Σε κείμενο που γράφτηκε στις αρχές Ιούλη, ο Sameh Naguib, μέλος των Επαναστατών Σοσιαλιστών στην Αίγυπτο, εξετάζει τις δυσκολίες αλλά και τις δυνατότητες της επόμενης περιόδου στην Αίγυπτο.
Αυτή η βδομάδα σηματοδοτεί την έναρξη του τέταρτου χρόνου του πραξικοπήματος της 3ης Ιούλη. Τα γεγονότα των περασμένων 3 χρόνων έχουν δείξει, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι αυτό το αιματηρό πραξικόπημα είχε σχεδιαστεί και προετοιμαστεί από την ηγεσία του στρατού και από μεγάλους επιχειρηματίες μήνες προτού συμβεί, και ότι η πολιτική και λαϊκή κινητοποίηση ενάντια στην Μουσουλμανική Αδελφότητα και τον πρόεδρο Μόρσι εκμεταλλεύτηκε τη λαϊκή οργή ενάντια σε αυτόν και τις αποτυχίες της Αδελφότητας. Αυτή η κινητοποίηση χρησιμοποίησε εργαλεία που έδειχναν επαναστατικά στη μορφή, αλλά που στην πραγματικότητα στόχευαν στο να δημιουργήσουν μια λαϊκή βάση για το πραξικόπημα και την αντεπανάσταση.
Ο ουσιαστικός στόχος του καθεστώτος Ελ-Σίσι ήταν και παραμένει όχι μόνο να απαλλαγεί από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, αλλά κυρίως να εργαστεί συστηματικά για την εξουδετέρωση κάθε είδους κινήματος, συνείδησης ή κινητοποίησης που σχετίζεται με την επανάσταση της 25ης Γενάρη. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται τα κινήματα και οι οργανώσεις που συνδέονται με αυτήν την επανάσταση, αλλά και το εργατικό κίνημα ή όποιο άλλο κίνημα διαμαρτυρίας ή νεολαιίστικο κίνημα προέκυψε μετά την επανάσταση του Γενάρη.
Οι αντιδράσεις των επαναστατικών δυνάμεων και οργανώσεων πέρασαν από τρεις διαδοχικές φάσεις. Κατά τον πρώτο χρόνο του πραξικοπήματος, πολλοί βρίσκονταν σε άρνηση της πραγματικότητας και συνέχιζαν τη δράση τους λες και η επανάσταση συνεχιζόταν και με την αντίληψη ότι το πραξικόπημα δεν θα κρατήσει πολύ. Αλλά καθώς έγινε εμφανές ότι το πραξικόπημα ήταν σχετικά σταθερό και συμπαγές, η αρχική αντίδραση άρνησης μετατράπηκε σε μια βαθιά αποθάρρυνση και σχεδόν υποταγή. Αλλά σήμερα, καθώς το πραξικόπημα μπαίνει στον τέταρτο χρόνο του, πρέπει να βάλουμε ένα τέλος σε αυτές τις παράλογες και μη ρεαλιστικές αντιδράσεις: το καθήκον μας είναι να αναλύσουμε την σημερινή πολιτική συγκυρία σε όλες της τις πτυχές και με όλες της τις αντιφάσεις, προκειμένου να μπορέσουμε να παρουσιάσουμε στρατηγικές και τακτικές προτάσεις που θα ανταποκρίνονται όχι στις ευχές ή τους φόβους των επαναστατών, αλλά στις πραγματικές σημερινές δυνατότητες.
Τα τρία τελευταία χρόνια είδαμε βάρβαρη καταστολή και την κινητοποίηση των ΜΜΕ ενάντια σε κάθε είδος αντιπολίτευσης ή διαμαρτυρίας, όπως και το πέρασμα νόμων που περιορίζουν όλες τις μορφές κινητοποίησης ή έκφρασης, για να μην αναφερθούμε στον βρώμικο ρόλο του δικαστικού σώματος που έχει εκδώσει χιλιάδες καταδίκες σε φυλάκιση ή σε θάνατο ενάντια σε αντιπάλους του καθεστώτος και έχει διατάξει αναδρομικές φυλακίσεις εκείνων που συμμετείχαν στην επανάσταση του Γενάρη. Αλλά παρόλα αυτά, οι εξελίξεις του τελευταίου χρόνου μπορούν να μας παρακινήσουν σε μια μετρημένη αισιοδοξία.
Με τον όρο μετρημένη αισιοδοξία, δεν εννοούμε τυφλή θριαμβολογία ή επαναστατική αφέλεια, και σίγουρα δεν συμμεριζόμαστε την κωμική άποψη κάποιων μερίδων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας όπως εκφράζεται από το σύνθημα για το «πραξικόπημα που καταρρέει». Γνωρίζουμε καλά ότι η πάλη ενάντια στο αντεπαναστατικό καθεστώς είναι μια μακροχρόνια πάλη που θα εξελιχθεί για χρόνια, και έχουμε μπροστά μας πολλές μάχες και θυσίες προτού μπορέσουμε να επιστρέψουμε στο μονοπάτι της επανάστασης της 25ης Γενάρη. Αυτό που εννοούμε με τον όρο «μετρημένη αισιοδοξία» είναι ότι οι εξελίξεις του περασμένου χρόνου μας παρακινούν να καλέσουμε για οργανωμένη και επιμελή δουλειά προκειμένου να χτίσουμε μια ισχυρή και αποτελεσματική αντιπολίτευση, ικανή να σταθεί απέναντι στο καθεστώς, εξηγώντας παράλληλα ότι αυτό το κάλεσμα δεν αντικατοπτρίζει κάποιες μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τη μεριά μας.
Ρήγματα στην κορυφή του καθεστώτος
Από τα χρόνια του Νάσερ, το αιγυπτιακό καθεστώς στηριζόταν σε μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στους διάφορους μηχανισμούς ασφαλείας: το Υπουργείο Άμυνας και το Υπουργείο Εσωτερικών (με τις Στρατιωτικές Υπηρεσίες Πληροφοριών και την Γενική Υπηρεσία Πληροφοριών αντίστοιχα). Ο πρόεδρος έπαιζε το ρόλο της εξισορροπιστικής δύναμης μεταξύ αυτών των θεσμών. Αλλά η επανάσταση του Γενάρη του 2011 εξαπέλυσε χάος ενάντια σε αυτήν την ισορροπία. Η Αστυνομία, η Κεντρική Ασφάλεια και η Κρατική Ασφάλεια κατέρρευσαν σχεδόν ολοκληρωτικά. Ο στρατός υποχρεώθηκε να παρέμβει άμεσα για να καλύψει το κενό, παραδίδοντας τον έλεγχο όλης της δουλειάς ασφάλειας στην Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών και την Γενική Υπηρεσία Πληροφοριών. Φυσικά, αυτή η έκτακτη κατάσταση δεν μπορούσε να κρατήσει για πολύ. Ένα από τα κρίσιμα καθήκοντα του Αμπντέλ Φατάχ Ελ Σίσι ως υπουργός Άμυνας ήταν να ανασυγκροτήσει τους μηχανισμούς ασφαλείας του Υπουργείου Εσωτερικών, ώστε να βρεθούν αυτοί στην πρώτη γραμμή της άμεσης καταστολής και να αναλάβουν την καθημερινή διαχείριση των ζητημάτων ασφαλείας, ιδιαίτερα μετά το πραξικόπημα και την απομάκρυνση της Αδελφότητας και του Μόρσι. Πράματι, ο Αλ Σίσι πέτυχε να ανασυγκροτήσει την Αστυνομία και την Κρατική Ασφάλεια.
Παρόλες αυτές τις προσπάθειες, η ισορροπία μεταξύ των μηχανισμών ασφαλείας και η δυνατότητα του Προέδρου να τους επιβλέπει όλους και να ελέγχει την αντιπαλότητα και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, δεν έχει αποκατασταθεί. Πολλά σημάδια του βάθους της κρίσης στην κορυφή των μηχανισμών ασφαλείας και του κινδύνου που αυτή αποτελεί για το καθεστώς του Σίσι εμφανίστηκαν στη διάρκεια του τρίτου χρόνου του πραξικοπήματος.
Αυτό αντανακλάστηκε σε μια σειρά φιάσκο στο τομέα της ασφάλειας όπως και σε ημι-καλυμμένες διαμάχες μεταξύ των διάφορων μηχανισμών. Μόνο στη διάρκεια του τρίτου χρόνου του πραξικόπηματος είδαμε το βομβαρδισμό του ρωσικού αεροπλάνου που είχε απογειωθεί από το Σαρμ Ελ Σεΐχ στις 31 Οκτώβρη του 2015, προτού ένας ένοπλος παρανοϊκός κάνει αεροπειρατεία σε αεροπλάνο της Egypt Air που είχε απογειωθεί από το αεροδρόμιο Μπουργκ Αλ Αράμπ στην Αλεξάνδρεια. Τέλος, ένα άλλο αεροσκάφος της Egypt Air συνετρίβη κάτω από άγνωστες ακόμα συνθήκες.
Η σειρά εκρήξεων και τρομοκρατικών επιθέσεων συνεχίστηκαν από το Σινά ως τη Χελβάν, με την εκτέλεση τεσσάρων δικαστών στην Αρίς στις 24 Νοέμβρη του 2015 και 6 αστυνομικών στην Χελβάν το Μάη του 2016 να αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα μιας ανεξάντλητης λίστας. Αυτό, παρά τις συχνές διακηρύξεις διάφορων αξιωματικών του στρατού και της αστυνομίας ότι οι τρομοκρατικές οργανώσεις έχουν ηττηθεί οριστικά!
Αλλά η υπόθεση που ήταν ίσως η πιο αποκαλυπτική αυτής της κρίσης ήταν η υπόθεση του Ιταλού φοιτητή Τζιούλιο Ρετζένι, που απήχθη στις 25 Γενάρη του 2016 και του οποίου το κακοποιημένο πτώμα βρέθηκε με σημάδια τρομακτικών βασανιστηρίων στις 3 Φλεβάρη του 2016. Οι συνέπειες αυτού του περαστικού ξεδιπλώνονται μέχρι σήμερα: Αφού η Ρώμη ανακάλεσε τον πρέσβη της στο Κάιρο στις 8 Απρίλη του 2016, το ιταλικό κοινοβούλιο ψήφισε την διακοπή κάθε παροχής όπλων στον αιγυπτιακό στρατό από τα τέλη Ιούνη του 2016. Κανείς δεν αμφιβάλει ότι ήταν ένας από τους μεγάλους μηχανισμούς ασφαλείας αυτός που διέπραξε το έγκλημα, είτε ή Υπηρεσία Πληροφοριών είτε η Κρατική Ασφάλεια, είτε ο στρατός είτε η αστυνομία. Το υψηλό επίπεδο σύγχυσης των διαφόρων υπηρεσιών σε αυτό το ζήτημα εκτέθηκαν ξεκάθαρα καθώς αναζητούν έναν αποδιοπομπαίο τράγο ή επιχειρούν απεγνωσμένα να επινοήσουν εξωφρενικές ιστορίες που πάνε κόντρα σε κάθε λογική. Και τέλος οι αντιφατικές ανακοινώσεις για την υπόθεση δείχνουν χωρίς προηγούμενο επίπεδα σύγχυσης και πανικού στους μηχανισμούς ασφαλείας.
Ένα άλλο σημάδι του ανταγωνισμού και των εσωτερικών διαμαχών μεταξύ των μηχανισμών είναι η σχέση του καθενός με τη Χαμάς. Ελάχιστες μέρες μετά την ανακοίνωση του υπουργού Εσωτερικών το Μάρτη του 2016 ότι οι έρευνες αποκάλυψαν το ρόλο της Χαμάς στην εκτέλεση του Γενικού Εισαγγελέα, η ηγεσία της Χαμάς στη Γάζα βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη στα γραφεία της Γενικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στο Κάιρο. Μια τέτοια ασυνέπεια δείχνει όχι μόνο την αντιπαλότητα και την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των δύο μηχανισμών ασφαλείας, αλλά αποκαλύπτει και την αποτυχία του προέδρου να διαχειριστεί αυτήν την αντιπαλότητα.
Η οικονομική κρίση
Τον τρίτο χρόνο του πραξικοπήματος είδαμε επιπλέον οικονομική επιδείνωση και κατάρρευση στην Αίγυπτο. Όλες οι προσπάθειες του Αλ Σίσι να αναζωογονήσει την οικονομία έχουν αποτύχει, είτε πρόκειται για την προσπάθεια να προσελκύσει ξένες επενδύσεις, είτε να αναζωογονήσει τον τουρισμό είτε αφορά τα θηριώδη έργα υποδομής.
Ο Αλ Σίσι στηρίζεται σε ένα μίγμα οικονομικών πολιτικών. Από τη μια μεριά, υιοθέτησε μια μορφή νεοφιλελευθερισμού που είναι ακραία ακόμα και σε σχέση με την περίοδο του Γκαμάλ Μουμπάρακ και του Αχμέντ Ναζίφ, κατά τις τελευταίες κυβερνήσεις της εποχής του Χόσνι Μουμπάρακ: όλο και περισσότερα μέτρα λιτότητας, περικοπές στις επιδοτήσεις, μείωση του ελλείμματος μέσα από την περικοπή των δημοσίων δαπανών και τη μείωση κρίσιμων κοινωνικών υπηρεσιών. Αυτά τα μέτρα συνοδεύονται από συνεχόμενες ιδιωτικοποιήσεις και επωφελείς συμφωνίες για τους μεγάλες επενδυτές από την Αίγυπτο και τον Κόλπο.
Ωστόσο, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές συμπίπτουν με μια σειρά τεράστιων έργων υποδομών –η επέκταση της Διώρυγας του Σουέζ, το ενεργειακό σχέδιο σε συνεργασία με την γερμανική εταιρία Ζίμενς, το σχέδιο για πυρηνικό σταθμό σε συνεργασία με μια σειρά ρωσικών εταιριών, και άλλα σχέδια που σχετίζονται με την ανάπτυξη υποδομών. Τεράστια δάνεια από ευρωπαϊκές τράπεζες χρηματοδοτούν έργα που αναλαμβάνουν εταιρίες που εδρεύουν στα ίδια ευρωπαϊκά κράτη, που σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες χρηματοδοτούν τις ευρωπαϊκές εταιρίες με την αιγυπτιακή κυβέρνηση να δρα ως μεσολαβητής! Το φυσικό αποτέλεσμα είναι φυσικά η συσσώρευση χρέους για την αιγυπτιακή κυβέρνηση, και η δημιουργία διαδοχικών νομισματικών κρίσεων καθώς αυξάνεται το χάσμα ανάμεσα στα συναλλαγματικά αποθέματα της κυβέρνησης (σε ευρώ, δολάρια και λίρες αγγλίας) και τις δανειακές υποχρεώσεις της σε αυτά τα νομίσματα.
Ήταν απολύτως λογικό να βουλιάξει η αξία της Αιγυπτιακής λίρας μπροστά σε τέτοιες έντονες πιέσεις. Πράγματι, η Αιγυπτιακή Κεντρική Τράπεζα υποτίμησε την λίρα πάνω από 13% το Μάρτη του 2016, αλλά αυτό το μέτρο δεν απέτρεψε την ακόμα μεγαλύτερη κατάρρευσή της στη μαύρη αγορά. Επιπλέον, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας άρχισε να μιλά αυτήν την βδομάδα για την ανάγκη μιας νέας υποτίμησης της αξίας της λίρας! Αυτό οδήγησε σε διαδοχικά κύματα ανατιμήσεων, ειδικά σε κρίσιμα αγαθά, κάτι που συνέπεσε με αυξανόμενα επίπεδα ανεργίας και μια στασιμότητα στους μισθούς –που ήταν ήδη πολύ χαμηλοί. Όλα αυτά σημαίνουν μια ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης για την πλειοψηφία των εργαζομένων και των φτωχών, καθώς δεν υπάρχουν πραγματικές ευκαιρίες να τερματιστεί η οικονομική κρίση ή να δημιουργηθεί μια βιώσιμη ανάπτυξη, όσο ο Αλ Σίσι, οι στρατηγοί του και οι μεγάλοι επιχειρηματίες (που είναι όλοι άνθρωποι του Μουμπάρακ) παραμένουν στην εξουσία. Αναμένεται συνεπώς ότι ο ερχόμενος τέταρτος χρόνος του πραξικοπήματος θα θέσει τις βάσεις για νέα κύματα απεργιών και διαδηλώσεων που θα απαιτούν μεγαλύτερους μισθούς και έλεγχο των τιμών. Η πολιτική επίπτωση είναι πως πολλοί από αυτούς που υποστήριξαν το πραξικόπημα του Σίσι και πίστεψαν τις υποσχέσεις του θα περάσουν στις γραμμές της κοινωνικής και πολιτικής αντιπολίτευσης.
Το περιφερειακό πλαίσιο
Η άλλη πολιτική συνέπεια της οικονομικής αποτυχίας και του διογκούμενου χρέους είναι η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από τους Σαουδάραβες σπόνσορες, που ήταν φυσικά οι βασικοί χρηματοδότες του πραξικοπήματος από την πρώτη στιγμή. Η επίσκεψη του Σαουδάραβα μονάρχη στην Αίγυπτο τον Απρίλη του 2016 ήταν μια φάρσα στη διάρκεια της οποίας είδαμε τον Αλ Σίσι και τους ανθρώπους του να γονατίζουν και να εκλιπαρούν το βασιλιά και την κουστωδία του. Παρόλα αυτά, δεν μπορούσαμε να περιμένουμε τη δωρεά των δύο νησιών, Τιράν και Σαναφίρ, στο Βασίλειο των Σαούντ! Αυτή η επιβεβαιώνει ότι το καθεστώς είναι σε κατάσταση πλήρους χρεοκοπίας και θα τζογάρει ό,τι έχει απομείνει από την πολιτική του νομιμοποίηση, ακόμα και στα μάτια των υποστηρικτών του, για μερικά ριάλ και δολάρια. Σε αυτό το σημείο πρέπει να θυμηθούμε ότι το πραξικόπημα και η αντεπανάσταση στηρίχθηκαν σε μια προπαγανδιστική εκστρατεία που ουσιαστικά επικαλούνταν τον Αιγυπτιακό εθνικισμό, την Αιγυπτιακή σημεία και την Αιγυπτιακή κυριαρχία μέσα από συνθήματα όπως «η διάσωση της Αιγύπτου», «ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία», «η εξαφάνιση των προδοτών» και άλλες υστερικές εκφράσεις. Αλλά η παραχώρηση της κυριαρχίας της Αιγύπτου πάνω στο Τιράν και το Σαναφίρ προς όφελος της Σαουδικής Αραβίας αποκαλύπτει την κενότητα αυτών των συνθημάτων και σπρώχνει όσους υποστήριξαν τον Σίσι για λόγους πατριωτισμού και προστασίας της χώρας σε μια βίαιη κρίση: Πώς μπορεί κανείς να στηρίζει τον Σίσι για πατριωτικούς λόγους ότι αυτός παραδίδει την εθνική κυριαρχία;
Ρήγματα στη Συμμαχία της 30 Ιούνη
Το πραξικόπημα του 2013 στηρίχθηκε σε μια πλατιά πολιτική συμμαχία –που ονομάστηκε εκείνη την περίοδο «Συμμαχία της 30 Ιούνη». Αυτή η συμμαχία περιλάμβανε ένα μεγάλο φάσμα πολιτικών δυνάμεων που προηγουμένως συγκροτούσαν το «Μέτωπο Σωτηρίας» σε αντιπαράθεση με την προεδρία του Μοχάμεντ Μόριση. Απαρτιζόταν από διάφορα πολιτικά ρεύματα, από φιλελεύθερους και εθνικιστές μέχρι αριστερούς και σαλαφιστές, όπως και από τα απομεινάρια του Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος (το κόμμα του Μουμπάρακ). Αυτή η πολιτική συμμαχία όχι μόνο υποστήριξε το πραξικόπημα, αλλά υποστήριξε και έδωσε λευκή επιταγή στο στρατό, υποστηρίζοντας συνεπώς τις επακόλουθες σφαγές, συλλήψεις και καταστολή.
Αυτή η πλατιά συμμαχία συγκροτήθηκε με προφάσεις που είχαν σχέση με την Μουσουλμανική Αδελφότητα και την αναγκαιότητα να απαλλαγούμε από τον Μόρσι, ακόμα και με στρατιωτικό πραξικόπημα. Εδώ δεν θα απαντήσουμε σε αυτές τις προφάσεις, ούτε θα καταπιαστούμε με το γεγονός ότι αυτή η σύμπλευση με το στρατό αποτελούσε μια προδοσία της επανάστασης της 25 Γενάρη που δεν ήταν λιγότερο βαθιά κι επικίνδυνη από την προδοσία της Αδελφότητας όταν αυτή είχε συμμαχήσει με το στρατό.
Αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι ότι καθώς μπαίνουμε στον τέταρτο χρόνο του πραξικοπήματος, η πολιτική εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Ο μπαμπούλας της Αδελφότητας δεν αρκεί πια για να συγκρατήσει ενωμένη την συμμαχία της 30 Ιούνη, και η καταστολή του καθεστώτος ενάντια σε όλους τους αντιπάλους του –ακόμα και δυνάμεις που είναι ενάντια στην Αδελφότητα-, οι οικονομικές του αποτυχίες, η εξάρτησή του από τη Σαουδική Αραβία όπως και η ανοιχτή συμμαχία του με το Ισραήλ, και τέλος η καταστροφή της υπόθεσης των δύο νησιών, όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν πραγματικά διαλύσει ό,τι είχε απομείνει από τη συμμαχία της 30 Ιούνη. Αυτό έγινε σαφές στις διαδηλώσεις του Απρίλη του 2016 ενάντια στην παραχώρηση των νησιών όπως και από τις δηλώσεις διάφορων ηγετικών στελεχών αυτής της συμμαχίας.
Η υποχώρηση των Αδελφών Μουσουλμάνων
Ίσως η πιο σημαντική εξέλιξη του τρίτου χρόνου του πραξικοπήματος να ήταν η κατάσταση αδυναμίας, κατακερματισμού και διαιρέσεων στην οποία βρέθηκε η Μουσουλμανική Αδελφότητα και η υποχώρηση της επιρροής της ως η βασική αντιπολίτευση στον Σίσι. Η βίαιη καταστολή που υπέφερε η Αδελφότητα την έχει αποδυναμώσει και κατακερματίσει σε μεγάλο βαθμό, αλλά δεν είναι αυτός ο μοναδικός λόγος για την υποχώρησή της. Οι ίδιες εσωτερικές αντιφάσεις που παρέλυσαν την Αδελφότητα στη διάρκεια της προεδρίας του Μόρσι και την οδήγησαν στο να υποκύψει στην αντιδραστική σαλαφιστική της πτέρυγα και να επιχειρήσει να κατευνάσει τους κρατικούς μηχανισμούς –κυρίως το στρατό και την αστυνομία- έχουν τώρα οξυνθεί πολύ περισσότερο μετά το πραξικόπημα και τα διαδοχικά κύματα καταστολής. Η αποτυχία της στρατηγικής τους να εναντιωθούν στο πραξικόπημα και η ανικανότητά τους να κινητοποιήσουν ένα αποτελεσματικό λαϊκό κίνημα ενάντια στο καθεστώς έχει βαθύνει τις διαιρέσεις μέσα στην οργάνωση, η οποία πρακτικά έχει διασπαστεί σε πολλές διακριτές, αντίπαλες φράξιες που εκδίδουν αντιφατικές μεταξύ τους ανακοινώσεις, όλες στο όνομα της Αδελφότητας.
Επομένως, έχει χάσει την αποτελεσματικότητά του ο υπολογισμός ότι μπορεί να στηρίζεται το καθεστώς στη κινητοποίηση πολιτικών δυνάμεων και μερίδας των λαϊκών μαζών, πάνω στη βάση της αντιμετώπισης του κινδύνου της Αδελφότητας. Η κατασκευασμένη κατηγορία ένταξης στην ή υποστήριξης της Αδελφότητας, που εξαπολύεται ενάντια σε κάθε αντίπαλο του καθεστώτος, έχει σήμερα εκτεθεί ως ένας γελοίος ισχυρισμός τον οποίο δεν πιστεύει κανείς. Μερίδες της αντιπολίτευσης που ήταν ευάλωτες στην τρομοϋστερία και διστακτικές να κινηθούν αντιπολιτευτικά, τώρα αισθάνονται πιο άνετα να μιλήσουν ανοιχτά και να οργανώσουν κινήματα διαμαρτυρίας.
Η νέα άνοδος των εργατικών, συνδικαλιστικών και πολιτικών αγώνων
Όλα τα παραπάνω πρέπει να γίνουν κατανοητά μέσα στο πλαίσιο της ανόδου των κινημάτων διαμαρτυρίας τον περασμένο χρόνο, κάτι που δείχνει μια σημαντική εξέλιξη στην πολιτική σκηνή. Τον Αύγουστο του 2015, χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι διαδήλωσαν έξω από το κτίριο του Συνδικάτου των Δημοσιογράφων ενάντια στο νόμο Δημοσίων Υπηρεσιών. Το Νοέμβρη του 2015, εκατοντάδες πτυχιούχοι διαδήλωσαν ενάντια στις ψευδείς υποσχέσεις για προσλήψεις από το κράτος, και κατόρθωσαν ακόμα και να φτάσουν στην πλατεία Ταχρίρ, προτού διαλυθούν από τις δυνάμεις ασφαλείας. Το Φλεβάρη του 2016, πάνω από 10 χιλιάδες γιατροί συγκεντρώθηκαν έξω από το κτίριο του συνδικάτου τους για να διαδηλώσουν ενάντια στην βίαιη επιθετικότητα της αστυνομίας ενάντια στους συναδέλφους τους που εργάζονταν στο νοσοκομείο της Ματάρια, και τον ίδιο μήνα είδαμε τεράστιο αριθμό κατοίκων της γειτονιάς Νταρμπ Αλ Αχμάρ να διαδηλώνουν έξω από τη διεύθυνση ασφαλείας του Καΐρου για τη δολοφονία ενός οδηγού ταξί από αστυνομικό.
Επιπλέον, οι διαδηλώσεις στις 15 Απρίλη 2016 έδειξαν μια σημαντική ποιοτική στροφή σε σχέση με τις προηγούμενες κινητοποιήσεις, που ήταν μερικές ή κλαδικές στο χαρακτήρα τους, περιορισμένες είτε τοπικά είτε σε έναν επαγγελματικό κλάδο. Αλλά η 15 Απρίλη ήταν πολιτική με όλη την έννοια της λέξης, καθώς η εναντίωση στην παραχώρηση των νησιών συνέδεε την κυριαρχία, τη δημοκρατία και την ελευθερία λόγου. Οργανώθηκε από ένα πλατύ ενιαίο μέτωπο που δεν περιλάμβανε μόνο επαναστατικές δυνάμεις όπως το Κίνημα 6ης Απρίλη, το κόμμα Masr al-Qawiya ή τους Επαναστάτες Σοσιαλιστές, αλλά και αρκετές πολιτικές δυνάμεις που συμμετείχαν στη συμμαχία της 30ης Ιούνη, με πιο αξιοσημείωτες το κόμμα Ντοστούρ, το Αιγυπτιακό Δημοκρατικό Κόμμα και το κόμμα Καραμά. Το καθεστώς δεν κατάφερε να διασπάσει αυτό το μέτωπο με την πρόφαση της συμμετοχής μερίδων της νεολαίας της Αδελφότητας στην κινητοποίηση. Όπως ξεκαθαρίσαμε νωρίτερα, η Αδελφότητα δεν είναι πλέον ένας ισχυρός παίχτης και άρα αυτά τα επιχειρήματα δεν πείθουν πλέον τις νεολαίες των πολιτικών κινημάτων.
Όλοι πλήρωσαν το τίμημα στις 25 Απρίλη, καθώς οι κατασταλτικές δυνάμεις ασφαλείας και το δικαστικό σώμα δεν έκαναν διακρίσεις μεταξύ επαναστατών αντιπάλων του πραξικοπήματος και νέων αντιπάλων που μέχρι πρότινος αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα της φιλοπραξικοπηματικής συμμαχίας της 30 Απρίλη. Η κατασταλτική αντεπίθεση του καθεστώτος λειτούργησε αποτρεπτικά στην ανάπτυξη ενός μεγαλύτερου κινήματος, όταν οι δυνάμεις ασφαλείας εισέβαλαν στο κτίριο του συνδικάτου των δημοσιογράφων για πρώτη φορά στην ιστορία, συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους που διαμαρτύρονταν στο εσωτερικό του. Η επακόλουθη κινητοποίηση των δημοσιογράφων ήταν άλλο ένα βήμα στην ποιοτική στροφή της αντιπολίτευσης στο αιγυπτιακό καθεστώς.
Ωστόσο, οι κινητοποιήσεις των δημοσιογράφων και οι προηγούμενες κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις των δημοσίων υπαλλήλων, των γιατρών και των εργατών έδειξαν κάποιες θεμελιώδεις αδυναμίες των κινητοποιήσεων του περασμένου χρόνου. Η πρώτη είναι οι δισταγμοί και οι διαιρέσεις των συνδικαλιστικών ηγεσιών –είτε στις επαγγελματικές ενώσεις είτε στα ανεξάρτητα εργατικά συνδικάτα- όπως και των ηγετών των λαϊκών κινημάτων στις γειτονιές. Αυτοί οι δισταγμοί και οι διαιρέσεις είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς καθοριστικών παραγόντων.
Ο πρώτος είναι οι προσπάθειες των ηγεσιών να βρουν μια ισορροπία ανάμεσα σε μερίδα της βάσης τους που ακόμα στηρίζει το καθεστώς, ακόμα κι αν αυτή η υποστήριξα αρχίζει να εξανεμίζεται, και μερίδα της βάσης τους που είναι ήδη έτοιμη για μια κλιμάκωση στη σύγκρουση με το καθεστώς, ακόμα κι αν αυτή αφορά μερικά, συγκεκριμένα αιτήματα. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αδυναμία της οργανωμένης πίεσης της βάσης να επιβάλει πιο ριζοσπαστικές και αποτελεσματικές θέσεις στους ηγέτες των συνδικάτων. Αυτό απαιτεί διαρκή οργανωμένη δουλειά από επαναστατικές οργανώσεις μέσα στη βάση των συνδικάτων.
Ο τρίτος παράγοντας είναι το έλλειμμα υποστήριξης, αλληλεγγύης και πίεσης από τις συνδικαλιστικές και λαϊκές ηγεσίες ώστε να προχωρήσει το κίνημα μπροστά. Για παράδειγμα, υπήρξαν κάποιες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης με τους δημοσιογράφους από κάποιους εργάτες και κάποιους πολιτικούς ηγέτες, αλλά ήταν αναποτελεσματικές και δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο που θα μπορούσε να ενώσει όλες τις πλευρές γύρω από συγκεκριμένους στόχους, ενώ τα ανεξάρτητα εργατικά συνδικάτα δεν πήραν κάποια αξιοσημείωτη στάση πάνω σε αυτό το ζήτημα.
Φυσικά, αυτός ο δισταγμός και κατακερματισμός αντανακλάται στις αμφιλεγόμενες και αντιφατικές στάσεις που κρατούν οι πολιτικές δυνάμεις που αυτήν την στιγμή στρέφονται από τις γραμμές της άρχουσας συμμαχίας στις γραμμές της περιορισμένης και «ντροπαλής» πολιτικής αντιπολίτευσης. Αυτό περιορίζει σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος των νικών και ακόμα και το βαθμό της πίεσης ασκείται στο καθεστώς μέχρι τώρα. Αυτό επίσης διευκολύνει το καθεστώς να χρησιμοποιεί την καταστολή και τις συλλήψεις για να εμποδίσει την ανάπτυξη του κινήματος προς το παρόν.
Οργανώνοντας τις γραμμές μας
Αυτό το άρθρο ξεκίνησε με μια έκκληση για μετρημένη αισιοδοξία πάνω στη βάση μιας ανάλυσης των εξελίξεων που είδαμε να ξεδιπλώνονται κατά τον τρίτο χρόνο του πραξικοπήματος της 3ης Ιούλη 2013. Αυτός ο χρόνος εξέθεσε τις ρωγμές στην κορυφή του καθεστώτος και την αποτυχία των οικονομικών του πολιτικών που είχαν ως αποτέλεσμα μια βαθιά κρίση και διαρκή αύξηση στις τιμές και την ανεργία. Είδαμε επίσης μια σημαντική άνοδο στα κινήματα ενάντια στην αστυνομική βία, ενάντια στις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές του καθεστώτος και τέλος αγώνες για δημοκρατία, ελευθερία του λόγου και εθνική κυριαρχία.
Αλλά αυτά τα κινήματα βρίσκονται μόνο στην αρχή και χαρακτηρίζονται από ένα μεγάλο βαθμό διστακτικότητας των ηγεσιών τους και κατακερματισμού της ικανότητάς τους να κινητοποιούν ευρύτερες μάζες. Τον ερχόμενο χρόνο, πρέπει να ενώσουμε τις επαναστατικές γραμμές και να οργανώσουμε την αποτελεσματική συμμετοχή τους στους οικονομικούς, δημοκρατικούς και σχετικούς με την κυριαρχία αγώνες. Χρειάζεται επίσης να χτίσουμε ενιαία μέτωπα που θα περιλαμβάνουν όλους όσους εναντιώνονται στις σημερινές πολιτικές του καθεστώτος, είτε συμμετείχαν είτε όχι στη συμμαχία της 30 Ιούνη. Η κατάσταση κατακερματισμού που είχε επιβάλει το καθεστώς χρησιμοποιώντας τον μπαμπούλα της Αδελφότητας δεν μπορεί πια να δικαιολογηθεί με κανένα τρόπο. Όλοι όσοι αρνούνται τη δικτατορία, τους νόμους έκτακτης ανάγκης, τις πολιτικές συλλήψεις, το τσάκισμα των δημόσιων και προσωπικών ελευθεριών, όλοι όσοι απορρίπτουν τις καπιταλιστικές πολιτικές φτωχοποίησης που επιβάλει ο Αλ Σίσι, οι στρατηγοί του και οι επιχειρηματίες, όλοι όσοι απορρίπτουν την εξάρτηση από την Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ πρέπει να σταθούν ενωμένοι ενάντια στο καθεστώς.
Ας δείξουμε την αλληλεγγύη μας στους εργάτες στα Ναυπηγεία της Αλεξάνδρειας που αντιμετωπίζουν στρατοδικεία απλώς επειδή επιχείρησαν να οργανώσουν μια διαμαρτυρία και να απαιτήσουν τα νόμιμα δικαιώματά τους απέναντι σε μια κυβέρνησης που τους έχει προσφέρει μόνο φτωχοποίηση και καταστολή. Ας δείξουμε την αλληλεγγύη μας στους μαθητές λυκείου που σχεδόν ενστικτωδώς κατευθύνθηκαν προς την Ταχρίρ για να εκφράσουν την οργή τους ενάντια σε ένα αποτυχημένο, διεφθαρμένο, πελατειακό σχολικό σύστημα του οποίου έπεσαν θύματα. Ας μετατρέψουμε αυτούς τους δύο αγώνες με τους οποίους έκλεισε ο τρίτος χρόνος του πραξικοπήματος σε εισαγωγή σε μια νέα χρονιά αγώνων. Ας κάνουμε όλοι μαζί αυτή τη χρονιά την αρχή του τέλους για το καθεστώς του Αμπντέλ Φατάχ Ελ Σίσι.