Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν έγραφε, σε μια ζοφερή περίοδο της ευρωπαϊκής ιστορίας, ραγδαίας ανόδου του ναζισμού και πορείας προς τον παγκόσμιο πόλεμο: «Ακόμα κι οι νεκροί μας δεν θα είναι ασφαλείς από τον εχθρό, αν αυτός νικήσει. Κι ο εχθρός αυτός δεν έχει πάψει να νικάει».

Πολύ μαύρη πρόγνωση, θα έλεγε κανείς. Ορθή, όμως, καθόλα.

Κατά τη γνώμη μου, η εποχή μας έχει αναλογίες με αυτήν στην οποία έζησε και πέθανε ο Μπένγιαμιν. Ζούμε σε μια συνθήκη διαρκών και διαπλεκόμενων οικονομικών, επισιτιστικών, ενεργειακών, ιμπεριαλιστικών κρίσεων -και με πυρηνικές ακόμη απειλές.Σε συνδυασμό με την, ίσως κι αναντίστρεπτη, κλιματική καταστροφή, ο αντικαπιταλιστικός αγώνας αποκτάει τον χαρακτήρα του επείγοντος.

Η αναμονή δεν αποτελεί επιλογή. Είναι δεδομένο πως η μαζική δράση, που εμπλέκει πλειοψηφικά τους ανθρώπους στην υπεράσπιση της ζωής τους, πρώτα απ’ όλα, είναι μονόδρομος.

Ο εχθρός δεν έχει πάψει να νικάει. Η επίθεσή του ενάντια στην εργατική τάξη είναι μανιακή, πραγματικά. Δεν ενδιαφέρεται ούτε καν για την αναπαραγωγή όσων, με την εκμετάλλευσή τους, του εξασφαλίζουν τη δική του μακροημέρευση. Είναι σαν το κεφάλαιο να βρίσκει τα όρια του στην ίδια του τη φύση.

Γι’ αυτό και επιτίθεται, γι’ άλλη μια φορά, με ασύλληπτη μανία.

Η εργατική τάξη βρίσκεται σε μια κατάσταση απεγνωσμένης άμυνας. Η συνένωση του μεγαλύτερου αριθμού δυνάμεων είναι αναγκαιότητα, ώστε η αντίστασή της να είναι στοιχειωδώς βιώσιμη, να προστατεύσει, έστω, όσες από τις κατακτήσεις της έχουν ακόμη διασωθεί -κι έτσι, με τις αμυντικές, κατ’ αρχήν, νίκες της να οργανώσει την αντεπίθεσή της.

Να το ξαναπώ: η ιστορική φάση, που διανύουμε, είναι μια φάση απεγνωσμένης, στην αίσθηση των κατώτερων τάξεων, άμυνας. Η άρση, σε πρώτο χρόνο, αυτής της απόγνωσης, απαιτεί τη μεγαλύτερη συσπείρωση δυνάμεων. Που σημαίνει, αναγκαστικά σχεδόν, πως το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς θα πρέπει να αναλάβει την διαμόρφωση του αναγκαίου Ενιαίου Μετώπου για την απόκρουση του ταξικού εχθρού.

Ποιο είναι το εύρος αυτού του μετώπου; Κατά τη γνώμη μου το μεγαλύτερο δυνατό. Στα καθημάς, ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ θα χωρούσε, αν δεν είχε ήδη κάνει την επιλογή της ραγδαίας δεξιάς μετατόπισης και της μετατροπής του σε κόμμα συστημικής εναλλαγής. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως μιλάει διαρκώς για τις ευθύνες και τα καθήκοντα του «πολιτικού συστήματος», μέρος του οποίου αισθάνεται και ο ίδιος. Η εκλογική του βάση, δεν υπάρχει αμφιβολία, πως τον διακρίνει από τη Δεξιά -η ηγεσία του, ωστόσο, δεν έχει ως προτεραιότητα την ικανοποίηση των δικών της αναγκών. Που σημαίνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πολιτεύεται ούτε καν ως ρεφορμιστικό κόμμα.

Σε διαφορετική περίπτωση, ξαναλέω, πως θα χωρούσε κι αυτός. Μην ξεχνάμε πως, στο μεσοπόλεμο, η απεύθυνση της Τρίτης Διεθνούς αφορούσε και τη σοσιαλδημοκρατία, αυτήν που λίγο πριν είχε δολοφονήσει τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ.

Είναι, λοιπόν, παράδοξο πως απορρίπτεται μια πολιτική επιλογή συστράτευσης της σύνολης Αριστεράς, εν όψει των επερχόμενων εκλογών.  

Η γνώμη μου είναι πως, από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τη ΔΕΑ και την Αναμέτρηση έως τη ΛΑΕ και το ΜΕΡΑ25, και το σύνολο σχεδόν της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα μέτωπο αμυντικής διάταξης, που σίγουρα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες αποτελεσματικής αντίστασης στον κανιβαλικό καπιταλισμό της εποχής. Με όλες τις θεμελιώδεις διαφορές, βρίσκω πως γίνεται.

Σημαίνει αυτό άρση της αναγκαίας αυτονομίας ή, κάποιου είδους, ιδεολογική προσχώρηση; Δεν είναι καθόλου αναγκαίο. Το αντίθετο ισχύει -η ποικιλία των αποχρώσεων μπορεί να αποβεί συμπεριληπτική, πλούτος κι όχι εμπόδιο στην ενιαία δράση.

Τα τέσσερα χρόνια της θατσερικής -και ακροδεξιάς- νεοδημοκρατικής διακυβέρνησηςέγιναν πράγματα στο δρόμο. Απότους σπουδαίους εργατικούς αγώνες στην e-food, τηνCoscoκαι τη Μαλαματίνα,  το σπάσιμο της απαγόρευσης στις διαδηλώσεις του Πολυτεχνείου, την καταδίκη των ναζιστών, την φοιτητική αντίσταση στις αυταρχικές «μεταρρυθμίσεις», τους αγώνες των εκπαιδευτικών και των καλλιτεχνών, το κίνημα του me-too. Από την αλληλεγγύη στη διάρκεια της πανδημίας και την απόδειξη, από το δημόσιο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, πως οι εργαζόμενοι και μόνοι αυτοί μπορούν να σώσουν τους ανθρώπους, ενάντια, μάλιστα, στους άθλιους κυβερνώντες, που κάνουν ό,τι μπορούν, για να απαξιώσουν ο,τιδήποτε δημόσιο και προστατευτικό για τις λαϊκές τάξεις.

Σπουδαίες στιγμές του κινήματος, που δεν κατάφεραν, ωστόσο, να ρίξουν την κυβέρνηση. Η θατσερική Δεξιά, όμως, πρέπει, επί ποινή επιβίωσης να πέσει ή, τουλάχιστον, σε πρώτη φάση, να αποδυναμωθεί.

Μια ενιαία εκλογική κάθοδος της Αριστεράς θα βοηθούσε, σ’ ένα βαθμό, σ’ αυτό. Και θα έφτιαχνε, ίσως, όρους για αποτελεσματικότερη παρουσία της και στο δρόμο.

Αυτοδιοικητικές κινήσεις, όπως η Πόλη -Ανάποδα στην Θεσσαλονίκη, στην οποία συμμετέχουν δώδεκα διαφορετικές οργανώσεις της Αριστεράς, δείχνουν πως οι εκλογές μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά.

Έρχομαι, όμως, στην κύρια αντίρρηση κάποιων, που στρατεύονται στην αντικαπιταλιστική Αριστερά. Μα και το ΜΕΡΑ25;

Ξεκαθαρίζω, εξαρχής, πως η ιδεολογική μου απόσταση από το ΜΕΡΑ25 είναι μεγάλη. Από τον προφανή κεϊνσιανισμό του μέχρι την ανάλυσή του περί ύπαρξης κοινών συμφερόντων της εργατικής τάξης ακόμη και με εργοδοτικά στρώματα, εξαιτίας της μνημονιακής επιβολής, που βλάπτει καθολικά, σχεδόν, την ελληνική κοινωνία, πλην της «ολιγαρχίας», οι αντιρρήσεις μου είναι ασυμβίβαστες.

Η άποψή μου είναι πως το μνημονιακό καθεστώς είναι, κατά βάση, μια εργοδοτική δικτατορία.

Παρ’ όλα αυτά, ναι, και το ΜΕΡΑ25.

Επ’ αυτού, θα μπορούσα να απαντήσω με απλή προσφυγή σε όσα είπα προηγουμένως για το Ενιαίο Μέτωπο. Νομίζω, όμως, πως υπάρχουν κι άλλα που μπορούν να εξηγήσουν γιατί χωράει και το ΜΕΡΑ25 σε μια τέτοια, αναγκαία, εκλογική πάντα, προσπάθεια.

Ήταν, επί τέσσερα χρόνια, η μοναδική κοινοβουλευτική δύναμη, που υπερασπίστηκε, με συνέπεια και επιμονή, το «Όχι» του 2015.

Ήταν, επί τέσσερα χρόνια, η μόνη κοινοβουλευτική δύναμη, που αναδείκνυε τη συνέχιση του μνημονιακού καθεστώτος στη «μεταμνημονιακή» εποχή και την απόλυτη ανάγκη ρήξης με αυτό.

Συγκρούεται με τον κυρίαρχο εθνικισμό, από τα ελληνοτουρκικά μέχρι το προσφυγικό.

Είναι η μόνη κοινοβουλευτική δύναμη, που συγκρούστηκε με τον εξορυκτικό μεγαλοϊδεατισμό. Δεν επέλεξε ποτέ μεταξύ «κακού» και «καλού» ιμπεριαλιστή. Είναι συνεπής αντινατοϊκή δύναμη.

Πολιτεύεται ενωτικά και, σε όλη τη διάρκεια της τετραετίας διευρύνεται, ως πολιτικός οργανισμός, προς τα αριστερά.

Η εύλογη παρουσία του σε μια ενωτική προσπάθεια σαν αυτή που περιέγραψα παραπάνω, λοιπόν, κάνει εφικτές μια σειρά από πολύ σημαντικές επιδιώξεις.

Την μείωση της πιθανότητας για αυτοδυναμία της ΝΔ.

Την αποτροπή μια Βουλής, όπου τον τόνο θα δίνουν η Δεξιά και η ποικίλη ακροδεξιά, όπως στην Ιταλία.

Την ύπαρξη μια εκφώνησης, που, χωρίς αυτήν την παρουσία, δεν πρόκειται να εκπροσωπηθεί ούτε από το ΚΚΕ, ούτε, πολύ περισσότερο, από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν είναι και λίγα!