Δεν είναι δύσκολο μετεκλογικά να βγει κανείς στα κεραμίδια για το διαδοχικό ξήλωμα της αντιμνημονιακής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη συνάντηση με τον Ράιχενμπαχ μέχρι την παρουσία στη ΔΕΘ και από το ταξίδι στη Γερμανία μέχρι τις πρόσφατες δηλώσεις Σταθάκη. Από τον τελευταίο πληροφορηθήκαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μάχεται για τη σταθεροποίηση της οικονομίας, καθώς για μεταρρυθμίσεις στις οποίες έχουν αποτύχει παταγωδώς τα δύο κόμματα.
Πώς μπορεί να εξηγηθεί, ειλικρινά και πειστικά, η ανάγκη που οδηγεί σε μια τέτοια “υπευθυνοποίηση” την αυριανή αριστερή κυβέρνηση του τόπου;
Μήπως εκτιμάται η γοργή επίλυση του γόρδιου δεσμού της κρίσης χρέους; Αναμένεται η αλλαγή πορείας πλεύσης της τρόικας; Προσδοκάται μια μαγική λύση της κρίσης της Ευρωζώνης; Θεωρείται δεδομένη η μακροημέρευση Σαμαρά, και άρα το σκάσιμο αναπόφευκτων πτωχευτικών γεγονότων στα χέρια του; Και επομένως θα είναι εύκολο μετά, το έργο της κυβερνώσας πλέον αριστεράς;
Σε αυτή την περίπτωση, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει λάθος. Και η χειρότερη υπηρεσία που προσφέρει με αυτές τις διολισθήσεις είναι απέναντι στον εαυτό του. Πριονίζει το κλαδί που θα κάτσει αύριο. Διαφημίζει μια εύκολη, αναίμακτη, ήπια αλλαγή. Υπόσχεται αντιμνημονιακή πολιτική χωρίς να σπάσει αυγά. Δεσμεύεται για κοινωνική πολιτική με τη χρηματοδότηση της τρόικας. Ποντάρει στην μετατόπιση του Βερολίνου και των Βρυξελλών, συναρτώντας τη σωτηρία της ελληνικής κοινωνίας από τη συναίνεση των μέχρι σήμερα δημίων της. Αποκλείει μονομερείς ρήξεις και ενέργειες. Υπολογίζει ότι η άκαμπτη ΕΕ θα γίνει εύπλαστο ζυμάρι στα χέρια της ελληνικής αριστεράς. Ή ονειρεύεται μια μαγική και ταυτόχρονη πολιτική ανατροπή σε όλη την Ευρώπη.
Είναι λίγοι όσοι πιστεύουν πραγματικά τα παραπάνω. Είναι όμως αρκετοί όσοι τα λένε, ή τελικά τα εννοούν χωρίς ακριβώς να τα λένε.
Πέρα από τα στρατηγικά όρια που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και τη συστημική λογική ενός σημαντικού τμήματός του, ο μεγάλος φόβος είναι “μην τρομάξει ο κόσμος”. Ξεχνάμε όμως ότι η αριστερά δεν κάνει επικοινωνιακή πολιτική. Δεν λέει τα αρεστά βάσει σφυγμομετρήσεων. Λέει -και παλεύει- για τα αναγκαία. Έτσι χτίζει δεσμούς και συνειδήσεις. Αλλιώς υπόσχεται παράδεισο με τα υλικά της κόλασης. Και σκάβει το λάκκο της.
Κάτι που δεν είναι κατανοητό σήμερα, θα γίνει οδυνηρά κατανοητό αύριο. Όταν οι υποσχέσεις για αναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων, για αλλαγή δημοσιονομικής πολιτικής και μέτρα ενάντια στην ύφεση, προσκρούσουν με το υπαρκτό αστικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο. Σε μια τέτοια -μάλλον πιθανή- περίπτωση, από σήμερα θα έπρεπε να προετοιμάζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις μιας αναμέτρησης σε εθνική και ευρωπαϊκή διάσταση, που μπορεί να βάλει τη σφραγίδα των εξελίξεων για τις επόμενες δεκαετίες. Δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά όπως και να το κάνουμε, αυτή είναι η υπόθεση. Σε διαφορετική εξέλιξη θα υπάρξει ένα τρίτο ή τέταρτο μνημόνιο της ΕΕ (με ή χωρίς το ΔΝΤ), και μια κυβέρνηση αριστεράς θα επιχειρεί τη δημοσιονομική προσαρμογή που δεν μπόρεσαν να πετύχουν οι προηγούμενοι. Δηλαδή δεν θα πρόκειται για αριστερή κυβέρνηση.
Ως έχουν σήμερα τα πράγματα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκτήσει το πολιτικό προβάδισμα απέναντι στη ΝΔ. Άσχετα με το αν μιλάει ο υπεύθυνος Σταθάκης ή ο ανεύθυνος Κουβελάκης. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι απλά να πάει η Αριστερά στο Μαξίμου. Το πρόβλημα είναι, πώς -πηγαίνοντας στο Μαξίμου- θα υπάρξει διέξοδος από την κρίση και τη χρεοκοπία, σε όφελος του λαού. Και αυτό δεν θα λυθεί τότε. Θα λυθεί (δηλαδή θα παλευτεί, θα προετοιμαστεί, θα διαμορφωθεί) σήμερα.
Σε διαφορετική περίπτωση, μπορούμε να πάρουμε τοις μετρητοίς το χαμήλωμα των τόνων από τον ΣΥΡΙΖΑ, να προεξοφλήσουμε επομένως την κατάληξη, αγωνιώντας μονάχα για την ανέλιξη. Αυτοκαταστροφική στάση, από όλες τις απόψεις.
Και επειδή ο κόσμος δεν περιστρέφεται γύρω από την αριστερά, ας σκεφτούμε τις αστικές επιλογές, όπως και τις προτεραιότητες των ξένων κέντρων:
Πρώτο σενάριο η στήριξη της συγκυβέρνησης Σαμαρά μέχρις εσχάτων.
Δεύτερο σενάριο η απόπειρα εναλλακτικών λύσεων και πολιτικών αναδιαρθρώσεων εντός των αστικών ορίων. Δοσμένης της κλινικά νεκρής κατάστασης του ΠΑΣΟΚ όπως και της αγκομαχούσας ΔΗΜΑΡ, επιστρατεύονται οι πρόσφατες ιστορίες με λίστες, ΣΔΟΕ, μαύρο χρήμα και εισαγγελείς. Η κουτάλα της αναμόρφωσης γυρίζει.
Και τρίτον, αλλά όχι ανύπαρκτο σενάριο, ο σφιχτός εναγκαλισμός, προς γνώση, συμμόρφωση και ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι ως γνωστόν η αστική τάξη μπορεί να πουλάει, αλλά ποτέ δεν χαρίζει το σκοινί για να την κρεμάσουμε. Και σε αντίθεση με τους επίδοξους ανατροπείς της, σκέφτεται, και σκέφτεται σοβαρά.
Το ενδεχόμενο να υπάρξει κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στους θεούς και τους δαίμονες, είναι απολύτως ρεαλιστικό. Οπότε, ανάγκα και θεοί πείθονται. Θα υπάρχει βέβαια πάντα ο καλός και ο κακός μπάτσος. Θα υπάρχει γλύψιμο μαζί με χέσιμο και τούμπαλιν. Τη μια μέρα ο Καψής θα πλέκει εγκώμιο στον Τσίπρα και ο Πρετεντέρης θα αφρίζει ενάντια στην τρόικα. Και την άλλη θα ξαναγυρνούν στον γνωστό εμετικό εαυτό τους.
Μια σοβαρή λοιπόν, εναλλακτική αστική στρατηγική θα ήταν η εγκόλπωση του ΣΥΡΙΖΑ. Η επιβράβευση και ανάδειξη των δεξιών και συστημικών πλευρών του. Η επίθεση στα αριστερά και ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του. Η λύσσα ενάντια σε ενδεχόμενη αντισυστημική εκτροπή του. Και οι γέφυρες συνομιλίας και συναντίληψης με τις “λογικές” και “ευρωπαϊκές” φωνές του.
Φυσικά τα πράγματα δεν γίνονται όπως σχεδιάζονται. Δεν είναι μόνο η ανεξέλεγκτη μεταβλητή μιας κοινωνικής έκρηξης. Είναι και οι ισχυροί γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί για το παρόν και το μέλλον της χώρας. Είναι και οι εγγενείς αντιφάσεις της καπιταλιστικής κρίσης και ειδικά της κρίσης της Ευρωζώνης. Η πορεία των πραγμάτων μπορεί να είναι διαφορετική από τους σχεδιασμούς κέντρων και επιτελείων.
Το τρίτο λοιπόν σενάριο, ενώ εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας δεν είναι δεδομένο ότι θα πετύχει. Όχι επειδή υπάρχει αταλάντευτη εμπιστοσύνη στον ανυπότακτο αντισυστημισμό προσώπων και πολιτικών. Αλλά γιατί οι συνθήκες δεν θα επιβάλουν την παραμικρή απόκλιση από τον άγριο νεοφιλελευθερισμό. Η σοσιαλδημοκρατία έχει πεθάνει και όσοι επίδοξοι σοσιαλδημοκράτες ασκήσουν εξουσία θα βρεθούν κατευθείαν στο δίλημμα: Προχώρημα με ρήξεις και ανατροπές, ή συμμόρφωση;
Το ερώτημα αν και τίθεται πρωτευόντως στον ΣΥΡΙΖΑ, αφορά τους πάντες.
Αν κάποιος θέλει να ανέβει στα κεραμίδια και να πετά πέτρες στον ΣΥΡΙΖΑ περιμένοντας να αποτύχει για να πάρει σειρά στην επετηρίδα, στην πραγματικότητα υπολογίζει τρεις ήττες: Πρώτον την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, δεύτερον την ήττα όλης της αριστεράς, τρίτον την ήττα του λαού. Και σαν επιδόρπιο, ίσως δούμε να επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή τραγωδία το 1933. Μετά από όλα αυτά δεν θα έχει μείνει αριστερός που θα αντέχει να φωνάξει ότι “δικαιώθηκε”, παρόλο τυπικά θα έχει δικαιωθεί.
Επειδή λοιπόν το ερώτημα αφορά τους πάντες, οι πάντες μπορούν και πρέπει να δοκιμαστούν. Στο αν έχουν και δοκιμάζουν ειλικρινά μια μετωπική πολιτική διεξόδου από την κρίση. Στο αν βλέπουν και με ποιους ελάχιστους όρους τη συμπαράταξη της αριστεράς. Και βέβαια ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αποφασίσει αν είναι αντιμνημονιακό -μέχρι το τέλος- μέτωπο, ή αντιμνημονιακό -όσο το επιτρέπει η ΕΕ- κόμμα.