Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι φλόγες από την πυρκαγιά στην κεντρική Εύβοια δεν έχουν σβήσει ακόμα, φέρνοντας στο νου όλων την τεράστια οικολογική καταστροφή του περσινού καλοκαιριού.
Πριν λίγες μέρες, μια μεγάλη φωτιά στη Βούλα, μόλις λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας, έκαψε χιλιάδες δασικά στρέμματα στον Υμηττό, αλλά και σπίτια. Παρά τις κυβερνητικές μεγαλοστομίες περί «ετοιμότητας» είναι εμφανές ότι βαδίζουμε σε ακόμα ένα καλοκαίρι πυρκαγιών και των δραματικών συνεπειών τους.
Τα ανησυχητικά μηνύματα είχαν φανεί από το χειμώνα, όπου προκλήθηκαν δεκάδες πυρκαγιές σε δάση και δασικές εκτάσεις, αρκετά πάνω από το τυπικό μέσο όρο της εποχής. Παρόλα αυτά η αντιπυρική περίοδος ξεκίνησε την 1η Μάη σαν να μη συμβαίνει τίποτα, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει κανένας σοβαρός σχεδιασμός προστασίας του περιβάλλοντος. Και προστασία σημαίνει πρόληψη. Και πρόληψη σημαίνει προετοιμασία και όχι καταστολή της φωτιάς αφού ξεσπάσει. Σημαίνει ανθρώπους και μέσα, που το χειμώνα κάνουν καθαρισμούς δασών για να μειωθεί η καύσιμη ύλη, ανοίγουν δασικούς δρόμους και δημιουργούν αντιπυρικές ζώνες σε μόνιμη βάση και όχι μέσα στον Ιούλιο (!) και τον Αύγουστο(!!), όπως προβλέπεται σε ορισμένες περιοχές, σύμφωνα με τις επίσημες κυβερνητικές ανακοινώσεις.
Με συχνότητα και ένταση πρωτόγονη για την εποχή, κύματα καύσωνα σαρώνουν την Ευρώπη και ετοιμάζονται να χτυπήσουν την Ελλάδα σε λίγα 24ωρα. Χιλιάδες άνθρωποι άφησαν τα σπίτια τους στην Ισπανία από φωτιές που προκάλεσαν καύσωνες που άρχισαν από τον Μάιο, όταν την ίδια εποχή εμείς είχαμε τα πρώτα 35άρια. Η κλιματική κρίση είναι εδώ, μαζί με τον πολλαπλασιασμό της πιθανότητας εκδήλωσης πυρκαγιών και η μόνη απάντηση της κυβέρνησης είναι το μήνυμα στο 112, για την εκκένωση κατοικημένων περιοχών. Το ίδιο «ανίκανο» κράτος στις φωτιές και τις πλημμύρες, είναι το ίδιο που οργανώνει με διαδικασίες κατεπείγοντος «πράσινες» μπίζνες σε προστατευόμενες δασικές εκτάσεις και την αποστολή όπλων στην Ουκρανία.
Για το περίφημο «επιτελικό κράτος» μια συγκροτημένη πολιτική πρόληψης και ενίσχυσης της δασοπροστασίας, θεωρείται περιττό κόστος. Σε αντίθεση με τις εξωφρενικές πολεμικές δαπάνες και τη διαρκή ενίσχυση των μηχανισμών καταστολής με προσωπικό και εξοπλισμό. Παρά την εκθετική αύξηση των πυρκαγιών εξακολουθούν να υπάρχουν 4.000 κενές οργανικές θέσεις μονίμων στην Πυροσβεστική, με «γερασμένα» οχήματα και με ανεπαρκή πτητικά μέσα πυρόσβεσης.
Τα κυβερνητικά επιτελεία ομολογούν ότι, μέσα στη γενικότερη ρευστότητα της περιόδου (ακρίβεια, ενεργειακή κρίση, ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός, 6ο κύμα πανδημίας κλπ.) οι πολιτικές εξελίξεις θα κριθούν και από τις επιδώσεις της κυβέρνησης στο πεδίο της αντιπυρικής προστασίας. Όταν οι «προστάτες» των δασών γίνονται εμπρηστές με την πολιτική τους, το συγκεκριμένο κυβερνητικό στοίχημα -δυστυχώς για τη φύση και τις ζωές μας- έχει χαθεί εξ αρχής.