Την Κυριακή 19/3 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το Πανελλαδικό Συμβούλιο της ΛΑΕ.
Η σύγκλιση του Πανελλαδικού Συμβουλίου έγινε σε μια σημαντική «στιγμή»: ενώ έχει ανοίξει η δημόσια συζήτηση για την «επόμενη μέρα», μετά την τυπική (και όχι πραγματική) λήξη του προγράμματος του 3ου Μνημονίου τον Αύγουστο του 2018. Σε συνθήκες όπου η συζήτηση για τα καθήκοντα του κινήματος αντίστασης ενάντια στις νεοφιλελεύθερες μνημονιακές αντιμεταρρυθμίσεις συνδέεται άμεσα με τη συζήτηση για την αντιμετώπιση της ιμπεριαλιστικής πολιτικής στην περιοχή, την αντιμετώπιση του κινδύνου των πολεμικών «θερμών επεισοδίων», την αντιμετώπιση του «εσωτερικού» εθνικισμού και της επανενεργοποίησης της ακροδεξιάς, ακόμα και των φασιστικών «ταγμάτων εφόδου».
Είναι φανερό ότι μέσα από τη συζήτηση αυτή αναζητούνται και προετοιμάζονται οι όροι για την επόμενη πολιτική –ακόμα και εκλογική– αναμέτρηση, που θα κρίνει πολλά για τις συνθήκες που θα αντιμετωπίσει ο κόσμος μας στα επόμενα χρόνια.
Μπροστά σε αυτό το καθήκον, το ΠΣ της ΛΑΕ επεξεργάστηκε ένα πρόγραμμα δράσεων –που στηρίζεται στη σωστή επιλογή της αναβάθμισης του «κοινωνικού ζητήματος»– αλλά και την επανάληψη της έκκλησης για κοινή δράση και πολιτική συνεργασία των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Η ΛΑΕ έχει αποδείξει στο μέτωπο των πλειστηριασμών ότι είναι ειλικρινής σε αυτές τις επιλογές και στο ΠΣ συζητήθηκε με έμφαση η ανάγκη για διεύρυνση της αντίστασης στις ιδιωτικοποιήσεις, στην υπεράσπιση των δημόσιων χώρων, στο αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα, αλλά και οι αναγκαίες πρωτοβουλίες για την προώθηση της ενότητας στη δράση «από τα κάτω», ξεκινώντας από το αυτοδιοικητικό-τοπικό πεδίο, τα εργατικά-συνδικαλιστικά σχήματα και τη νεολαία.
Σε αυτά τα σημεία, όπου υπάρχει μεγάλος βαθμός συμφωνίας, το Κόκκινο Δίκτυο θα παραμείνει στην πρώτη γραμμή της κοινής πάλης και θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις προσπάθειες συγκρότησης πολιτικής συνεργασίας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς ενόψει των αναμετρήσεων που έρχονται, επιμένοντας στην πρόταση για «μετωπικές» πρωτοβουλίες μεταξύ των δυνάμεων της ΛΑΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς που αποσπάστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2016.
Όμως, όπως φάνηκε στην αντιμετώπιση των εθνικιστικών συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό, αλλά και στο ακόμα πιο επικίνδυνο ζήτημα της αντιμετώπισης του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού, παραμένει εξαιρετικά σημαντικό το ζήτημα της πολιτικής απάντησης της Αριστεράς τόσο απέναντι στη γραμμή των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων –των ΗΠΑ και της ΕΕ– όσο και απέναντι στη γραμμή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που αντανακλά τις επιλογές της ντόπιας κυρίαρχης τάξης.
Σχετικά με τα ζητήματα αυτά, οι εκπρόσωποι του Κόκκινου Δικτύου στο ΠΣ της ΛΑΕ προτείναμε δύο βασικές τροπολογίες στο κείμενο της πολιτικής απόφασης, τροπολογίες που θεωρούμε ότι έχουν κεντρική σημασία για την πολιτική της ΛΑΕ στις μέρες που έρχονται. Οι τροπολογίες μας δεν έγιναν δεκτές από την πλειοψηφία και οι εκπρόσωποι του ΚΔ δεν υπερψήφισαν την πολιτική απόφαση του ΠΣ.
Οι τροπολογίες του ΚΔ ήταν οι εξής:
1. Για τον αντιπολεμικό-διεθνιστικό προσανατολισμό
"Η πολιτική των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων –των ΗΠΑ και της ΕΕ– για κυριαρχία στα Βαλκάνια και στην Ανατ. Μεσόγειο ωθεί τις κυρίαρχες τάξεις στην περιοχή προς μιαν επικίνδυνη κλιμάκωση του ανταγωνισμού μεταξύ τους. Πρόκειται για τη διεκδίκηση του μέγιστου εφικτού μεριδίου στην οικονομική-πολιτική-διπλωματική ανακατανομή ισχύος που επιχειρείται στην περιοχή, πάντα στα όρια της συνεργασίας με τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και στα περιθώρια που αφήνει η πολιτική των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Αυτός ο ανταγωνισμός, που παραδοσιακά υπήρχε στο οικονομικό-διπλωματικό πεδίο, σήμερα κλιμακώνεται στο πεδίο των εξοπλισμών και των εκατέρωθεν προκλήσεων, που φέρνουν το ενδεχόμενο στρατιωτικών «θερμών επεισοδίων» στην ημερήσια διάταξη.
Η Αριστερά, και ειδικότερα η Ριζοσπαστική Αριστερά, οφείλει να αντιπαλέψει από σήμερα αυτή την επικίνδυνη προοπτική, που αποτελεί έναν σοβαρό κίνδυνο για τις κατακτήσεις των εργαζομένων και το μείζον αγαθό της ειρήνης που είναι πολύτιμο για όλους τους λαούς της περιοχής.
Γι’ αυτό η ΛΑΕ θα πάρει όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες, μέσα στο μαζικό κίνημα και στο πολιτικό πεδίο, με στόχο:
* Να αντισταθούμε στην παράλογη κούρσα των εξοπλισμών. Μέσα στις συνθήκες της παρατεταμένης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, διεκδικούμε τη διάθεση όλων των διαθέσιμων πόρων προς τις κοινωνικές ανάγκες και όχι προς τις αγορές όπλων, σε σύγκρουση επίσης με το σύνολο των πολιτικών που οδηγούν σε ενίσχυση του μιλιταρισμού (αύξηση θητείας, στράτευση γυναικών, ενίσχυση επαγγελματικών στρατιωτικών μονάδων κοκ).
* Να αναπτύξουμε ένα πλατύ και ριζοσπαστικό αντιπολεμικό κίνημα, που θα παλεύει ενάντια σε κάθε προοπτική ένοπλης σύγκρουσης, θυμίζοντας ότι τα «θερμά επεισόδια» έχουν συχνά στην ιστορία αποδειχτεί ανεξέλεγκτα, ανοίγοντας την πόρτα στην τρέλα των πολύνεκρων συγκρούσεων.
* Να φράξουμε το δρόμο στην ανάπτυξη των εθνικιστικών ακροδεξιών, ακόμα και φασιστικών δυνάμεων και αντιλήψεων. Οι πρακτικές που ακολούθησαν τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για το «όνομα» της γειτονικής χώρας είναι μια προειδοποίηση που δεν πρέπει να υποτιμηθεί.
* Να αναδείξουμε τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ, που, παράλληλα με την επιβολή των νεοφιλελευθέρων αντιμεταρρυθμίσεων του 3ου Μνημονίου, προωθεί μιαν απόλυτη ευθυγράμμιση με τον ιμπεριαλισμό, ελπίζοντας τυχοδιωκτικά στην καταγραφή «εθνικών επιτυχιών», αδιαφορώντας για το κόστος πάνω στις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις και καταργώντας κάθε «κόκκινη γραμμή» που έχει δημιουργήσει η αντιιμπεριαλιστική και αντιπολεμική παράδοση της Αριστεράς και του λαϊκού κινήματος."
2. Για την πολιτική των συμμαχιών
"Στο κρίσιμο θέμα των συμμαχιών, η πολιτική μας ξετυλίγεται σε συνθήκες ουσιωδώς διαφορετικές από το 2015.
Στην Ελλάδα και διεθνώς έχει αποδειχτεί ότι υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές της «αντιμνημονιακής» πολιτικής που φτάνουν ακόμα και σε συντηρητικές η και ακροδεξιές δυνάμεις (π.χ. Ιταλία).
Η πολιτική μας σήμερα, συνυπολογίζοντας τις διακηρύξεις της ΛΑΕ για την «επανίδρυση» μιας μαζικής Αριστεράς στον 21ο αιώνα, οφείλει να έχει ως επιδίωξη τη συγκρότηση μετώπου της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Μετώπου στο κίνημα και στις αντιστάσεις, με στόχο την κλιμάκωση των αγώνων. Όμως, επίσης, μετώπου στο πολίτικο πεδίο, στον πολιτικό αγώνα, με άμεσο στόχο την πολιτική συνεργασία –που περιλαμβάνει την εκλογική συνεργασία– του μέγιστου δυνατού τμήματος των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Στην κατεύθυνση αύτη, το ΠΣ εγκρίνει τις πρωτοβουλίες της ΠΓ, τόσο ως προς την απεύθυνσή της, όσο και ως προς την ιεράρχηση των προσκλήσεων, που σωστά άρχισαν με την επιδίωξη συνάντησης με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις που αποσπάστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 (Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς, ΑΡΚ, ΟΝΡΑ κ.ά.).
Στη σημερινή συγκυρία, υπό το βάρος απαντήσεων που καθορίστηκαν από λογικές σεχταρισμού και μικροηγεμονισμού, το ΠΣ δηλώνει ότι η ΛΑΕ θα επιμείνει στην κατεύθυνση αύτη. Το ΠΣ καλεί όλες τις οργανώσεις της ΛΑΕ να αναλάβουν και να στηρίξουν τις αναγκαίες πρωτοβουλίες από τα κάτω –στα μέτωπα των πλειστηριασμών, της αντίστασης στις ιδιωτικοποιήσεις, το αυτοδιοικητικό, σε τοπικό πεδίο, στα εργατικά συνδικαλιστικά σχήματα, στη νεολαία κοκ– θέτοντας συνδυασμένα τα ζητήματα της ενότητας στη δράση με την αναγκαία συνεργασία στο πολιτικό πεδίο.
Εκτιμάμε ότι η πολιτική συσπείρωση των αγωνιστών/στιών της Αριστεράς, ξεκινώντας από τους αγώνες και προχωρώντας στα ζητήματα του αναγκαίου πολιτικού «μετώπου», είναι η δύναμη που μπορεί να βοηθήσει καταλυτικά στο ξεπέρασμα του στείρου σεχταρισμού που, στις σημερινές συνθήκες, ισοδυναμεί με την παθητική παραίτηση από κεντρικά πολιτικά καθήκοντα και υποχρεώσεις."
Η κατεύθυνση της απόφασης του ΠΣ της ΛΑΕ δίνει τη δυνατότητα για κλιμάκωση της κοινής πάλης, όπως και για τη διεκδίκηση της αναγκαίας μετωπικής προσπάθειας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Σε αυτή την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε την κοινή προσπάθεια, θεωρώντας ότι οι πολιτικές εξελίξεις, αλλά και οι εμπειρίες των αγωνιστών-στριών της ΛΑΕ, θα δώσουν τις ευκαιρίες για ένα καλύτερο ξεκαθάρισμα της πολιτικής γραμμής, που θεωρούμε ότι εξακολουθεί να είναι αναγκαίο.