Με τη νίκη του, ο λαός της εργασίας έσπρωξε την Ιστορία ένα βήμα πιο πέρα από εκεί που μπορεί να την πάει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης. Από την πρώτη ημέρα, προσπάθησαν να χωρέσουν τη μεγάλη ταξική νίκη του κόσμου της εργασίας στον ζουρλομανδύα της εθνικο-λαϊκής ιδεολογίας για να υλοποιήσουν την πολιτική τους αυταπάτη για «εθνική σωτηρία».

Στη διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος έγινε κάτι πολύ σπάνιο: είδαμε το άρχον συγκρότημα να αναδύεται από τον ωκεανό της σύγχυσης και της θολούρας που συνήθως το καλύπτει, είδαμε τις κοινωνικές του τάξεις, τις μερίδες τάξεων, τις ομάδες και τα λόμπι που το συγκροτούν, από τον κυνικό ΣΕΒ, τα στελέχη των μεγάλων εταιρειών και τους άπληστους εμποράκους, τη νεολαία των start-up και του lifestyle, έως τις μικροαστές κατσαρόλες και τους kapo της εργασιακής ιεραρχίας, τους επαγγελματίες της ιδεολογίας του κέρδους και της ισχύος, και όλους τους παρόμοιους, να παλεύουν σαν ένας άνθρωπος, όχι μόνο για το βραχυπρόθεσμο, αλλά και για το μακροπρόθεσμο ταξικό συμφέρον τους, που είναι η διατήρηση και η εμπέδωση του καθεστώτος συσσώρευσης κεφαλαίου που επιβλήθηκε και ρίζωσε στη διάρκεια της μνημονιακής πενταετίας και είναι έτοιμο τώρα να λειτουργήσει - σαν μια καινούργια κρεατομηχανή που δεν έχει όμως ακόμη τροφοδοσία.

Στο δημοψήφισμα, ο κόσμος του ΝΑΙ ήταν ο κοινωνικός συνασπισμός εξουσίας που έγινε ξαφνικά ορατός στο γυμνό μάτι, χωρίς τις μάσκες του «έθνους», της «Ελλάδας», των «Ελλήνων» και του «ελληνικού λαού». Ένας ολόκληρος λαός, ο δικός μας λαός, το συγκρότημα των υποτελών κοινωνικών τάξεων, οι άνεργοι, οι μισθωτοί του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, η νεολαία, είδαν διά γυμνού οφθαλμού τον εχθρικό λαό, το άρχον κοινωνικό συγκρότημα, ενωμένο από το ταξικό τους μίσος και το ιδεολογικό τσιμέντο της ιδιοκτησίας, του κεφαλαίου και της απληστίας, να αγωνίζεται σαν ένας και μοναδικός άνθρωπος, σαν ένα και μοναδικό πρόσωπο.

Ο «λαός του κεφαλαίου»

Αυτός ο λαός δεν είναι μια μικρή μειοψηφία, όπως θα ήθελε η εθνικο-λαϊκή Αριστερά. Είναι ένα σημαντικό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας, που αν σκαλίσουμε τις σχετικές στατιστικές θα βρούμε ότι είναι κάτι μεταξύ του 1/4 και του 1/3 της ελληνικής κοινωνίας, ανάλογα με τις ταξικές μετακινήσεις που επιβάλλει η μία ή η άλλη ιστορική συγκυρία. Πρόκειται για εκείνο το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που δεν συγκεντρώνει μόνον όσους ανήκουν οργανικά στην αστική τάξη, όπως οι ίδιοι οι καπιταλιστές, τα στελέχη των μεγάλων επιχειρήσεων, οι εμποράκοι και ένα μέρος της τρίτης ηλικίας που κρατάει στα χέρια της τα μεγάλα ή μικρά περιουσιακά στοιχεία της μιας ή της άλλης οικογένειας, αλλά και μερίδες της μικροαστικής τάξης που η τάξη των καπιταλιστών τις κρατάει κάτω από την ομπρέλα της ανανεώνοντας κάθε τόσο τις ταξικές συμμαχίες μαζί τους. Συγκεντρώνει ακόμη, αυτός ο λαός του κεφαλαίου, και μερίδες των υποτελών κοινωνικών τάξεων με ιστορικούς δεσμούς αίματος που φτάνουν πίσω στη χούντα και στον εμφύλιο, αλλά και με οικονομικούς δεσμούς παραχώρησης υπολειμμάτων του οικονομικού πλεονάσματος, δηλαδή της υπεραξίας.

Αυτός ο ταξικός γαλαξίας του κοινωνικού μπλοκ εξουσίας επιβεβαίωσε τη συνοχή του στη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου: Είναι ένας ολόκληρος κόσμος που δεν ζημιώθηκε στη διάρκεια της κρίσης ή ζημιώθηκε λίγο ή το αρχικό επίπεδο διαβίωσης που είχε ήταν τόσο υψηλό ώστε οι ζημιές δεν έθιξαν ουσιωδώς τη ζωή του. Αυτό επιτεύχθηκε χάρη στη θεαματική άνοδο του μέσου περιθωρίου κέρδους, δηλαδή του βαθμού εκμετάλλευσης της εργασίας, στη δραματική αναδιανομή εισοδήματος από την εργασία στην ιδιοκτησία: κέρδος, τόκοι, πρόσοδοι και μπαχτσίσι, παραχώρηση ενός μεριδίου των κερδών στα στελέχη και τα παρόμοια. Η μνημονιακή περίοδος ανασυγκρότησε και προσέδωσε νέα συνοχή στο δικό της λαό, στους οπαδούς της, στο πλήθος της Δεξιάς (με την ευρύτερη έννοια νδ+πασοκ+ποτάμι) μέσα από τα κανάλια της διανομής του οικονομικού πλεονάσματος που παράγει η εργασία των άλλων, η φτώχεια των άλλων, η ανεργία των άλλων, που χωρίς αυτήν δεν μειώνονται οι μισθοί για να αυξηθούν τα κέρδη, οι τόκοι και οι πρόσοδοι.

Το «βροντερό ΟΧΙ» του «λαού της εργασίας»

Στη διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος, ήρθε στην επιφάνεια το βασικό δεδομένο της ιστορικής περιόδου που άνοιξε με την κρίση, δηλαδή ότι διεξάγεται στα βουβά ένας αδυσώπητος κοινωνικός πόλεμος ανάμεσα στις συντεταγμένες, συνειδητές και επιθετικές δυνάμεις της ιδιοκτησίας, του κεφαλαίου, του γυμνού χρήματος, και σε όσους ζουν ή προσπαθούν να ζήσουν από την εργασία τους. Στη διάρκεια της εβδομάδας του δημοψηφίσματος, ο λαός της μισθωτής εργασίας, της ανεργίας και της επισφάλειας, των καταπιεσμένων και των χωρίς φωνή και πρόσωπο, είδε με τα ίδια του τα μάτια, κατάλαβε, συνειδητοποίησε την ύπαρξή του παρατηρώντας το άρχον συγκρότημα στον τρομοκρατικό χορό του, το λαό της ιδιοκτησίας και του κεφαλαίου να επιδεικνύει την απληστία και την ασχήμια του ως φόβητρο. Μάλιστα αυτή η επίδειξη ήταν τόσο ορατή και τόσο εχθρική, που συσπείρωσε μέσα σε μερικά εικοσιτετράωρα το λαό της εργασίας σε μια θεαματική πλειοψηφία. Το δε θέαμά της φόβισε πολλούς στη Δεξιά αλλά και στην Αριστερά, επειδή διείδαν ότι αυτό που πράγματι υπάρχει, ο κοινωνικός διχασμός, μπορεί να μετατραπεί ταχύτατα σε πολιτικό διχασμό.

Το δημοψήφισμα δεν ήταν λοιπόν απλώς ταξικό, ήταν η πολιτική σύγκρουση δύο κόσμων, του λαού της ιδιοκτησίας και το λαού της εργασίας, του κοινωνικού μπλοκ εξουσίας του κεφαλαίου και ενός κοινωνικού συνασπισμού των υποτελών κοινωνικών τάξεων που εμφανίζεται για πρώτη φορά μετά τον εμφύλιο ως ένα δυνητικά νέο κοινωνικό μπλοκ εξουσίας εχθρικό προς το κεφάλαιο.

Η πολιτική αυταπάτη της «εθνικής σωτηρίας»

Με τη νίκη του, ο λαός της εργασίας έσπρωξε την Ιστορία ένα βήμα πιο πέρα από εκεί που μπορεί να την πάει η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης. Από την πρώτη ημέρα, προσπάθησαν να χωρέσουν τη μεγάλη ταξική νίκη του κόσμου της εργασίας στον ζουρλομανδύα της εθνικο-λαϊκής ιδεολογίας για να υλοποιήσουν την πολιτική τους αυταπάτη για «εθνική σωτηρία».

Ο «ελληνικός λαός» όμως δεν υπάρχει. Υπάρχει από τη μια ο λαός της ιδιοκτησίας, του κεφαλαίου, της ιδιοτέλειας και της απληστίας, και από την άλλη ο λαός της εργασίας και των καταπιεσμένων, της αλληλεγγύης με τους ασθενέστερους και της γενναιοδωρίας. Χάρη στο δημοψήφισμα, τη διαίρεση αυτή την είδαμε να βγαίνει από το σκοτεινό παρασκήνιο και να χορεύει στην κεντρική πολιτική σκηνή - και αυτή είναι η σημαντικότερη κληρονομιά που μας άφησε η εβδομάδα του δημοψηφίσματος. Η ταξική συνείδηση των υποτελών κοινωνικών τάξεων έχει ανέβει τώρα ένα σκαλοπάτι πιο ψηλά από την ταξική συνείδηση της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής της. Το δημοψήφισμα συνένωσε τις υποτελείς κοινωνικές τάξεις σε ένα πρόπλασμα κοινωνικού μπλοκ εξουσίας της εργασίας που είναι αόρατο, αυτή τη φορά, για τους ηγετικούς κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ.