Το υπόστρωμα, τα γεγονότα και οι εκτιμήσεις.

Η εντυπωσιακή αντιστροφή στην αντιμετώπιση των προσφύγων στη Χίο μπορεί να ερμηνευθεί ικανοποιητικά μόνο αν συνυπολογίσουμε πως οι τοπικές ιδιαιτερότητες και αντιθέσεις συναντήθηκαν με τη νέα πολιτική και ιδεολογική κατάσταση που δημιουργείται μετά τη συμφωνία-αίσχος ΕΕ-Τουρκίας της 20/3/2016.

Τα τοπικά χαρακτηριστικά και οι αντιθέσεις:

1. Στο συγκεκριμένο νησί των περίπου 52.000 μόνιμων κατοίκων η κρίση και οι μνημονιακές πολιτικές είχαν καταστροφικές επιπτώσεις σε αρκετά μικρότερο τμήμα του πληθυσμού σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας. Αν υποθέσουμε ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας δοκιμάζεται σκληρά ένα 60% του πληθυσμού, με απώλεια όλων των κανονικοτήτων της ζωής του, στη Χίο αυτή η ολοκληρωτική καταστροφή δεν πρέπει να αφορά ποσοστό μεγαλύτερο του 30%.

2. Ο νησιωτικός αυτός κοινωνικός σχηματισμός έχει μακρά ιστορία μεγάλης καπιταλιστικής  ανάπτυξης. Οικονομία με μεγάλη και μακρόχρονη συσσώρευση, με μεγάλα αποθέματα πλούτου και αντίστοιχα συσσώρευση ενός σημαντικού πολιτιστικού κεφαλαίου. Μεγαλύτερος αριθμός τελειοφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, και πολιτιστική ζωή που διαπαιδαγωγεί σε ένα καθεστώς ανοχής και «ειρηνικής συνύπαρξης». Ταυτόχρονα, μια κοινωνία χωρίς σκληρές ταξικές συγκρούσεις, με όχι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη κοινωνική αριστερά και συνακόλουθα ούτε πολιτική. Είναι χαρακτηριστική η επιβίωση του έντονου ίχνους της βενιζελογενούς τομής στη συλλογική πολιτική κουλτούρα, που είχε καθορίσει τόσο το χαρακτήρα του τοπικού ΠΑΣΟΚ των  δεκαετιών 70-80 όσο και τη διαχρονικά υποτονική παρουσία της Αριστεράς

3. Η υλική αυτή πραγματικότητα και η ιστορία αυτής αποτυπώνεται στην πολιτιστική ζωή και σε συμπεριφορές αφενός μεν «καθώσπρέπει» (ιδιαίτερα έντονος κοινωνικός κομφορμισμός) αφετέρου σε ανάπτυξη μιας αξιόλογης μειοψηφίας της κοινωνίας σαν «πολιτισμικής Αριστεράς».

Συνοψίζοντας: Η ντόπια αστική τάξη μην έχοντας αντίπαλο και φρένο κάποια ισχυρή παράδοση εργατικών αγώνων και με σχεδόν πλήρη απουσία τοπικά οργανωμένης αντίπαλης ταξικής φωνής, είχε να αντιμετωπίσει σαν μοναδικό όριο τον «καθωσπρεπισμό» που επέβαλλε η φωτισμένη ευάριθμη πολιτιστική μειοψηφία και ο απόηχος των κοινωνικών αντιπαραθέσεων από την υπόλοιπη Ελλάδα.

Ένα τμήμα του προλεταριάτου -που η κρίση το δοκίμασε σκληρά- και μερίδα αγροτικού πληθυσμού του οποίου οι κανονικότητες απειλούνταν ζώντας στο περιθώριο της πολιτικής και πολιτιστικής ζωής (η οποία αναφερόταν και ασχολούνταν κυρίως με τα αστικά στρώματα, τους δημόσιους υπαλλήλους και τους αυτοαπασχολούμενους του νησιού),  αποτέλεσε την πρώτη ύλη των ψηφοφόρων της ΧΑ.

Πριν από τη συμφωνία της 20/3: η αλληλεγγύη

Όσο το νησί υπήρξε σαν πέρασμα των προσφύγων στην ηπειρωτική Ελλάδα, ένα ευρύ δίκτυο ανθρώπων της «πολιτισμικής Αριστεράς» έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους στη φροντίδα των προσφύγων, αντικαθιστώντας τις ανύπαρκτες υπηρεσίες του κεντρικού κράτους και λειτουργώντας τις ανεπαρκέστατες παροχές των τοπικών αρχών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι 4 κουζίνες του νησιού έφθασαν να προσφέρουν περίπου 11.000 μερίδες φαγητού την εβδομάδα, με την «κοινωνική κουζίνα» να πρωτοστατεί παράγοντας περίπου 3.500-4.000 μερίδες.

Μάλιστα, πριν από ένα μήνα, κάποια μέλη του Επιμελητηρίου προσπάθησαν να δημιουργήσουν πρόβλημα συκοφαντώντας την ποιότητα του προσφερόμενου φαγητού γιατί η λειτουργία των κουζινών δεν τους άφησε περιθώρια για cetering στα κέντρα φιλοξενίας…

Να συνυπολογίσουμε ότι οι πρώτες ύλες για τις κουζίνες προέρχονταν από συνεχείς προσφορές εκατοντάδων κατοίκων. Και να προσθέσουμε την υπερπροσφορά σε ρούχα, παπούτσια, κουβέρτες κ.λπ.

Επιπτώσεις στην τοπική οικονομία

Οι μαγαζάτορες γενικά επωφελήθηκαν από το πέρασμα των προσφύγων, με ενοικιάσεις δωματίων που στην πόλη και στα κοντικά μέρη (έφθασαν σε πληρότητα το 95%!), με ψώνια, εστίαση κ.λπ., ενώ σε αρκετές περιπτώσεις αισχροκέρδησαν. Τα πρακτορεία ταξιδίων όλη την περίοδο  είχαν είσπραξη εφάμιλλη της καλοκαιρινής σεζόν! Ανέλπιστο δώρο και για τις ναυτιλιακές εταιρείες!

Με αυτόν τον τρόπο, η Χίος έδωσε μια εικόνα θετική στην αντιμετώπιση των προσφύγων, που χάρη στην ηγεμονία των αλληλέγγυων, ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Ο ρατσισμός είχε περιοριστεί σε γκρίνιες και περιθωριακά περιστατικά.

Αυτά μέχρι τη συμφωνία-αίσχος της 20ής Μαρτίου.

Ύστερα από τη συμφωνία της 20/3: τα γεγονότα

Η κρατική μέριμνα, από την αρχή των μαζικών αφίξεων το Μάιο του 2015, ήταν ελλιπέστατη και καθυστερημένη. Παρά τις ειδοποιήσεις και την πίεση των αλληλέγγυων και των δημοτικών παρατάξεων της Αριστεράς, η απουσία του κεντρικού κράτους υπήρξε εντυπωσιακή και μόνιμο χαρακτηριστικό της περιόδου.

Το κέντρο καταγραφής που διαμορφώθηκε στο παλιό εργοστάσιο ΒΙΑΛ, τον περασμένο Ιανουάριο μέχρι τις 20/3, συγκέντρωνε την δυσαρέσκεια μερίδας των κατοίκων γειτονικού χωριού. Όμως η γρήγορη ροή των προσφύγων και η προσωρινότητα της παραμονής τους δεν άφηναν δυνατότητα στη δυσαρέσκεια και την προκατάληψη να πάρουν χαρακτηριστικά έντονου ρατσιστικού λόγου και πρακτικών.

Όταν μετά τις 20/3 το κέντρο αυτό έγινε κέντρο κράτησης, οι συνθήκες επιδεινώθηκαν  απότομα.

Οι πρόσφυγες βρέθηκαν κρατούμενοι απλώς γιατί είναι πρόσφυγες. Με αβέβαιο το αύριο, με το φόβο της απέλασης στην Τουρκία (όπου είχαν υποστεί πριν έρθουν στο νησί άγρια εκμετάλλευση), υποχρεώθηκαν να περιμένουν τις ανύπαρκτες υπηρεσίες μένοντας χωρίς μπάνιο επί 15 και πλέον μέρες (δεδομένου ότι το κέντρο δεν είχε κατασκευαστεί για κρατούμενους αλλά για ολιγοήμερη διαμονή). Αναγκάστηκαν  να τρώνε φαγητό κακιάς έως κάκιστης ποιότητας  από cetering της Αθήνας, να έχουν ελλιπή παροχή νερού και να συνωστίζονται μέρα με τη ημέρα όλο και περισσότερο. Μετά τη συμφωνία είχε εκλείψει η δυνατότητα διαμονής τμήματός τους στην τοποθεσία Σούδα μέσα στην πόλη, όπου λειτουργούσε καταυλισμός ανοιχτής προσωρινής παραμονής, με σκηνές της Διεθνούς Αμνηστίας, και εκτόνωνε την κατάσταση της ΒΙΑΛ. Έτσι την 1/4, μετά από ένα βράδυ συμπλοκών μέσα στο χώρο κράτησης στην ΒΙΑΛ, ανάμεσα σε εθνότητες (απότοκο, εκτός των άλλων, της διαφορετικής προοπτικής που τους επεφύλασσε η συμφωνία) και ενώ ο πληθυσμός του κέντρου (χωρητικότητας 1.000) ανθρώπων είχε φθάσει τους 1.800, περίπου 800 έφυγαν από το κέντρο και μετά από πορεία 10 χιλιομέτρων έφθασαν στο λιμάνι, δίνοντας το μήνυμά τους σε όλες τις κατευθύνσεις.

Μετά από αυτό το συμβάν, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Μερίδα των κατοίκων του γειτονικού στη ΒΙΑΛ χωριού έβγαλαν έντονους φόβους και φοβίες που ξεπερνούσαν κάθε όριο δικαιολογημένης ανησυχίας.

Η εγκατάσταση των προσφύγων στο λιμάνι ανάγκασε τις ναυτιλιακές εταιρείες να πηγαίνουν τα επιβατηγά στα Μεστά, το δυτικό λιμάνι της Χίου.

Αυτό, πέρα από τα πρακτικά προβλήματα, έδωσε την δυνατότητα στους μαγαζάτορες του λιμανιού και στους πράκτορες ταξιδίων να ακούνε και να αναπαράγουν κάθε κινδυνολογία.

Έτσι, την Τετάρτη 6/4 το πρωί, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυκλοφόρησε ρατσιστική  αφίσα με φρασεολογία και αισθητική Χρυσής Αυγής που καλούσε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία την ίδια ώρα με τη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου για το θέμα.

Η συνεδρίαση ξεκίνησε ενώ έξω από το Δημαρχείο αρκετοί από τους συγκεντρωμένους  τραμπούκιζαν, χτύπαγαν και επιτίθεντο  σε αλληλέγγυους. Από ένα πλήθος «νοικοκυραίων» που αποδεχόταν την καθοδήγηση μελών της ΧΑ και της ΝΔ. Κάποια στιγμή εισέβαλαν στο δημοτικό συμβούλιο απειλώντας, βρίζοντας και απαιτώντας να φύγουν οι πρόσφυγες από την ΒΙΑΛ, και εκεί άφησαν όλα τα σημάδια τους καταστρέφοντας ακόμη και έναν πίνακα του Ζυμαράκη…

Οι  δημοτικές παρατάξεις ψήφισαν ομόφωνα ψήφισμα στο οποίο απαιτούν να σταματήσει να λειτουργεί σαν χώρος κράτησης η ΒΙΑΛ, η οποία άλλωστε είχε παραχωρηθεί ως περιουσιακό στοιχείο του δήμου, με τον όρο να λειτουργεί σαν ανοιχτό κέντρο φιλοξενίας. Το ψήφισμα βάζει επίσης θέμα σεβασμού της συνθήκης της Γενεύης και απαιτεί από την Πολιτεία την εκτόνωση της απαράδεκτης κατάστασης μεριμνώντας για τις συνθήκες διαμονής των προσφύγων.

Την επομένη, Πέμπτη 7/4, η επίθεση των «αγανακτισμένων πολιτών» επικεντρώθηκε στο χώρο του λιμανιού. Και ενώ είχε διευθετηθεί το θέμα της παραμονής των προσφύγων σε τμήμα του λιμανιού (και το πλοίο της γραμμής ήρθε και έφυγε κανονικά), ένα μικρό τμήμα επιχειρηματιών, μπράβοι μαγαζιών της νύχτας, λούμπεν στοιχεία και ακροδεξιοί με την καθοδήγηση ομάδας κρούσης της ΧΑ απειλούσαν αλληλέγγυους, τρομοκρατούσαν,  πέταγαν κροτίδες στο χώρο των προσφύγων και κακοποίησαν γυναικόπαιδα. Η εξαιρετικά υποτονική παρουσία της αστυνομίας έδωσε τη δυνατότητα στην τρομοκρατία να αναδειχθεί σε ρυθμιστικό παράγοντα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο δήμαρχος έβαλε το ανατριχιαστικό δίλημμα στους τρομοκρατημένους πρόσφυγες (αυτό που καταγράφηκε  διαδικτυακά σε βίντεο, προκαλώντας τις χειρότερες των εντυπώσεων σε όλο το διεθνές διαδικτυακό «χωριό»): «Ή θα αντιμετωπίσετε αυτούς ή θα έρθετε μαζί μου!»

Με αυτόν τον τρόπο άδειασε το λιμάνι, με τους πρόσφυγες να πακτώνονται εκ νέου σε συνθήκες κράτησης.

Η «επόμενη μέρα»

Η ανακούφιση των «νοικοκυραίων» επειδή άδειασε το λιμάνι, ακόμη και με αυτόν τον τρόπο, είναι έκδηλη. Όμως η ταχύτητα των εξελίξεων, στην οποία αποφασιστικό ρόλο παίζει η διαρκής ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στη Χίο, αλλά και σε άλλα μέρη, δεν επιτρέπει να παγιωθεί η ηγεμονία της βίας και ακόμη περισσότερο να καταστεί αποτελεσματική.

Οι αντιθέσεις της καθημερινότητας θα επιταχυνθούν και τα δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο για τη «Χίο τόπο βίας», με πιθανές επιπτώσεις στον τουρισμό, θα βάλουν σε δεύτερες σκέψεις το τμήμα του πληθυσμού που ταλαντεύεται ανάμεσα στην ανθρωπιά του και τη φαντασίωση της «ησυχίας» του.

Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική και ιδεολογική ήττα της αλληλεγγύης είναι μαχητή και αντιστρέψιμη. Ούτε οι αλληλέγγυοι έπαψαν να υπάρχουν ούτε οι δράση τους σταμάτησε...

Και όσο αναγκαία είναι η συγκρότηση ενός ευρύτερου αντιφασιστικού μετώπου που να μπορεί να παρεμβαίνει αποφασιστικά, άλλο τόσο η αποτελεσματικότητά του θα κριθεί από τα στοιχεία μιας ευρείας ταξικής συμμαχίας του κόσμου της εργασίας που αυτό θα έχει σαν συγκροτητική «ύλη» του.

Γιατί οι μπράβοι καθώς και οι επιχειρηματίες και οι φασίστες, που πρωτοστάτησαν, είναι η ίδια «πρωτοπορία» της πιο ακραίας μορφής τοπικής κοινωνικής εκμετάλλευσης.

Η Αριστερά σαν πολιτισμικό αίτημα και μόνον, δεν μπορεί να απαντήσει στην ωμότητα του χυδαίου ρεαλισμού του κέρδους. Ούτε μπορεί να σταματήσει τις μισάνθρωπες συνέπειές του στη ζωή των ντόπιων και των προσφύγων.

Η απάντησή μας είναι απαραίτητο να στριμώχνει τους φασίστες αλλά και το δυνητικό τους κοινό, τους μικροαστούς «νοικοκυραίους», σαν στυγνούς εκμεταλλευτές και προαγωγούς των ταξικών και κοινωνικών ακροτήτων στην καθημερινότητα.

Δεν μπορεί το αντιφασιστικό κίνημα να είναι αποτελεσματικό αν δεν έχει καθοριστικό το σύνθημα ότι πάνω από τα κέρδη των επιχειρηματιών και τη φαντασίωση της «καλοπέρασής» μας είναι η ζωή και η αξιοπρέπεια όλων μας, προσφύγων και ντόπιων μαζί,  που πρέπει να προστατευθεί από το ίδιο το σύστημα που 6 χρόνια μας απειλεί απροκάλυπτα.

Για να είμαστε αποτελεσματικοί ως αντιφασίστες, οφείλουμε να μιλήσουμε για την καθημερινή ακρότητα της εκμετάλλευσης. Να την απονομιμοποιούμε και να την περιορίζουμε υλικά και ηθικά.

Ετικέτες