Ο λαός που θα ψηφίσει ΟΧΙ στις 5 του Ιούλη δεν θα στηρίξει έτσι ούτε το κείμενο των 47 σελίδων ούτε τα μέτρα των 8 δισ. Θα στηρίξει την απόσειση από τις πλάτες του των επαχθών μνημονίων όλων των αποχρώσεων, θα στηρίξει πάνω από όλα την αποκατάσταση της λαϊκής κυριαρχίας του απέναντι στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών και κάθε ξένο δυνάστη. Και η πόλωση δεν θα είναι «πολιτική» (τι προτιμάει ο καθένας ιδεολογικά) ή «εθνική» (ποια πορεία για την χώρα επιλέγει ο καθένας) όπως συνήθως λέγεται: θα είναι πρωτίστως κοινωνική, ταξική (ανάμεσα σε εκείνους που «έχουν» και μπορούν να προσβλέπουν σε κάποιο μέλλον ακόμα και με πρόγραμμα μισού αιώνα λιτότητας και σε εκείνους που πια δεν έχουν κάτι να τραβήξουν από τα ΑΤΜ).

Ας εί­μα­στε ει­λι­κρι­νείς: μετά και τις πρό­σφα­τες πο­λι­τι­κές εξε­λί­ξεις με το ναυά­γιο των δια­πραγ­μα­τεύ­σε­ων και τη με­τα­με­σο­νύ­κτια προ­κή­ρυ­ξη του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος από τον πρω­θυ­πουρ­γό, το θολό τοπίο των προη­γού­με­νων ημε­ρών ξε­κα­θά­ρι­σε και σε με­γά­λο βαθμό δια­φά­νη­καν οι βα­σι­κές συ­ντε­ταγ­μέ­νες των ημε­ρών.

  • Είναι προ­φα­νές λοι­πόν πια πως η κυ­βέρ­νη­ση δέ­χτη­κε κατ’ επα­νά­λη­ψη ένα νέο μνη­μό­νιο1 και ύστε­ρα από αυτό ένα χει­ρό­τε­ρο και μετά ένα ακόμα χει­ρό­τε­ρο, υπα­να­χω­ρώ­ντας κατ’ επα­νά­λη­ψη και άρδην από τα προ­ε­κλο­γι­κώς υπε­σχη­μέ­να. Παρ’ όλα αυτά όμως η δια­πραγ­μά­τευ­ση ανα­τι­νά­χτη­κε από τους δα­νει­στές και παρά την υπο­χω­ρη­τι­κό­τη­τα της ελ­λη­νι­κής πλευ­ράς.

  • Είναι ακόμα προ­φα­νές πως δα­νει­στές/θε­σμοί/τρόι­κα δεν εν­δια­φέ­ρο­νταν τε­λι­κά για τις ακρι­βείς χρη­μα­το­οι­κο­νο­μι­κές ρυθ­μί­σεις της όποιας νέας δα­νεια­κής συμ­φω­νί­ας. Εκεί­νο που ζη­τή­θη­κε από τα κόμ­μα­τα της κυ­βέρ­νη­σης ήταν η πο­λι­τι­κή τα­πεί­νω­ση: να δια­κη­ρύ­ξουν δη­λα­δή ότι ήταν πε­πλα­νη­μέ­να την πε­ντα­ε­τία που αντι­στέ­κο­νταν στα μνη­μό­νια, δη­λώ­νο­ντας ταυ­τό­χρο­να πίστη και υπο­τα­γή στη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη ατζέ­ντα της νέας ευ­ρω­παϊ­κής επο­χής. Γι’ αυτό άλ­λω­στε και τα ση­μεία τρι­βής ήταν πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο «θε­σμι­κά» από όσο «οι­κο­νο­μι­κά»: η μεί­ω­ση της γε­νι­κής άμε­σης φο­ρο­λο­γί­ας, οι ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις, η εκ­ποί­η­ση των στρα­τη­γι­κών το­μέ­ων της οι­κο­νο­μί­ας όπως η ενέρ­γεια και η ναυ­τι­λία, η απο­ρύθ­μι­ση πε­ραι­τέ­ρω της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας, η εξά­λει­ψη των ελά­χι­στων εγ­γυ­ή­σε­ων κοι­νω­νι­κής προ­στα­σί­ας όπως το ΕΚΑΣ και οι συ­ντά­ξεις, ο διε­θνής προ­σα­να­το­λι­σμός της χώρας.2

  • Είναι επί­σης προ­φα­νές πως, δε­δο­μέ­νων τού­των, οποια­δή­πο­τε και να είναι η κρι­τι­κή που ασκεί οποια­δή­πο­τε τμήμα της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς στην πα­ρού­σα δια­κυ­βέρ­νη­ση, οτι­δή­πο­τε κι αν με­σο­λα­βή­σει τις επό­με­νες ημέ­ρες, αλλά τε­λι­κά και με οποια­δή­πο­τε μορφή κι αν έρθει στο λαό το ερώ­τη­μα του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, μια μόνο στάση υπάρ­χει για κάθε αρι­στε­ρό και αρι­στε­ρή: εκεί­νη της συ­στρά­τευ­σης και της ενερ­γής προ­πα­γάν­δι­σης του ΟΧΙ.Οποια­δή­πο­τε άλλη στάση απο­τε­λεί θλι­βε­ρή και μι­κρό­ψυ­χη υπεκ­φυ­γή των ιστο­ρι­κών ευ­θυ­νών της πε­ριό­δου και επι­κίν­δυ­νο για το λαό και τον τόπο τυ­χο­διω­κτι­σμό. Τα ιστο­ρι­κά δι­λήμ­μα­τα, οι δυ­να­τό­τη­τες και οι ευ­και­ρί­ες για τους λαούς δεν ανα­δύ­θη­καν ποτέ όπως μπο­ρεί να τα δια­βά­σει κα­νείς στα ιστο­ρι­κά βι­βλία3 αλλά σε συ­γκε­κρι­μέ­νες στιγ­μές που τί­πο­τα δεν εμ­φα­νί­ζε­ται με την «κα­θα­ρό­τη­τα» της θε­ω­ρί­ας και η έκ­βα­ση των πραγ­μά­των κρί­νει κα­θο­ρι­στι­κά το πε­πρω­μέ­νο μιας κοι­νω­νί­ας. Και η χώρα βρί­σκε­ται σε ένα τέ­τοιο σταυ­ρο­δρό­μι επι­λο­γών όπου δεν υπάρ­χει πε­ρι­θώ­ριο για κα­νέ­ναν να «σφυ­ρί­ζει κλέ­φτι­κα». Να το πούμε απλά: σύ­ντρο­φοι όλων των απο­χρώ­σε­ων, στις 5 Ιου­λί­ου δεν υπάρ­χει θέση να ψη­φί­σει κα­νείς «παρών», υπάρ­χει μόνο η ανά­γκη να δώ­σου­με όλοι το «παρών» μας πριν, κατά και μετά το δη­μο­ψή­φι­σμα υπέρ του ΟΧΙ.

  • Είναι όμως άλλο τόσο προ­φα­νές πως το όποιο πο­σο­στό του ΟΧΙ δεν θα απο­τε­λεί για την κυ­βέρ­νη­ση λευκή επι­τα­γή ούτε πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο θα ανα­πα­ρι­στά το μέρος της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας που στη­ρί­ζει τις μέχρι τώρα προ­τά­σεις της ελ­λη­νι­κής πλευ­ράς στην τρα­γε­λα­φι­κή δια­πραγ­μά­τευ­ση.4 Ο λαός που θα ψη­φί­σει ΟΧΙ στις 5 του Ιούλη δεν θα στη­ρί­ξει έτσι ούτε το κεί­με­νο των 47 σε­λί­δων ούτε τα μέτρα των 8 δισ. Θα στη­ρί­ξει την από­σει­ση από τις πλά­τες του των επα­χθών μνη­μο­νί­ων όλων των απο­χρώ­σε­ων, θα στη­ρί­ξει πάνω από όλα την απο­κα­τά­στα­ση της λαϊ­κής κυ­ριαρ­χί­ας του απέ­να­ντι στο Διευ­θυ­ντή­ριο των Βρυ­ξελ­λών και κάθε ξένο δυ­νά­στη.5 Ο λαός θα στη­ρί­ξει την επι­λο­γή του ΟΧΙ γνω­ρί­ζο­ντας πολύ καλά και τις εν­δε­χό­με­νες επι­πτώ­σεις του, απο­φα­σί­ζο­ντας επί της ου­σί­ας το «μη πα­ρέ­κει» και ανα­λαμ­βά­νο­ντας την ευ­θύ­νη για τις με­τέ­πει­τα πο­λι­τι­κές εξε­λί­ξεις της ρήξης με τους δα­νει­στές.

Τέλος, για όλους είναι επί­σης προ­φα­νείς μια σειρά νέες προ­κλή­σεις που ανα­δύ­ο­νται για το άμεσο και με­σο­πρό­θε­σμο επό­με­νο χρο­νι­κό διά­στη­μα, δη­λα­δή:

  • Η πρό­κλη­ση της επε­ξερ­γα­σί­ας ενός plan B για την ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία και κοι­νω­νία. Όπως και να το βα­φτί­σει κα­νείς, με την επι­κρά­τη­ση ενός ΟΧΙ το εν­δε­χό­με­νο μιας εξό­δου, συ­νο­λι­κό­τε­ρης ή με­ρι­κό­τε­ρης, από την πρόσ­δε­ση στο άρμα της Ε.Ε. δια­νοί­γει και την ανά­γκη σο­βα­ρών προ­τά­σε­ων για το «πώς αλ­λιώς» μπο­ρεί να ανα­διορ­γα­νω­θούν η πα­ρα­γω­γή, η οι­κο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, οι θε­σμοί, οι κοι­νω­νι­κές λει­τουρ­γί­ες.6 Και αυτή είναι μια ανά­γκη που ανα­γνω­ρί­ζουν πλέον και λι­γό­τε­ρο συ­ντη­ρη­τι­κοί σχο­λια­στές εντός και εκτός Ελ­λά­δας.

  • Η πρό­κλη­ση της σύ­γκρου­σης και εντός της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας που έρ­χε­ται και είναι πια ανα­πό­φευ­κτη. Η τα­κτι­κή της κυ­βέρ­νη­σης όλο αυτό το πε­ντά­μη­νο χα­ρα­κτη­ρί­στη­κε το δίχως άλλο από μια διαρ­κή προ­σπά­θεια απο­φυ­γής ενός «εθνι­κού δι­χα­σμού». Κι αυτό λάμ­βα­νε συχνά τη μορφή υπο­χω­ρή­σε­ων, «ανοιγ­μά­των», προ­σχω­ρή­σε­ων σε θέ­σεις, κα­τα­στά­σεις και υπο­κεί­με­να του αστι­κού, κυ­ρί­αρ­χου κοι­νω­νι­κού μπλοκ, προ­κει­μέ­νου να απο­φευ­χθεί η αντι­πα­ρά­θε­ση σε όλη τη γραμ­μή του κοι­νω­νι­κού με­τώ­που. Σή­με­ρα, με τις πρό­σφα­τες εξε­λί­ξεις –αλλά και τις επό­με­νες ημέ­ρες πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο– η τα­κτι­κή αυτή του κα­τευ­να­σμού και της απο­φυ­γής της αντι­πα­ρά­θε­σης απο­δεί­χτη­κε ατε­λέ­σφο­ρη και θα κα­τα­στεί ακόμα πιο άτοπη καθώς η κοι­νω­νία θα πο­λω­θεί μπρο­στά στα αντί­θε­τα εν­δε­χό­με­να που ανοί­γο­νται μπρο­στά της και ο κα­θέ­νας θα υπο­χρε­ω­θεί να λάβει θέση σε αυτά. Και η πό­λω­ση δεν θα είναι «πο­λι­τι­κή» (τι προ­τι­μά­ει ο κα­θέ­νας ιδε­ο­λο­γι­κά) ή «εθνι­κή» (ποια πο­ρεία για την χώρα επι­λέ­γει ο κα­θέ­νας) όπως συ­νή­θως λέ­γε­ται: θα είναι πρω­τί­στως κοι­νω­νι­κή, τα­ξι­κή(ανά­με­σα σε εκεί­νους που «έχουν» και μπο­ρούν να προ­σβλέ­πουν σε κά­ποιο μέλ­λον ακόμα και με πρό­γραμ­μα μισού αιώνα λι­τό­τη­τας ακόμα και σε εκεί­νους που πια δεν έχουν κάτι να τρα­βή­ξουν από τα ΑΤΜ). Σε ένα τέ­τοιο σκη­νι­κό ο κα­τευ­να­σμός δεν έχει καμία πλέον θέση και η ιστο­ρι­κή εμπει­ρία έχει δεί­ξει αμέ­τρη­τες φορές (με τρα­γι­κές για τους λαούς επι­πτώ­σεις) πως η Δεξιά πάντα το αντι­λαμ­βα­νό­ταν πολύ καλά αυτό προ­ω­θώ­ντας με αμεί­ω­τη έντα­ση και σε όλη της την έκτα­ση τη δική της πο­λι­τι­κοϊ­δε­ο­λο­γι­κή ατζέ­ντα. Το στοί­χη­μα είναι αν θα το αντι­λη­φθεί εγκαί­ρως ετού­τη την φορά και η Αρι­στε­ρά, κα­τα­νο­ώ­ντας πως στην ανα­πό­φευ­κτη κοι­νω­νι­κή πό­λω­ση που έρ­χε­ται θα κερ­δί­σει όποιος ξε­δι­πλώ­νει όλη του την πο­λι­τι­κή πρό­τα­ση και την προ­ω­θεί άφοβα, αμεί­ω­τα και χωρίς εκ­πτώ­σεις.

  • Η πρό­κλη­ση των αμέ­σως επό­με­νων ημε­ρών πριν, κατά και μετά το δη­μο­ψή­φι­σμα. Η απά­ντη­ση των «θε­σμών» (sic!) αλλά και των ντό­πιων εταί­ρων τους στην κί­νη­ση του πρω­θυ­πουρ­γού για διε­ξα­γω­γή δη­μο­ψη­φί­σμα­τος-εξ­πρές δεν θα είναι φυ­σι­κά να κα­θί­σουν με σταυ­ρω­μέ­να τα χέρια. Από τη δη­μιουρ­γία κλί­μα­τος τρο­μο­κρά­τη­σης και πα­νι­κού μέχρι την «από τα κάτω» χρε­ο­κο­πία ιδιαι­τέ­ρα του χρη­μα­το­πι­στω­τι­κού συ­στή­μα­τος, όλα μπο­ρεί να χρη­σι­μο­ποι­η­θούν για να εκ­βια­στεί ο λαός και να καμ­φθεί το φρό­νη­μά του. Και κάτι τέ­τοιο ανα­πό­δρα­στα θα κάνει την αντι­πα­ρά­θε­ση ακόμα εντο­νό­τε­ρη στο εσω­τε­ρι­κό της χώρας, καθώς εκτός από τους «απέξω» θα στρα­τευ­τούν σύσ­σω­μα και τα ντό­πια κα­τε­στη­μέ­να ενά­ντια στην πο­ρεία αυ­το­διά­θε­σης του λαού μας χωρίς να δι­στά­σουν απέ­να­ντι σε οτι­δή­πο­τε. Σε όλα ετού­τα με νη­φα­λιό­τη­τα και ψυ­χραι­μία οφεί­λει σύσ­σω­μη η Αρι­στε­ρά να στα­θεί απέ­να­ντι απο­τρέ­πο­ντας τις αρ­νη­τι­κές εξε­λί­ξεις και τα εγ­χει­ρή­μα­τα με­τα­τρο­πής της Ελ­λά­δας σε μπα­να­νία υπο­τε­λών.

  • Η πρό­κλη­ση να αντέ­ξου­με τις μάχες που έρ­χο­νται και οι οποί­ες θα είναι αγώ­νας αντο­χής και όχι τα­χύ­τη­τας. Όλοι λί­γο-πο­λύ πλέον έπει­τα από πέντε χρό­νια και πέντε μήνες κρί­σης, μνη­μο­νί­ων και αντι­πα­ρα­θέ­σε­ων κάπου μέσα μας ανα­γνω­ρί­ζου­με τη συ­ναι­σθη­μα­τι­κή μας ανά­γκη «να τε­λειώ­νουν όλα αυτά» κά­πο­τε. Ωστό­σο και ανε­ξάρ­τη­τα από την έκ­βα­ση του επι­κεί­με­νου δη­μο­ψη­φί­σμα­τος, ο δρό­μος που έχου­με να δια­νύ­σου­με ως κοι­νω­νία δια­φαί­νε­ται μα­κρύς και δύ­σβα­τος είτε έτσι είτε αλ­λιώς. Γιατί κα­νέ­νας στα σο­βα­ρά δεν πι­στεύ­ει πλέον ότι ακόμα και αν η κυ­βέρ­νη­ση προ­συ­πέ­γρα­φε λευκό χαρτί στις δια­πραγ­μα­τεύ­σεις με τους δα­νει­στές μέσα στο επό­με­νο τρί­μη­νο οι τε­λευ­ταί­οι δεν θα έγει­ραν και νέες απαι­τή­σεις. Και κα­νέ­νας φυ­σι­κά δεν δια­νο­εί­ται ότι αν επι­κρα­τή­σει ένα πε­ρή­φα­νο ΟΧΙ στο δη­μο­ψή­φι­σμα της 5ης του Ιούλη διά μα­γεί­ας θα ανοί­ξουν όλες οι πόρ­τες που είναι σή­με­ρα σφρα­γι­σμέ­νες και αίφ­νης θα λυ­θούν όλα τα προ­βλή­μα­τά μας. Είτε έτσι είτε αλ­λιώς λοι­πόν απαι­τεί­ται αντο­χή για τις μάχες που έρ­χο­νται και ανα­μέ­νε­ται να διαρ­κέ­σουν. Σε αυτές τις μάχες όμως δεν επι­τρέ­πε­ται σε κα­νέ­ναν να λεί­ψει ακόμα κι αν, όπως λέει ο Μπρε­χτ, «τις κρι­σι­μό­τε­ρες στιγ­μές οι αγω­νι­στές αι­σθά­νο­νται τη με­γα­λύ­τε­ρη κού­ρα­ση». Γιατί σε τούτη εδώ τη συ­γκυ­ρία η μάχη δεν αφορά τις ιδε­ο­λο­γι­κές κα­τα­βο­λές ή τις πο­λι­τι­κές πε­ποι­θή­σεις του κα­θε­νός μας. Αφορά την επι­βί­ω­ση του λαού μας, της χώρας, της κοι­νω­νί­ας.

Στην ιστο­ρι­κή της από­φα­ση για την έναρ­ξη του δεύ­τε­ρου αντάρ­τι­κου η Κ.Ε. του ΚΚΕ, και παρά τα όσα είχαν με­σο­λα­βή­σει από την απε­λευ­θέ­ρω­ση και μετά, κα­λού­σε το λαό σε «ένο­πλη πάλη για να ανοί­ξει ο δρό­μος για ομα­λές δη­μο­κρα­τι­κές εξε­λί­ξεις». Όλοι φυ­σι­κά κα­τά­λα­βαν περί τίνος επρό­κει­το. Ορι­σμέ­νοι ιστο­ρι­κοί και σχο­λια­στές υπο­στη­ρί­ζουν ωστό­σο πως, αντι­θέ­τως, η τότε ηγε­σία του ΚΚΕ εξα­κο­λου­θού­σε να ελ­πί­ζει σε έναν ιστο­ρι­κό συμ­βι­βα­σμό σχε­δόν μέχρι το τέλος, οδη­γώ­ντας έτσι το λαϊκό κί­νη­μα στην τρα­γι­κή ήττα του Εμ­φυ­λί­ου. Αντι­θέ­τως οι πα­λα­τια­νοί από την αρχή φά­νη­κε πως ήξε­ραν και τι ήθε­λαν και τι χρεια­ζό­ταν να κά­νουν για να το κα­τα­κτή­σουν. Σε κάθε πά­ντως πε­ρί­πτω­ση, όταν οι αντι­θέ­σεις ξε­σπούν στις κοι­νω­νί­ες, έχει κα­λύ­τε­ρες πι­θα­νό­τη­τες να κερ­δί­σει όποιος δια­θέ­τει την κα­θα­ρό­τε­ρη ματιά απέ­να­ντι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, τη με­γα­λύ­τε­ρη απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα να «το τρα­βή­ξει» χωρίς αυ­τα­πά­τες και την αντο­χή να υπο­μεί­νει τις ανα­πό­φευ­κτα απαι­τού­με­νες θυ­σί­ες. Κα­νέ­νας εχέ­φρων δεν επι­θυ­μεί τον όποιο δι­χα­σμό, γιατί όλοι υπο­ψια­ζό­μα­στε τα δεινά που θα επι­φέ­ρει. Αλλά και κα­νείς δεν μπο­ρεί να εθε­λο­τυ­φλεί μπρο­στά στις συ­γκρού­σεις που έρ­χο­νται. Ο ελ­λη­νι­κός λαός έχει σή­με­ρα τη δυ­να­τό­τη­τα να τρα­βή­ξει ένα δρόμο κοι­νω­νι­κής και εθνι­κής αυ­το­διά­θε­σης αψη­φώ­ντας τις σύγ­χρο­νες αυ­το­κρα­το­ρί­ες και τους εγ­χώ­ριους κο­λα­ού­ζους τους. Ας κά­νου­με λοι­πόν την κρίση ευ­και­ρία.

____________

Ση­μειώ­σεις

1. Ας μη φο­βό­μα­στε πλέον τις λέ­ξεις. Και το μνη­μό­νιο το δέ­χτη­κε από την τρόι­κα. Και με­ρι­κά στε­λέ­χη της προ­σπά­θη­σαν να το «που­λή­σουν» στο εσω­τε­ρι­κό με επι­χει­ρη­μα­το­λο­γία και ρη­το­ρι­κή που θύ­μι­ζαν απελ­πι­στι­κά την κυ­βέρ­νη­ση του ΓΑΠ. Τα υπό­λοι­πα μπο­ρούν πλέον να τα υπο­στη­ρί­ζουν μόνο κά­ποιοι νε­ο­πα­γείς συ­ρι­ζο­φρου­ροί ή μο­νο­με­ρώς σκε­πτό­με­νοι με το θυ­μι­κό τους υπο­στη­ρι­κτές της κυ­βέρ­νη­σης. Και μο­λο­νό­τι τώρα δεν είναι η στιγ­μή για κρι­τι­κές ανα­λύ­σεις, η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα της μέχρι σή­με­ρα τα­κτι­κής της υπο­χω­ρη­τι­κό­τη­τας αν μη τι άλλο έδει­ξε πως έχει αξε­πέ­ρα­στα όρια πέραν των οποί­ων δεν λει­τουρ­γεί και μικρή απο­δο­τι­κό­τη­τα.

2. Εξάλ­λου ο Β. Σόι­μπλε το είχε πει ξε­κά­θα­ρα στις δη­λώ­σεις του το βράδυ εκεί­νο μετά τη συ­νε­δρί­α­ση του Eurogroup στις 20 Φλε­βά­ρη: «Δεν μας εν­δια­φέ­ρει τόσο η δα­νεια­κή σύμ­βα­ση. Μας εν­δια­φέ­ρουν τα μνη­μό­νια» και συ­νέ­χι­σε λέ­γο­ντας με αξιο­ση­μεί­ω­τα ωμή ει­λι­κρί­νεια πως «τα χρή­μα­τα δεν ήταν ποτέ το πρό­βλη­μα», αλλά αντι­θέ­τως, όπως εξή­γη­σε, η εφαρ­μο­ζό­με­νη πο­λι­τι­κή και ο έλεγ­χός της (και άρα η ηγε­μο­νία επί της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας και η εκ­χώ­ρη­ση της εθνι­κής κυ­ριαρ­χί­ας). Κατά κά­ποιον τρόπο ετού­τη η πτυχή της εξέ­λι­ξης των πραγ­μά­των ήταν «η εκ­δί­κη­ση του Ντε­μπόρ»: η νε­ο­ε­κλεγ­μέ­νη κυ­βέρ­νη­ση είχε δώσει πρα­κτι­κά γη και ύδωρ απο­δε­χό­με­νη να εφαρ­μό­σει πρό­γραμ­μα μνη­μο­νια­κής λι­τό­τη­τας και να συ­νε­χί­σει χωρίς να κα­ταρ­γή­σει τον νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο κα­ται­γι­σμό νόμων και μέ­τρων που άλ­λω­στε είχαν ήδη ψη­φι­στεί, εκεί­νο που ωστό­σο δεν «άντε­χε» πο­λι­τι­κά ήταν η επι­κοι­νω­νια­κή (και όχι η επί της ου­σί­ας) «κω­λο­τού­μπα». Πιέ­ζο­ντάς την οι δα­νει­στές να απο­δε­χτεί να δια­κη­ρύ­ξει δη­μό­σια πίστη στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό και στα μνη­μό­νια τε­λι­κά την εξώ­θη­σαν να ανα­θε­ω­ρή­σει και τη σύμ­φω­νη γνώμη της στην επί της ου­σί­ας υλο­ποί­η­ση της πο­λι­τι­κής του μνη­μο­νί­ου (στην οποία ωστό­σο από ό,τι δεί­χνουν τα πράγ­μα­τα η κυ­βέρ­νη­ση ήταν μάλ­λον πρό­θυ­μη τε­λι­κώς να προ­σχω­ρή­σει).

3. Όπου φυ­σι­κά ανα­φέ­ρο­νται σαν εκ των υστέ­ρων αφαι­ρε­τι­κή απο­τύ­πω­ση και όχι με τις «επι­μει­ξί­ες» των πραγ­μα­τι­κών γε­γο­νό­των με τις οποί­ες εμ­φα­νί­στη­καν στην πραγ­μα­τι­κή ζωή.

4. Άλ­λω­στε, αυτό έγινε πα­σι­φα­νές και από την αναι­μι­κή συμ­με­το­χή του κό­σμου πριν από δυο βδο­μά­δες, όταν η κυ­βέρ­νη­ση προ­σπά­θη­σε να κα­λέ­σει τη συ­γκέ­ντρω­ση υπο­στή­ρι­ξης των προ­τά­σε­ών της. Κα­νείς δεν πα­λεύ­ει για να σφα­για­στεί με μέτρο και ευαι­σθη­σία.

5. Αυτό κάνει και τη μεμ­ψι­μοι­ρία ορι­σμέ­νων με­ρί­δων της Αρι­στε­ράς πλή­ρως ακα­τα­νό­η­τη: όταν τόσες δε­κα­ε­τί­ες φω­νά­ζεις ότι σου φταί­ει το εο­κι­κό ιε­ρα­τείο και μόλις σου δί­νε­ται η δυ­να­τό­τη­τα να στη­ρί­ξεις στην πράξη την αυ­το­διά­θε­ση του λαού στη χώρα απο­φα­σί­ζεις να ανα­χω­ρή­σεις από το πεδίο της μάχης, τότε μάλ­λον κά­ποιο πρό­βλη­μα υπάρ­χει.

6. Η ανά­γκη αυτή έχει επι­ση­μαν­θεί από την αρχή της κρί­σης ως έλ­λειμ­μα του αρι­στε­ρού λόγου αμ­φι­σβή­τη­σης, χωρίς ωστό­σο να έχουν γίνει και πολλά πράγ­μα­τα για να κα­λυ­φθεί το κενό αυτό μέχρι σή­με­ρα. Ωστό­σο η ιστο­ρία δεν φέρ­νει ποτέ τα πράγ­μα­τα «όπως πρέ­πει» ή όπως κα­νείς τα έχει σχε­διά­σει ή φα­ντα­στεί. Με αυτήν την έν­νοια είναι επι­τα­κτι­κή ανά­γκη να προ­ω­θη­θεί μια τέ­τοια διερ­γα­σία που θα απαι­τη­θεί για τη χώρα ακόμα και αν πρέ­πει να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί in medias res.

Ετικέτες