού της κρίσης, μπορεί να επιφέρει τουλάχιστον μια νέα εργατική μεταπολίτευση. Αλλάζοντας, και πάλι, ραγδαία το συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, επιβάλλοντας κατακτήσεις που ο «κοινοβουλευτικός δρόμος» δεν μπορεί πλέον ούτε να υποσχεθεί.

Η εξέγερση του Νοέμβρη του 1973 υπήρξε μια μεγάλη ανατρεπτική «στιγμή» στην ιστορία του κινήματος στην Ελλάδα.
Η στρατιωτική δικτατορία του 1967, παρόλο που είχε αποσταθεροποιηθεί, φαινόταν να διατηρεί τον έλεγχο και την πρωτοβουλία στις πολιτικές κινήσεις. Οι ακροδεξιοί στρατιωτικοί και οι αστοί «δημοκράτες» σύμμαχοί τους (μέσω των «γεφυρών» του Αβέρωφ, του μέντορα του σημερινού πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά) συζητούσαν αν και κατά πόσο θα επέτρεπαν μια σχετική «φιλελευθεροποίηση» του καθεστώτος. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα τότε κείμενα της Αριστεράς (και ιδιαίτερα στα πονήματα του Λ. Κύρκου και των συνεργατών του) για να διαπιστώσει την απαισιοδοξία και τον αρνητισμό μπροστά στο ερώτημα αν μπορούσε να ανατραπεί η Χούντα. Όλα αυτά τα σάρωσε η εξέγερση του Νοέμβρη που οδήγησε τη χώρα, μέσα σε ελάχιστους μήνες, από το «γύψο» των συνταγματαρχών στην έκρηξη ελευθερίας και κατακτήσεων της μακράς περιόδου που ονομάστηκε Μεταπολίτευση.

Προετοιμασία

Είναι φανερό ότι η «στιγμή» του Νοέμβρη δεν περιορίζεται στις 3 ημέρες της νεολαιίστικης και λαϊκής εξέγερσης του 1973. Τα σπέρματά της βρίσκονται στο σκληρό αγώνα των λίγων αγωνιστών της Αριστεράς που, από την επομένη της 21ης Απριλίου, κράτησαν ζωντανή τη φλόγα της αντίστασης.

Η εξέγερση προετοιμάστηκε μέσα από τη δράση χιλιάδων νέων αγωνιστών, που μπήκαν στο κίνημα στα χρόνια της ανασύνταξης, παρόλο που η δράση τους φαινόταν να μην μπορεί να φέρει συγκεκριμένα νικηφόρα αποτελέσματα. Και ασφαλώς ο Νοέμβρης συνεχίστηκε στα πρώτα χρόνια μετά το 1974, στη θυελλώδη δράση στα εργοστάσια, στις σχολές, στις συνοικίες, που άλλαξαν δραστικά τον πολιτικό και κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων που είχε προκύψει από την ήττα της Αριστεράς και του κινήματος στον εμφύλιο.

Αυτός «ο μακρύς» Νοέμβρης ήταν η έκφραση στην Ελλάδα της παγκόσμιας άνοιξης των αγώνων που συνηθίσαμε να αποκαλούμε Μάη του 1968: ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας στο Βιετνάμ, τα κινήματα ανεξαρτησίας στην Αφρική, ο αγώνας των Μαύρων και της νεολαίας στις ΗΠΑ, οι μεγάλες διαδηλώσεις στη Γερμανία, οι φοιτητικές καταλήψεις και οι μεγάλες απεργίες του Μάη στη Γαλλία, το καυτό «ιταλικό φθινόπωρο», οι πρώτες μαζικές εξεγέρσεις στις χώρες του Ανατολικού μπλοκ.

Αυτό το διεθνές κλίμα ανατροπής, ο άνεμος ελπίδας και απελευθέρωσης, που ερχόταν από παντού, έδωσε τεράστια ενίσχυση στα αντιδικτατορικά κινήματα στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, επιταχύνοντας την «κρίση των δικτατοριών», μέσα από την κλιμάκωση της αποφασιστικότητας μιας νέας γενιάς αγωνιστών να παλέψουν, να πετύχουν τα φαινομενικά ακατόρθωτα, να νικήσουν.

Το σχέδιο της φιλελευθεροποίησης της δικτατορίας είχε ως στόχο να βγάλει την κυρίαρχη τάξη από τον «αναχρονισμό» της στρατιωτικής δικτατορίας, χωρίς κόστος: να οδηγήσει σε μια αυταρχική δημοκρατία, κρατώντας τους «από κάτω» στο ελάχιστο επίπεδο κοινωνικών κατακτήσεων που είχαν επιβάλει οι συνταγματάρχες.

Μεταπολίτευση

Σαρώνοντας αυτό το σχέδιο, ο Νοέμβρης του 1973 έδωσε στις εξελίξεις στην Ελλάδα ένα χαρακτήρα ανοιχτής περιπέτειας. Οι εργαζόμενοι και η νεολαία πέτυχαν πρωτοφανείς για την εποχή κατακτήσεις: την κατοχύρωση των βασικών δημοκρατικών ελευθεριών, τις αλματώδεις αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις, τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους, τα μαζικά και σχετικά ελεύθερα συνδικάτα… Οι βασικές μεταρρυθμίσεις –ακόμα και αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα– δεν ήρθαν στην Ελλάδα μέσα από την ελεύθερη επιλογή της αστικής τάξης, αλλά, αντίθετα, ως αποτέλεσμα μιας «κόκκινης» εξέγερσης.

Ο Αντώνης Σαμαράς είχε το θράσος να ισχυριστεί στη Βουλή ότι η παράταξή του «έφερε τη δημοκρατία στη χώρα». Είναι ένας απολύτως ψευδής ισχυρισμός. Σε όλη τη διάρκεια του θυελλώδους 1973, ο Κ. Καραμανλής παρέμεινε απαθής και σιωπηλός στο Παρίσι. Δεν τόλμησε να ψελλίσει ούτε μια δήλωση καταδίκης των συνταγματαρχών για την αιματηρή –αλλά προσωρινή– καταστολή της εξέγερσης στο Πολυτεχνείο. Γύρισε στην Ελλάδα, τον Ιούλη του 1974, όχι για να επιβάλλει τη δημοκρατία αλλά –ως καλεσμένος των πανικόβλητων πλέον στρατοκρατών– για να βοηθήσει το καθεστώς να περιορίσει τις ζημιές, να περιορίσει τα αντίτιμα που θα ήταν υποχρεωμένο να πληρώσει στους από κάτω.

Αυτός ο υποχρεωτικός ελιγμός του καθεστώτος αποδεικνύει ότι η έκβαση της Μεταπολίτευσης ήταν επίσης ανοιχτό στοίχημα. Και αυτό δεν κρίθηκε τόσο από το δυναμισμό του Καραμανλή, όσο από την έλλειψη πολιτικού δυναμισμού των μεγάλων οργανωμένων δυνάμεων της Αριστεράς, του τότε ΚΚΕ και του ΚΚΕεσ. Που επέλεξαν, αντί να κυνηγήσουν τις «χίμαιρες» της σοσιαλιστικής ανατροπής, να ρίξουν όλο το πολιτικό και ηθικό βάρος τους στη γραμμή: πρώτα σταθεροποίηση της «αστικής» δημοκρατίας και μετά βλέπουμε…

Αριστερά

Ο παραπάνω ισχυρισμός αναφέρεται σε έναν λιγότερο γνωστό, αλλά πολύ σημαντικό, παράγοντα της τότε εποχής: την εξέγερση στο εσωτερικό της Αριστεράς.

Η έκβαση του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου είχε οδηγήσει σε μια ιδιόμορφη «ισορροπία». Στην Ανατολή ο σταλινισμός είχε σταθεροποιηθεί και η επέκτασή του στην Ανατολική Ευρώπη τον έκανε να μοιάζει ακλόνητος. Οι μειοψηφικές προειδοποιήσεις ότι αυτό, που χτιζόταν, ήταν κρατικός καπιταλισμός και όχι σοσιαλισμός, φαίνονταν να απευθύνονται στου κουφού την πόρτα.

Στη Δύση, τα Κομουνιστικά Κόμματα είχαν ενισχυθεί από το ρόλο τους στην αντίσταση, αλλά, συμμετέχοντας στις κυβερνήσεις «ανοικοδόμησης» (π.χ. στη Γαλλία και την Ιταλία), αποδείκνυαν ότι μπαίνουν σε μια τροχιά σοσιαλδημοκρατικοποίησης, με μοναδική διαχωριστική γραμμή από τα παραδοσιακά Σοσιαλιστικά Κόμματα την αναφορά στο «διεθνές κέντρο» της Μόσχας.

Η διαφοροποίηση από αυτό το βάλτο υπήρξε μια μακρά και επώδυνη πορεία παγκόσμια. Τμήμα της ήταν η ρήξη και ανεξαρτητοποίηση του Τσε Γκεβάρα. Τμήμα της ήταν η εμφάνιση μεγάλων αντιαποικιοκρατικών κινημάτων στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, έξω από τα παραδοσιακά δίκτυα των ΚΚ. Τμήμα της ήταν η «νέα Αριστερά» στις ΗΠΑ. Τμήμα της ήταν τα νέα μηνύματα ανυπακοής που έρχονταν από τους Βιετκόνγκ και από τμήματα των κοκκινοφρουρών της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα.

Η σύγκρουση σχηματοποιήθηκε στο Παρίσι και στη Ρώμη. Η ηγεσία των ΚΚ κατηγορούσε τις πρωτοπορίες των νέων κινημάτων ως «αριστερίστικα γκρουπούσκουλα» και εισέπραττε την απάντηση για την ανάγκη φαρμάκου απέναντι στη «γεροντική ασθένεια του κομουνισμού». Σε παγκόσμιο επίπεδο, χιλιάδες και χιλιάδες αγωνιστές στρατεύονταν στην υπόθεση των οργανώσεων της νέας, επαναστατικής Αριστεράς.

Η αντιπαράθεση αυτή εκδηλώθηκε και στο εσωτερικό του ελληνικού κινήματος. Ο ίδιος ο Νοέμβρης του 1973, στο επίπεδο της κίνησης των πολιτικών πρωτοπορειών, ήταν αποτέλεσμα της επιμονής, του βολονταρισμού, της αυθεντικότητας του «αριστερισμού», δηλαδή των οργανώσεων και των συντρόφων της Επαναστατικής Αριστεράς, σε αντιπαράθεση με τις πολυπληθέστερες και πιο συγκροτημένες δυνάμεις των τότε ΚΚΕ και ΚΚΕεσ.

Σήμερα, μεγάλο τμήμα των τότε ηγετικών στελεχών της Αντι-ΕΦΕΕ και του Ρήγα είναι ενεργότατο μέσα στην Αριστερά και βρίσκεται πλέον έξω από τα πλαίσια των τότε ρεφορμιστικών ιδεών. Χρωστά ακόμα μια συγκροτημένη κριτική –αυτοκριτική παρουσίαση για την οξύτατη πολιτική σύγκρουση τότε, με επίδικο την ίδια την κατάληψη του Πολυτεχνείου και την εξέλιξή της σε λαϊκή εξέγερση.

Στόχος αυτών των επισημάνσεων δεν είναι να ξύσουμε παλιές πληγές. Θεωρούμε ότι οι πολιτικές σχέσεις καθορίζονται από το σήμερα, από το «τώρα τι λες και τώρα τι κάνεις». Με ζητούμενο να είναι πάντα τα πολιτικά συμπεράσματα που θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα στους σημερινούς αγωνιστές μπροστά στα τωρινά καθήκοντα. Γιατί η «νέα Αριστερά» του 1960-1970, η Επαναστατική Αριστερά, δεν προέκυψε, ασφαλώς, ως πάνοπλη Αθηνά μέσα από το κεφάλι του Δία, ως εύκολη ρήξη με τα «γερασμένα», με τα ρεφορμιστικά ΚΚ. Η συνέχεια απέδειξε, με σκληρό τρόπο, ότι όλοι είχαμε πολλά να μάθουμε, ότι είχαμε πολλά καρβέλια να φάμε ακόμα, ώστε να δώσουμε πειστική και μαζική απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα: Τι Αριστερά χρειαζόμαστε, σήμερα;

Συμπεράσματα

Τηρουμένων των αναλογιών, ο κόσμος μας αντιμετωπίζει μια κατάσταση που θυμίζει το μεσοδιάστημα της Χούντας, την περίοδο πριν το 1973. Τα Μνημόνια είναι μια μορφή σκληρής οικονομικής και κοινωνικής δικτατορίας. Η ΕΕ και το ΔΝΤ δίνουν στην ελληνική κυρίαρχη τάξη και στις κυβερνήσεις της υποστήριξη ανάλογη με αυτή που έδιναν οι μεγάλες δυνάμεις στο καθεστώς των Απριλιανών. Οι αγώνες των εργατών και της νεολαίας, ακόμα και η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ στο 27%, προειδοποιούν ότι «κάτι μεγάλο» επωάζεται στα θεμέλια της κοινωνίας. Όσοι αντιμετωπίζουμε τα Μνημόνια, την τρικομματική και τους διεθνείς δανειστές με αναφορές στο «δρόμο του Νοέμβρη», δεχόμαστε ως αντίλογο το επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν στην Ελλάδα «επαναστατικές συνθήκες». Πιθανόν όχι, πιθανόν διαμορφώνονται αργά, πιθανόν μπορεί να επιταχυνθούν απότομα…

Όμως ο Νοέμβρης δείχνει ότι μόνον η εξεγερσιακή αντιμετώπιση του αδιέξοδου, του γόρδιου δεσμού της κρίσης, μπορεί να επιφέρει τουλάχιστον μια νέα εργατική μεταπολίτευση. Αλλάζοντας, και πάλι, ραγδαία το συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, επιβάλλοντας κατακτήσεις που ο «κοινοβουλευτικός δρόμος» δεν μπορεί πλέον ούτε να υποσχεθεί. Και αυτή τη φορά, αν η Αριστερά της εποχής σταθεί στο ύψος της, ίσως να είναι εφικτό να ξαναπιάσουμε το νήμα που άφησε στη μέση ο Νοέμβρης και η Μεταπολίτευση και να θέσουμε πειστικά τις δικές μας απαντήσεις στο δίλλημα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα.

Ετικέτες