Στην αρχή της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, στη δεκαετία του ’80, ξέσπασε στην Ελλάδα το τραπεζοπολιτικό σκάνδαλο Κοσκωτά και υποτίθεται ότι το 1989 τα δύο αστικά κόμματα εξουσίας μαζί με την Αριστερά έκαναν «κάθαρση».
Το τι ακολούθησε διέψευσε την αυταπάτη περί κάθαρσης στον καπιταλισμό: Γαλλικές, γερμανικές, αμερικανικές και ρωσικές βιομηχανίες όπλων, σε συνεργασία με τους ντόπιους εκπροσώπους τους δημιούργησαν για τους εαυτούς τους ένα πάρτι ανεξέλεγκτων κερδών και μίζας. Η δράση του Τσοχατζόπουλου και της ομάδας του, που ξεκίνησε σχεδόν την ίδια στιγμή που γινόταν η «κάθαρση», αποτελεί μόνο ένα μέρος από το πάρτι των εξοπλισμών.
Ακολούθησε το τεράστιο σκάνδαλο του χρηματιστηρίου (επί ΠΑΣΟΚ) το οποίο συγκαλύφθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του. Λίγα χρόνια μετά ξέσπασε το σκάνδαλο Βατοπεδίου που «ακουμπούσε» ηγετικά στελέχη της ΝΔ (Βουλγαράκη, Ρουσόπουλο) ωστόσο και αυτό τελικά ξεπλύθηκε από τη δικαιοσύνη.
Το σκάνδαλο με τις μίζες της Siemens δεν έφτασε καν στο ακροατήριο γιατί η γερμανική εταιρία «ήταν πολύ μεγάλη» για να εκτεθεί. Η συγκάλυψη έγινε με νόμο στη Βουλή. Το ίδιο έγινε λίγο μετά με τη λίστα Λαγκάρντ και τις ευθύνες Βενιζέλου. Σχεδόν κανείς από τα ονόματα που υπήρχαν στις λίστες, δεν ελέγχθηκε. Διάσωση του Βενιζέλου, αλλά και των δωροδοκούντων έγινε και στην περίπτωση των γερμανικών υποβρυχίων.
Σύμφυτα
Τα σκάνδαλα ξεσπούν γιατί ο καπιταλισμός είναι σύμφυτος με τη διαφθορά. Αλλά ο νεοφιλελευθερισμός, το πιο ακραίο στάδιο του συστήματος που έχουμε γνωρίσει μέχρι σήμερα, χαρακτηρίζεται από ακόμη μεγαλύτερη δυσωδία. Γι’ αυτό φυσικά όλα αυτά δεν αφορούν μονάχα την Ελλάδα. Το σκάνδαλο Enron στις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είναι απλώς ένα από τα χιλιάδες παραδείγματα για το πόσο διεφθαρμένο είναι το σύστημα ακόμη και στην πιο αναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα.
Και αυτό γιατί –σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα– ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων μεταξύ τους περνάει όλο και περισσότερο μέσα από το κράτος: τα μεγάλα φιλέτα, όπως τα δημόσια έργα, τα συστήματα τηλεπικοινωνίας και οι εξοπλισμοί, απαιτούν τις υπογραφές υπουργών και άλλων υψηλόβαθμων κρατικών υπαλλήλων. Στον ανταγωνισμό δεν κερδίζει εκείνη η επιχείρηση που έχει το «καλύτερο» ή το «φτηνότερο» προϊόν αλλά εκείνη που έχει τις καλύτερες διασυνδέσεις με το κράτος, μέρος μόνον των οποίων είναι οι μίζες (εξίσου συνηθισμένες είναι οι προσλήψεις πρώην ή μελλοντικών υψηλόβαθμων κρατικών αξιωματούχων). Στην κορυφή αυτής της λίστας διαπλοκής με το κράτος είναι οι τράπεζες πάρα πολλές από τις οποίες απλώς δεν θα υπήρχαν αν δεν υπήρχε η διαφθορά.
Πατριωτισμός και εξοπλισμοί
Σύμφωνα με το ινστιτούτο CIPRI που εδρεύει στη Σουηδία, το 2007-2010 η Ελλάδα ξόδεψε για εξοπλισμούς 4,3 δισ. δολ., δαπάνη που την έφερε στην 5η θέση (!) της παγκόσμιας κατάταξης. Η Κίνα, π.χ. που ήταν στην 4η θέση ξόδεψε μόλις 500 εκατ. περισσότερα από την Ελλάδα, δηλ. 4,8 δισ.! Ο «μεγάλος εχθρός», η Τουρκία, βρέθηκε έξι θέσεις χαμηλότερα από την Ελλάδα. Από το 1974 μέχρι το 2010 η Ελλάδα είχε ξοδέψει πάνω από 26 δισ. δολ. για εισαγωγές όπλων απορροφώντας το 10% των γερμανικών, το 5,5% των γαλλικών και το 3,7% των αμερικανικών εξαγωγών εξοπλισμών. Πρόκειται για ένα τεράστιο πάρτι που στήθηκε από τις βιομηχανίες όπλων και τους μεσάζοντές τους σε Ελλάδα και Τουρκία. Οι επαγγελματίες πατριώτες κάθε είδους (πολιτικοί, δημοσιογράφοι) αλλά και στρατιωτικοί (στην υπόθεση Ευσταθίου φέρονται να δωροδοκήθηκαν τουλάχιστον 4 ανώτατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού, εκ των οποίων ο ένας είχε διατελέσει αρχηγός του Γενικού Επιτελείου) επέβαλαν στους δύο λαούς δυσβάστακτες δαπάνες για να πλουτίζουν οι ίδιοι, οι μεγάλες βιομηχανίες και οι αετονύχηδες μεσάζοντες –και ταυτόχρονα βέβαια υπέσκαπταν με κάθε τρόπο την ειρήνη στο Αιγαίο.