Η  8η Μάρτη 2022 μας βρίσκει στην Ελλάδα σε μια συγκυρία που η ανοδική δυναμική του φεμινιστικού κινήματος, αλλά και η τραγική επικαιρότητα των γυναικοκτονιών και της έμφυλης βίας, έχει θέσει τις έμφυλες ανισότητες στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.

Σε αυτή τη συγκυρία, θα ήταν αναμενόμενο η τοπική αυτοδιοίκηση να αναδείξει τα ζητήματα ισότητας και να επιχειρήσει να βρει το δικό της ρόλο στη λεγόμενη ένταξη της ισότητας των φύλων στις πολιτικές των ΟΤΑ.

Αντίθετα, διαπιστώνουμε ότι -πέρα από αποσπασματικές πρωτοβουλίες  για σχεδιασμό και υλοποίηση μίας πολιτικής ισότητας των φύλων σε τοπικό επίπεδο- ο γενικός κανόνας είναι οι δήμοι και οι περιφέρειες να θεωρούν στην πράξη την έμφυλη διάσταση των πολιτικών τους ως όχημα που μπορεί να εξασφαλίσει χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ ή άλλων κοινοτικών προγραμμάτων.

Στην συντριπτική τους πλειονότητα αυτές οι πολιτικές εκπονούνται σε πλήρη ευθυγράμμιση με την κυβερνητική κατεύθυνση. Η ενίσχυση των αρμοδίων υπηρεσιών των δήμων  επιτελείται αποκλειστικά με συμβασιούχους διαφόρων κατηγοριών, ενώ αντί για δημόσια πολιτική υλοποιούνται αποσπασματικά προγράμματα με ημερομηνία λήξης  -όπως βέβαια συμβαίνει και με άλλα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα (όπως ανεργία, μετανάστευση, φτώχεια κλπ).

Με καθυστερήσεις και, συχνά, μέσα σε πολεμικό κλίμα μεταξύ των διαφόρων δημοτικών/ περιφερειακών παρατάξεων συστήνονται Δημοτικές Επιτροπές Ισότητας (ΔΕΠΙΣ) /Περιφερειακές Επιτροπές Ισότητας  (ΠΕΠΙΣ) που προσβλέπουν στην τυπική εκπλήρωση της σχετικής νομικής τους υποχρέωσης. Η σύστασή τους γίνεται χωρίς πρόσκληση για συμμετοχή των ζωντανών φεμινιστικών συλλογικοτήτων και η λειτουργία τους είναι στις καλύτερες περιπτώσεις επετειακού χαρακτήρα (για την 25η Νοέμβρη πιο συχνά, ή για την 8η Μάρτη πιο σπάνια).

Χωρίς στήριξη με κατάλληλο προσωπικό, η όποια ΔΕΠΙΣ δεν μπορεί ούτε σε επικοινωνιακό επίπεδο διακηρύξεων να σταθεί, όσο και αν τα γραφεία τύπου των δημοτικών και περιφερειακών αρχών αναλαμβάνουν να τονώσουν τη δημόσια εικόνα των τοπικών αρχόντων και με ολίγη πινελιά φεμινιστικής ευαισθησίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη διαβούλευση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Ισότητα των Φύλων σχόλια αναρτήθηκαν μόνο από μια ΔΕΠΙΣ και δύο ΠΕΠΙΣ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δήμοι -με μικρές παραλλαγές-, με βάση τα οργανογράμματά τους, διαθέτουν διοικητικές υπηρεσίες αρμόδιες για τις πολιτικές ισότητας  αλλά και την υποστήριξη της λειτουργίας του Δικτύου Ξενώνων για γυναίκες θύματα βίας, της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων.

Ωστόσο, ακόμη και η επίσημη έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου μαρτυρά τι συμβαίνει στην πραγματικότητα: «οι οικείοι Δήμοι αντιμετωπίζουν τους Ξενώνες ως συγχρηματοδοτούμενο έργο, που πρέπει να υλοποιηθεί με βάση τους όρους της σχετικής Πράξης ένταξης και να παρακολουθείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα στο οποίο εντάσσεται, και όχι ως Υπηρεσία, που πρέπει να εποπτεύσουν ουσιαστικά και να μεριμνήσουν για την ποιότητα του έργου της». 

Στο ίδιο πνεύμα κινείται η δημιουργία Συμβουλευτικών Κέντρων -μέσα από άλλα προγράμματα (π.χ. της Ευρωπαϊκής Χάρτας για την ισότητα των φύλων και την αντιμετώπιση των έμφυλων και πολλαπλών διακρίσεων). Και αυτά τα Κέντρα στελεχώνονται από επισφαλώς εργαζόμενες/ους και στερούνται σχεδιασμού για την κάλυψη κενών στις προσφερόμενες κοινωνικά απαραίτητες υπηρεσίες (π.χ. διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας, διερμηνεία σε νοηματική γλώσσα και σε μητρικές γλώσσες μεταναστριών και προσφυγισσών, στοχευόμενες παρεμβάσεις ανάλογα με τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες -όπως ύπαρξη σημαντικού πληθυσμού Ρομά). Μάλιστα, ενδεικτικό είναι ότι στα συμβουλευτικά αυτά κέντρα παρέχεται μόνο νομική συμβουλευτική σε σχετικά σταθερή βάση, ενώ η νομική βοήθεια και η εκπροσώπηση σε δικαστήρια επαφίεται σε συνεργασία με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και δεν είναι εξασφαλισμένη σε διαρκή βάση -όπως θα μπορούσε, εάν ήταν αρμοδιότητα της νομικής υπηρεσίας του δήμου ή/και της περιφέρειας.

Δεν είναι δυνατόν οι δήμοι και οι περιφέρειες της χώρας να αρκούνται στην υιοθέτηση μίας απόφασης (Πρόγραμμα Δράσης) του δήμου της Αθήνας για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης –που, μάλιστα, ένα χρόνο μετά, παραμένει στα χαρτιά, αφού επιτέλεσε τον επικοινωνιακό της στόχο. Για να προβάλλουν ως εργοδότες πραγματικές καλές πρακτικές στην αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας, οφείλουν να αναλάβουν συγκεκριμένες δράσεις στήριξης των εργαζόμενων που μέσα σε τόσο δύσκολες συνθήκες βρήκαν το θάρρος να καταγγείλουν τέτοια περιστατικά και έχουν υποστεί πειθαρχικές διώξεις από δημοτικές αρχές. 

Διεκδικήσεις

Απέναντι στις ανεπαρκείς πολιτικές κίβδηλης ευαισθησίας, είναι κρίσιμο το φεμινιστικό κίνημα σε συνεργασία με δημοτικές κινήσεις να διεκδικήσει και σε επίπεδο τοπικό:

• Την άμεση αύξηση της στελέχωσης όλων των κοινωνικών προγραμμάτων με μόνιμο και εξειδικευμένο – όπου απαιτείται – προσωπικό ώστε οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου να υλοποιούν ολοκληρωμένες πολιτικές στήριξης των γυναικών κι  όλων των πληττόμενων κοινωνικών κατηγοριών που ζουν κι εργάζονται στις πόλεις και τα χωριά μας. 

• Τη στήριξη και επέκταση δωρεάν βρεφικών και παιδικών σταθμών, παιδικών χαρών, κέντρων δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών, με ειδική μέριμνα για τα παιδιά με ειδικές αναπτυξιακές ανάγκες ή αναπηρίες

• Την ανάπτυξη προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής στα δημοτικά ιατρεία με έμφαση σε συστηματικό δωρεάν γυναικολογικό έλεγχο για όλες αντί των επικοινωνιακών «εορταστικών» λίγων τεστ με αφορμή κάποια παγκόσμια ημέρα και χορηγούς διαφημιζόμενα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα

• Την πραγματική λειτουργία σε επίπεδο γειτονιάς δομών υποδοχής, κοινωνικής, οικονομικής και ψυχολογικής υποστήριξης γυναικών όπου θα μπορούν να καταφεύγουν για να καταγγείλουν σεξιστικές και κακοποιητικές συμπεριφορές και να στηριχθούν θύματα ενδοοικογενειακής και κάθε είδους έμφυλης βίας. Παροχή ασφαλούς πλαισίου διαβίωσης μακριά από τον κακοποιητή και το περιβάλλον του με εξασφάλιση καταλυμάτων έκτακτης/επείγουσας ανάγκης καθώς και πλήρη νομική και πρακτική βοήθεια όχι μόνο ολιγόμηνη φιλοξενία σε ξενώνες αλλά ένταξη σε προγράμματα εξασφάλισης στέγης και εργασίας όλων των γυναικών θυμάτων έμφυλης βίας

• Για τα θύματα στον προσφυγικό πληθυσμό, η δημιουργία χώρων για την φιλοξενία τους είναι άμεσης προτεραιότητας, δεδομένων των συνθηκών διαβίωσής τους. Είναι απαραίτητη η εκπαίδευση του προσωπικού των υπαρχουσών δομών σε διαπολιτισμικά θέματα και η παροχή διερμηνείας, ώστε να διευκολύνεται η φιλοξενία του προσφυγικού πληθυσμού στις υφιστάμενες δομές μαζί με τον εγχώριο πληθυσμό

• Συνεχή και συστηματική διοργάνωση σεμιναρίων ισότητας, σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης βιωματικών εργαστηρίων (workshops) σε γειτονιές και ιδιαίτερα σε χώρους όπου συχνάζουν, εργάζονται, περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους οι ευάλωτες κοινωνικά ομάδες (προσφύγισσες/μετανάστριες, κ.ά.) αντί για διαφημιστικού τύπου καμπάνιες ευαισθητοποίησης που έχουν επετειακό χαρακτήρα

• Στήριξη και επέκταση μονάδων περίθαλψης και φροντίδας ηλικιωμένων ατόμων ή ατόμων με αναπηρίες με ειδική μέριμνα για τις αυξημένες κι ιδιαίτερες ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία

• Πρωτόκολλα συνεργασίας με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα για χρηματοδότηση διεπιστημονικών κοινωνικών ερευνών για την έμφυλη βία στο δήμο μας ώστε να αποτυπωθεί η πραγματική κατάσταση, να προταθούν στοχευμένες λύσεις, να αξιολογείται η αποτελεσματικότητα των πολιτικών, και να καταδειχθούν οι προσεγγίσεις που διατηρούν και ενδυναμώνουν στερεότυπα.

• Ανάπτυξη προγραμμάτων αντιμετώπισης των εμποδίων πρόσβασης των γυναικών στην εργασία και της ανισότητας στις αμοιβές με έμφαση στις γυναίκες θύματα πολλαπλών ανισοτήτων (ΑΜΕΑ, μακροχρόνια άνεργες, προσφύγισσες, κ.α.)

• Συστηματική αποτύπωση της πραγματικής κατάστασης στις εργαζόμενες (με κάθε είδους σύμβαση εργασίας) στους δήμους και τις περιφέρειες και άμεσες συγκεκριμένες δράσεις για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες