Ο λόγος που ο «γαλλικός Μάης» του 1968 έμεινε στην ιστορία και συγκλόνισε όλο τον κόσμο δεν ήταν μόνο η εξέγερση των φοιτητών/τριών. Tέτοιες υπήρξαν και στην Ιταλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία και ήταν εξίσου μαζικές και δυναμικές.
Αυτό που διαφοροποιεί την εξέγερση στη Γαλλία ήταν η ορμητική παρέμβαση της εργατικής τάξης στο προσκήνιο και ειδικά των νέων εργατών, που πάλευαν στα εργοστάσια σε όλη τη Γαλλία. Για περίπου δύο εβδομάδες, 10 εκατομμύρια εργάτες απεργούσαν, παραλύοντας κυριολεκτικά το καθεστώς του στρατηγού Ντε Γκολ.
Το υπόβαθρο
Τα χρόνια από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70 έχουν μείνει γνωστά ως τα «30 ένδοξα χρόνια» του καπιταλισμού, ωστόσο η εποχή για την εργατική τάξη δεν ήταν και τόσο «χρυσή». Τα λαϊκά τραγούδια στην Ελλάδα του ’60, που μιλούν για την προσφυγιά στα ορυχεία του Βελγίου και τις φάμπρικες της Γερμανίας, είναι γνωστά σε όλους και όλες και αποτυπώνουν με λυρικό τρόπο τη σκληρή πραγματικότητα της εποχής. Ακόμα και στο «κέντρο» του δυτικού καπιταλισμού οι συνθήκες μόνο «χρυσές» δεν ήταν για την εργατική τάξη. Ειδικά στη Γαλλία, σύμφωνα με στοιχεία του 1966, οι Γάλλοι εργάτες ήταν προτελευταίοι σε μισθούς ανάμεσα στους εργάτες των χωρών της Κοινής Αγοράς (πρόδρομος της ΕΕ), ενώ την ίδια στιγμή είχαν τα υψηλότερα ωράρια εργασίας και πλήρωναν πολύ υψηλούς φόρους. Επίσης εκείνα τα χρόνια περίπου το 75% του εργαζόμενου πληθυσμού αποτελούταν από μισθωτούς εργάτες, πολλοί από τους οποίους ήταν κάτω των 30 ετών.
Το αυταρχικό και συντηρητικό καθεστώς του στρατηγού Ντε Γκολ είχε αναλάβει το ρόλο της ανασυγκρότησης του γαλλικού καπιταλισμού μετά τον πόλεμο. Αυτό έγινε με τη ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανίας (με τις παραπάνω συνέπειες για την εργατική τάξη) για να αυξηθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα του γαλλικού καπιταλισμού. Εργατικοί αγώνες υπήρξαν πολλοί και πριν το ’68, αλλά έληγαν συνήθως με τη νίκη των αφεντικών. Για να μπορέσει να γίνει αυτό, το καθεστώς χρησιμοποιούσε την αστυνομική καταστολή, αλλά και μια βαθιά συντηρητική-θεσμική κρατική διάρθρωση, όπου δεν υπήρχαν ενδιάμεσοι θεσμοί ανάμεσα σε αυτούς που ασκούσαν την εξουσία και τους απλούς ανθρώπους, αποκλείοντας σχεδόν κάθε δυνατότητα πολιτικής εκπροσώπησης με ρόλο και της πολιτικής Αριστεράς, αλλά και των συνδικάτων, δημιουργώντας ένα τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό χάσμα.
Η γενική απεργία
Μετά τη «νύχτα των οδοφραγμάτων» στις 10-11 Μάη, που με μία έννοια σηματοδοτεί την κορύφωση της σπουδαστικής εξέγερσης, ακολουθεί η πρώτη απεργία στις 13 Μάη, με μια μεγαλειώδη διαδήλωση στο Παρίσι από εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές και εργάτες. Πριν από αυτή τη διαδήλωση, η ημερομηνία της 6ης Μάη έχει ιδιαίτερη σημασία: Μια φοιτητική διαδήλωση περίπου πενήντα χιλιάδων ανθρώπων χτυπιέται άγρια από την αστυνομία (τουλάχιστον 100 τραυματίες) και είναι η στιγμή που το φοιτητικό κίνημα αρχίζει να κερδίζει υποστήριξη από τους νέους εργάτες στα εργοστάσια, ειδικά με τις εικόνες των μαχητικών συγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής, έναν αντίπαλο που και οι ίδιοι είχαν αντιμετωπίσει πολλές φορές.
Από τις 13 έως τις 22 Μάη το απεργιακό κύμα κορυφώνεται, καθώς οι καταλήψεις των εργοστασίων και οι απεργίες αγκαλιάζουν τα εργοστάσια σε όλη τη Γαλλία, δημιουργώντας μια βαθιά ρωγμή στα στεγανά κοινωνικά χωρίσματα. Χωρίς να είναι σαφές πώς ακριβώς ξεκίνησε αυτό το απεργιακό κύμα, δύο πράγματα είναι σίγουρα. Πρώτον, οι μαζικές καταλήψεις των πανεπιστήμιων, που έχουν τις ρίζες τους στις πιο αγωνιστικές παραδόσεις του εργατικού κινήματος, έπαιξαν ρόλο στο να εξαπλωθεί η κατάληψη ως μορφή πάλης και στους χώρους δουλειάς. Δεύτερον, οι νέοι εργάτες –που ήταν η βασική κινητήρια δύναμη της γενικής απεργίας– ήταν πλέον κουρασμένοι από τους γραφειοκρατικούς χειρισμούς των συνδικάτων, που ελέγχονταν στην πλειοψηφία τους από τη CGT (συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΓ). Οι μορφές αγώνα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν οι καταλήψεις, οι απεργιακές επιτροπές, οι κοινές επιτροπές δράσης φοιτητών-εργατών, οι μαζικές διαδηλώσεις, ακόμα και το κλείδωμα των διευθυντών μέσα στα γραφεία τους από τους εργάτες στα εργοστάσια.
Από τις 24 Μάη και μετά δεν μένει κανένας εργασιακός ή επαγγελματικός χώρος έξω από το χορό της γενικής απεργίας: υπάλληλοι στο δημόσιο και τις τράπεζες, οδηγοί λεωφορείων, γιατροί, αρχιτέκτονες και μηχανικοί, εργάτες στα πρατήρια βενζίνης, νεκροθάφτες κτλ. Ουσιαστικά, δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην απεργεί, με αποτέλεσμα το καθεστώς να βρίσκεται κυριολεκτικά σε παράλυση, αφού τίποτα δεν λειτουργούσε: τα λεωφορεία δεν κινούνταν, η βενζίνη είχε εκλείψει, οι δημόσιες υπηρεσίες ήταν σε κατάρρευση, ακόμα και το διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών ακυρώθηκε.
Η συμφωνία της Γκρενέλ
Στην αρχή της απεργίας το ΚΚΓ και η CGT είχαν ανοιχτά εχθρική στάση απέναντι στο φοιτητικό κίνημα, κατηγορώντας τα «γκρουπούσκουλα» και τους «αριστεριστές» ότι παίζουν το παιχνίδι της κυβέρνησης. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν τους επαναστάτες φοιτητές να έρθουν σε επαφή και να «μολύνουν» τους εργάτες. Όμως η δυναμική της εξέγερσης ξεπέρασε την ηγεσία του ΚΚΓ η οποία μάλιστα μετά τις 20 Μάη άρχισε να φοβάται πραγματικά ότι θα χάσει και την ηγεσία του κινήματος από τους «αριστεριστές» και συνεπώς την αξιοπιστία της ανάμεσα στους εργάτες. Έτσι αλλάζει στάση και αρχίζει να στηρίζει την απεργία, με καθαρά συντεχνιακά-οικονομικά αιτήματα, με στόχο όχι την εξάπλωση, αλλά τον περιορισμό της, σε μία προσπάθεια να φανεί ως ο κύριος και αξιόπιστος διαπραγματευτής απέναντι στον πρωθυπουργό Πομπιντού και τον στρατηγό Ντε Γκολ, κάτι το οποίο κατάφερε. Από τη μεριά της η κυβέρνηση, όντας πραγματικά πολύ στριμωγμένη και αφού εξέτασε ακόμα και το ενδεχόμενο παρέμβασης του στρατού για να σταματήσει η ανεξέλεγκτη κρίση, αποφάσισε εντέλει να προχωρήσει σε διαπραγμάτευση και συμβιβασμό με την ηγεσία των συνδικάτων.
Στις 25 Μάη συνάπτεται η συμφωνία της Γκρενέλ, μεταξύ της ηγεσίας των συνδικάτων και της Γαλλικής κυβέρνησης, η οποία προέβλεπε 35% αύξηση στον κατώτατο μισθό και 7% γενική μισθολογική αύξηση, ενώ έδινε και σημαντικές συνδικαλιστικές ελευθερίες μέσα στους χώρους εργασίας. Και οι δύο πλευρές ήλπιζαν ότι αυτό θα ήταν το σημείο συμβιβασμού για την επίλυση μιας πραγματικά «εθνικής κρίσης». Υπολόγισαν όμως χωρίς τον «ξενοδόχο». Αυτή η συμφωνία έπρεπε να περάσει από τις συνελεύσεις των εργοστασίων, όπου η απόφαση δεν γινόταν εύκολα δεκτή, αντίθετα οι προτάσεις για συνέχιση της απεργίας γίνονταν δεκτές με ενθουσιασμό. Και πώς να μη γίνονταν άλλωστε, όταν οι ίδιοι οι εργάτες μέσα από την πραγματική τους εμπειρία στον απεργιακό αγώνα το τελευταίο που ήθελαν ήταν να γυρίσουν στην προηγούμενη κατάσταση. Δεν ήξεραν όμως και πώς να συνεχίσουν.
Η πολιτική ήττα
Η κυβέρνηση ήταν στριμωγμένη, η πλειοψηφία των εργατών δεν δεχόταν τη συμφωνία της Γκρενέλ, τα κόμματα της αντιπολίτευσης –το ΚΚΓ και το ΣΚ– δεν ήθελαν να αναλάβουν την ευθύνη ανατροπής του Ντε Γκολ, παρά τις δημόσιες τοποθετήσεις τους που ζητούσαν την παραίτηση της κυβέρνησης. Ο γρίφος ήταν πραγματικά δύσκολος και «λύθηκε» από το καθεστώς: Ο Ντε Γκολ προκήρυξε εκλογές για τα τέλη Ιούνη και πέρασε στην αντεπίθεση, εκμεταλλευόμενος το πολιτικό αδιέξοδο του κινήματος, αλλά και της ρεφορμιστικής-μαζικής Αριστεράς. Στις εκλογές ο γκολισμός θριάμβευσε, παίρνοντας τη ρεβάνς από ένα σημείο όπου λίγες ημέρες πριν βρισκόταν πριν την κατάρρευση. Ήταν μια νίκη προσωρινή: λίγο αργότερα ο Ντε Γκολ αποσύρθηκε και άρχισαν να διαμορφώνονται οι συνθήκες για την ήττα της Δεξιάς, το 1981.
Το βασικό αδιέξοδο στο Μάη ήταν το τεράστιο χάσμα μεταξύ κοινωνικής δυναμικής του αγώνα και της πολιτικής του εκπροσώπησης, που δεν μπορούσε να καλυφθεί από τις μικρές οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς όχι μόνο λόγω μεγέθους, αλλά και λόγω πολιτικής απειρίας. Από την άλλη το ΚΚΓ και το ΣΚ δεν ήθελαν να «αναλάβουν» την ευθύνη ανατροπής του Ντε Γκολ και το σύνθημα για μια «Λαϊκή Κυβέρνηση» από το ΚΚΓ ήταν στην πραγματικότητα στάχτη στα μάτια, αφού δεν περιέγραφε ούτε πολιτικό πρόγραμμα, ούτε αιτήματα, ούτε ποια κοινωνική και πολιτική συμμαχία θα μπορούσε να το υλοποιήσει.
Ωστόσο, η παρακαταθήκη του Μάη –ιδιαίτερα στη Γαλλία– είναι εξαιρετικά σημαντική. Το πρώτο πράγμα που απέδειξαν οι εξεγερμένοι είναι ότι οι αντίπαλοί μας δεν είναι ανίκητοι, ακόμα και σε μια περίοδο που η κυριαρχία τους φαίνεται ακλόνητη. Το δεύτερο είναι η σημασία και η κεντρικότητα της εργατικής τάξης στην ταξική αντιπαράθεση: ήταν η γενική απεργία που οδήγησε το καθεστώς σε παράλυση και όχι μόνο οι φοιτητικές διαδηλώσεις. Τέλος, ανέδειξε με εμφατικό τρόπο την ανάγκη για ένα μαζικό κόμμα της επαναστατικής Αριστεράς, που να μπορεί να αποτελεί γνήσια έκφραση των πιο μαχητικών κομματιών της κοινωνικής αντίστασης και να μπορεί να δώσει πολιτική προοπτική και συνέχεια σε τέτοιες συγκυρίες, ενώ με αντίστροφο τρόπο ανέδειξε τα πολιτικά όρια της «άμεσης δράσης» και του αυθόρμητου. Και αυτό το «μάθημα» το πήραν οι πολιτικές πρωτοπορίες που προέκυψαν από την εξέγερση του Μάη και επέμειναν στην οικοδόμηση των επαναστατικών πολιτικών οργανώσεων.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά