Σχόλιο rproject: μετά την αρχική προσπάθεια της καπήλευσης από ΜΜΕ αλλά και την μετέπειτα καταστολή από ΕΛΑΣ και Frontex του κινήματος αλληλεγγύης στη Λέσβο, αναδημοσιεύουμε την προσωπική μαρτυρία μιας εθελόντριας που περιγράφει την πραγματική κατάσταση στο νησί.

Φτάνοντας με το πλοίο στη Λέσβο, και βλέποντας τις ακτές ντυμένες πορτοκαλί, καταλαβαίνεις πως δεν είναι ένα νησί σαν όλα τα άλλα. Ο ένας παππούς οικονομικός μετανάστης στην Γερμανία το ’60, ο άλλος με μια βάρκα από την Κωνσταντινούπολη το ’22. Με τέτοια παρακαταθήκη, δε θα μπορούσα να μην βρεθώ εκεί.

Στο λιμάνι, σκηνές, όχι πολλές. Όταν το λεωφορείο σταμάτησε, κατέβηκα στη Μόρια. Ένα όμορφο χωριουδάκι με δύο καφενεία και δυο μπακάλικα. Έβγαλα τη φωτογραφική μου μηχανή και περιπλανήθηκα.

Μιλώντας με τους κατοίκους, δεν υπήρχε  ούτε μία δυσαρέσκεια απέναντι στους πρόσφυγες. Χαρακτηριστικά, μια γιαγιά μου είπε, «είμαι φτωχή, και δεν μπορώ να τους βοηθήσω, το μόνο που μπορώ να προσφέρω, είναι η καλή μου κουβέντα γι’ αυτούς τους ανθρώπους».

Πρώτη και τελευταία φορά

Το στρατόπεδο καταγραφής στη Μόρια, αχανές. Τα πυκνά συρματοπλέγματα, περισσότερο φόβο σου προκαλούν παρά ασφάλεια. Η αίσθηση ανεπαρκούς συνεργασίας μεταξύ των φορέων διάχυτη, όπως και η απουσία της κοινοτικής μέριμνας. Πλην των σωμάτων ασφαλείας φυσικά.

Οι περισσότεροι άνθρωποι, οικογένειες, παιδιά και ηλικιωμένοι, με ένα sleeping bag ή μια κουβέρτα στα χέρια, ψάχνουν μισό τετραγωνικό να ξαπλώσουν και να καταλύσουν για 2-3 ημέρες. Μέχρι να καταγραφούν και να συνεχίσουν το ταξίδι τους.

Πρώτη και τελευταία φορά που έρχομαι σε επαφή και σε συνεργασία με ΜΚΟ, τουλάχιστον μεγάλη. Απογοητευτική η αίσθηση όταν θες να βοηθήσεις.

Πλάτανος- Σκάλα Συκαμνιάς


Στην παραλία της Σκάλας Συκαμνιάς, στον Πλάτανο, από τον Σεπτέμβρη υπάρχει μια αυτοδιαχειριζόμενη δομή, ικανή να προσφέρει την σημαντικότερη φροντίδα. Στεγνά ρούχα, ζεστό τσάι, σνακ και πολλές φορές, ζεστό μαγειρεμένο φαγητό, στην πρώτη γραμμή.

Με αυτοθυσία, όλοι οι άνθρωποι εκεί προσπαθούν καθημερινά να διασώσουν, βγάζοντας τους ανθρώπους από τις βάρκες. Τα μωρά παιδιά βρεγμένα (να τρέμουν σαν τα ψαράκια…), και η ζεστασιά να φαντάζει πολυτέλεια εκείνη τη στιγμή.

Με βροχές, με κρύα, με φουρτούνες και χιόνια, οι άγρυπνοι μαχητές του καλού του Πλατάνου, είναι εκεί και περιμένουν τις λάμψεις, που αρχικά λες «μπα, δεν είναι», και στην συνέχεια αυτή η λάμψη μεταμορφώνεται σε βάρκα με πολλά πορτοκαλί και μαύρα σωσίβια, φορεμένα από φοβισμένους ανθρώπους.

Δεν το χωράει ο νους

Ποτέ δεν πίστευα πως το να βοηθάς τους ανθρώπους γύρω σου,-πόσο μάλλον εκείνους που χρειάζονται βοήθεια- σήμερα θα διωκόταν ποινικά.

Πως το να βγάλεις ένα μωρό από τη θάλασσα, το οποίο κοντεύει να πνιγεί, μπορεί να αποτελέσει αιτία τιμωρίας.

Σήμερα στην ανθρωπιά, αντιπαρατίθεται η «παράνομη διευκόλυνση εισόδου στη χώρα». Η αλληλεγγύη διώκεται από την «οπλοκατοχή και ναρκωτικά, και άλλες κατηγορίες». Την πρόνοια υποκαθιστά η καταστολή και την φροντίδα η απώθηση.

Η Frontex γίνεται το κράτος.

Δεν θέλουν οι άνθρωποι να νοιάζεται ο ένας για τον άλλον. Θέλουνε να βγάλουμε από το λεξικό μας τις λέξεις αλληλεγγύη και ανθρωπιά. Γιατί έτσι μπαίνουμε εμπόδιο στα βρώμικα παιχνίδια τους. Και χωρίς τους ανθρώπους έτσι ακριβώς όπως τους θέλουν, χαλάει η σούπα τους.

Αν είναι να τιμωρηθώ γι’ αυτό, ας είναι…



Ετικέτες