Τα αποτελέσματα των φετινών ευρωεκλογών έδειξαν μια σαφή τάση ανόδου της ακροδεξιάς πανευρωπαϊκά.

Στις κραταιές χώρες του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, αλλά και σε μικρότερες περιφερειακές δυνάμεις, καταγράφηκε ανησυχητική άνοδος. Πρόκειται για το αποτέλεσμα των αδιέξοδων και εγκληματικών πολιτικών του κυρίαρχου κεντροδεξιού πολιτικού μπλοκ στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία, αλλά και της αδυναμίας της Αριστεράς να οικοδομήσει διεθνώς μια αντιπαραθετική πολιτική πρόταση ρήξης τόσο με το νεοφιλελευθερισμό όσο και με την άκρα δεξιά.

Ενίσχυση ευρωπαϊκών ποσοστών

Ένα μαύρο πέπλο εμφανίστηκε ξανά στον ευρωπαϊκό εκλογικό χάρτη. Σε χώρες ορόσημα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η ακροδεξιά έκανε μια πραγματική επίδειξη δύναμης. Στη Γαλλία, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν συγκέντρωσε το 31% των ψήφων κατακτώντας την πρώτη θέση και οδηγώντας τον Μακρόν στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Στη Γερμανία, το ακροδεξιό AfD που εμπλεκόταν σε μια σειρά από σκάνδαλα και είχε κατηγορηθεί για φιλοναζιστική ρητορική συγκέντρωσε το 15% των ψήφων και ανερχόμενο σε δεύτερη πολιτική δύναμη κέρδισε έξι έδρες σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Στην Ιταλία το ακροδεξιό κόμμα της Τζώρτζια Μελόνι Fratelli d’Italia κέρδισε το 28% των ψήφων ανερχόμενο σε πρώτη δύναμη υποσκελίζοντας την επίσης ακροδεξιά Λέγκα. Στην Ισπανία το ακροδεξιό VOX αναδείχθηκε τρίτη δύναμη συγκεντρώνοντας το 9% των ψήφων και έχοντας απώλειες από το επίσης ακροδεξιό νέο κόμμα Se Acabó la Fiesta.

Είναι τρομακτικό, όμως συνάμα και αληθινό. Οι δύο ομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που βρίσκονται στην πιο δεξιά πλευρά του φάσματος, οι Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR) και η ομάδα Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID), ελέγχουν αθροιστικά 141 έδρες στο σώμα. Αν δηλαδή ήταν ενιαίος φορέας θα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στο ευρωκοινοβούλιο. Σε αυτό το άθροισμα δεν υπολογίζονται οι 15 βουλευτές της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, οι 10 εκπρόσωποι του κόμματος Fidesz του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, οι έξι που ανήκουν στο κόμμα Συνομοσπονδία της Πολωνίας και τα τρία μέλη του φιλοκρεμλινικού κόμματος Αναγέννηση της Βουλγαρίας. Πρόκειται για μια πολύ δυναμική ενίσχυση του ακροδεξιού πολιτικού φάσματος, η οποία αντανακλάται και σε μικρότερα ευρωπαϊκά κράτη.

Στην Αυστρία, στην Ολλανδία, στο Βέλγιο, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία και σε πολλές ακόμη ευρωπαϊκές χώρες η ακροδεξιά σημείωσε πολύ υψηλά ποσοστά. Βρισκόμαστε λοιπόν αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα των κυρίαρχων ευρωπαϊκών πολιτικών την τελευταία δεκαπενταετία. Των πολιτικών που τσακίζουν τα εργατικά δικαιώματα, που κλείνουν τα σύνορα και καλλιεργούν τον συστημικό ρατσισμό, των πολιτικών που αδιαφορούν για την κλιματική αλλαγή και προβάλλουν την πράσινη ανάπτυξη μόνο ως επενδυτική ευκαιρία, των πολιτικών που βασίζονται στην ταξική καταπίεση, τον ρατσισμό, το σεξισμό και την αποθέωση του ατομικού δρόμου. Η ξεκάθαρη στροφή προς την άκρα δεξιά συνολικά στην Ευρώπη είναι μια εξέλιξη που αφενός προκαλεί ανησυχία, αφετέρου όμως ήταν ορατή καθώς οι κυρίαρχες ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις έδιναν προνομιακό πολιτικό πεδίο παρέμβασης στο χώρο της εθνικιστικής δεξιάς.

Ενδυνάμωση στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα οι διάφορες φυλές της διεθνούς ακροδεξιάς αποτυπώνονται στη δημόσια συζήτηση ως ένα κακέκτυπο, μια κακή αντιγραφή. Ο φιλορωσισμός του Βελόπουλου, οι αναφορές της Λατινοπούλου στη Μελόνι, οι θρησκόληπτες αφηγήσεις του Νατσιού, ο θαυμασμός του τραμπισμού από τους Μπογδάνους, είναι μόνο λίγα δείγματα της αστειότητας της ελληνικής ακροδεξιάς, που αντιλαμβανόμενη ότι υπάρχει διεθνές ρεύμα και εσωτερικό πολιτικό κενό στα δεξιά της ΝΔ, διαγωνίζεται για τα ηνία του χώρου. Το ανησυχητικό είναι ότι οι διάφορες παραλλαγές της ελληνικής ακροδεξιάς αθροιστικά συγκεντρώνουν περίπου το 18% των ψήφων των ευρωεκλογών του Ιουνίου, αποτυπώνοντας με σαφή τρόπο τις δυναμικές που υπάρχουν. Σε αυτό προφανώς συντέλεσε η συνολική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη την τελευταία πενταετία, αλλά και η έλλειψη προοπτικής από τις δυνάμεις της λεγόμενης κεντροαριστεράς.

Το κόμμα Βελόπουλου κατέλαβε την τέταρτη θέση στην επικράτεια μετρώντας όμως υψηλά ποσοστά στη Βόρεια Ελλάδα, όπου σε κάποιες περιφέρειες αναδείχθηκε δεύτερη δύναμη, με ποσοστά τα οποία ξεπερνούν και το 15%. Συγκεκριμένα, κέρδισε τη δεύτερη θέση στη Β΄Θεσσαλονίκης (16,03%) και στους νομούς Δράμας (15,48%), Κιλκίς (16,54%), Σερρών (15,84%), Ημαθίας (18,46%) και Πέλλας (17,40%). Φαίνεται πως περίπου 700.000 από τους 3,9 εκατομμύρια ψηφοφόρους που καταμετρήθηκαν, επέλεξαν να στηρίξουν τα κόμματα που υιοθετούν ρητορική μίσους και υπερσυντηρητικές ιδέες για το μέλλον της Ευρώπης. Ο αυτοαποκαλούμενος πατριωτικός χώρος επαίρεται για τη δυναμική του και οι διάφοροι ηγετίσκοι ξιφομαχούν για το ποιος θα γίνει ο βασικός εκφραστής.

Ο Βελόπουλος, ως κυρίαρχος του χώρου, επιχείρησε να κάνει ένα «άνοιγμα» αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, καλώντας σε συστράτευση και χρησιμοποιώντας φράσεις όπως «είμαστε αντιπολίτευση» και «δεν θα σταματήσουμε μέχρι να κυβερνήσουμε». Κάλεσμα το οποίο πάντως έμεινε ασχολίαστο από τους επικεφαλής των υπολοίπων κομμάτων της ακροδεξιάς. Ο πρόεδρος της «Νίκης», Δημήτρης Νατσιός, σε δηλώσεις του, λίγο αργότερα, αγνόησε το κάλεσμα Βελόπουλου, μοιραζόμενος την πεποίθησή του ότι στις επόμενες εκλογές, το κόμμα του θα έχει μεγαλύτερα αποτελέσματα. Το κόμμα Νατσιού στηρίζεται άλλωστε σε εκκλησιαστικούς και παραεκκλησιαστικούς κύκλους με ισχυρούς μηχανισμούς σε μικρές τοπικές κοινωνίες ιδιαίτερα στην επαρχία. Η νέα αρνητική έκπληξη ήταν το κόμμα της Αφροδίτης Λατινοπούλου, που έτυχε τεράστιας προβολής από τα αστικά ΜΜΕ τις τελευταίες ημέρες πριν τις ευρωεκλογές. Χαρακτηριστικό της Λατινοπούλου είναι ότι επιχειρεί με το δημόσιο λόγο της να κανονικοποιήσει την ακροδεξιά ρητορική. Η δήλωσή της μετά τις εκλογές ήταν χαρακτηριστική «Δυστυχώς, το παλαιό πολιτικό σύστημα έχει χάσει την αξιοπιστία του. Είμαστε εδώ όμως δυνατοί και κάνουμε το πρώτο βήμα. Δεν επικρατεί καμία ακροδεξιά, επιτέλους θα επικρατήσει η άνοδος της λογικής».

Διεκδίκηση νέων ακροατηρίων

Μια νέα γενιά ψηφοφόρων τέθηκε ενώπιον της εκλογικής διαδικασίας στις φετινές ευρωεκλογές. Πρόκειται για μια γενιά που έχει έλλειμμα συλλογικών αναπαραστάσεων και αγώνων και που αντιλαμβάνεται την έννοια της δημόσιας συζήτησης κυρίως υπό το πρίσμα των νέων μέσων. Αυτοί οι δύο παράγοντες υπήρξαν καθοριστικοί για την ενίσχυση της ακροδεξιάς πανευρωπαϊκά. Η γενιά των πολέμων στην Ουκρανία και την Παλαιστίνη, η γενιά της πανδημίας και των περιορισμών, η γενιά της βίαιης φτωχοποίησης και της κλιματικής αλλαγής, αναζητά εναγωνίως διέξοδο και όσο η ριζοσπαστική Αριστερά αδυνατεί να βρει τα εργαλεία να τη συναντήσει, να την οργανώσει και να την εκφράσει, τόσο οι δυνάμεις της λαϊκιστικής ακροδεξιάς θα βρίσκουν πρόσφορο έδαφος πολιτικής ανάπτυξης.

Από τη Γερμανία και τη Γαλλία μέχρι την Πολωνία και την Ισπανία η ακροδεξιά κέρδισε τη νεανική ψήφο με σημαντικά ποσοστά σε αυτές τις ευρωεκλογές. Εκλογικά ακροατήρια που το 2019 έλαβαν το προσωνύμιο «Η γενιά Γκρέτα» λόγω της νεαρής Σουηδής ακτιβίστριας και είχαν εκφραστεί πολιτικά ψηφίζοντας είτε Πράσινους είτε Αριστερά, φαίνεται πως μετατοπίστηκαν δεξιότερα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο στις ευρωεκλογές του 2024. Η κυρίαρχη ατζέντα που βλέπει τους πρόσφυγες ως πρόβλημα, τον πόλεμο ως αναγκαιότητα, τις ταξικές διακρίσεις ως μια πραγματικότητα και την κλιματική αλλαγή ως ένα πεδίο κερδοφορίας, έδωσε πολλά κιλά πολιτικής ισχύος στις μπαταρίες της ακροδεξιάς. Με τους ηγέτες τους μάλιστα να χειρίζονται αριστοτεχνικά τα νέα μέσα κοινωνικής δικτύωσης-- καλύτερα από τους ηγέτες των συστημικών κομμάτων- τα ευρωπαϊκά, συχνά νεοσύστατα εθνικιστικά, δήθεν αντισυστημικά κόμματα απέκτησαν κύρος και θεωρήθηκαν από κάποιους νεαρούς ψηφοφόρους ανατρεπτικά και αντικομφορμιστικά.

Στην Ελλάδα ευτυχώς, η μακρά παράδοση των αγώνων, το βαθύ ρίζωμα της Αριστεράς σε εργατικούς και φοιτητικούς χώρους και η ανάπτυξη επιμέρους κινημάτων, ήταν αυτή που δεν επέτρεψε στην εγχώρια ακροδεξιά να κοκορεύεται ότι κυριάρχησε στη νέα γενιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελληνική Λύση έλαβε μικρότερο ποσοστό σε σχέση με τον μέσο όρο της στους νέους 17 έως 34 ετών και τους φοιτητές. Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα τελευταία χρόνια η φοιτητική Αριστερά ηγεμονεύει πανελλαδικά, εκτοπίζοντας τη ΔΑΠ από την πρώτη θέση στις φοιτητικές εκλογές και ότι ακροδεξιά μορφώματα δεν έχουν κατορθώσει καν να εμφανίσουν οργανώσεις και σχήματα στις σχολές, τότε αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντική είναι η παρουσία της οργανωμένης Αριστεράς στην κοινωνία.

Το δεδομένο είναι ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πάρα πολύ δύσκολη πολιτική συνθήκη. Από τη μία η νεοφιλελεύθερη δεξιά συνεχίζει να κρατάει τα πολιτικά ηνία της ΕΕ, από την άλλη εμφανίζεται ένα ανομοιογενές, αλλά επικίνδυνο πολιτικό ρεύμα που συγκροτείται γύρω από την ξενοφοβία, τον κοινωνικό συντηρητισμό, τον αντικομμουνισμό και την έμφαση στο έθνος-κράτος. Με λίγα λόγια η κεντρική πολιτική συζήτηση αναμένεται να μετατοπιστεί ακόμη δεξιότερα τα επόμενα χρόνια βάσει των νέων ευρωπαϊκών συσχετισμών. Αυτός είναι και ο λόγος που το οργανωμένο κίνημα και η Αριστερά, έχουν αναβαθμισμένα καθήκοντα τη νέα χρονιά. Κάθε σπιθαμή αντίδρασης πρέπει να γίνει φωτιά, κάθε μικρός αγώνας πρέπει να στηριχθεί δυναμικά, κάθε προσπάθεια που εδράζεται στο τρίπτυχο μαζικότητα-ενότητα-ριζοσπαστισμός, πρέπει να είναι η βάση της δικής μας αντεπίθεσης στο μαύρο που αυξάνεται σε όλη την Ευρώπη.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες