Το ΝΑΤΟ μπαίνει σε κατάσταση γενικής πολεμικής ετοιμότητας (με ευρωπαϊκά έξοδα)

Ένα κείμενο για την επικείμενη Σύνοδο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας θα έπρεπε κανονικά να ξεκινήσει με τον Ντόναλντ Τραμπ, την Ουάσιγκτον, τη «συμφωνία» για τη Βόρεια Μακεδονία και τις εκτιμήσεις και τις πληροφορίες για την αναμενόμενη (;) ρήξη Ουάσιγκτον και Βερολίνου με επίκεντρο τον οικονομικό και στρατιωτικό προϋπολογισμό της Συμμαχίας. Ας ξεκινήσουμε διαφορετικά, καθώς στο περιθώριο της Συνόδου, επισκέπτεται τις Βρυξέλλες ο ιάπωνας πρωθυπουργός και γνωστό γεράκι του Ειρηνικού, Σίντζο Άμπε. Τυπικά, ο Άμπε καταφθάνει για να έχει σειρά επαφών με ευρωπαίους αξιωματούχους, στο πλαίσιο της σύσφιξης εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ, ουσιαστικά όμως ο πρωθυπουργός της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου πρόκειται να εκδηλώσει, με τη φυσική του παρουσία και τις δηλώσεις του, την αμέριστη συμπαράστασή του στα τραμπικά σχέδια για τη Συμμαχία της επόμενης δεκαετίας. Εξάλλου, η Ιαπωνία κατέχει αναβαθμισμένο στάτους διεθνούς εταίρου της Συμμαχίας και ο λόγος της στην παγκόσμια (αν)ισορροπία δυνάμεων μετράει πολλαπλώς. Με άλλα λόγια, η ιαπωνική κυβέρνηση διά του επικεφαλής της θα διαμηνύσει στους Ευρωπαίους ότι υποστηρίζει (με χέρια, πόδια και όπλα) την αμερικανική πολιτική.

Με τις ΗΠΑ να έχουν στρέψει προ πολλού τις πολιτικοστρατιωτικές τους προτεραιότητες στον Ειρηνικό (με το περιβόητο πίβοτ του Μπαράκ Ομπάμα), ώστε να περιορίσουν την αυξανόμενη δύναμη του Πεκίνου, το ΝΑΤΟ καλείται να πορευτεί, να εξοπλιστεί και να προετοιμάζεται για τους παλιούς (Αφγανιστάν, Ιράκ), τους χαμένους και τελματωμένους (Συρία, Ουκρανία) και τους επόμενους πολέμους (θάλασσες και ωκεανούς, ΑΟΖ), με τους Ευρωπαίους και κυρίως το Βερολίνο να βάζουν βαθιά το χέρι στα κρατικά ταμεία και τις τσέπες των φορολογούμενων πολιτών, δηλαδή των εργατικών τους τάξεων.  

Οι πρόσφατες επιστολές του αμερικανού προέδρου προς τους επικεφαλής όλων των συμμαχικών κυβερνήσεων κατέδειξαν την αλλαγή στάσης της Ουάσιγκτον: Για να διατηρήσει η Συμμαχία την οικονομική και στρατιωτική της ευρωστία, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να πληρώσουν και μάλιστα πολλά, ακριβώς επειδή οι ΗΠΑ προσανατολίζονται προς Ειρηνικό και Κίνα μεριά και θα μπουν σε πολλαπλάσια έξοδα με τους εκεί συμμάχους τους (Φιλιππίνες, Ιαπωνία, Αυστραλία και λοιποί πρόθυμοι). Από την αμερικανική απαίτηση για ευρωπαϊκά λεφτά στον νατοϊκό προϋπολογισμό «εδώ και τώρα», μόνο τρεις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξαιρούνται, επειδή τυγχάνουν, σε αναλογία ΑΕΠ-στρατιωτικών δαπανών προς τη Συμμαχία, οι κορυφαίοι αιμοδότες της. Είναι οι σχετικά νεοφώτιστες στα ευρωατλαντικά κόλπα κυβερνήσεις στην Εσθονία και την Πολωνία και –φυσικά– ο πιο παλιός και καλός μαθητής και χρηματοδότης, η Ελλαδάρα μας! Με σταθερή παροχή του 2% επί του ΑΕΠ της χώρας, δηλαδή 3,6 δισ. ευρώ κάθε έτος προς τα ταμεία, τα στρατόπεδα, τις βάσεις και τους εξοπλισμούς εντός (Σούδα, Άκτιο, Λάρισα, Άραξος) και εκτός της χώρας (Αφγανιστάν, Ιράκ, Κόσσοβο), η Ελλάδα και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι ο καλύτερος πελάτης και ο ιδανικός συνέταιρος της τραμπικής Ουάσιγκτον, που δεν χάνει ευκαιρία να τονίζει τις επιδόσεις και να συγχαίρει την προθυμία της Αθήνας στη διατήρηση και την επαύξηση των δυνάμεων της Συμμαχίας. 

Η Ουάσιγκτον θέλει να έχει λόγο και ρόλο τόσο στις δαπάνες –το 2% επί του κάθε εθνοκρατικού ΑΕΠ θεωρείται ελάχιστο «κατώφλι» και το 4%, αναγκαία, προαπαιτούμενη συνθήκη– όσο και στον προσανατολισμό τους, κατά προτεραιότητα, σε αεροσκάφη, βαλλιστικά συστήματα και πλοία, κατά προτίμηση και για ευνόητους λόγους αεροπλανοφόρα και υποβρύχια. Παράλληλα, ο αμερικανικός παράγοντας επικεντρώνεται στον κυβερνοχώρο, θεωρώντας τον προνομιακό πεδίο αντιπαράθεσης, καθώς αυτός κυριαρχείται και ολιγοπωλείται κατά κύριο λόγο από αμερικανικές εταιρείες.  



Στο ίδιο πλαίσιο, το ΝΑΤΟ προσανατολίζεται στην εδαφική και γεωγραφική του επέκταση, που κατευθύνεται από τις προτεραιότητες στην κυριαρχία των θαλασσών και των ενεργειακών πόρων της επόμενης δεκαετίας. Η διεύρυνση προς την Ανατολή και η προτεινόμενη ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας σηματοδοτεί όχι μόνο την απόπειρα οριστικής περικύκλωσης της Ρωσίας, αλλά την κυριαρχία στη Μαύρη Θάλασσα, θάλασσα επιτήρησης της Ρωσίας και της Τουρκίας, στην περίπτωση που η δεύτερη εγκαταλείψει οικειοθελώς, αν και όχι «αναίμακτα» τη Συμμαχία, συντασσόμενη ολοκληρωτικά και πλήρως με τη Μόσχα. Εξάλλου, η επόμενη δεκαετία θα είναι η δεκαετία των θαλασσών –με τα κράτη και τους διεθνείς συνασπισμούς να διαγκωνίζονται για την κατοχύρωση κυριαρχικών και εκμεταλλευτικών δικαιωμάτων στον υποθαλάσσιο χώρο, με τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες (ΑΟΖ) να αποτελούν το επιφαινόμενο σημείο τριβής εκεί όπου συγκρούονται τα συμφέροντα και οι ζώνες επιρροής, από τη μια πλευρά των ΗΠΑ και της ΕΕ και από την άλλη πλευρά της Ρωσίας και της Κίνας.

Στη Νοτιανατολική Μεσόγειο, αυτή η κατάσταση εκπροσωπείται από τον τετραμερή συνασπισμό Ελλάδας-Ισραήλ-Αιγύπτου και Κύπρου που σφυρηλατήθηκε με τις ευλογίες της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών (είτε ως έδρα της ΕΕ, είτε ως έδρα του ΝΑΤΟ). Στην Αρκτική, η κλιματική αλλαγή και η τήξη των πάγων έχουν ανοίξει την όρεξη πολλών μνηστήρων για τον πλούτο των κοιτασμάτων στον μελλοντικά ξεπαγωμένο βυθό, γεγονός το οποίο, για παράδειγμα, δεν αφήνει αδιάφορο ούτε τον «φιλειρηνικό» Καναδά, η κυβέρνηση του οποίου κατσαδιάζεται επίσης δημόσια από τον Τραμπ για την ασθενική οικονομική συνεισφορά της στα διογκωμένα έξοδα της Συμμαχίας.

Στη Βαλτική, που εξελίσσεται σε μια δεύτερη θάλασσα επιτήρησης της Ρωσίας από τη Δύση, όπου μέλη της Συμμαχίας είναι η Νορβηγία και η Δανία, οι σπινθήρες της έντασης τεκμηριώνονται και από τις δεδηλωμένες προθέσεις της Σουηδίας να προχωρήσει σε επαναφορά της υποχρεωτικής, στρατιωτικής θητείας, με το βλέμμα στραμμένο στον βυθό της Βόρειας Θάλασσας.

Στον Ειρηνικό, και πιο συγκεκριμένα την Νότια Σινική Θάλασσα, Κίνα και Φιλιππίνες βρίσκονται σε μόνιμη κατάσταση υψηλού διπλωματικού πυρετού για τη χάραξη των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών, με επίκεντρο τα νησιά Σπράτλι και τις συνεχείς εγκαταστάσεις νέων, κινεζικών αεροναυτικών βάσεων, με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, σε τεχνητές νησίδες του αρχιπελάγους. Στο Τζιμπουτί, την πάλαι ποτέ γαλλική αποικία και πλέον στρατιωτικό παράδεισο όλων των μεγάλων και περιφερειακών δυνάμεων που θέλουν μερίδιο στις εμπορευματικές μεταφορές και τα κανάλια ενέργειας της Ανατολικής Αφρικής και του Περσικού Κόλπου, την τελευταία χρονιά, εγκαινίασαν στρατιωτικές βάσεις Κινέζοι και Τούρκοι, πλαισιώνοντας τους Γάλλους, τους Αμερικανούς και τους Σαουδάραβες. Δεν το λες ακριβώς ειρηνικό και ήσυχο αυτό το διεθνές περιβάλλον, εκ του οποίου και μάλλον θα πρέπει να εξοικειωθούμε με νέους πολιτικο-στρατιωτικούς όρους: Η περίοδος της Θερμής Ειρήνης διαδέχεται, μετά από τρεις, δύσκολες, μεταβατικές δεκαετίες, τον Ψυχρό Πόλεμο.

(αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά)

Ετικέτες