Στο σημείο που έχει φτάσει πλέον η διαπραγμάτευση δεν χωρούν πολλές αναγνώσεις και ερμηνείες. Οι δανειστές απαιτούν από την ελληνική κυβέρνηση να παραδώσει ακόμη και … τα προσχήματα.

Ξεκαθαρίζουν προς όλους τους ενδιαφερόμενους πως η νεοφιλελεύθερη στρατηγική για την κρίση και ο δρόμος της λιτότητας και της υποτίμησης της εργασίας είναι αδιαπραγμάτευτος και πως δεν θα επιτρέψουν, ούτε συμβολικά, να φανεί πως μια αριστερή κυβέρνηση τους οδήγησε σε συμβιβασμό και έθεσε σε αμφισβήτηση το νεοφιλελεύθερο δόγμα «Δεν Υπάρχει Εναλλακτική». Ξεκαθαρίζουν με όρους σκληρής επιβολής και ωμής επίδειξης δύναμης πως δεν μπορεί να υπάρξει κανένας συμβιβασμός μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας ως προς τα βάρη της κρίσης, μέσα στο νεοφιλελεύθερο ευρωπαϊκό πλαίσιο και σε κάθε χώρα χωριστά.

Η κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση των «θεσμών». Εάν οι δανειστές μετακινηθούν από την θέση τους, η μόνη διαθέσιμη συμφωνία θα είναι αυτή της πλήρους ακύρωσης της Αριστεράς και της ήττας για τον κόσμο της εργασίας και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα καθώς θα κυμαίνεται υποχρεωτικά μεταξύ της ελληνικής πρότασης κι αυτής των δανειστών. Η τακτική που ακολούθησε η κυβέρνηση ως σήμερα, να «δίνει χώρο για να κερδίσει χρόνο», οδήγησε στο σημείο, μέσω των διαρκών υποχωρήσεων, να έχει απολέσει όλο τον «χώρο» της. Δυστυχώς η τελευταία ελληνική πρόταση, που δεν έγινε δεκτή από τους δανειστές καθώς εγείρουν ακόμη πιο σκληρές απαιτήσεις, έφερε ήδη βαθύτατο το νεοφιλελεύθερο αποτύπωμα (ιδιωτικοποιήσεις, ΕΝΦΙΑ, οριζόντια φορολογία μέσω ΦΠΑ, αναβολή κάθε φιλεργατικού, φιλολαϊκού μέτρου κ.λ.π.) και το μόνο που προκάλεσε ήταν να τους ανοίξει ακόμη περισσότερο την όρεξη.

Μια ενδεχόμενη εξέλιξη προς συμβιβασμό στις τρέχουσες συνθήκες – εξέλιξη ποθητή από την ελληνική άρχουσα τάξη και κάθε είδους μηχανισμό και εκπροσώπησή της – θα αποτελέσει ταφόπλακα για τα συμφέροντα και τις προσδοκίες τουλάχιστον του κόσμου της εργασίας και της λαϊκής πλειοψηφίας και βέβαια θα αποτελέσει και την πιο ουσιαστική «αριστερή παρένθεση». Στην πραγματικότητα μια τέτοια επιλογή, μια συμφωνία με τους όρους που έχουν διαμορφωθεί σήμερα, δεν είναι πολιτικά διαχειρίσιμη από μια κυβέρνηση που στηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ σύντομα θα χρειαστεί να αντιπαρατεθεί με την κατεξοχήν λαϊκή, εργατική βάση της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ, τα συνδικαλισμένα τμήματα, τους άνεργους, τους χτυπημένους μικρομεσαίους, τα κινήματα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις όπως πχ στο λιμάνι του Πειραιά και στα αεροδρόμια, στο Ελληνικό κ.α. Μέσα σ’ ένα κλίμα εκτεταμένης απογοήτευσης για τις χαμένες προσδοκίες κατάργησης του ΕΝΦΙΑ, επαναφοράς του αφορολόγητου, αύξησης μισθών και συντάξεων, αποκατάστασης και ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους…

Μια ενδεχόμενη συμφωνία δεν είναι διαχειρίσιμη ούτε μέσα στο κόμμα όπου με βάση την εικόνα του εσωτερικού συσχετισμού και την δυναμική του είναι φανερό πως δεν περνάει. Η θέση που εκφωνήθηκε για την «κομματική πειθαρχία» στοχεύει την «αριστερή πτέρυγα» και τα όρια της πολιτικής της αποφασιστικότητας. Το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας «στρατηγικής και τακτικής ήττας» για την Αριστερά στην κυβέρνηση δεν επιτρέπει αυταπάτες για την αναβολή της σύγκρουσης με τα αστικά και ιμπεριαλιστικά κέντρα και την προσδοκία για ακύρωσή της στην πράξη.

Είναι πλέον φανερό ότι «τίμιος συμβιβασμός» και «κοινά επωφελής συμφωνία» πολύ απλά δεν μπορεί να υπάρξει.

Τα εγχώρια αστικά κέντρα και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι ανασύρουν εκ νέου τα σενάρια για «εθνική συνεννόηση» καθώς οι εκλογές δεν τους διευκολύνουν καθόλου. Στο εσωτερικό της χώρας δεν υπάρχει αξιόμαχη εναλλακτική πολιτική λύση εάν ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεί αποφασιστικά έξω από κάθε εκδοχή «εθνικής συνεννόησης». Αλλά και στην ευρωζώνη όχι μόνο δεν εμφανίζεται η έξοδος από την κρίση αλλά αντίθετα παρατείνεται η ύφεση και η αβεβαιότητα.

Η επιλογή της αθέτησης πληρωμών δόσεων και της απαίτησης άμεσης απομείωσης του μεγαλύτερου μέρους του χρέους παράλληλα με αριστερή στροφή σε ταξική πολιτική αναδιανομής, είναι απαραίτητη. Μια τέτοια επιλογή περιλαμβάνει την δυνατότητα για το ξεδίπλωμα όλου του φάσματος των «μονομερών ενεργειών» (οριστική παύση πληρωμών και μονομερής διαγραφή χρέους) και μπορεί να μετατρέψει το ενδεχόμενο του χρεοστασίου (default) και την απειλή του GREXIT από φόβητρο για την κοινωνική πλειοψηφία στην Ελλάδα, σε όπλο εναντίον των εκβιαστών καθώς και σε εναλλακτική προοπτική.

Παρά τα λάθη και τις αστοχίες ο δρόμος της Αριστεράς παραμένει ανοιχτός. Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν πρέπει να φοβάται τις πολιτικές εξελίξεις αλλά αντίθετα πρέπει να τις προκαλέσει. Να σταματήσει την διαπραγμάτευση και τις πληρωμές των δόσεων, να πάρει πίσω όλες τις υποχωρήσεις και να μιλήσει καθαρά στον λαό και ιδιαίτερα στον κόσμο της εργασίας και στα κατώτερα λαϊκά στρώματα που αποτελούν την κοινωνική πλειοψηφία, για την αναγκαιότητα της απελευθέρωσης από τους εσωτερικούς και εξωτερικούς αστικούς εκβιασμούς. Οδηγώντας την χώρα σε εκλογές με ανανεωμένη γραμμή στην βάση των αποφάσεων του Συνεδρίου του – ξεπερνώντας ακόμη και το «πρόγραμμα της ΔΕΘ». Διεκδικώντας εκ νέου και με αξιώσεις την μεταβατική «κυβέρνηση της Αριστεράς».

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει τώρα να δηλώσει σε όλους τους τόνους μέσα κι έξω από την χώρα πως η Αριστερά δεν υποτάσσεται στα νεοφιλελεύθερα δόγματα, δεν υλοποιεί πολιτικές λιτότητας και δεν υπογράφει μνημόνια – ούτε σκληρά, ούτε «μαλακά». Αντίθετα διεκδικεί την άμεση αναδιανομή πλούτου και ισχύος υπέρ των «από κάτω», των εργαζόμενων, των ανέργων, των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων και των κάθε λογής αποκλεισμένων. Διατίθεται γι’ αυτό να συγκρουστεί σκληρά με την ντόπια άρχουσα τάξη και τους μηχανισμούς της, διεκδικώντας παράλληλα την ανεξαρτησία της από κάθε λογής ιμπεριαλιστικές επιβολές, είτε μέσα είτε έξω από την ΟΝΕ.

Αυτό το μήνυμα μπορεί να ενεργοποιήσει τη μοναδική δύναμη ανατροπής, του κόσμου της εργασίας και των κινημάτων στην Ελλάδα και πανευρωπαϊκά. Μπορεί να διαμορφώσει τους όρους ώστε να υπάρξει «επόμενη μέρα» για την Αριστερά, στην Ελλάδα, στην Ισπανία και σ’ όλη την Ευρώπη. Σε ένα πόλεμο που έχει μπροστά ακόμη πολλές και κρίσιμες μάχες.

Ετικέτες