Σκέψεις για την συλλογή της Κατερίνας Θανοπούλου "Ζώσα Μνήμη" |Τεχνοχώρος Φάμπρικα-Κεραμεικός, 30 Ιουνίου 2021

“...την ζωήν και τον θά­να­τον  δέ­δω­κα προ προ­σώ­που υμών, την ευ­λο­γί­αν και την κα­τά­ραν΄ έκλε­ξαι την ζωήν συ...”[1]

         Τούτη είναι η μέ­γι­στη και έσχα­τη Επι­λο­γή με την οποία κα­τα­λή­γει η βι­βλι­κή Πε­ντά­τευ­χος, η Τορά, καθώς ο προ­φή­της-πρω­τερ­γά­της της Εξό­δου πε­θαί­νει ατε­νί­ζο­ντας από μα­κριά αλλά βλέ­πο­ντας την κα­θα­ρά,  την μελ­λού­με­νη, ονει­ρε­μέ­νη Γη της Υπό­σχε­σης, τον Ου Τόπο, στον οποίο δεν θα φτά­σει ο ίδιος ποτέ. 

         Ο από­η­χος  του τέ­λους γί­νε­ται απαρ­χή, προ­με­τω­πί­δα στην Ζώσα Μνήμη, το νέο ποι­η­τι­κό βι­βλίο της Κα­τε­ρί­νας Θα­νο­πού­λου:

                                                                               Ας επι­λέ­ξου­με

                                                         ζωή εν ζωή ή θά­να­το εν ζωή   

       Η κρί­σι­μη αυτή επι­λο­γή δεν γί­νε­ται τυφλά ή στην τύχη ούτε με ιστο­ρι­κή αμνη­σία. Κα­θό­λου τυ­χαία το θέμα της Μνή­μης διαρ­κώς επα­νέρ­χε­ται στην ποί­η­ση της Κα­τε­ρί­νας Θα­νο­πού­λου, σαν μια πληγή που πα­ρα­μέ­νει ανοι­χτή και κιν­δυ­νεύ­ει να κα­κο­φορ­μί­σει. 

       Γρά­φα­με  σχε­τι­κά με την προη­γού­με­νη συλ­λο­γή της με τον χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πάλι τίτλο Άπνοια  Μνήμη:

Η μνήμη, όμως, κιν­δυ­νεύ­ει διαρ­κώς με αφα­νι­σμό στους Μο­ντέρ­νους Και­ρούς, προ­πα­ντός στην εποχή της αστι­κής πα­ρακ­μής και της πνι­γη­ρής  άπνοιας. Στον τίτλο του ποι­η­τι­κού βι­βλί­ου Άπνοια Μνήμη εγ­γρά­φε­ται μια αντί­φα­ση, μια ενό­τη­τα  ασυμ­βί­βα­στων κι αλ­λη­λο­συ­γκρουό­με­νων αντι­θέ­των. Πώς να θυ­μη­θείς όταν πνί­γε­σαι;[2]

       Στις μέρες μας, η κραυ­γή  I cant breath – “Δεν μπορώ να ανα­σά­νω” , η ύστε­ρη κραυ­γή   του George Floyd καθώς τον έπνι­γε το γό­να­το του αστυ­νο­μι­κού ορ­γά­νου της τάξης τους, έγινε πα­ναν­θρώ­πι­νη. Μια  ύστα­τη  κραυ­γή  που ζητά την Ζωή.

       Η Ζώσα Μνήμη  δεν είναι απλώς μια επι­μέ­ρους μνήμη που κα­τα­φέρ­νει να πα­ρα­μέ­νει ζω­ντα­νή, ένα χνάρι. Είναι μνήμη που ξε­ση­κώ­νε­ται κι αντι­στέ­κε­ται στο κυ­ρί­αρ­χο Zeitgeist, το  αντι­πνευ­μα­τι­κό “πνεύ­μα” των και­ρών , το αντι-πνεύ­μα των Κυ­ριάρ­χων που επι­βά­λει την λήθη. Την λήθη όχι του ενός ή του άλλου με­μο­νω­μέ­νου γε­γο­νό­τος απλώς, που θίγει λίγο ή πολύ  τα συμ­φέ­ρο­ντά τους και το σύ­στη­μα εκ­με­τάλ­λευ­σης. αλλά  την λήθη της ίδιας της Ζωής, που είναι πια ασύμ­βα­τη με πα­ρακ­μα­σμέ­νο σύ­στη­μά τους.  Αυτό δεν είναι και το φο­βε­ρό μή­νυ­μα της  “τέ­λειας κα­ται­γί­δας” που σα­ρώ­νει τον πλα­νή­τη συν­δυά­ζο­ντας μαι άλυτη πα­γκό­σμια κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση, κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή και παν­δη­μία;

         Πάνω από εάν χρόνο τώρα οι εκα­τόμ­βες των νε­κρών  απο­κλεί­ο­νται από τους ίδιους τους οι­κεί­ους τους.  Έτσι κι αλ­λιώς κο­ρυ­φώ­νε­ται μια δια­δι­κα­σία που δια­περ­νά όλη την αστι­κή νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τα: ο θά­να­τος και οι νε­κροί  εξο­βε­λί­ζο­νται από κάθε συ­νά­φεια με την κοι­νω­νι­κή ζωή. Το πέν­θος ολο­έ­να εμπο­δί­ζε­ται, πνί­γε­ται ή και  γί­νε­ται αδύ­να­το, όπως στην παν­δη­μία, γιατί μπο­ρεί να υπάρ­ξει μο­νά­χα σαν συλ­λο­γι­κή τε­λε­τουρ­γία. Το μοι­ρά­ζε­σαι ή δεν συ­ντε­λεί­ται. Και πώς να μην γί­νε­ται αδύ­να­το το πέν­θος όταν ο κοι­νω­νι­κός δε­σμός θρυμ­μα­τί­ζε­ται πια;

        Το τί­μη­μα είναι βα­ρύ­τα­το. Δεν ξε­χνιού­νται μο­νά­χα οι υπάρ­ξεις που πήρε το θά­να­τος αλλά η ίδια η Ζωή. Οι κρα­τού­ντες επέ­λε­ξαν για  μας χωρίς εμάς κι ενά­ντιά μας, τον θά­να­το εν ζωή. Μας απα­γο­ρεύ­ουν την μνήμη για να μας απο­κλεί­σουν όχι μόνο από το πα­ρελ­θόν αλλά από το απει­λη­τι­κό γι’ αυ­τούς  μέλ­λον. Ας θυ­μη­θού­με τα λόγια του Giles Deleuze για την μνήμη: “ Είναι μια λει­τουρ­γία υπό­σχε­σης, εμπλο­κής για το μέλ­λον, μία μνήμη του ίδιου του μέλ­λο­ντος. Το να θυ­μά­σαι μια υπό­σχε­ση που έγινε δεν είναι το να θυ­μά­σαι εκ νέου ότι την έκα­νες σε μια ορι­σμέ­νη στιγ­μή του πα­ρελ­θό­ντος αλλά ότι πρέ­πει να την εκ­πλη­ρώ­σεις σε μια ορι­σμέ­νη στιγ­μή στο μέλ­λον[3]

          Η υπό­σχε­ση είναι η  διεκ­δί­κη­ση κι επι­λο­γή της  ίδιας της Ζωής, στην πλη­ρό­τη­τά της.  Η Ζώσα Μνήμη αυτής της διεκ­δί­κη­σης κι επι­λο­γής για το Μέλ­λον.

          Γιατί   “La vida es bella-Η ζωή είναι ωραία” σύμ­φω­να και με το τίτλο ενός ποι­ή­μα­τος της Κα­τε­ρί­νας Θα­νο­πού­λου που επα­να­φέ­ρει ζω­ντα­νή την μνήμη,  ακρι­βώς, των τε­λευ­ταί­ων λόγων του με­γά­λου εξό­ρι­στου επα­να­στά­τη Λεβ Ντα­βί­ντο­βιτς Τρό­τσκυ που έγρα­φε στην Δια­θή­κη του λίγο πριν δο­λο­φο­νη­θεί από την Γκε­πε­ού:

Η ζωή είναι όμορ­φη. Ας την κα­θα­ρί­σουν οι αυ­ρια­νές γε­νιές από κάθε ασκή­μια, κάθε κα­τα­πί­ε­ση και βία, και ας την χα­ρούν σε όλη την πλη­ρό­τη­τά της.[4]

        Όταν στον “Αιώνα ήταν με­σά­νυ­χτα”, κατά την ανε­πα­νά­λη­πτη ρήση του Victor Serge, μέσα στον ζόφο κο­λοσ­σιαί­ων ηττών του ερ­γα­τι­κού επα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος , υψώ­θη­κε τού­τος ο ύμνος στην διαρ­κή επα­νά­στα­ση της Ζωής.

           Και ιδού ορι­σμέ­νοι καί­ριοι στί­χοι από την La vida es bella της Κα­τε­ρί­νας Θα­νο­πού­λου[5]

Άξαφ­να

μέσα στην ήττα

στη φλόγα του χορού

-γέ­λιο

της πορ­φυ­ρέ­νιας κό­ρης-

οι κάνες υπο­κλί­νο­νται

Φωνή κρυμ­μέ­νη

επι­θυ­μί­ας

δι­στα­κτι­κή πια,

στο όνει­ρο

Ματιά

δα­κρύ­ων λά­μπει

μπρος στους προ­δό­τες

Πόσα δεσμά σκορ­πά

αυτή η πίστη

Αντά­μα με την εξου­σία

λιώ­νουν το μέ­ταλ­λο

Ο ρόλος μας η Γέννα

Η Γέννα μόνη

χωρίς καμία επι­δί­ω­ξη

Κάτι θα ήξερε

γε­λώ­ντας

εκεί­νος με το

κόκ­κι­νο γα­ρύ­φαλ­λο

……….

       Ιδού λοι­πόν που αντα­μώ­νουν τα ου­το­πι­κά συ­ναμ­φό­τε­ρα, ο Τρό­τσκυ με τον Μπε­λο­γιάν­νη κι όλους κι όλες, που θυ­σιά­σα­νε την ζωή τους για την Ζωή της αν­θρω­πό­τη­τας!

            Μπο­ρεί να είναι αβά­στα­χτη η πι­κρία των δια­ψεύ­σε­ων κι ανυ­πό­φο­ρος ο κυ­νι­σμός όσων σπεί­ρα­νε και πο­δο­πά­τη­σαν τις λαϊ­κές προσ­δο­κί­ες. Μα και το πεί­σμα μας αλύ­γι­στο: δεν θα τους πε­ρά­σει, non passaran!

      Όπως λέει και η ποι­ή­τριά μας

Ξέ­ρου­με

Ψά­χνου­με ανα­πά­ντη­τα γιατί

ενώ ξέ­ρου­με

Ό,τι ανέ­χε­σαι συ­να­ντάς

Ό,τι δέ­χε­σαι θα ει­σπρά­ξεις

Ψά­χνου­με πέ­λα­γα ανε­ξε­ρεύ­νη­τα ενώ φο­βό­μα­στε.

3

Ό,τι ονει­ρεύ­ε­σαι το μοι­ρά­ζε­σαι

Ό,τι πι­στεύ­εις το πα­λεύ­εις

Ψά­χνου­με διέ­ξο­δο

ενώ κλει­νό­μα­στε.

Ό,τι επι­λέ­γεις ζεις

Ό,τι είσαι φαί­νε­ται.

Με­τα­ξύ Σκύ­λας και Χά­ρυ­βδης

άλλο πέ­λα­γος δια­λέ­γω

Κίρκη πλα­νεύ­τρα

τους συ­ντρό­φους μου δεν θα πά­ρεις[6]

Κι ακόμα τούτο που σωστά η ποι­ή­τρια το ονο­μά­ζει

Το μεί­ζον

Στους και­ρούς

που οι σει­σμοί ξε­ρι­ζώ­νουν

δεν λες αρκεί

να σκου­πί­σω τα πε­σμέ­να φύλλα

Η αλή­θεια υπάρ­χει

στα γρα­τζου­νι­σμέ­να χέρια

στα μάτια που μπο­ρούν να δουν

όχι την σπι­θα­μή

μα τον κόσμο ολά­κε­ρο[7]

       Όχι, small is NOT beautiful, αν τούτο ση­μαί­νει να αρ­κεί­σαι στο λίγο και στο μί­ζε­ρο, από φόβο μπρο­στά σε ό,τι η σκιά του το δεί­χνει θε­ό­ρα­το. Να έχου­με μάτια να δουν τον κόσμο ολά­κε­ρο, τον γέ­ρι­κο κόσμο που πε­θαί­νει, τον Ερ­χό­με­νο Κόσμο της Γέν­νας, να έχου­με μάτια να δουν το μικρό στο  τάχα με­γά­λο και , μαζί με τον William Blake,  να δούμε το άπει­ρο σε ένα κόκκο άμ­μου- στους μα­χη­τές της πρώ­της γραμ­μής!

       Στην αυγή των Νέων Και­ρών ένα πρω­το­πό­ρος που ση­μά­δε­ψε, μαζί με τον Αβερ­ρόη, τον νου και την καρ­διά του altissimo poeta  Dante Alighieri, ο Ιω­α­κείμ της Κα­λα­βρί­ας ή  Gioachino di Fiore κή­ρυ­ξε την ανα­τρο­πή του κό­σμου τού­του και τον ερ­χο­μό της Βα­σι­λεί­ας του ζω­ο­ποιού Πνεύ­μα­τος. Οι σύ­ντρο­φοί του που με τους πυρ­φό­ρους δαυ­λούς τους εί­χα­νε γίνει ο φόβος και ο τρό­μος των αρ­χό­ντων, κο­σμι­κών και εκ­κλη­σια­στι­κών,  υμνού­σαν την Ζωή και το Πνεύ­μα με τα ακό­λου­θα αθά­να­τα λόγια

Vita vitalis

Dulcis et amabilis

Semper memorabilis

Ζωή ζω­ντα­νή

γλυ­κιά κι αγα­πη­μέ­νη

ποτέ λη­σμο­νη­μέ­νη

Είναι ο ύμνος της Ζωής που τον από­η­χό του ακού­ει κι η Κα­τε­ρί­να Θα­νο­πού­λου

Άξαφ­να

μέσα στη νύχτα

ένα τρα­γού­δι

κόκ­κι­νο σαλ­πά­ρει

στις θά­λασ­σες

της ανά­γκης[8]

Αθήνα 29-30, 2021

 

[1]Δευ­τε­ρο­νό­μιον 30:19

[2]Σ. Μι­χα­ήλ, Ψυ­χό­κο­σμος,   Ομι­λία στην πα­ρου­σί­α­ση του ποι­η­τι­κού βι­βλί­ου Άπνοια Μνήμη της Κα­τε­ρί­νας Θα­νο­πού­λου, Ει­κα­στι­κός Κύ­κλος Sianti,  Αθήνα 9 Απρι­λί­ου 2019. 

1

[3]Gilles Deleuze, Nietzsche et la philosophie, PUF (1962) 1991 σ.154

[4]Λέων Τρό­τσκι, Ημε­ρο­λό­γιο της Εξο­ρί­ας 1935-Δια­θή­κη  1940, Άγρα 2015, σελ. 238

[5]Κα­τε­ρί­να Θα­νο­πού­λου, Ζώσα Μνήμη , Άπαρ­σις 2021 σελ. 31

2

[6]όπ. σελ. 36

[7]όπ.  σελ. 39

4

[8]όπ.  σελ.32

5

Ετικέτες