Δύο μεγάλες λαϊκές νίκες σε Αλγερία και Σουδάν ξαναζωντανεύουν τη δυναμική της επαναστατικής διαδικασίας στον αραβικό κόσμο.
Τα κινήματα αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις (το ρόλο του στρατού), ενώ δείχνουν παρόμοια ορμή (δεν περιορίζονται στην ανατροπή του επικεφαλής του καθεστώτος). Είναι η πρώτη φορά μετά το 2013 (θεωρούμενο ως η χρόνια της ήττας του κύματος που ξέσπασε το 2011) που εμφανίζονται ξανά εικόνες λαϊκού ξεσηκωμού και ανάτασης που προκαλούν οι εξεγέρσεις. Ίσως το πιο πολύτιμο στοιχείο των τελευταίων εβδομάδων στις δύο χώρες είναι η λαϊκή αυτοπεποίθηση και η πίστη που δείχνει η ίδια η εξέγερση στις δυνάμεις της. Γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι να συμβεί, υπενθυμίζουμε την εκτίμηση του Αιγύπτιου επαναστάτη Χοσάμ Ελ Χαμαλαουΐ ότι κάποιες νίκες σε αυτές τις χώρες θα μπορούσαν να αλλάξουν το κλίμα και στις χώρες όπου νίκησε η αντεπανάσταση μετά το 2013.
Σουδάν: «Ανατρέψαμε δύο από αυτούς μέσα σε δύο μέρες!»
Οι διαδηλώσεις ενάντια στη φτώχεια και τη λιτότητα, που ξεκίνησαν το Δεκέμβρη του 2018 κι εξελίχθηκαν σε ανοιχτή εξέγερση ενάντια στο καθεστώς του Μπασίρ, πέτυχαν την ανατροπή του επί 30 χρόνια δικτάτορα. Αρκετοί από τους πρωταγωνιστές εκτιμούσαν έγκαιρα ότι «δεν θα είναι όπως το 2013» (μια προηγούμενη εξέγερση που καταπνίγηκε), τονίζοντας ότι ο λαός είναι πιο οργανωμένος και έχει πάψει να φοβάται.
Όταν ο Μπασίρ κλιμάκωσε την καταπίεση (κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αντικατάσταση όλων των περιφερειαρχών με αξιωματικούς του στρατού, πιο άγριες κατασταλτικές επιθέσεις στις διαδηλώσεις), το κίνημα έδειξε εντυπωσιακή ζωτικότητα και αποφασιστικότητα. Στήθηκαν «κατασκηνώσεις» σε δημόσιους χώρους (ειδικά στο Χαρτούμ, αν και εντυπωσίασε η εξάπλωση του κινήματος σε κάθε πόλη της χώρας), όπου η λαϊκή αυτο-οργάνωση (καθαριότητα, ασφάλεια-άμυνα, φροντίδα παιδιών, διασφάλιση θρησκευτικών τελετών, ψυχαγωγία, συλλογή-διανομή τροφίμων ή άλλων ειδών πρώτης ανάγκης) θύμιζε τις εικόνες από την Ταχρίρ το 2011-2012. Το μέγεθος των διαδηλώσεων έσπασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ και οι εικόνες και τα βίντεο που κυκλοφόρησαν, συγκλονίζουν. Ξεχωρίζει η περίφημη «αλλαγή βάρδιας της επανάστασης», που αποτύπωσε το μέγεθος της συμμετοχής, την οργανωτικότητα και την αποφασιστικότητα των εξεγερμένων: Πέφτει η νύχτα και σε μια μεγάλη λεωφόρο κινούνται δύο ανθρώπινα ποτάμια, ανταλλάζοντας συνθήματα. Στη μία λωρίδα αποχωρεί η «πρωινή βάρδια», που φεύγει από την κεντρική «κατασκήνωση» της εξέγερσης για να ξεκουραστεί. Στην άλλη λωρίδα, η «βραδινή βάρδια» κατευθύνεται προς την «κατασκήνωση» για να την κρατήσει ζωντανή και γεμάτη στη διάρκεια της νύχτας.
Σε αυτές τις συνθήκες αποφάσισε να κινηθεί ο στρατός, καθαιρώντας και συλλαμβάνοντας τον Μπασίρ στις 11 Απρίλη. Επρόκειτο για κίνηση προς πραξικόπημα. Δεν αναφερόμαστε στην πτώση του Μπασίρ. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μια συνωμοτική κίνηση του στρατού ενάντια σε μια εκλεγμένη κυβέρνηση και την απόφαση των ενόπλων δυνάμεων ενός δικτατορικού καθεστώτος να θυσιάσουν τον επικεφαλής του υπό το βάρος μια εξέγερσης. Αυτό που εκδηλώθηκε ήταν όντως πραξικόπημα όσον αφορά τις προθέσεις των ενορχηστρωτών: Το Στρατιωτικό Συμβούλιο ανακοίνωσε ότι καταλαμβάνει την εξουσία για 2 χρόνια, αναστέλλει το Σύνταγμα και κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και απαγόρευση κυκλοφορίας.
Εκείνη τη στιγμή η στρατιωτική ιεραρχία κινούνταν ακόμα μεταξύ άμυνας (θυσία του Μπασίρ για να ικανοποιηθεί ένα λαϊκό αίτημα και να γλιτώσει το καθεστώς από τα χειρότερα) κι επίθεσης (με τα κατασταλτικά μέτρα που ανακοινώθηκαν). Το ότι ήταν μια κίνηση που έγινε υπό λαϊκή πίεση φάνηκε από άλλα μέτρα που ανακοινώθηκαν, που δεν συνηθίζονται σε πραξικοπήματα, όπως η απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων.
Οι αντιδράσεις του λαού του Σουδάν αποτελούν τον καλύτερο «δείκτη» του τι ήταν (και πώς την εξέλαβαν οι ίδιοι) η 11η Απρίλη: Πανηγυρισμοί (για την ανατροπή του Μπασίρ ως δική τους λαϊκή νίκη), οργή (για την πρόθεση των στρατηγών να ασκήσουν την εξουσία) κι επαγρύπνηση (να μην το επιτρέψουν).
Κατά την ανατροπή Μπασίρ, ο Ζιλμπέρ Ασκάρ υποστήριξε ότι ο λαός του Σουδάν δεν θα εξαπατηθεί όπως ο Αιγυπτιακός το Φλεβάρη του 2011 (όταν υπήρξε γενικευμένη ευφορία κι αυταπάτες για το ρόλο του Στρατιωτικού Συμβουλίου που ανέτρεψε τον Μουμπάρακ). Κι ότι η προσπάθεια να πάρει τελικά η ανατροπή Μπασίρ χαρακτηριστικά πραγματικού πραξικοπήματος δεν θα περάσει –τουλάχιστον όχι με πλατιά λαϊκή συναίνεση.
Πράγματι, οι κοινωνικές οργανώσεις που στήριξαν την εξέγερση, κατήγγειλαν από την πρώτη στιγμή τα σχέδια του Στρατιωτικού Συμβουλίου. Η μία έκκληση διαδεχόταν την άλλη: «Μείνετε στους δρόμους!», «Περιφρουρήστε την επανάστασή σας!». Και οι εκκλήσεις βρήκαν μαζική ανταπόκριση. Η απαγόρευση κυκλοφορίας κατέρρευσε στην πράξη, καθώς χιλιάδες και χιλιάδες παρέμειναν κατασκηνωμένοι να διαδηλώνουν έξω από το αρχηγείο του στρατού. Την επόμενη μέρα, ο Ιμπν Αούφ, ο επικεφαλής του Στρατιωτικού Συμβουλίου, ανακοίνωσε την παραίτησή του από το τιμόνι της χώρας κι έδωσε τη θέση του στον Αλ Μπουρχάν (λίγες ώρες μετά παραιτήθηκε από τη θέση του και ο μισητός επικεφαλής των Μυστικών Υπηρεσιών).
Στο δρόμο πανηγυρίστηκε ως ακόμα μια λαϊκή νίκη, με κυρίαρχο σύνθημα «Ανατρέψαμε δύο από αυτούς – Μέσα σε δύο μέρες!». Ο Αλ Μπουρχάν είναι σχετικά άγνωστος και γι’ αυτό θεωρείται «αθώος αίματος» (και στα εγκλήματα που έγιναν στους κατά καιρούς εμφυλίους και στην καταστολή διαδηλωτών) και εκτός «άρχουσας κλίκας». Επιχειρεί να ενισχύσει αυτό το προφίλ, υιοθετώντας πιο διαλλακτικό τόνο (πχ άρση της απαγόρευσης κυκλοφορίας, η οποία είχε ήδη αχρηστευτεί στην πράξη), για να ελέγξει τις εξελίξεις.
Η εξέγερση έδειξε και πάλι τα αντανακλαστικά της. Πανηγύρισε την πτώση του Ιμπν Αούφ, αλλά παραμένει στους δρόμους για να πιέσει για την υλοποίηση όλων των αιτημάτων της, χωρίς να εμπιστεύεται τον Αλ Μπουρχάν.
Στις πολιτικές δυνάμεις, αλλά και στις κοινωνικές οργανώσεις που επιχειρούν να εκφράσουν το κίνημα, επικρατούν πλέον διάφορες γραμμές και τακτικές. Άλλοι περιορίζονται στο αίτημα να συμμετέχουν «και πολίτες» στο Μεταβατικό Συμβούλιο, χωρίς να αμφισβητούν την παρουσία του στρατού. Άλλοι (ο βασικός κορμός των αντιπολιτευτικών κομμάτων, αλλά και οι επαγγελματικές ενώσεις που έπαιξαν κεντρικό ρόλο στην οργάνωση της εξέγερσης) συμμετείχαν στην πρώτη συνάντηση διαπραγμάτευσης με το Στρατιωτικό Συμβούλιο, αλλά ταυτόχρονα καλούν σε συνέχεια των καθημερινών κινητοποιήσεων κι επαγρύπνηση, εξακολουθώντας να πιέζουν για άμεση μετάβαση σε μια πολιτική κυβέρνηση και την υλοποίηση κι άλλων αιτημάτων της εξέγερσης. Ένα άλλο, σοβαρό, τμήμα αντιπολιτευτικών κομμάτων επιμένει μόνο στις διαδηλώσεις, θεωρώντας ότι «είναι πολύ νωρίς για συναντήσεις με το Στρατιωτικό Συμβούλιο» και ότι πρέπει να ενισχυθεί πρώτα το στρατόπεδο του κινήματος για να επιβάλει αιτήματα, προτού κάνει κινήσεις που «νομιμοποιούν» το Στρατιωτικό Συμβούλιο ως ρυθμιστή.
Η πιο σημαντική κοινωνική οργάνωση, η Επαγγελματική Ένωση (εκφράζει κυρίως δημοκρατικά μεσοστρώματα όπως δικηγόρους, γιατρους, καθηγητές), παρά τα πολιτικά και κοινωνικά όρια που θέτει ο χαρακτήρας της, προς το παρόν στηρίζει τη συμμετοχή σε διαπραγματεύσεις, αλλά επιμένει στις κινητοποιήσεις. Καλεί να παραμείνει η κατασκήνωση έξω από το στρατιωτικό επιτελείο, σε «ολοκληρωτική απεργία μέχρι την πλήρη μεταφορά της εξουσίας» και ζητά από τους διαδηλωτές σε όλη τη χώρα να συγκεντρωθούν έξω από τις διάφορες στρατιωτικές εγκαταστάσεις «έως ότου υλοποιηθούν πλήρως όλα τα αιτήματά μας».
Η έκκληση σε απεργία έχει σημασία, καθώς ως τώρα δεν είχαν κυκλοφορήσει αρκετά νέα για απεργιακές δράσεις από τμήματα της εργατικής τάξης. Ο προσανατολισμός στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις έχει επίσης σημασία. Κατά τις μέρες της εξέγερσης, αρκετοί φαντάροι υπερασπίστηκαν διαδηλωτές απέναντι στην αστυνομία και άλλα ένοπλα σώματα. Σύμφωνα με τον Ασκάρ, η εντεινόμενη συναδέλφωση των φαντάρων με διαδηλωτές έπαιξε ρόλο στην απόφαση του Επιτελείου να κάνει στην άκρη τον Μπασίρ. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξε ένα σώμα στρατού που διαφοροποιήθηκε δημόσια από την κατάληψη της εξουσίας από το Συμβούλιο («δεν ήταν αυτό που απαιτούσε ο λαός»), ενώ η εικόνα φαντάρων και υπαξιωματικών στο πλευρό των διαδηλωτών συνεχίστηκε και μετά την πραξικοπηματική ενέργεια της 11ης Απρίλη. Με διακριτική γλώσσα, το ρήγμα και τον φόβο παραδέχτηκε και ο Ιμπν Αούφ όταν παραιτήθηκε, δηλώνοντας ότι το κάνει «για να διατηρηθεί η ενότητα των ενόπλων δυνάμεων».
Ο λαός του Σουδάν έχει μια ένδοξη ιστορία νικηφόρων εξεγέρσεων ενάντια σε δικτατορίες (1964, 1985). Αλλά είδε πολλές φορές νέους δικτάτορες να έρχονται για να αντικαταστήσουν τους παλιούς. Το πώς θα γραφτεί το τέλος αυτής της εξέγερσης μένει να φανεί…
Αλγερία μετά τον Μπουτεφλίκα: «Θα φύγουν όλοι!»
Μετά την αποτυχία όλων των ελιγμών που επιχείρησε το καθεστώς, η ανατροπή του Μπουτεφλίκα ήταν θέμα χρόνου. Πράγματι, ο επί 20 χρόνια πρόεδρος της Αλγερίας υποχρεώθηκε τελικά να παραιτηθεί (υπό την πίεση του στρατού και του κόμματός του).
Όπως στο Σουδάν, έτσι και στην Αλγερία, οι διαδηλωτές δεν ικανοποιήθηκαν από την αλλαγή μόνο του επικεφαλής του καθεστώτος. Όταν την Τρίτη 9 Απρίλη ορίστηκε ο Αμπντελκαντέρ Μπενσαλά ως μεταβατικός πρόεδρος και υποσχέθηκε «ελεύθερες εκλογές» στις 4 Ιούλη, όλοι περιμέναμε αν και πώς θα αντιδράσουν οι εξεγερμένοι την Παρασκευή, την παραδοσιακή μέρα των διαδηλώσεων. Τελικά δεν χρειάστηκε ούτε αυτό. Μια μέρα μετά, την Τετάρτη 10 Απρίλη, χιλιάδες κατέβηκαν στους δρόμους εναντίον του, συνδυάζοντας τη διαδήλωση με το κάλεσμα 13 ανεξάρτητων συνδικάτων για γενική απεργία.
Την Τετάρτη και τις επόμενες μέρες, καταγράφηκαν απεργίες σε δεκάδες ιδιωτικές και δημόσιες εταιρίες, σε όλα τα σχολεία της πρωτεύουσας, σε νοσοκομεία κλπ. Τα 13 συνδικάτα εκφράζουν τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, τα ταχυδρομεία και οι μεταφορές, αλλά σύμφωνα με συνδικαλιστές μπήκε στο απεργιακό κύμα και η μεγαλύτερη βιομηχανική περιοχή της πρωτεύουσας (που «σιωπούσε» το πρώτο διάστημα). Κάποια συνδικάτα, που ήταν κοντά στο καθεστώς, υποχρεώνονται και κινητοποιούνται, αλλού εμφανίζονται (ή ενισχύονται) κάποια ανεξάρτητα σωματεία κ.ο.κ.
Η 8η συνεχόμενη Παρασκευή διαδηλώσεων οργανώθηκε με το σύνθημα «Θα φύγουν όλοι!» και συγκέντρωσε πάλι εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές. Ήταν η πιο βίαιη ως τώρα, καθώς η αστυνομία για πρώτη φορά εγκατέλειψε τη σχετική παθητικότητα κι επιτέθηκε. Υπήρξαν συγκρούσεις, δακρυγόνα, κανόνια νερού, προληπτικές επιθέσεις σε προσυγκεντρώσεις, περίπου 200 συλλήψεις, και 80 αστυνομικοί τραυματίες στην πρωτεύουσα. Το καθεστώς, αφού απέτυχε με όλους τους ως τώρα ελιγμούς να κερδίσει την εμπιστοσύνη των διαδηλωτών, πιθανόν να σκληρύνει πλέον τη στάση του. Προς το παρόν αντέχει η αυτοπεποίθηση που χτίστηκε όλες αυτές τις εβδομάδες στις «παράνομες» πολυπληθείς διαδηλώσεις. Ο 23χρονος Γιασίν δήλωσε: «θα είμαστε στους δρόμους σε μεγάλους αριθμούς. Πολύ μεγάλους. Δεν ξέρουν τι τους έρχεται. Δεν θα μπορούν να κάνουν τίποτα εναντίον μας». Το ίδιο αίσθημα αποτυπώνει το δημοφιλές τραγούδι των διαδηλωτών: «Φέρτε τα ΜΑΤ, φέρτε και την αντιτρομοκρατική!».
Το καθεστώς συνεχίζει κάποιες παραχωρήσεις (εκτός από τον Μπουτεφλίκα, «θυσιάζονται» αυτές τις μέρες οι πιο διαβόητοι και αρκετά ισχυροί εκατομμυριούχοι του στενού του περιβάλλοντος), αλλά θα παλέψει για τη διάσωσή του και τον έλεγχο της όποιας «μετάβασης». Ο στρατηγός Σαλάχ, επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, προσωποποιεί κι ενορχηστρώνει ως τώρα αυτή την προσπάθεια (δημόσια αποκήρυξη του Μπουτεφλίκα, κινητοποίηση του στρατού ενάντια σε κάποιους επιχειρηματίες, στήριξη αρχικά του Μπενσαλά, αλλά μένει να δούμε πώς θα κινηθεί αν «καεί» κι αυτός). Αλλά δεν έχει πείσει τους εξεγερμένους ότι είναι με το μέρος τους και παραμένει αρκετά ταυτισμένος με αυτό που οι αλγερινοί ονομάζουν «η εξουσία» και ενάντια στο οποίο αγωνίζονται.
Ο σύντροφος Καμέλ Αϊσάτ, της επαναστατικής οργάνωσης Σοσιαλιστικό Κόμμα Εργατών (αλγερινό τμήμα της 4ης Διεθνούς), έγραψε πρόσφατα
«Η συνέχεια της κινητοποίησης και το βάθεμα της αυτό-οργάνωσης είναι τα μόνα εχέγγυα που έχουμε ως εργάτες, ως καταπιεσμένες γυναίκες, ως νέοι άνθρωποι για να επιβάλουμε τις προσδοκίες μας… Άρχισε να πραγματοποιείται στα πανεπιστήμια. Βλέπουμε την ανάδυση αυτόνομων κοινοτήτων… Μια δεύτερη πτυχή είναι ότι πλέον οι διάφορες γειτονιές κατεβαίνουν με οργανωμένες προσυγκεντρώσεις πίσω από το δικό τους πανό η καθεμιά, τα χωριά οργανώνονται, οι εργάτες αναλαμβάνουν δράση στα συνδικάτα. Για παράδειγμα στην SONACOM ή στο βιομηχανικό χαλυβουργικό λιμάνι της Annaba, όπου γίνονται γενικές συνελεύσεις…
Κάθε μέρα έχουμε ένα νέο παράδειγμα αυτο-οργάνωσης. Είναι «σοβιέτ»; Όχι. Αλλά είναι η αρχή της συζήτησης μεταξύ των εργατών, της οργάνωσης των εργατών, της αυτόνομης έκφρασης των εργατών απέναντι και στους συνδικαλιστικούς μηχανισμούς και τις γραφειοκρατικές τους ηγεσίες».
Συνέχεια
Και οι δύο χώρες βρίσκονται στη συγκυρία όπου ο επαναστατικός αναβρασμός δημιουργεί ρωγμές κι επιβάλει στο καθεστώς μετατοπίσεις, ενώ όμως ο σκληρός του πυρήνας απεργάζεται τρόπους να ελέγξει τις εξελίξεις. Οι δηλώσεις των στρατιωτικών στις δύο χώρες περιγράφουν την ίδια ακριβώς στρατηγική. «Δεν θα επιβάλουμε τίποτα στο λαό. Θέλουμε να διαμορφώσουμε μια ατμόσφαιρα ειρηνικού διαλόγου», λέει ο Σουδανός, συμπληρώνοντας, «δεν θα γίνει όμως ανεκτό το χάος». «Ακούμε το λαό κι είμαστε στο πλευρό του», λέει ο Αλγερινός, συμπληρώνοντας, «θα υπερασπιστούμε τους θεσμούς απέναντι σε μη ρεαλιστικά συνθήματα».
Ένα μάθημα που φαίνεται ότι έμαθαν σε Αλγερία και Σουδάν από την εμπειρία των αδελφών τους στην Αίγυπτο και αλλού είναι να μη σταματήσουν την κινητοποίηση τη στιγμή της πρώτης νίκης. Η επιμονή ή η επαγρύπνηση δεν θα αρκέσει. Στη διαδρομή θα συναντήσουν το πραγματικό όριο στο οποίο έφτασαν οι άλλες αραβικές εξεγέρσεις –την έλλειψη οργανωμένης εναλλακτικής, που άνοιξε τελικά το δρόμο είτε στην αποδοχή «κουτσουρεμένων» λύσεων (Τυνησία) είτε έδωσαν χρόνο στην αντεπανάσταση να αντεπιτεθεί (Αίγυπτος). Αυτή την αδυναμία έχουν στο μυαλό τους οι στρατηγοί, όταν χτίζουν την επιχειρηματολογία τους ενάντια στο «χάος» ή τα «μη ρεαλιστικά συνθήματα που θα γκρεμίσουν όλους τους θεσμούς». Το γεγονός ότι και στην Αλγερία και στο Σουδάν έχει βρεθεί στο επίκεντρο το ζήτημα του στρατού, δείχνει ότι τα κινήματα έφτασαν στο ακανθώδες θέμα της αντιμετώπισης του σκληρού πυρήνα του κράτους, που σπάει πολύ πιο δύσκολα από την κορυφή του.
Αλλά τίποτε από αυτά δεν μετριάζει τα άλματα που έκανε η λαϊκή κινητοποίηση, οργάνωση και συνείδηση αυτές τις εβδομάδες, όπως και τις νίκες που πέτυχε (ανατροπή ηγετών που κυβέρνησαν για 20 ή 30 χρόνια και καθαιρέσεις αξιωματούχων ή καπιταλιστών που ασυδοτούσαν για χρόνια –εύκολα το λες, δύσκολα το κάνεις). Υπενθυμίζει στους λαούς της περιοχής –αλλά και διεθνώς– τη δύναμη των «από κάτω» και τη σημασία των μεθόδων της εξέγερσης ως τις πλέον αποτελεσματικές στην κατάκτηση και μικρών δημοκρατικών αλλαγών. Ξαναήρθε η λέξη «επανάσταση» στα χείλη χιλιάδων ανθρώπων, μετά από 6 χρόνια που επιχειρήθηκε από τα καθεστώτα της περιοχής να συντριβεί η ανάμνησή της. Το μέλλον θα είναι δύσκολο και γεμάτο προκλήσεις, αλλά προς το παρόν συμμεριζόμαστε τη χαρά των συντρόφων και των αδελφών μας και, σε μια αρνητική διεθνώς κατάσταση, δικαιούμαστε να πανηγυρίσουμε που η μεριά μας επιτέλους ξαναέβαλε 2 γκολ.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά